ἐπομβρία

From LSJ

μεγάλα ταῖς ἐλπίσι περινοέωcherish great anticipations, form great projects

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπομβρία Medium diacritics: ἐπομβρία Low diacritics: επομβρία Capitals: ΕΠΟΜΒΡΙΑ
Transliteration A: epombría Transliteration B: epombria Transliteration C: epomvria Beta Code: e)pombri/a

English (LSJ)

ἡ,
A heavy rain, abundance of rain, Hp.Aph.3.15 (pl.), D.55.11, etc.: generally, abundance of wet, πνευμάτων A.Fr. 300: opp. αὐχμός, Hp.Aër.23, Ar.Nu.1120: pl., Arist.Mete.360b6, Thphr. HP 3.1.5, Str.11.3.4, etc.: metaph., shower, χερμάδων Lyc. 333; deluge, δέλτων Lib.Ep.333.5.
2 the Deluge, J.AJ1.2.3, al.
II humidity, of the body, Aret.SA2.4, SD2.1.

German (Pape)

[Seite 1007] ἡ, Übermaaß von Regen, Strab. XI, 500; Überschwemmung, Aesch. frg.; Gegensatz αὐχμός Ar. Nubb. 1119; Plat. Ax. 368 c; vgl. Plut. Sull. 14; χερμάδων Lycophr. 333; übertr., ῥημάτων Liban.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
1 abondance de pluies;
2 p. ext. inondation, déluge.
Étymologie: ἐπί, ὄμβρος.

Russian (Dvoretsky)

ἐπομβρία:
1 проливной дождь, ливень Arph., Plat., Arst., Plut.;
2 наводнение Arph., Arst.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπομβρία: πολλὴ βροχή, ἀφθονία βροχῆς, Ἱππ. Ἀφ. 1247· καθόλου, πολλαὶ βροχαί, βροχερὸς καιρός, κατακλυσμὸς ὑδάτων, Αἰσχύλ. Ἀπόσπ. 304· ἀντίθετον τῷ αὐχμός, Ἱππ. π. Ἀέρ. 294, Ἀριστοφ. Νεφ. 1120· Δευκαλίωνος ἐπ. Κλήμ. Ἀλ. 380· ἐν τῷ πληθ. Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 4, 9, κ. ἀλλ.: - μεταφ., χερμάδων ἐπομβρία Λυκόφρ. 333.

Greek Monolingual

ἐπομβρία, ἡ (Α)
1. αφθονία βροχής
2. περίοδος με άφθονες βροχές
3. φρ. «χερμάδων ἐπομβρία» — βροχή από πέτρες.

Greek Monotonic

ἐπομβρία: ἡ, καταρρακτώδης βροχή, άφθονη υγρασία, υγρός καιρός, σε Αριστοφ.

Middle Liddell

ἐπομβρία, ἡ,
heavy rain, abundance of wet, wet weather, Ar. [from ἔπομβρος

English (Woodhouse)

storm of rain

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)