Γαμηλιών

From LSJ
Revision as of 12:30, 30 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2")

νεκρὸν ἐάν ποτ' ἴδηις καὶ μνήματα κωφὰ παράγηις κοινὸν ἔσοπτρον ὁρᾶις· ὁ θανὼν οὕτως προσεδόκα → whenever you see a body dead, or pass by silent tombs, you look into the mirror of all men's destiny: the dead man expected nothing else | if you ever see a corpse or walk by quiet graves, that's when you look into the mirror we all share: the dead expected this

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Γαμηλιών Medium diacritics: Γαμηλιών Low diacritics: Γαμηλιών Capitals: ΓΑΜΗΛΙΩΝ
Transliteration A: Gamēliṓn Transliteration B: Gamēliōn Transliteration C: Gamilion Beta Code: *gamhliw/n

English (LSJ)

-ῶνος, ὁ, the seventh month of the Attic year, IG1². 6.80, Arist. Mete. 343b5, Thphr. HP 7.1.2, etc. (from γαμέω, because it was the fashionable time for weddings).

English

Gamelion. Month of the Attic calendar (January/February).

French (Bailly abrégé)

ῶνος (ὁ) :
Gamèlion (litt. mois des mariages), 7ᵉ mois attique (fin janvier - début février).
Étymologie: γαμήλιος.

Spanish (DGE)

-ῶνος, ὁ
Gamelión mes séptimo del calendario en Ática, final de Enero, principio de Febrero IG 13.6.80 (V a.C.), Lys.17.5, Arist.Mete.343b5, D.18.84, Thphr.HP 7.1.2, Fun.Mon.1043 (Atenas, imper.), en Argólide, Dinias 2, en Delos ID 1498.2 (II a.C.), en Heraclea del Latmo Milet 1.(3).150.27 (II a.C.).

German (Pape)

ῶνος, ὁ, der siebente att. Monat (Ende Januar und Anfang Februar), weil in ihm die meisten Ehen geschlossen wurden, Theophr. h. pl. 7.1.2.

Russian (Dvoretsky)

Γᾰμηλιών: ῶνος ὁ гамелион, «брачный месяц» (7-й месяц атт. календаря, соотв. второй половине января и первой февраля) Arst.

Greek (Liddell-Scott)

Γαμηλιών: -ῶνος, ὁ, ὁ ἕβδομος μὴν τοῦ Ἀττικοῦ ἔτους (ἀπὸ 15 Ἰανουαρ. μέχρι 15 Φεβρουαρ.), Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 6, 11, Θεόφρ. Ι. Φ. 7. 1, 2 · (ἐκ τοῦ γαμέω, ἐπειδὴ ἦτο ἡ ἐποχὴ καθ’ ἣν ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἐγίνοντο οἱ γάμοι · ― κατὰ τοὺς παλαιοὺς χρόνους ἐκαλεῖτο Ληναιών).

Greek Monolingual

Γαμηλιών, ο (Α) γαμήλιος
ο έβδομος μήνας του αττικού έτους κατά τον οποίο γίνονταν οι περισσότεροι γάμοι.

Greek Monotonic

Γᾰμηλιών: -ῶνος, ὁ, ο έβδομος μήνας του Αττικού χρόνου· προέρχεται από το γαμέω, επειδή ήταν η χρονική περίοδος κατά την οποία τελούνταν οι περισσότεροι γάμοι· το τελευταίο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου και το πρώτο του Φεβρουαρίου, σε Αριστ.

Middle Liddell


the seventh month of the Attic year, from γαμέω, because it was the fashionable time for weddings;— the last half of January and first of February, Arist.