ὑποτύπωσις

From LSJ

Πρὸς υἱὸν ὀργὴν οὐκ ἔχει χρηστὸς πατήρ → Boni parentis ira nulla in filium → Ein guter Vater zürnt nicht gegen seinen Sohn

Menander, Monostichoi, 451
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑποτύπωσις Medium diacritics: ὑποτύπωσις Low diacritics: υποτύπωσις Capitals: ΥΠΟΤΥΠΩΣΙΣ
Transliteration A: hypotýpōsis Transliteration B: hypotypōsis Transliteration C: ypotyposis Beta Code: u(potu/pwsis

English (LSJ)

[ῠ], εως, ἡ,
A sketch, outline, Str.2.5.18, Ph.2.12, Anon. Lond.7.17, Hermog.Prog.6, Poll.7.128; ὑ. ἕνεκα συγγράμματος draft for a book, Gal.15.760; as Empiric term, Id.8.709, al.; opp. ἐξεργασία, Plot.6.3.7; ὑπογραφάς τε καὶ ὑποτυπώσεις, opp. ὅρους, Stoic.2.76: αἱ Ὑποτυπώσεις was the name given by Sextus Empiricus to his Outlines of the Pyrrhonic Philosophy, cf. D.L.9.78, Gal.Libr. Propr.Praef.: Proclus calls one of his works ἡ ὑ. τῶν ἀστρονομικῶν ὑποθέσεων, Hyp.7.50.
2 model, pattern, 1 Ep.Ti.1.16, 2 Ep.Ti.1.13; εἰς ὑποτύπωσιν ἀρετῶν Phld.Mus.p.77 K.
3 a Rhet. figure, by which a matter was vividly sketched in words, Quint.Inst.9.2.40.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
1 esquisse, ébauche;
2 t. de rhét. hypotypose;
NT: exemple, modèle.
Étymologie: ὑποτυπόω.

German (Pape)

ἡ, Abbildung od. Darstellung im Bilde, das Abbilden, der Entwurf, Abriß; Titel eines Buches des S.Emp.; ὡς ἐν ὑποτυπώσει pyrrh. 3.1, und oft; DL. 9.78. Im NT das Vorbild.

Russian (Dvoretsky)

ὑποτύπωσις: εως (τῠ) ἡ
1 набросок, очерк Sext., Diog. L.;
2 образец, пример NT.

Greek (Liddell-Scott)

ὑποτύπωσις: [ῠ], εως, ἡ, σχέδιον, σχεδιογράφημα, Λατιν. adumbratio, Πολυδ. Ζ΄, 128. ― Ὑποτυπώσεις ἐκάλεσε Σέξτος ὁ Ἐμπειρικὸς τὴν περίληψιν τῆς Πυρρωνικῆς φιλοσοφίας, ἣν αὐτὸς συνέγραψε, πρβλ. Φαβρίκ. εἰς Σέξτ. Ἐμπ. π. Π. 1. 1, Διογ. Λ. 9. 78, Γαλην. 19. 11. 2) τύπος, πρότυπον, παράδειγμα, Α΄ Ἐπιστ. πρ. Τιμ. α΄ 16, Β΄, α΄ 13. 3) ῥητορικὸν σχῆμα, δι’ οὗ ὑπόθεσίς τις ζωηρῶς διὰ λέξεων περιληπτικῶς παριστάνεται, Quintil. 9. 2, 40.

English (Strong)

from a compound of ὑπό and a derivative of τύπος; typification under (after), i.e. (concretely) a sketch (figuratively) for imitation: form, pattern.

English (Thayer)

ὑποτυπωσεως, ἡ (ὑποτυπόω, to delineate, outline);
a. an outline, sketch, brief and summary exposition (Sextus Empiricus, (Diogenes Laërtius, others).
b. an example, pattern: πρός ὑποτύπωσιν τῶν μελλόντων πιστεύειν κτλ., for an example of those who should hereafter believe, i. e. to show by the example of my conversion that the same grace which I had obtained would not be lacking also to those who should hereafter believe, ὑγιαινόντων λόγων, 2 Timothy 1:13.

Greek Monotonic

ὑποτύπωσις: [ῠ], -εως, ἡ, περίγραμμα, σχεδιάγραμμα, υπόδειγμα, σχέδιο, σε Καινή Διαθήκη

Middle Liddell

ὑ˘ποτύπωσις, εως, [from ὑποτύπτω
an outline, pattern, NTest.

Chinese

原文音譯:ØpotÚpwsij 虛坡-替坡西士
詞類次數:名詞(2)
原文字根:在下-打
字義溯源:規範,榜樣,形式,規模;由(ὑπό)*=被,在⋯下)與(τυπικῶς / τύπος)=印模)組成,而 (τυπικῶς / τύπος)出自(τύπτω)*=重擊)
出現次數:總共(2);提前(1);提後(1)
譯字彙編
1) 規範(1) 提後1:13;
2) 榜樣(1) 提前1:16