κακοπραγία

From LSJ

Δίκαια δράσας συμμάχους ἕξεις θεούς → Opem tibi deus, iusta si egeris, feret → Gerechtes Handeln schenkt der Götter Beistand dir

Menander, Monostichoi, 126
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰκοπρᾱγία Medium diacritics: κακοπραγία Low diacritics: κακοπραγία Capitals: ΚΑΚΟΠΡΑΓΙΑ
Transliteration A: kakopragía Transliteration B: kakopragia Transliteration C: kakopragia Beta Code: kakopragi/a

English (LSJ)

ἡ,
A misadventure, failure, αἱ κατ' οἶκον κ. Th.2.60; ἡ ἐκ τῆς Σικελίας κ. Id.8.2; κ. γίγνεται Arist. Pol.1296a17; ἡ τοῦ πέλας κ. Corn.Rh.p.393 H.: pl., κ. ἀνάξιαι Arist. Rh.1386b10, cf.Plb.8.12.8, Phld.Herc.1251.11, Artem.4.56, etc.
b bad physical condition, Gal.10.255.
II ill-doing, LXX Wi.5.24, J.AJ2.4.4: pl., misdeeds, Isoc.15.300.

German (Pape)

[Seite 1302] ἡ, Unglück in Unternehmungen, übh. Unglück; αἱ κατ' οἶκον κακοπραγίαι Thuc. 2, 60; αἱ ἐν τῷ ζῆν κ. Arist. pol. 4, 11; Sp. – Schlechtigkeit, neben πανουργία, Artemid. 4, 63.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
mauvais succès, malheur.
Étymologie: κακοπραγέω.

Greek Monolingual

η (AM κακοπραγία) κακοπραγώ
το να κάνει κανείς κακό, κακή πράξη («ἡ κακοπραγία περιτρέψει θρόνους δυναστῶν», ΠΔ)
μσν.
κακή πρόθεση («φεῡγε τοὺς κολακεύοντας ἀπὸ κακοπραγίας», Σπαν.)
αρχ.
1. κακή τύχη, ατυχία, δυστυχία, συμφορά, κακοτυχία («αἱ κατ' οἶκον κακοπραγίαι», Θουκ.)
2. ιατρ. κακή κατάσταση του σώματος
3. στον πληθ. αἱ κακοπραγίαι
κακές πράξεις («τὰς τῶν συκοφαντῶν πικρότητας καὶ κακοπραγίας ὅλης τῆς πόλεως», Ισοκρ.).

Greek Monotonic

κᾰκοπρᾱγία: ἡ, ατύχημα, αποτυχία, σε Θουκ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κακοπραγία -ας, ἡ [κακοπραγέω] mislukking, ramp:. ἡ ἐκ τῆς Σικελίας κ. de ramp op Sicilië Thuc. 8.2.1.

Russian (Dvoretsky)

κᾰκοπρᾱγία:неудача, несчастье Arst., Plut.: αἱ κατ᾽ οἶκον κακοπραγίαι Thuc. личные несчастья.

Middle Liddell

κᾰκοπρᾱγία, ἡ, [from κᾰκοπρᾱγέω]
misadventure, failure, Thuc.

English (Woodhouse)

misery

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)