πεντακόσιοι
ἡ τῆς παιδογονίας συνουσία → sexual intercourse for the purpose of bearing children
English (LSJ)
Ep. πεντηκόσιοι, αι, α,
A five hundred, Od.3.7, Hdt.1.7, etc.: in sg., πεντακοσία ἵππος five hundred horse, Longus 3.1.
II at Athens, οἱ π. the senate of 500, τὴν βουλὴν τοὺς π. IG22.1629.243, Lycurg.37, Aeschin.3.2; ἡ βουλὴ τῶν π. D.47.18.
German (Pape)
[Seite 556] fünfhundert, Her. 6, 13 u. Folgde überall. Bei Collectivis auch im sing., wie πεντακοσία ἵππος, fünfhundert Mann Reiterei, Long. 3, 1.
French (Bailly abrégé)
αι, α;
cinq cents ; οἱ πεντακόσιοι PLUT le Conseil des Cinq Cents.
Étymologie: πέντε, -κοσιοι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πεντακόσιοι -αι -α, ep. πεντηκόσιοι [πεντα-] vijfhonderd.
Russian (Dvoretsky)
πεντᾰκόσιοι: ион. πεντηκόσιοι 3 пятьсот: οἱ π. Dem. (= ἡ βουλή) (афинский) совет пятисот (в который, согласно реформе Клисфена, от каждой из десяти фил избиралось по 50 человек по жребию).
English (Strong)
from πέντε and ἑκατόν; five hundred: five hundred.
English (Thayer)
πεντακόσιαι, πεντακόσια, five hundred: Homer (πεντηκόσιοι) down.)
Greek Monolingual
-ες, -α και πεντακόσοι, -ες, -α / πεντακόσιοι και επικ. τ. πεντηκόσιοι, -αι, -α, αρσ. και πεντακάτιοι, ΝΑ
1. αυτοί που είναι πέντε φορές εκατό, που μπορούν να μετρηθούν σε πέντε εκατοντάδες
2. φρ. «η βουλή τών Πεντακοσίων» ή, απλώς, «οι Πεντακόσιοι» — πολιτειακό σώμα, το κεντρικό όργανο της αθηναϊκής δημοκρατίας που παγιώθηκε ως θεσμός και νομοπαρασκευαστικός μηχανισμός από τον Κλεισθένη και στο οποίο συμμετείχαν 50 άνδρες από κάθε αττική φυλή, που εκλέγονταν με κλήρο
νεοελλ.
1. (το ουδ. με αρθρ. εν. ως ουσ.) το πεντακόσια
α) ο αντίστοιχος αριθμός
β) (για χρονολογίες) το πεντακοσιοστό έτος («γεννήθηκε το 500 π.Χ.»)
2. παροιμ. «τα μισά της χιλιάδας πεντακόσια» — λέγεται για να δηλώσει ευνόητα πράγματα ή χρησιμοποιείται ως έκφραση αμεριμνησίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. είναι συνθ. < πεντα- (< πέντε) + -κόσιοι < -κάτιοι (πρβλ. ἑκατόν), όπου το -ο- είναι αναλογικό προς τα -κοντα, -κοστός (πρβλ. τριά-κοντα τρια-κοστός), ενώ το -σ- προήλθε από ουράνωση και μετέπειτα συριστικοποίηση του -τ- προ του -ι- (πρβλ. φύσις < φύτις). Ο τ. πεντηκόσιοι με -η-, αναλογικά προς το πεντήκοντα για μετρικούς λόγους].
Greek Monotonic
πεντᾰκόσιοι: Επικ. πεντηκόσιοι, -αι, -α,
I. πεντακόσιοι, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ.
I. πεντακόσιοι, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ.
II. στην Αθήνα, οἱ πεντακόσιοι, η Βουλή των πεντακοσίων (ἡ Βουλή), εκλεγμένη με κλήρο (ἀπὸ κυάμου), με πενήντα αντιπροσώπου από κάθε φυλή, σε Δημ. κ.λπ.
Greek (Liddell-Scott)
πεντᾰκόσιοι: Ἐπικ. πεντηκόσιοι, -αι, -α, πεντηκόσιοι δὲ ἐν ἑκάστῃ Ὀδ. Γ. 7, Ἡρόδ. 1. 7, κτλ.·―ἐν τῷ ἑνικ., πεντακοσία ἵππος, 500 ἱππεῖς, Λόγγος 33. 1. ΙΙ. ἐν Ἀθήναις οἱ πεντακόσιοι, ἡ βουλὴ τῶν πεντακοσίων, οἵτινες ἐξελέγοντο διὰ κλήρου (ἀπὸ κυάμου) 50 ἐξ ἑκάστης φυλῆς κατὰ τὰς διατάξεις τοῦ Κλεισθένους, Λυκοῦργ. 152. 30, Δημ. 1144. 18· τὴν βουλὴν τοὺς πεντακοσίους (ἔνθα ἴσως τὴν βουλὴν εἶναι γλώσσημα), Αἰσχίν. 53. 8.
Middle Liddell
I. five hundred, Od., Hdt.
II. at Athens, οἱ πεντακόσιοι the senate of 500 (ἡ βουλή), chosen by lot (ἀπὸ κυάμοὐ, 50 from each tribe, Dem., etc.
Chinese
原文音譯:pentakÒsioi 偏他-可西哀
詞類次數:形容詞(2)
原文字根:五-(百)
字義溯源:五百;由(πέντε)*=五)與(ἑκατόν)=一百)組成。路加福音說到兩個欠債的,一個欠五十兩銀子( 路7:41),原文是說:欠五百得拿利(錢幣)
出現次數:總共(2);路(1);林前(1)
譯字彙編:
1) 向五百(1) 林前15:6;
2) 五百(1) 路7:41