τυμπανισμός: Difference between revisions
Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιον ἡ ὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking
mNo edit summary |
m (LSJ1 replacement) |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=tympanismos | |Transliteration C=tympanismos | ||
|Beta Code=tumpanismo/s | |Beta Code=tumpanismo/s | ||
|Definition=ὁ, [[beating of drums]], [[drumming]], as the [[Galli]] did in the [[worship]] of [[Cybele]], | |Definition=ὁ, [[beating of drums]], [[drumming]], as the [[Galli]] did in the [[worship]] of [[Cybele]], Ar.''Lys.''388; in the [[Dionysus]]-[[cult]], Str.15.1.8; as a [[superstitious]] [[practice]], in plural, Plu.2.171b,338c. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
Line 27: | Line 27: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τυμπᾰνισμός''': ὁ, ἡ [[κροῦσις]] τυμπάνων, ὡς οἱ Γάλλοι ἐποίουν τυμπανίζοντες κατὰ τὴν ἑορτὴν τῆς Κυβέλης, Ἀριστοφ. Λυσ. 328· πρβλ. Λοβεκ. Ἀγλαόφ. σ. 652 κἑξ.· - [[ὅθεν]] καὶ αὐτὴ αὕτη ἡ [[λατρεία]] ἡ ἄλλως καλουμένη μητρῷα [[ἱερά]], Πλάτ. 2. 171Β, 338C. 2) = [[ἀποκεφαλισμός]], Ἀθαν. τ. 2, σ. 334C. | |lstext='''τυμπᾰνισμός''': ὁ, ἡ [[κροῦσις]] τυμπάνων, ὡς οἱ Γάλλοι ἐποίουν τυμπανίζοντες κατὰ τὴν ἑορτὴν τῆς Κυβέλης, Ἀριστοφ. Λυσ. 328· πρβλ. Λοβεκ. Ἀγλαόφ. σ. 652 κἑξ.· - [[ὅθεν]] καὶ αὐτὴ αὕτη ἡ [[λατρεία]] ἡ ἄλλως καλουμένη μητρῷα [[ἱερά]], Πλάτ. 2. 171Β, 338C. 2) = [[ἀποκεφαλισμός]], Ἀθαν. τ. 2, σ. 334C. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 10:51, 25 August 2023
English (LSJ)
ὁ, beating of drums, drumming, as the Galli did in the worship of Cybele, Ar.Lys.388; in the Dionysus-cult, Str.15.1.8; as a superstitious practice, in plural, Plu.2.171b,338c.
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ) :
action de battre du tambour ; ministère des prêtres de Cybèle.
Étymologie: τυμπανίζω.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
τυμπανισμός -οῦ, ὁ [τυμπανίζω] het slaan op de tamboerijn.
German (Pape)
ὁ, das Paukenschlagen, Trommeln, Ar. Lys. 388; und weil dies bes. beim Gottesdienst der Cybele von ihren verschnittenen Priestern, den Gallen, geschah, dieser Gottesdienst selbst; dah. τυμπανισμοὶ ἐν ἀνδρογύνοις, unter Verschnittenen, Plut. de Alex. fort. 2.5, und öfter. – Das Schlagen mit Stöcken, Prügeln, Sp.
Russian (Dvoretsky)
τυμπᾰνισμός: ὁ культ.
1 барабанный бой Arph., Plut.;
2 перен. служение богине Кибеле Plut.
Greek Monolingual
ο, ΝΜΑ τυμπανίζω
η κρούση τύμπανου, τυμπανοκρουσία, η οποία κατά την αρχαιότητα γινόταν κυρίως στις τελετές προς τιμήν της Κυβέλης και του Διονύσου
νεοελλ.
1. ήχος τύμπανου
2. (ιατρ.-κτην.) α) ο τυμπανικός ήχος που παράγεται κατά την επίκρουση σημείων του σώματος
β) διόγκωση της κοιλιάς που προκαλείται από συσσώρευση αερίων στα έντερα ή στον στόμαχο, μετεωρισμός
3. μτφ. άγριος ξυλοδαρμός
αρχ.
1. συνεκδ. η ιεροτελεστία προς τιμήν της Κυβέλης
2. αποκεφαλισμός.
Greek (Liddell-Scott)
τυμπᾰνισμός: ὁ, ἡ κροῦσις τυμπάνων, ὡς οἱ Γάλλοι ἐποίουν τυμπανίζοντες κατὰ τὴν ἑορτὴν τῆς Κυβέλης, Ἀριστοφ. Λυσ. 328· πρβλ. Λοβεκ. Ἀγλαόφ. σ. 652 κἑξ.· - ὅθεν καὶ αὐτὴ αὕτη ἡ λατρεία ἡ ἄλλως καλουμένη μητρῷα ἱερά, Πλάτ. 2. 171Β, 338C. 2) = ἀποκεφαλισμός, Ἀθαν. τ. 2, σ. 334C.