ἕξ
τοῦ δὲ πολέμου οἱ καιροὶ οὐ μενετοί → in war, opportunities won't wait | the chances of war will not wait (Thucydides 1.142.2)
English (LSJ)
οἱ, αἱ, τά, indecl.,
A six, Il.5.270, al.: dat. pl. ἑξάσιν OGI200.28 (Axum); ϝέξ Tab.Heracl.2.34, al., GDI1267.27 (Pamphyl.), 4968 (Gortyn): ἓκ ποδῶν is written in IG12.372.175; cf. ἕκπους.
2 ἕξ, τό, the six in ἀστράγαλοι used as dice, = Κῷον, Ruf.Oss.38. (Cf. Skt. ṣáṭ. Avest. xšvaš, Lat. sex, Welsh chwech, etc.)
Spanish (DGE)
• Alolema(s): cret. Ϝέκς ICr.4.10m-n (VI a.C.); délf. y heracleota Ϝέξ SEG 13.366.9 (Delfos V a.C.), TEracl.2.34; lesb. ἔξ SEG 34.849.12 (Mitilene V a.C.); tes. ἕξε SEG 26.672.43 (Larisa II a.C.); ἕκ IEleusis 177.398 (IV a.C.), IG 10(2).2.159.2 (II/I a.C.)
• Grafía: graf. hξ IThesp.38.11 (IV a.C.), ἕχς IEphesos 1455.4 (III a.C.)
• Morfología: [indecl., pero dat. ἑξάσιν IAxoum 270.28 (IV d.C.)]
1 numeral seis ἓξ δ' υἱέες ἡβόωντες de los hijos de Níobe Il.24.604, cf. Od.10.6, Pi.O.1.89, ἓξ γὰρ ἑκάστῳ χεῖρες ὑπέρβιοι ἠερέθοντο A.R.1.944, ποδανιπτε͂ρες hξ en un inventario IThesp.l.c., βωμοὺς ἓξ διδύμους ἐγέραρεν Heracles en Camarina, Pi.O.5.5, ἄλλους δὲ ὀνομάζειν ἕξ (σοφούς) en lugar de los siete conocidos, Dicaearch.Phil.32, ἔχων ἀνὰ πτέρυγας ἕξ teniendo cada uno de los «vivientes» seis alas (como los querubines) Apoc.4.8
•c. n. de pesos, medidas, etc. ἓξ δ' ἄρα μέτρα χάνδανεν (κρητήρ) Il.23.741, στάδιοι ἓξ καὶ δύο πλέθρα Hdt.1.93, cf. SEG 26 l.c., Th.3.24, 7.36, πλάτος ... ὅσον ἓξ δακτύλων Hp.Haem.2, cf. Plu.Pyrrh.27, πλέονος δραχμῶν ἕχς IEphesos l.c., ἓξ τάλαντ' ἀργυρίου Isoc.17.12
•en expr. temp. στυγερὰν δῆριν ... στασάμεθ' ... ἓξ ἄματα B.5.113, μέχρι ἡμερῶν πέντε ἢ ἓξ χρεέσθω Hp.Mul.2.133, ἓξ δὲ ἡμέραις δημιουργηθῆναί φησι τὸν κόσμον ref. los días de la creación en la tradición jud.-crist., Ph.1.3, πρὶν ἓξ μῆνας γεγονέναι Pl.Prt.320a, cf. Hdt.1.18, SEG 34.849.12, ἓξ ἔτη πολεμήσαντα Th.1.110, cf. IG l.c., ἓξ μὲν ὥρας τῆς νυκτός Plu.Num.2
•unido a otros numerales para formar cifras mayores ἓξ ἐπὶ πεντήκοντα ... ταύρους Simon.FGE 792, τοῖσι δικασταῖς ἐνιαυτοῦ ἓξ χιλιάσιν Ar.V.662, cf. Pl.Ti.36b, πεζῶν δὲ μυριάδας ἕξ Plu.Tim.17, ἀνδρῶν δὲ διακοσίων πεντήκοντα ἕξ Ael.Tact.9.4, εἴκοσιν ἓξ ἐτέων AP 7.328, cf. LXX Ge.16.16, Ath.42b, Ach.Tat.Intr.Arat.19.13, δραχμὰς πεντε̄́κοντα καὶ Ϝέξ SEG 13.366.9 (Delfos V a.C.), Ϝίκατι Ϝὲξ πούς TEracl.l.c.
•c. el distributivo para multiplicar τετράκις ἓξ cuatro veces seis, e.e., veinticuatro, AP 7.602 (Agath.)
•reforzado por el ac. ἀριθμόν que puede no traducirse κρητῆρές οἱ ἀριθμὸν ἓξ χρύσεοι ἀνακέαται fueron dedicadas por él unas crateras de oro, en número de seis Hdt.1.14, τὰ δὲ πάντα ... ἓξ τὸν ἀριθμόν Arist.GC 314a17, cf. SE 165b25, D.S.5.66, ἓξ ἡμερῶν ἀριθμόν durante seis días I.BI 7.98, Gal.2.423, πρῶτοι δὲ ἀριθμὸν ἕξ los seis primeros Paus.5.21.3
•subst. seis τῶν οἱ ἓξ ἐγένοντο ἐνὶ μεγάροισιν γενέθλη Il.5.270, τῆς ... πόδες εἰσὶ δυώδεκα ..., ἓξ δέ τέ οἱ δειραὶ περιμήκεες de Escila Od.12.90, ἄχρις ἂν ἓξ γένωνται Hp.Mul.2.118, μέρη δὲ αὐτῆς (γραμματικῆς) ἐστιν ἕξ D.T.629.4, cf. 631.11, ἦμεν δὲ οἱ πάντες ἕξ Ach.Tat.2.31.5
•expr. una cantidad no determinada ἓξ ἢ ἑπτά οἳ ἂν τύχωσι παρόντες X.HG 3.3.9.
2 subst. ὁ ἕξ el número seis τρὶς ἓξ βαλεῖν echar el triple seis, sacar tres seises tirada de la suerte en los dados, A.A.33, prov. ἢ τρὶς ἓξ ἢ τρεῖς κύβους ref. los que se arriesgan, Pherecr.129, Zen.4.23, tb. en el juego ὁ Κῷος ἀστράγαλος ἠδύνατο ἕξ Zen.4.74
•como primer número perfecto, e.e., igual a la suma de sus divisores τέλειον δὲ ἀριθμὸν τὸν ἕξ Ph.1.44, πρῶτον μὲν τέλειον τὸν ἕξ εἰρήκασιν Origenes Io.28.1
•en lit. jud.-crist. como número de la creación ὁ μὲν ἓξ ἀριθμὸς ἐργαστικός τις εἶναι καὶ ἐπίπονος Origenes Comm.in Mt.14.5.
• Etimología: De *su̯eks, cf. lat. sex, gót. saihs, ai. ṣáṣ.
German (Pape)
[Seite 861] οἱ, αἱ, τά, indecl., sechs, von Hom. an überall. Vor κ u. π geht es gew. in ἑκ- über; sonst wird in Zusammensetzungen häufig ein α eingeschaltet.
French (Bailly abrégé)
(οἱ, αἱ, τά)
numéral indécl.
six.
Étymologie: cf. lat. sex, all. sechs, etc.
Russian (Dvoretsky)
ἕξ: οἱ, αἱ, τά indecl. шесть Hom. etc.
Greek (Liddell-Scott)
ἕξ: οἱ, αἱ, τά, ἄκλιτ., Ὅμ., κλ., δοτ. πληθ. ἑξάσιν Ἐπιγραφ. Αἰγυπτ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 5128. 28· ἓκ ποδῶν, ἀντὶ ἓξ ποδῶν, 160. 67· ϝέξ, Ἡρακλεωτ. Πίνακ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 5775. 34, 40, 85, 91 κ. ἀλλ.· οὕτω ϝεξήκοντα αὐτόθι 59, 76 κ. ἀλλ.· ϝεξακάτιοι (ἀντὶ ἑξακόσιοι) αὐτόθι 57, 62· ἀλλὰ καὶ ἕξ, αὐτόθι 5774. 20, 42. ‒ Ἐν συνθέσει πρὸ τῶν γραμμάτων δ, κ, π, γίνεται ἑκ, ὡς ἕκδραχμος, ἑκκαίδεκα, ἕκπλεθρος· ἀλλὰ συνηθέστερον ἐν τῇ συνθέσει παρεμβάλλεται α, οἷον ἑξάκλινος, ἑξάπλεθρος, οὕτω δὲ καὶ πρὸ ἄλλων γραμμάτων, ὡς ἑξάβιβλος, ἑξάμετρος, ἴδε Λοβεκκ. Φρύν. 412 (πρὸς τὰ ἕξ, ἕκτος, πρβλ. τὰ Σανσκρ. shash, shahthas, Λατ. sex, sextus, Γοτθ. saihs, saihtan· πρβλ. ὡσαύτως τὸ Ἑβραϊκὸν shesh).
English (Autenrieth)
six.
English (Slater)
ἕξ six λαγέτας ἓξ υἱούς (O. 1.89) βωμοὺς ἓξ διδύμους ἐγέραρεν (O. 5.5) τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ ἕξ (O. 13.107) ἐπεὶ στεφάνους ἓξ ὤπασεν Κάδμου στρατῷ ἐξ ἀέθλων (ἐξώπασεν Aristarchus) (I. 1.11) χρύσεαι δ' ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον Κηληδόνες (Pae. 8.70)
English (Strong)
Greek Monotonic
ἕξ: οἱ, αἱ, τά, άκλιτο, έξι, σε Όμηρ. κ.λπ.· στο σύνθετα πριν από τα δ, κ, π γίνεται ἐκ, όπως ἕκδραχμος, ἑκκαίδεκα, ἕκπλεθρος· ή παρεμβάλλεται το α, όπως στο ἑξάκλινος, σε κ.λπ.
Frisk Etymological English
Grammatical information: num.
Meaning: six.
Dialectal forms: Myc. wepeza /hwekspeza/, Viredaz, SMEA 23 (1982) 310-313. Dor. etc. Ϝέξ
Compounds: As 1. member beside ἑξ-, ἑκ- usually ἑξα- (ἑξά-μετρος, ἑξα-κόσιοι etc.) after ἑπτα-, τετρα-; ἑξή-κοντα after πεντή-κοντα; on 2. members -κοντα and -κόσιοι s. Schwyzer 592 and on διακοσιοι.
Derivatives: ἑξίτης (sc. βόλος) throw of six in dice-playing (Epigr., Poll.; cf. Redard Les noms grecs en -της 48); ἑξᾶς, -ᾶντος m. (Sicil.) = Lat. sextans (and after it), with ἑξάντιον (Epich.). - Ordinal ἕκτος, Cret. Ϝέκτος and the adv. ἑξάκις (after πολλάκις etc.); collective ἑξάς f. number of six (Ph.) with ἑξαδικός.
Origin: IE [Indo-European] [1044] *sueḱs six
Etymology: The IE numeral six has two variants. Lat. sex, Germ., e. g. Goth. saíhs, Skt. ṣáṣ-, Lith. šeš-ì, OCS šes-tь, Alb. gjash-tē, Toch. A ṣäk go back on IE *seḱs. But Gr. Ϝέξ, Arm. vec̣, Celt., e. g. Welsh chwech, Av. xšvaš have u̯- in the anlaut; so *su̯eḱs; several details remain unclear. Gr. ἕξ like Ϝέξ will continue *su̯eḱs with loss of the digamma or the breath; on Boeot. ἕξ (beside Ϝικαστῆ) Schwyzer 226 w. n. 4. - The ordinal ἕκτος, Ϝέκτος can be both *su̯eḱs-to-s and *su̯eḱ-to-s. An IE sequence -ḱt- seems necessary for certain Germanic forms, OHG sehto (beside sehsto), OWNo. sétte. Other forms however show -s-: Lat. sextus, Goth. saíhsta, Toch. A ṣkäst; others again are uncertain: Skt. ṣaṣṭhá-, Lith. šẽštas, OCS šestъ; note Gaul. suexos. - S. Schwyzer 590f., 595f., W.-Hofmann s. sex etc. - On unclear ξέστριξ κριθή ἡ ἑξαστιχος. Κνίδιοι H. s. Schwyzer 269, 590.
Middle Liddell
numeral
six, Hom., etc.—In composition, before δ κ π, it becomes ἑκ, as ἕκδραχμος, ἑκκαίδεκα, ἕκπλεθρος; or has α inserted, as ἑξάκλινος, etc.
Frisk Etymology German
ἕξ: dor. usw. ϝέξ
{héks}
Meaning: sechs.
Composita: Als Vorderglied neben seltenen ἑξ-, ἑκ- gewöhnlich ἑξα- (ἑξάμετρος, ἑξακόσιοι usw.) nach ἑπτα-, τετρα-; ἑξήκοντα nach πεντήκοντα; zu den Hintergliedern -κοντα und -κόσιοι s. Schwyzer 592 und zu διακόσιοι.
Derivative: Ableitungen: ἑξίτης (sc. βόλος) ‘Sechs-Wurf im Würfelspiel' (Epigr., Poll.; vgl. Redard Les noms grecs en -της 48); ἑξᾶς, -ᾶντος m. (sizil.) = lat. sextans und diesem nachgebildet; davon ἑξάντιον (Epich.). — Daneben das Ordinale ἕκτος, kret. ϝέκτος und das Zahladv. ἑξάκις (nach πολλάκις usw.); Kollektivum ἑξάς f. Zahl von sechs (Ph. usw.) mit ἑξαδικός.
Etymology: Über das unklare ξέστριξ κριθή· ἡ ἑξαστιχος. Κνίδιοι H. s. Schwyzer 590 m. Lit. Das idg. Zahlwort sechs liegt in mindestens zwei Varianten vor. Lat. sex, germ., z. B. got. saíhs, aind. ṣáṣ-, lit. šeš-ì, aksl. šes-tь, alb. gjash-tē, toch. A ṣäk sind alle (mit einzelsprachlichen Veränderungen des Anlauts) auf idg. *seḱs zurückführbar. Ihnen stehen in gr. ϝέξ, arm. vec̣, kelt., z. B. kymr. chwech, aw. xšvaš Formen mit u̯-haltigem Anlaut gegenüber; Grundlage etwa *su̯eḱs; viele Einzelheiten bleiben indessen unklar. Auch gr. ἕξ erklärt sich wie ϝέξ unschwer aus idg. *su̯eḱs mit Schwund des Digamma bzw. des Hauches; zu böot. ἕξ (neben ϝικαστῆ) Schwyzer 226 m. A. 4. — Das Ordinale ἕκτος, ϝέκτος kann sowohl *su̯eḱs-to-s wie *su̯eḱ-to-s repräsentieren; eine idg. Lautgruppe -ḱt- scheint für gewisse germanische Formen, ahd. sehto (neben sehsto), awno. sétte erforderlich zu sein. Andere Formen zeigen indessen ein inlautendes -s-: lat. sextus, got. saíhsta, toch. A ṣkäst; wieder andere sind mehrdeutig: aind. ṣaṣṭhá-, lit. šẽštas, aksl. šestъ. — Lit. bei Schwyzer 590f., 595f., WP. 2, 522f., W.-Hofmann s. sex ebenso wie in zahlreichen grammatischen und lexikalischen Darstellungen der einzelnen Sprachen.
Page 1,527-528
Chinese
原文音譯:›x 赫克士
詞類次數:形容詞(13)
原文字根:六
字義溯源:六*,六口,六位。六是人的數目,六百六十六是獸的數目( 啓13:18)
同源字:1) (ἕκτος)第六 2) (ἕξ)六 3) (ἑξακόσιοι)六百 4) (ἑξήκοντα)六十
出現次數:總共(13);太(1);可(1);路(2);約(3);徒(3);雅(1);啓(2)
譯字彙編:
1) 六(7) 太17:1; 可9:2; 路13:14; 約2:20; 約12:1; 徒27:37; 啓13:18;
2) 六個(4) 路4:25; 徒18:11; 雅5:17; 啓4:8;
3) 六位(1) 徒11:12;
4) 六口(1) 約2:6
Léxico de magia
tb. ςʹ seis ref. a nombres ἐντύγχανε πρὸς βορέαν τοῖς ςʹ ὀνόμασι λέγων haz la petición hacia el norte, a los seis nombres, diciendo P V 163 ref. a distancias συγκάλυπτε τὸ ζῴδιον καὶ ἀποστὰς ἀπ' αὐτοῦ πήχεις ἕξ esconde también la figura y aléjate seis codos de ella P XXXVI 272