νεκυομαντεῖον: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἐπιλογιζόμενος ὅτι ἅμα μὲν ὀδύρῃ τὴν ἀναισθησίαν, ἅμα δὲ ἀλγεῖς ἐπὶ σήψεσι καὶ στερήσει τῶν ἡδέων, ὥσπερ εἰς ἕτερον ζῆν ἀποθανούμενος, ἀλλ᾿ οὐκ εἰς παντελῆ μεταβαλῶν ἀναισθησίαν καὶ τὴν αὐτὴν τῇ πρὸ τῆς γενέσεως → you do not consider that you are at one and the same time lamenting your want of sensation, and pained at the idea of your rotting away, and of being deprived of what is pleasant, as if you are to die and live in another state, and not to pass into insensibility complete, and the same as that before you were born

Source
(3b)
(1ba)
Line 27: Line 27:
{{elru
{{elru
|elrutext='''νεκυομαντεῖον:''' ион. νεκυομαντήϊον τό некромантей, прорицалище мертвых, место, где вызывались и вопрошались души усопших Her., Diod., Plut.
|elrutext='''νεκυομαντεῖον:''' ион. νεκυομαντήϊον τό некромантей, прорицалище мертвых, место, где вызывались и вопрошались души усопших Her., Diod., Plut.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=νεκυο-[[μαντεῖον]], ιονιξ -ήιον, ου, τό,<br />an [[oracle]] of the [[dead]], a [[place]] [[where]] ghosts were called up and questioned, Hdt.
}}
}}

Revision as of 04:20, 10 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεκῠομαντεῖον Medium diacritics: νεκυομαντεῖον Low diacritics: νεκυομαντείον Capitals: ΝΕΚΥΟΜΑΝΤΕΙΟΝ
Transliteration A: nekyomanteîon Transliteration B: nekyomanteion Transliteration C: nekyomanteion Beta Code: nekuomantei=on

English (LSJ)

Ion. νεκῠομαντ-ήϊον, τό,

   A oracle of the dead, where ghosts were called up, Hdt.5.92. ή, Cic.Tusc.1.16.37, D.S.4.22, Plu.Cim.6, Paus.9.30.6: in pl., PMag.Lond.121.285.

German (Pape)

[Seite 238] τό, = νεκρομαντεῖον; Her. 5, 92, 7, in der ion. Form νεκυομαντήϊον; Plut. Cimon 6 u. a. Sp., vgl. B. A. 414.

Greek (Liddell-Scott)

νεκυομαντεῖον: Ἰων. -ήιον, τό, μαντεῖον τῶν νεκρῶν, τόπος ἔνθα οἱ νεκροὶ ἀνεβιβάζοντο καὶ ἠρωτῶντο, Ἡρόδ. 5. 92, 7, Διόδ. 4. 22, Πλουτ. Κίμ. 6· ἐφθαρμένως νεκυμάντιον παρὰ Παυσ. 9. 30, 6.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
lieu où l’on évoque les morts.
Étymologie: νέκυς, μαντεία.

Greek Monolingual

νεκυομαντεῑον, ιων. τ. νεκυομαντήϊον, τὸ (Α)
το νεκρομαντείο, το μαντείο όπου προσκαλούσαν τα πνεύματα τών νεκρών για να μαντεύσουν τα μέλλοντα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νέκυς, -υος «νεκρός» + μαντεῖον.

Greek Monotonic

νεκυομαντεῖον: τό, Ιων. -ήϊον, μαντείο των νεκρών, τόπος όπου τα πνεύματα των νεκρών καλούνταν από τον Κάτω Κόσμο για να προφητεύσουν το μέλλον, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

νεκυομαντεῖον: ион. νεκυομαντήϊον τό некромантей, прорицалище мертвых, место, где вызывались и вопрошались души усопших Her., Diod., Plut.

Middle Liddell

νεκυο-μαντεῖον, ιονιξ -ήιον, ου, τό,
an oracle of the dead, a place where ghosts were called up and questioned, Hdt.