ὑπάργυρος: Difference between revisions
ἐγώ εἰμι τὸ ἄλφα καὶ τὸ ὦ, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος → I am the Alpha and the Omega, the first and the last, the beginning and the end
m (Text replacement - "<span class="bibl">11</span>" to "''ΙΙ''") |
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ypargyros | |Transliteration C=ypargyros | ||
|Beta Code=u(pa/rguros | |Beta Code=u(pa/rguros | ||
|Definition=ον, <span class="sense"> | |Definition=ον, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[having silver underneath]]: hence, </span><span class="sense"><span class="bld">I</span> of rocks and the like, [[containing silver]], [[veined with silver]], <b class="b3">πέτρα, χθών</b>, <span class="bibl">E.<span class="title">Cyc.</span>294</span>, <span class="bibl"><span class="title">Rh.</span>970</span>; <b class="b3">γῆ, λόφοι</b>, <span class="bibl">X.<span class="title">Vect.</span>1.5</span>, <span class="bibl">4.2</span>: metaph. of men, [[containing a proportion of silver]], <span class="bibl">Pl.<span class="title">R.</span>415c</span>; cf. [[ὑποσιδηρος]]. </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> [[silver underneath]], of gilded plate, πρόσωπον ὑ. κατάχρυσον <span class="title">IG</span>12.280.76, cf. 92.60, al.; <b class="b3">κρατὴρ ὑ. ἐπίτηκτος</b> ib.22.1388<span class="hiitalic">A</span>44; <b class="b3">τὰ ὑ. χρυσία</b>, of false gold coins, <span class="bibl">S.E.<span class="title">P.</span>2.30</span>, cf. <span class="bibl">Poll.7.104</span>; ὑπέλαβον ἑαυτοὺς εἶναι τοὺς ὑπαργύρους καὶ ὑποχρύσους θεούς, νομίσματος κεκιβδηλευμένου τὸν τρόπον <span class="bibl">Ph.1.542</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">3</span> [[silver-plated]], δακτύλιοι <span class="title">Inscr.Délos</span> 298.40 (iii B. C.), 442<span class="title">B</span>61 (ii B. C.). </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[sold]] or [[hired for silver]], [[mercenary]], [[venal]], φωνά <span class="bibl">Pi.<span class="title">P.</span>11.42</span>; ὑπάργυρα λέγειν <span class="bibl">Tz.<span class="title">H.</span>8.828</span>: cf. καταργυρόω ''ΙΙ''. </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> = [[κινάμωμον]], Hsch. (prob. so called because [[worth its weight in silver]]).</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 13:45, 1 January 2021
English (LSJ)
ον, A having silver underneath: hence, I of rocks and the like, containing silver, veined with silver, πέτρα, χθών, E.Cyc.294, Rh.970; γῆ, λόφοι, X.Vect.1.5, 4.2: metaph. of men, containing a proportion of silver, Pl.R.415c; cf. ὑποσιδηρος. 2 silver underneath, of gilded plate, πρόσωπον ὑ. κατάχρυσον IG12.280.76, cf. 92.60, al.; κρατὴρ ὑ. ἐπίτηκτος ib.22.1388A44; τὰ ὑ. χρυσία, of false gold coins, S.E.P.2.30, cf. Poll.7.104; ὑπέλαβον ἑαυτοὺς εἶναι τοὺς ὑπαργύρους καὶ ὑποχρύσους θεούς, νομίσματος κεκιβδηλευμένου τὸν τρόπον Ph.1.542. 3 silver-plated, δακτύλιοι Inscr.Délos 298.40 (iii B. C.), 442B61 (ii B. C.). II sold or hired for silver, mercenary, venal, φωνά Pi.P.11.42; ὑπάργυρα λέγειν Tz.H.8.828: cf. καταργυρόω ΙΙ. 2 = κινάμωμον, Hsch. (prob. so called because worth its weight in silver).
German (Pape)
[Seite 1183] unterwärts Silber habend, von Silber gemacht u. vergoldet; χρυσία S. Emp. pyrrh. 2, 30; – silberhaltig, ἐν ἄντροις τῆσδ' ὑπαργύρου χθονός Eur. Rhes. 970; πέτρα Cycl. 293; vgl. Plat. Rep. III, 415 c; – versilbert, gegen Silber verkauft, φωνά Pind. P. 11, 42.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπάργῠρος: -ον, ὁ ἔχων ἄργυρον κάτωθεν· ἐντεῦθεν, 1) ἐπὶ πετρῶν καὶ τῶν τοιούτων, περιεχουσῶν ἄργυρον, ἐχουσῶν φλέβας ἀργύρου, ὑπάργυρος πέτρα Εὐρ. Κύκλ. 294· ὑπάργυρος χθὼν ὁ αὐτ. ἐν Ρήσ. 970· γῆ, λόφοι Ξεν. Πόροι 1, 5., 4, 2· ― ἐπὶ μεταλλικῶν οὐσιῶν περιεχουσῶν μέρος ἀργύρου, μεταφορ. ἐπὶ ἀνθρώπων, Πλάτ. Πολ. 415C, πρβλ. ὑποσίδηρος. 2) ὁ ἔχων ἄργυρον κάτωθεν, ἐπὶ ἐπιχρύσων σκευῶν, πρόσωπον ὑπ. κατάχρυσον Συλλ. Ἐπιγρ. 139. 7· κρατὴρ ὑπ. ἐπίτηκτος αὐτόθι 150Α. 43, πρβλ. 151. 23· τὰ ὑπ. χρυσία, ἐπὶ κιβδήλων χρυσῶν νομισμάτων, Σέξτ. Ἐμπ. π. Π. 230, Πολυδ. Ζ΄, 104. ΙΙ. ὁ πωληθεὶς ἢ μισθωθεὶς δι’ ἀργυρίου, μισθωτός, ὤνιος, εἰ μισθῷ συνετίθευ παρέχειν φωνὰν ὑπάργυρον Πινδ. Π. 11. 65· λέγων ὑπάργυρον πᾶσαν γραφὴν ἐποίει Τζέτζ. Ἱστ. 8. 228, πρβλ. καταργυρόω ΙΙ. 2) ὁ ἔχων ἀξίαν ἴσην πρὸς τὸ βάρος αὐτοῦ εἰς ἄργυρον, «ὑπάργυρον· τὸ κινάμωμον» Ἡσύχ., ἴδε Salmas εἰς Hist. Ang. 2. 546.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qui contient de l’argent.
Étymologie: ὑπό, ἄργυρος.
English (Slater)
ὑπάργῠρος
1 crossed with silver Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν, εἰ μισθοῖο συνέθευ παρέχειν φωνὰν ὑπάργυρον, ἄλλοτ' ἄλλᾳ ταρασσέμεν ( silver inlaid implying for hire : v. Schadewaldt, 284̆{5}; van Groningen, Comp. Litt., 361 n. 1) (P. 11.42)
Greek Monolingual
-ον, ΜΑ
αυτός που έχει πωληθεί ή μισθωθεί με αργύρια, με χρήματα (α. «λέγων ὑπάργυρον πᾱσαν γραφὴν ἐποίει», Τζέτζ.
β. «εἰ μισθοῑο συνέθευ παρέχειν φωνὰν ὑπάργυρον», Πίνδ.)
αρχ.
1. (για πέτρωμα, γη, ορυκτό) αυτός που περιέχει άργυρο, που έχει φλέβα αργύρου («ὑπάργυρος πέτρα», Ευρ.)
2. (για μέταλλο) ο αναμεμιγμένος με άργυρο
3. επάργυρος·4. (για σκεύος) αυτός που έχει κατασκευαστεί από άργυρο και έχει επιχρυσωθεί («κρατὴρ ὑπάργυρος ἐπίτηκτος», επιγρ.)
5. (για προϊόν) αυτός που έχει αξία ίση με το βάρος του σε άργυρο
6. (κατά τον Ησύχ.) «ὑπάργυρον
τὸ κιννάμωμον».
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + ἄργυρος (πρβλ. ἐπ-άργυρος)].
Greek Monotonic
ὑπάργῠρος: -ον, I. αυτός που από μέσα ή κάτω του έχει ασήμι·
1. αυτός που περιέχει ασήμι, αυτός που έχει φλέβα ασημιού, πέτρα, χθών, σε Ευρ.· αυτός που περιέχει μια ποσότητα, αναλογία αργύρου, μεταφ. λέγεται για ανθρώπους, σε Πλάτ.
II. πουλημένος ή μισθωμένος με ασήμι, μισθωτός, μισθοφόρος, αργυρώνητος, εξαγοραζόμενος, παραδόπιστος, ιδιοτελής, σε Πίνδ.
Russian (Dvoretsky)
ὑπάργῠρος:
1) содержащий серебро (πέτρα Eur.; γῆ Xen.);
2) серебряный внутри: τὰ ὑπάργυρα χρυσία Sext. позолоченные серебряные изделия;
3) продаваемый на деньги, продажный (φωνά Pind.).
Middle Liddell
ὑπ-άργῠρος, ον,
having silver underneath; hence,
I. containing silver, veined with silver, πέτρα, χθών Eur.:— containing a proportion of silver, metaph. of men, Plat.
II. sold or hired for silver, mercenary, venal, Pind.