ἀμφοτέρωθεν
οὐ παντός πλεῖν ἐς Κόρινθον → it's not for every man to make a journey to Corinth, not everyone can afford a trip to Corinth
English (LSJ)
(also ἀμφοτέρωθε Orph.Fr.168.14, Androm. ap. Gal.14.39), Adv.
A from both sides or on both sides, Il.5.726, Hdt.2.29, Pi.P.1.6; of combatants, Th.5.16: c. gen., ἀμφοτέρωθεν τῆς κεφαλῆς Hp.VC1; τῆς ὁδοῦ X.HG5.2.6.
2 from both ends, Od.10.167.
Spanish (DGE)
• Alolema(s): tb. ἀμφοτέρωθε Orph.Fr.168.14, Androm.87
adv.
1 por ambos lados, de uno y otro lado πύργοι ... αἵματι φωτῶν ἐρράδατ' ἀμφοτέρωθεν ἀπὸ Τρώων καὶ Ἀχαιῶν Il.12.431, cf. Hes.Th.733, Parm.B 1.8, Pi.P.1.6, Hdt.2.29, οἵπερ ἀμφοτέρωθεν μάλιστα ἠναντιοῦντο τῇ εἰρήνῃ Th.5.16, Ἴωνας ἀμφοτέρωθεν τῶν Δωριῶν κρατῆσαι los jonios vencieron a los dorios por partida doble Th.8.25, συγγενεῖς Pl.Lg.877d, A.D.Adu.188.10, Nonn.D.38.244.
2 c. gen. a ambos lados ἀμφοτέρωθεν τῆς κεφαλῆς προβολή Hp.VC 1, τῆς ὁδοῦ X.HG 5.2.6, αὐτῶν X.An.3.4.29.
• Diccionario Micénico: a-po-te-ro-te (?).
German (Pape)
[Seite 146] von beiden Seiten her, Hom. z. B. Iliad. 15, 313, auf beiden Seiten Od. 22, 404; – Iliad. 5, 726 πλῆμναι δ' ἀργύρου εἰσὶ περίδρομοι ἀμφοτέρωθεν, Od. 10, 88 λιμένα, ὃν πέρι πέτρη ήλίβατος τετύχηκε διαμπερὲς ἀμφοτέρωθεν, 7, 113 περὶ δ' ἕρκος ἐλήλαται ἀμφοτέρωθεν, die Umfriedigung schließt sich von beiden Seiten her zusammen vor dem Beschauer; – Od. 12, 58 οὐκέτ' ἔπειτα διηνεκέως ἀγορεύσω ὁπποτέρη δή τοι ὁδὸς ἔσσεται, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς θυμῷ βουλεύειν· ἐρέω δέ τοι ἀμφοτέρωθεν. = περὶ αμφοτέρων; nämlich die Adverbialformen auf -θεν haben bei Hom. Genitivbdtg – σέθεν δ' ἐγὼ οὐκ ἀλεγίζω χωομένης, Ζεῦ πάτερ Ἴδηθεν μεδέων – u. περί fehlt Homerisch, d. h. der Genitiv oder vielmehr die ihn vertretende Form auf -θεν hat die Bdtg, welche in Prosa der Gen. mit περί haben würde; – Pind. Ol. 13. 95 P. 1, 6; Thuc. 3, 26; Plat. Legg. IX, 877 d u. sonst; – Qu. Sm. 3, 378 auch ἀμφοτέρωθε.
French (Bailly abrégé)
adv.
1 des deux côtés;
2 à deux fins.
Étymologie: ἀμφότερος, -θεν.
Russian (Dvoretsky)
ἀμφοτέρωθεν: adv. с обеих сторон Hom., Pind., Her., Thuc., Plat.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμφοτέρωθεν: (ὡσαύτως -θε, Ὀρφ. Ἀποσπ. 6. 24), ἐπίρρ., ἐξ ἀμφοτέρων τῶν μερῶν ἢ κατ’ ἀμφότερα τὰ μέρη, Λατ. ex utraque parte, utrinque, Ἰλ. Ε. 726, Ἡρόδ. 2. 29, καὶ Ἀττ. 2) κατ’ ἀμφοτέρας τὰς ἄκρας, Ὀδ. Κ. 167.
English (Autenrieth)
from or on both sides, at both ends.
English (Slater)
ἀμφοτέρωθεν
a from both places ἀλαθής τέ μοι ἔξορκος ἐπέσσεται ἑξηκοντάκι δὴ ἀμφοτέρωθεν ἁδύγλωσσος βοὰ κάρυκος ἐσλοῦ (i. e. at the Isthmian and Nemean Games) (O. 13.99)
b on both sides εὕδει δ' ἀνὰ σκάπτῳ Διὸς αἰετός, ὠκεῖαν πτέρυγ ἀμφοτέρωθεν χαλάξαις (P. 1.6)
Greek Monolingual
ἀμφοτέρωθεν (επίρρ) (Α)
(για κίνηση από κάποιον τόπο)
1. και από τα δύο μέρη, και από το ένα μέρος και από το άλλο
2. και από τις δύο άκρες
3. στη Μυκηναϊκή το επίρρημα απαντά σε πινακίδα στην Πύλο με τη σημασία (a-po-te-ro-te).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφότεροι + -θεν, επιρρ. κατάλ.].
Greek Monotonic
ἀμφοτέρωθεν:,επίρρ.,
1. από ή σε δύο πλευρές, utrinque, σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ. κ.λπ.
2. στις δύο άκρες, σε Ομήρ. Οδ.
Middle Liddell
1. from or on both sides, utrinque, Il., Hdt., etc.
2. at both ends, Od.