κανθός: Difference between revisions
ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → for extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable (Corpus Hippocraticum, Aphorisms 1.6.2)
(Bailly1_3) |
(19) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> le coin de l’œil où se forment les larmes;<br /><b>2</b> cercle de fer qui entoure une roue, jante.<br />'''Étymologie:''' DELG <i>gall.</i> cant « cercle de fer » ; cf. [[κάνθαρος]]. | |btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> le coin de l’œil où se forment les larmes;<br /><b>2</b> cercle de fer qui entoure une roue, jante.<br />'''Étymologie:''' DELG <i>gall.</i> cant « cercle de fer » ; cf. [[κάνθαρος]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο (Α [[κανθός]])<br /><b>ανατ.</b> η εξωτερική [[γωνία]] του ματιού την οποία σχηματίζουν το [[πάνω]] και [[κάτω]] [[χείλος]] τών βλεφάρων, η [[κόχη]] του ματιού (α. «έσω» ή «[[μέγας]] [[κανθός]]» — ο [[προς]] τη [[μύτη]] [[κανθός]]<br />β. «έξω» ή «[[μικρός]] [[κανθός]]» — ο [[αντίθετος]] [[προς]] έσω [[κανθός]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ναυτ.</b> τριγωνική [[εντομή]] στην [[τρόπιδα]] της στείρας ή του ποδοστήματος ξύλινου πλοίου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> η μετάλλινη [[στεφάνη]] του τροχού, το [[επίσωτρο]]<br /><b>2.</b> (κατ' επέκτ., ποιητ.) το [[μάτι]] («[[κανθός]]<br />ὁ τοῡ ὀφθαλμοῡ [[κύκλος]]», <b>Ησύχ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Ίσως συνδέεται με το ουαλ. <i>cant</i> «σιδερένια [[στεφάνη]]» (<span style="color: red;"><</span> γαλατ. <i>cantas</i>) και με το ρωσ. <i>Kut</i> «[[γωνία]]», [[οπότε]] ανάγεται σε IE <i>qan</i>-<i>tho</i> «[[καμπή]], [[γωνία]]» <span style="color: red;"><</span> <i>qam</i>-<i>p</i> «[[κάμπτω]]». Έτσι ίσως το [[κάνθων]] ([[ονομασία]] του γαϊδάρου) θα μπορούσε να θεωρηθεί παράγωγο του [[κανθός]] με τη σημ. «το ζώο που κάμπτεται [[κάτω]] από το [[βάρος]] του φορτίου». Οι συνδέσεις αυτές ευσταθούν σημασιολογικά, υπάρχει όμως [[πρόβλημα]] φωνητικό ως [[προς]] την [[αντιπροσώπευση]] του IE -<i>th</i>- από το ελλ. -<i>θ</i>-, που αντιστοιχεί σε ηχηρό δασύ -<i>dh</i>- και όχι σε άηχο. Κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], το θ. <i>κανθ</i>- ανήκει στο προελληνικό γλωσσικό [[υπόστρωμα]], [[οπότε]] το [[κανθός]] θα μπορούσε και [[πάλι]] να συνδεθεί με τα [[κάνθαρος]], [[κανθήλια]], [[κάνθων]]. Στην [[περίπτωση]] αυτή, η [[σημασία]] «μεταλλική [[στεφάνη]]» θα μπορούσε να αποδοθεί σε διαφορετικής προελεύσεως λ. [[κανθός]], που θα θεωρούσαμε δάνεια από τη λατ. (<b>[[πρβλ]].</b> λατ. <i>cantus</i> «σιδερένια [[στεφάνη]]»), η οποία με τη [[σειρά]] της θα δανείστηκε τη λ. από τη γαλατική (<b>[[πρβλ]].</b> το προαναφερθέν γαλατ. <i>cantos</i>)]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:39, 29 September 2017
English (LSJ)
ὁ,
A corner of the eye, Arist.HA491b23, PA657b18, Nic.Th. 673, CPR29.10 (ii A.D.). 2 poet., eye, Call.Fr.150, Cerc.7.2, IG12(9).954.8 (Chalcis), Supp.Epigr.3.543 (Philippopolis, iii(?) B.C.), AP6.62 (Phil.), 5.218 (Paul. Sil.), Moschio Trag.9.9, Opp.C. 4.118, etc. II tyre of a wheel, Edict.Diocl.15.36, EM364.29, Sch. Il.5.725. III chimney, Hsch. IV pot, pan, Id. (Lat. cantus (in signf. 11) is said to be African or Spanish by Quint.1.5.8.)
German (Pape)
[Seite 1321] ὁ, der Augenwinkel; οἷς ἂν ὦσιν οἱ κανθοὶ μακροί, κακοήθους σημεῖον Arist. physiogn.; H. A. 1, 9 κοινὸν τῆς βλεφαρίδος μέρος τῆς ἄνω καὶ κάτω κανθοὶ δύο; Nic. Th. 673 κανθῷ ἐνὶ ῥαντῆρι, wo der Schol. es durch ῥάμφος erkl. Poetisch übh. das Auge, δειμαίνοντες ἄνακτος ἑοῦ πυριλαμπέα κανθόν Opp. Cyn. 4, 118; φυλάκων παναγρεὺς κ. Paul. Sil. 1 (V, 219); ἐπεὶ γήρᾳ κανθὸς ἐπεσκέπετο, da das Auge vor Alter dunkel wurde, Philp. 17 (VI, 62), wofür er 16 (VI, 92) sagt γήρᾳ κανθὸν ἐζοφωμένος. – Nach Schol. Il. 5, 724 heißen auch die eisernen Reisen um das Rad so; vgl. E. M. 364, 29.
Greek (Liddell-Scott)
κανθός: ὁ, ἡ γωνία τοῦ ὀφθαλμοῦ, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 9, 2, π. Ζ. Μορ. 2. 13, 1, Νικ. Θηρ. 673· «τῶν βλεφάρων τὰ ἑκατέρωθεν ἄκρα κανθοί, ὧν αἱ ῥίζαι ἐγκανθίδες» Πολυδ. Β΄, 71: - ποιητικῶς, ὁ ὀφθαλμός, Καλλ. Ἀποσπ. 150, Μοσχίων παρὰ Στοβ. 561.43, Ὀππ. Κυν. 4. 118, κτλ. ΙΙ. = ἐπίσωτρον, δηλ. ἡ μεταλλίνη στεφάνη τοῦ τροχοῦ, Λατ. canthus, Ἐτυμ. Μ. 364. 29, Σχόλ. εἰς Ὁμ. Ἰλ. Ε. 724· πρβλ. Persius 5.71, Loring ἐν Hell. J. 11, σ.311. - Καθ’ Ἡσύχ. «ὁ τοῦ ὀφθαλμοῦ κύκλος. καὶ ἀναπνοὴ τοῦ καπνοῦ ἐν τοῖς ἰπνοῖς. τινὲς δὲ καὶ καπνοδόχην. καὶ μήποτε οἱ χυτρόποδες. Σικελοί. καὶ εἰς ὃ τὰς κάχρυς φρύγουσιν».
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ) :
1 le coin de l’œil où se forment les larmes;
2 cercle de fer qui entoure une roue, jante.
Étymologie: DELG gall. cant « cercle de fer » ; cf. κάνθαρος.
Greek Monolingual
ο (Α κανθός)
ανατ. η εξωτερική γωνία του ματιού την οποία σχηματίζουν το πάνω και κάτω χείλος τών βλεφάρων, η κόχη του ματιού (α. «έσω» ή «μέγας κανθός» — ο προς τη μύτη κανθός
β. «έξω» ή «μικρός κανθός» — ο αντίθετος προς έσω κανθός)
νεοελλ.
ναυτ. τριγωνική εντομή στην τρόπιδα της στείρας ή του ποδοστήματος ξύλινου πλοίου
αρχ.
1. η μετάλλινη στεφάνη του τροχού, το επίσωτρο
2. (κατ' επέκτ., ποιητ.) το μάτι («κανθός
ὁ τοῡ ὀφθαλμοῡ κύκλος», Ησύχ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Ίσως συνδέεται με το ουαλ. cant «σιδερένια στεφάνη» (< γαλατ. cantas) και με το ρωσ. Kut «γωνία», οπότε ανάγεται σε IE qan-tho «καμπή, γωνία» < qam-p «κάμπτω». Έτσι ίσως το κάνθων (ονομασία του γαϊδάρου) θα μπορούσε να θεωρηθεί παράγωγο του κανθός με τη σημ. «το ζώο που κάμπτεται κάτω από το βάρος του φορτίου». Οι συνδέσεις αυτές ευσταθούν σημασιολογικά, υπάρχει όμως πρόβλημα φωνητικό ως προς την αντιπροσώπευση του IE -th- από το ελλ. -θ-, που αντιστοιχεί σε ηχηρό δασύ -dh- και όχι σε άηχο. Κατ' άλλη άποψη, το θ. κανθ- ανήκει στο προελληνικό γλωσσικό υπόστρωμα, οπότε το κανθός θα μπορούσε και πάλι να συνδεθεί με τα κάνθαρος, κανθήλια, κάνθων. Στην περίπτωση αυτή, η σημασία «μεταλλική στεφάνη» θα μπορούσε να αποδοθεί σε διαφορετικής προελεύσεως λ. κανθός, που θα θεωρούσαμε δάνεια από τη λατ. (πρβλ. λατ. cantus «σιδερένια στεφάνη»), η οποία με τη σειρά της θα δανείστηκε τη λ. από τη γαλατική (πρβλ. το προαναφερθέν γαλατ. cantos)].