συνάντησις
τὸ ζῷον τοῦτο οὐ μονῆρες καὶ αὐθέκαστον, ἀλλὰ κοινωνικὸν καὶ πολιτικόν → this animal is not solitary and self-sufficient, but social and political
English (LSJ)
συναντήσεως, ἡ, meeting, E.Ion535 (troch.), LXX Ge.18.2, al., v.l. in Ev.Matt.8.34; περὶ συναντήσεως εἰς Μέμφιν PCair.Zen. 541.8 (iii B.C.); κατὰ τὰς συναντήσεις in chance-meetings, D.H.4.66; encounter, controversy, πικροὶ πρὸς τὰς συναντήσεις Hp.Decent.3; of heavenly bodies, Vett.Val.147.29, Paul.Al.R.3.
German (Pape)
[Seite 1001] ἡ, das Begegnen; Eur. Ion 535 u. in später Prosa, wie Plut. Pyrrh. 16 D. Hal. 4, 66.
French (Bailly abrégé)
συναντήσεως (ἡ) :
rencontre.
Étymologie: συναντάω.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
συνάντησις συναντήσεως, ἡ [συναντάω] ontmoeting. Eur. Ion 535. discussie. Hp. Dec. 3.
Russian (Dvoretsky)
συνάντησις: συναντήσεως ἡ встреча Eur., Plut.: ἐξελθεῖν εἰς συνάντησίν τινι NT выйти навстречу кому-л.
English (Strong)
from συναντάω; a meeting with: meet.
English (Thayer)
συναντησεως, ἡ, a meeting with (Euripides, Ion 535; Dionysius Halicarnassus, Antiquities 4,66): εἰς συνάντησιν τίνι, to meet one (Buttmann, § 146,3), R G (for לִקְרַאת, Exodus 18:7).
Greek Monotonic
συνάντησις: ἡ, συναπάντημα, συνάντηση, σε Ευρ.
Greek Monolingual
η / συνάντησις, συναντήσεως, ΝΑ συναντῶ
το να συναντάται κανείς με άλλον, συναπάντημα, αντάμωση («η συνάντησή μας ήταν τυχαία»)
νεοελλ.
1. (αθλ.) αγώνας μεταξύ δύο αθλητών ή δύο αθλητικών ομάδων («ποδοσφαιρική συνάντηση»)
2. φρ. α) «συνάντηση κορυφής»
(διπλ.) συνομιλίες μεταξύ δύο ή περισσότερων αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων για θέματα κοινού ή διεθνούς ενδιαφέροντος, αλλ. συνάντηση ανωτάτου επιπέδου
β) «τροχιακή συνάντηση»
αστροναυτ. συνάντηση σε ορισμένο σημείο του διαστήματος και σε προκαθορισμένη χρονική στιγμή ενός διαστημικού σκάφους με ένα άλλο
αρχ.
συμπλοκή, σύγκρουση.
Greek (Liddell-Scott)
συνάντησις: ἡ, ὡς καὶ νῦν, συνάντησις, Εὐρ. Ἴων 535· κατὰ τὰς σ. Διον. Ἁλ. 4. 66· ἐς σ. προάγειν τινάς, ἐπὶ στρατιωτῶν, Πλουτ. Πύρρ. 16.
Middle Liddell
συνάντησις, συναντήσεως, [from συναντάω
a meeting, Eur.
Chinese
原文音譯:sun£nthsij 尋-安帖西士
詞類次數:名詞(1)
原文字根:共同-交換(著)
字義溯源:迎見,相遇;源自(συναντάω)=遇見),由(σύν / συνεπίσκοπος)*=同)與(ἀντί)*=相對)組成。比較: (ἀπάντησις)=迎接。(註:和合本不用 (συνάντησις)而用 (ὑπαντάω))
出現次數:總共(1);太(1)
譯字彙編:
1) 迎見(1) 太8:34
Translations
Azerbaijani: görüş; Bengali: দিদার, দীদার; Catalan: trobada; Czech: setkání; Dutch: ontmoeting; Finnish: tapaaminen; French: rencontre; Galician: encontro; German: Treffen, Zusammenkunft, Begegnung; Ancient Greek: συμβολή; Hebrew: פְּגִישָׁה; Hindi: मिलन; Hungarian: találkozás; Ido: renkontro; Indonesian: pertemuan; Interlingua: incontro; Italian: incontro; Japanese: 会; Latin: occursus; Macedonian: средба; Ngazidja Comorian: mhondrano; Persian: برخورد, دیدار; Portuguese: encontro; Russian: встреча; Sanskrit: मिलन; Scottish Gaelic: coinneachadh; Slovak: stretnutie; Slovene: srečanje; Spanish: encuentro; Swedish: möte; Telugu: సమావేశం; Ukrainian: зустріч; Volapük: kolköm; Welsh: cyfarfod