ἀτιμάω: Difference between revisions
Μὴ τοὺς κακοὺς οἴκτειρε πράττοντας κακῶς → Malorum ne miserere fortunae malae → Bedaure nicht die Schlechten für ihr schlechtes Los
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(?s)Medium diacritics=(\w+)(άω)(?s)(.*)btext=(-ῶ)" to "Medium diacritics=$1$2$3btext=$1ῶ") |
||
(11 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=atimao | |Transliteration C=atimao | ||
|Beta Code=a)tima/w | |Beta Code=a)tima/w | ||
|Definition=Ep. impf. [[ἀτίμων]]: fut. | |Definition=Ep. impf. [[ἀτίμων]]: fut. ἀτιμήσω: aor. ἠτίμησα: pf. ἠτίμηκα Gal.1.10:—Pass., aor. -ήθην Id.5.44:—used by Hom. for [[ἀτιμάζω]], [[dishonour]], [[disdain]], σὲ δ' ἀτιμᾷ Od.16.307; ὃν τότ' ἀτίμα 21.99; τὸν πάντες ἀτίμων 23.28; τὸν Χρύσην ἠτίμασεν Il.1.11, cf. 94, al.; νῦν δέ σ' ἀτιμήσουσι 8.163, cf. Hes.''Op.''185; used once by Pi. in Dor. aor. ἠτίμᾱσα, ''P.''9.80; once by S. in imper. [[ἀτίμα]], ''Aj.'' 1129; ἀτιμῶσι [[varia lectio|v.l.]] for ἀτιμοῦσι in X.''Ath.''1.14; also in later Ep., Call. ''Dian.''260, Mosch.4.6, [[Nonnus Epicus|Nonn.]] ''[[Dionysiaca|D.]]'' 17.313, al.; and in later Prose, Gal. [[l.c.]] | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=(ἀτῑμάω)<br /><b class="num">• Prosodia:</b> [-μᾱ-]<br /><b class="num">• Morfología:</b> [dór. part. aor. ἀτιμάσαντα Pi.<i>P</i>.9.80]<br />[[despreciar]], [[menospreciar]] a pers. de especial respeto ἀρητῆρα (Crises) <i>Il</i>.1.94, a Aquiles por parte de Agamenón <i>Il</i>.1.356, 507, 2.240, a Ulises disfrazado με <i>Od</i>.16.274, cf. 307, τὸν δέ τ' ἀρείον' <i>Od</i>.20.133, ξεῖνον <i>Od</i>.14.57, γηράσκοντας ... τοκῆας Hes.<i>Op</i>.185, τοὺς χρηστούς X.<i>Ath</i>.1.14, αὑτοὺς μόνους ἠτιμήκασιν Gal.<i>Adhort</i>.6, με θεοὶ ... ἠτίμησαν Mosch.4.6<br /><b class="num">•</b>a los dioses οὐκ ἄν τίς σε κατὰ πρώτιστον ὀπωπὴν [[εἶδος]] ἀτιμήσασα δόμων ἀπονοσφίσσειεν de Deméter disfrazada <i>h.Cer</i>.158, μὴ νῦν ἀτίμα θεούς no menosprecies ahora a los dioses</i> S.<i>Ai</i>.1129, τὴν Ἄρτεμιν Call.<i>Dian</i>.260, Ἀφροδίτην Colluth.139<br /><b class="num">•</b>en el amor, Philostr.<i>Ep</i>.28<br /><b class="num">•</b>palabras y obras μῦθον <i>Il</i>.9.62, 14.127, ὅτι παλαιοτέραν νέοις ὕμνοις μοῦσαν ἀτιμῶ Tim.15.212, ἔργον ... μάχης <i>Il</i>.6.522, cf. Pi.<i>P</i>.l.c.<br /><b class="num">•</b>lugares y atributos divinos νῆσον de Delos <i>h.Ap</i>.72, ποτὸν ... Διονύσου Nonn.<i>D</i>.46.70, cf. 31.69, 27.286. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0386.png Seite 386]] ([[τιμή]]), = [[ἀτιμάζω]], verachten, beschimpfen, Il. 1, 11, durch Abschlagen einer Bitte; ξεῖνον Od. 14, 57. Auch Pind. P. 9, 83. Bei den Tragg. nur Soph. Ai. 1108 μὴ νῦν ἀτίμα θεούς. Bei Xen. Ath. 1, 14 ist für ἀτιμῶσι – ἀτιμοῦσι zu schreiben; ἀτιμήσαντες Plut. non posse 27. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0386.png Seite 386]] ([[τιμή]]), = [[ἀτιμάζω]], verachten, beschimpfen, Il. 1, 11, durch Abschlagen einer Bitte; ξεῖνον Od. 14, 57. Auch Pind. P. 9, 83. Bei den Tragg. nur Soph. Ai. 1108 μὴ νῦν ἀτίμα θεούς. Bei Xen. Ath. 1, 14 ist für ἀτιμῶσι – ἀτιμοῦσι zu schreiben; ἀτιμήσαντες Plut. non posse 27. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=[[ἀτιμῶ]] :<br /><i>f.</i> ἀτιμήσω, <i>ao.</i> ἠτίμησα, <i>pf.</i> ἠτίμηκα;<br /><i>Pass. seul. ao. réc.</i> ἠτιμήθην;<br />mépriser, traiter avec mépris, acc..<br />'''Étymologie:''' [[ἄτιμος]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀτῑμάω:''' Hom., Hes., Pind., Soph., Isocr., Plut. = [[ἀτιμάζω]] 1. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀτῑμάω''': Ἐπ. παρατ. ἀτίμων: μέλλ. ἀτιμήσω: ἀόρ. ἠτίμησα: πρκμ. ἠτίμηκα καὶ ἀόρ. παθ. -ήθην (μόνον παρὰ Γαλην.): - ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ. ἀντὶ τοῦ [[ἀτιμάζω]], [[ἀτιμάζω]], δὲν τιμῶ, περιφρονῶ, σὲ δ’ ἀτιμᾷ Ὀδ. Π. 307· ὃν τότ’ ἀτίμα Φ. 99· τὸν πάντες ἀτίμων Ψ. 28· τὸν Χρύσην ἠτίμησε Ἰλ. Α. 11, πρβλ. 94, κτλ.· νῦν δέ σ’ ἀτιμήσουσι Θ. 163, πρβλ. Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 185· εὕρηται [[ἅπαξ]] παρὰ Πινδ. κατὰ Δωρ. ἀόρ. ἠτίμᾱσα Π. 9. 139· [[ἅπαξ]] παρὰ Σοφ. κατὰ προστ. ἀτίμα Αἴ. 1129· καὶ παρὰ τοῖς [[μετέπειτα]] πεζοῖς, [[διότι]] τὸ ἐν Ξν. Ἀθην. Πολ. 1, 14 ἀτιμῶσι διωρθώθη ἤδη εἰς ἀτιμοῦσι (ἐκ τοῦ [[ἀτιμόω]]), πρβλ. [[ἀτιμητέον]]. | |lstext='''ἀτῑμάω''': Ἐπ. παρατ. ἀτίμων: μέλλ. ἀτιμήσω: ἀόρ. ἠτίμησα: πρκμ. ἠτίμηκα καὶ ἀόρ. παθ. -ήθην (μόνον παρὰ Γαλην.): - ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ. ἀντὶ τοῦ [[ἀτιμάζω]], [[ἀτιμάζω]], δὲν τιμῶ, περιφρονῶ, σὲ δ’ ἀτιμᾷ Ὀδ. Π. 307· ὃν τότ’ ἀτίμα Φ. 99· τὸν πάντες ἀτίμων Ψ. 28· τὸν Χρύσην ἠτίμησε Ἰλ. Α. 11, πρβλ. 94, κτλ.· νῦν δέ σ’ ἀτιμήσουσι Θ. 163, πρβλ. Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 185· εὕρηται [[ἅπαξ]] παρὰ Πινδ. κατὰ Δωρ. ἀόρ. ἠτίμᾱσα Π. 9. 139· [[ἅπαξ]] παρὰ Σοφ. κατὰ προστ. ἀτίμα Αἴ. 1129· καὶ παρὰ τοῖς [[μετέπειτα]] πεζοῖς, [[διότι]] τὸ ἐν Ξν. Ἀθην. Πολ. 1, 14 ἀτιμῶσι διωρθώθη ἤδη εἰς ἀτιμοῦσι (ἐκ τοῦ [[ἀτιμόω]]), πρβλ. [[ἀτιμητέον]]. | ||
}} | }} | ||
{{Slater | {{Slater | ||
|sltr=<b>ᾰτῑμάω | |sltr=<b>ᾰτῑμάω</b> [[disregard]] ἔγνον ποτὲ καὶ Ἰόλαον [[οὐκ]] ἀτιμάσαντά νιν (= καιρὸν) ἑπτάπυλοι [[Θῆβαι]] (P. 9.80) | ||
}} | }} | ||
{{Thayer | {{Thayer | ||
|txtha=([[ἀτιμόω]]) ἀτίμω: ([[perfect]] [[passive]] participle ἠτιμωμένος); ([[ἄτιμος]]); from | |txtha=([[ἀτιμόω]]) ἀτίμω: ([[perfect]] [[passive]] participle ἠτιμωμένος); ([[ἄτιμος]]); from Aeschylus down; to dishonor, [[mark]] [[with]] [[disgrace]]: R G, [[see]] [[ἀτιμάω]] (and [[ἀτιμάζω]]). | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀτῑμάω:''' Επικ. παρατ. <i>ἀτίμων</i>, μέλ. <i>ἀτιμήσω</i>, αόρ. | |lsmtext='''ἀτῑμάω:''' Επικ. παρατ. <i>ἀτίμων</i>, μέλ. <i>ἀτιμήσω</i>, αόρ. αʹ <i>ἠτίμησα</i>· ([[ἄτιμος]])· [[ατιμάζω]], [[διαφθείρω]], [[μεταχειρίζομαι]] άσχημα, σε Όμηρ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj |
Latest revision as of 07:30, 29 May 2024
English (LSJ)
Ep. impf. ἀτίμων: fut. ἀτιμήσω: aor. ἠτίμησα: pf. ἠτίμηκα Gal.1.10:—Pass., aor. -ήθην Id.5.44:—used by Hom. for ἀτιμάζω, dishonour, disdain, σὲ δ' ἀτιμᾷ Od.16.307; ὃν τότ' ἀτίμα 21.99; τὸν πάντες ἀτίμων 23.28; τὸν Χρύσην ἠτίμασεν Il.1.11, cf. 94, al.; νῦν δέ σ' ἀτιμήσουσι 8.163, cf. Hes.Op.185; used once by Pi. in Dor. aor. ἠτίμᾱσα, P.9.80; once by S. in imper. ἀτίμα, Aj. 1129; ἀτιμῶσι v.l. for ἀτιμοῦσι in X.Ath.1.14; also in later Ep., Call. Dian.260, Mosch.4.6, Nonn. D. 17.313, al.; and in later Prose, Gal. l.c.
Spanish (DGE)
(ἀτῑμάω)
• Prosodia: [-μᾱ-]
• Morfología: [dór. part. aor. ἀτιμάσαντα Pi.P.9.80]
despreciar, menospreciar a pers. de especial respeto ἀρητῆρα (Crises) Il.1.94, a Aquiles por parte de Agamenón Il.1.356, 507, 2.240, a Ulises disfrazado με Od.16.274, cf. 307, τὸν δέ τ' ἀρείον' Od.20.133, ξεῖνον Od.14.57, γηράσκοντας ... τοκῆας Hes.Op.185, τοὺς χρηστούς X.Ath.1.14, αὑτοὺς μόνους ἠτιμήκασιν Gal.Adhort.6, με θεοὶ ... ἠτίμησαν Mosch.4.6
•a los dioses οὐκ ἄν τίς σε κατὰ πρώτιστον ὀπωπὴν εἶδος ἀτιμήσασα δόμων ἀπονοσφίσσειεν de Deméter disfrazada h.Cer.158, μὴ νῦν ἀτίμα θεούς no menosprecies ahora a los dioses S.Ai.1129, τὴν Ἄρτεμιν Call.Dian.260, Ἀφροδίτην Colluth.139
•en el amor, Philostr.Ep.28
•palabras y obras μῦθον Il.9.62, 14.127, ὅτι παλαιοτέραν νέοις ὕμνοις μοῦσαν ἀτιμῶ Tim.15.212, ἔργον ... μάχης Il.6.522, cf. Pi.P.l.c.
•lugares y atributos divinos νῆσον de Delos h.Ap.72, ποτὸν ... Διονύσου Nonn.D.46.70, cf. 31.69, 27.286.
German (Pape)
[Seite 386] (τιμή), = ἀτιμάζω, verachten, beschimpfen, Il. 1, 11, durch Abschlagen einer Bitte; ξεῖνον Od. 14, 57. Auch Pind. P. 9, 83. Bei den Tragg. nur Soph. Ai. 1108 μὴ νῦν ἀτίμα θεούς. Bei Xen. Ath. 1, 14 ist für ἀτιμῶσι – ἀτιμοῦσι zu schreiben; ἀτιμήσαντες Plut. non posse 27.
French (Bailly abrégé)
ἀτιμῶ :
f. ἀτιμήσω, ao. ἠτίμησα, pf. ἠτίμηκα;
Pass. seul. ao. réc. ἠτιμήθην;
mépriser, traiter avec mépris, acc..
Étymologie: ἄτιμος.
Russian (Dvoretsky)
ἀτῑμάω: Hom., Hes., Pind., Soph., Isocr., Plut. = ἀτιμάζω 1.
Greek (Liddell-Scott)
ἀτῑμάω: Ἐπ. παρατ. ἀτίμων: μέλλ. ἀτιμήσω: ἀόρ. ἠτίμησα: πρκμ. ἠτίμηκα καὶ ἀόρ. παθ. -ήθην (μόνον παρὰ Γαλην.): - ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ. ἀντὶ τοῦ ἀτιμάζω, ἀτιμάζω, δὲν τιμῶ, περιφρονῶ, σὲ δ’ ἀτιμᾷ Ὀδ. Π. 307· ὃν τότ’ ἀτίμα Φ. 99· τὸν πάντες ἀτίμων Ψ. 28· τὸν Χρύσην ἠτίμησε Ἰλ. Α. 11, πρβλ. 94, κτλ.· νῦν δέ σ’ ἀτιμήσουσι Θ. 163, πρβλ. Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 185· εὕρηται ἅπαξ παρὰ Πινδ. κατὰ Δωρ. ἀόρ. ἠτίμᾱσα Π. 9. 139· ἅπαξ παρὰ Σοφ. κατὰ προστ. ἀτίμα Αἴ. 1129· καὶ παρὰ τοῖς μετέπειτα πεζοῖς, διότι τὸ ἐν Ξν. Ἀθην. Πολ. 1, 14 ἀτιμῶσι διωρθώθη ἤδη εἰς ἀτιμοῦσι (ἐκ τοῦ ἀτιμόω), πρβλ. ἀτιμητέον.
English (Slater)
ᾰτῑμάω disregard ἔγνον ποτὲ καὶ Ἰόλαον οὐκ ἀτιμάσαντά νιν (= καιρὸν) ἑπτάπυλοι Θῆβαι (P. 9.80)
English (Thayer)
(ἀτιμόω) ἀτίμω: (perfect passive participle ἠτιμωμένος); (ἄτιμος); from Aeschylus down; to dishonor, mark with disgrace: R G, see ἀτιμάω (and ἀτιμάζω).
Greek Monotonic
ἀτῑμάω: Επικ. παρατ. ἀτίμων, μέλ. ἀτιμήσω, αόρ. αʹ ἠτίμησα· (ἄτιμος)· ατιμάζω, διαφθείρω, μεταχειρίζομαι άσχημα, σε Όμηρ.
Middle Liddell
ἄτιμος
to dishonour, treat lightly, Hom.
Chinese
原文音譯:¢tim£zw 阿-提馬索
詞類次數:動詞(6)
原文字根:不-價值
字義溯源:用不正當的手法,玷辱,淩辱,羞辱,輕慢,受辱;源自(ἄτιμος)=未受重視的);由(α / ἄλφα)= (ἄνευ)*=不,無)與(τιμή)=價值,珍貴)組成;而 (τιμή)出自(τίνω)*=付款,償還)。如果是對人,這字就譯為:玷辱;對僕人,就譯為:凌辱;對神,便譯為:輕慢
出現次數:總共(6);路(1);約(1);徒(1);羅(2);雅(1)
譯字彙編:
1) 羞辱(1) 雅2:6;
2) 你⋯玷辱(1) 羅2:23;
3) 玷辱(1) 羅1:24;
4) 受辱(1) 徒5:41;
5) 輕慢(1) 約8:49;
6) 凌辱(1) 路20:11