polytonic
Τί ὕπνος; Καμάτων ἀνάπαυσις, ἰατρῶν κατόρθωμα, δεδεμένων λύσις, ἀγρυπνούντων σοφία, νοσούντων εὐχή, θανάτου εἰκών, ταλαιπωρούντων ἐπιθυμία, πάσης πνοῆς ἡσυχία, πλουσίων ἐπιτήδευμα, πενήτων ἀδολεσχία, καθημερινὴ μελέτη. → What is sleep? Rest from toil, the success of physicians, the release of those who are bound, the wisdom of the wakeful, what sick men pray for, an image of death, the desire of those who toil in hardship, the rest of all the spirit, a principal occupation of the rich, the idle chatter of poor men, a daily object of concern.
English (LSJ)
polytonic, multi-accent, multiaccent
French
Italian
Spanish
politónico
El sistema politónico (en griego πολυτονικὸν σύστημα, polytonikón sýstēma) es el sistema de escritura usado para escribir griego antiguo, bizantino y kazarévusa. Comprende un conjunto de reglas para la utilización de los diacríticos usados en esa lengua: el acento agudo, el acento grave, el acento circunflejo, el espíritu áspero, el espíritu suave, la diéresis y la coronis. El término politónico significa 'de muchos acentos'.
German
vieltönig, polytonisch
Die polytonische Orthographie (neugriechisch πολυτονικό σύστημα γραφής politonikó sístima grafís) ist ein System von Akzenten und anderen, die Buchstaben ergänzenden, Zeichen, das für die altgriechische Sprache entwickelt wurde. Der griechische Begriff polyton oder polytonisch (πολυτονικός) bedeutet wörtlich mehrtönig oder vieltönend (vergleiche die Polytonalität) und in sprachlichen Zusammenhängen spezieller mehrere Tonzeichen enthaltend. Für die amtliche Schreibung des Neugriechischen wurde sie 1982 zugunsten der monotonischen Orthographie vom griechischen Parlament abgeschafft.
Dutch
Greek Monolingual
πολυτονικός, -ή, -ό, Ν
φρ. «πολυτονικό σύστημα»
γραμμ. παλαιότερος τρόπος γραφής τών λέξεων, κατά τον οποίο χρησιμοποιούνταν στον τονισμό τών λέξεων τα πνεύματα και η περισπωμένη, δηλ. όλα τα τονικά σημεία της Αρχαίας Ελληνικής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + τονικός (< τόνος), πρβλ. μονο-τονικός.