ἐρισθενής: Difference between revisions
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1030.png Seite 1030]] ές, sehr stark, sehr gewaltig, Beiwort des Zeus, Il. 23, 54 u. öfter; Hes. Th. 4 O. 414; Ἀλκμανιδᾶν [[γενεά]] Pind. P. 7, 2; sp. D., wie Ap. Rh. 1, 41. 543. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1030.png Seite 1030]] ές, sehr stark, sehr gewaltig, Beiwort des Zeus, Il. 23, 54 u. öfter; Hes. Th. 4 O. 414; Ἀλκμανιδᾶν [[γενεά]] Pind. P. 7, 2; sp. D., wie Ap. Rh. 1, 41. 543. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br />très fort, très puissant.<br />'''Étymologie:''' ἐρι-, [[σθένος]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐρισθενής''': -ές, [[μεγαλοσθενής]], [[μεγαλοδύναμος]], ἐπίθ. τοῦ [[Διός]], Ἰλ. Ν. 54, Ὀδ. Θ. 289, Ἡσ. Θ. 4, κτλ.· ἐπὶ ἀνδρῶν, Πινδ. Π 7. 2· ἐρισθενέων Λαπιθάων Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 41, ἐρισθενέων μένει ἀνδρῶν [[αὐτόθι]] 543· ἐπὶ τῶν Ἐρινύων, Ὀρφεύς· ἐρισθενέεσι θεμέθλοις Ἀνθολ. Π. 9. 800. Ἐπίρρ. -έως, Μάξιμ. π. καταρχ. 540. | |lstext='''ἐρισθενής''': -ές, [[μεγαλοσθενής]], [[μεγαλοδύναμος]], ἐπίθ. τοῦ [[Διός]], Ἰλ. Ν. 54, Ὀδ. Θ. 289, Ἡσ. Θ. 4, κτλ.· ἐπὶ ἀνδρῶν, Πινδ. Π 7. 2· ἐρισθενέων Λαπιθάων Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 41, ἐρισθενέων μένει ἀνδρῶν [[αὐτόθι]] 543· ἐπὶ τῶν Ἐρινύων, Ὀρφεύς· ἐρισθενέεσι θεμέθλοις Ἀνθολ. Π. 9. 800. Ἐπίρρ. -έως, Μάξιμ. π. καταρχ. 540. | ||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth |
Revision as of 15:35, 2 October 2022
English (LSJ)
ές, very mighty, epithet of Zeus, Il.13.54, Od.8.289, Hes. Th.4, etc.; also of Poseidon, Id.Cat.Oxy.1358 Fr.2.27; of men, A.R.1.41, etc.; of the Furies, Orph.H.69.7; ἐ. ἕρμα πόληος Epigr.Gr.452.11 (Syria); ἐ. θέμεθλα AP9.808.6 (Cyrus).
German (Pape)
[Seite 1030] ές, sehr stark, sehr gewaltig, Beiwort des Zeus, Il. 23, 54 u. öfter; Hes. Th. 4 O. 414; Ἀλκμανιδᾶν γενεά Pind. P. 7, 2; sp. D., wie Ap. Rh. 1, 41. 543.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
très fort, très puissant.
Étymologie: ἐρι-, σθένος.
Greek (Liddell-Scott)
ἐρισθενής: -ές, μεγαλοσθενής, μεγαλοδύναμος, ἐπίθ. τοῦ Διός, Ἰλ. Ν. 54, Ὀδ. Θ. 289, Ἡσ. Θ. 4, κτλ.· ἐπὶ ἀνδρῶν, Πινδ. Π 7. 2· ἐρισθενέων Λαπιθάων Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 41, ἐρισθενέων μένει ἀνδρῶν αὐτόθι 543· ἐπὶ τῶν Ἐρινύων, Ὀρφεύς· ἐρισθενέεσι θεμέθλοις Ἀνθολ. Π. 9. 800. Ἐπίρρ. -έως, Μάξιμ. π. καταρχ. 540.
English (Autenrieth)
έος (σθένος): most mighty, all-powerful, epithet of Zeus, Il. 19.355, Od. 8.289.
Greek Monolingual
ἐρισθενής, -ές (Α)
(για τον Δία) πολύ ισχυρός, μεγαλοδύναμος («Διός εὔχετ’ ἐρισθενέος πάις εἶναι» — καυχιέται ότι είναι γιος του μεγαλοδύναμου Δία, Ομ. Ιλ.)
επίσης για τον Ποσειδώνα, για τις Ερινύες, για ανθρώπους και για πράγματα.
επίρρ...
ἐρισθενέως
πολύ ισχυρά, με μεγάλη δύναμη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ερι- (επιτ. μόριο) + -σθενής (< σθένος)].
Greek Monotonic
ἐρισθενής: -ές, πανίσχυρος, παντοδύναμος, μεγαλοδύναμος, λέγεται για τον Δία, σε Όμηρ., Ησίοδ.· λέγεται για τις Μαινάδες, σε Ορφ.
Russian (Dvoretsky)
ἐρισθενής:
1) могущественный, могучий (Ζεύς Hes., Hom.; Ἀλκμανιδᾶν γενεά Pind. - v.l. εὐρυσθενής);
2) мощный, крепкий (θέμεθλα Anth.).
Middle Liddell
ἐρι-σθενής, ές
very mighty, of Zeus, Hom., Hes.: of the Furies, Orph.