μεταθέω: Difference between revisions

From LSJ

βίος ἀνεόρταστος μακρὴ ὁδὸς ἀπανδόκευτος → a life without feasting is a long journey without an inn | a life without festivals is a long journey without inns | a life without festivals is a long road without inns | a life without festivity is a long road without an inn | a life without festivity is like a long road without an inn | a life without holidays is like a long road without taverns | a life without parties is a long journey without inns | a life without public holidays is a long road without hotels

Source
m (Text replacement - "<b class="num">(\d+)\)" to "<b class="num">$1")
m (Text replacement - ")<b class="num">1</b> " to ")<br><b class="num">1</b> ")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''μεταθέω:''' (fut. μεταθεύσομαι)<b class="num">1</b> [[гоняться]], [[преследовать]], [[бежать по следу]] ([[ταχύ]] Xen.);<br /><b class="num">2</b> (об охотничьих собаках), [[обегать]], [[обрыскать]], (τὰ ὄρη Xen.);<br /><b class="num">3</b> перен. [[выслеживать]], [[отыскивать чутьем]] (τὰ ἴχνη τινός, τὰ λεχθέντα Plat.; [[ἑκασταχόσε]] Plut.).
|elrutext='''μεταθέω:''' (fut. μεταθεύσομαι)<br><b class="num">1</b> [[гоняться]], [[преследовать]], [[бежать по следу]] ([[ταχύ]] Xen.);<br /><b class="num">2</b> (об охотничьих собаках), [[обегать]], [[обрыскать]], (τὰ ὄρη Xen.);<br /><b class="num">3</b> перен. [[выслеживать]], [[отыскивать чутьем]] (τὰ ἴχνη τινός, τὰ λεχθέντα Plat.; [[ἑκασταχόσε]] Plut.).
}}
}}
{{ls
{{ls

Revision as of 22:57, 10 December 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεταθέω Medium diacritics: μεταθέω Low diacritics: μεταθέω Capitals: ΜΕΤΑΘΕΩ
Transliteration A: metathéō Transliteration B: metatheō Transliteration C: metatheo Beta Code: metaqe/w

English (LSJ)

fut. -θεύσομαι, A run after, X.Cyn.6.22; pursue, τινα Jul. Or.5.177b; [τινὰ] ταῖς ἐπιθυμίαις by working on his desires, Clearch. 37: freq. metaph., ὥσπερ αἱ σκύλακες εὖ μεταθεῖς καὶ ἰχνεύεις τὰ λεχθέντα Pl.Prm.128c; τὰ τῆς ἀληθεστάτης πολιτείας ἴχνη Id.Plt.301e, cf. Sph.226b; αἰτίαν Iamb.Protr.4. II hunt or range over, τὰ ὄρη X.Cyn.4.9: abs., hunt about, range, ib.6.25,al. 2 run hither and thither, ἑκασταχόσε Plu.Pyrrh.16, cf. App.Mith.74, al.; ἀνιχνευούσας μεταθεῖν, of bees, Arist.HA624a28.

German (Pape)

[Seite 146] (s. θέω), nachlaufen, verfolgen, bes. vom Jäger, ὥςπερ σκύλακες εὖ μεταθεῖς τε καὶ ἰχνεύεις τὰ λεχθέντα, Plat. Parm. 128 c, ἴχνος, Soph. 226 a, u. so vom Jäger auch Lach. 194 b; Xen. Cyr. 2, 4, 24. 27; auch ταῖς ἐπιθυμίαις, Clearch. bei Ath. IV, 619 c.

French (Bailly abrégé)

courir après, poursuivre, acc..
Étymologie: μετά, θέω.

Russian (Dvoretsky)

μεταθέω: (fut. μεταθεύσομαι)
1 гоняться, преследовать, бежать по следу (ταχύ Xen.);
2 (об охотничьих собаках), обегать, обрыскать, (τὰ ὄρη Xen.);
3 перен. выслеживать, отыскивать чутьем (τὰ ἴχνη τινός, τὰ λεχθέντα Plat.; ἑκασταχόσε Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

μεταθέω: μέλλ. -θεύσομαι, τρέχω κατόπιν τινός, διώκω, «κυνηγῶ», ἰδίως ἐπὶ θηρευτικῶν κυνῶν, Ξεν. Κυν. 3, 10, κτλ.· μ. τὰ ἴχνη Πλάτ. Παρμ. 128C· οὕτω, μεταφ., τὰ τῆς ἀληθεστάτης πολιτείας ἴχνη ὁ αὐτ. ἐν Πολιτικ. 301Ε, πρβλ. Σοφιστ. 226Α· σπανίως μετὰ δοτ., ταῖς ἐπιθυμίαις Κλέαρχ. παρ’ Ἀθην. 619C. II. διατρέχω, περιτρέχω, τὰ ὄρη Ξεν. Κυν. 4, 9· ― ἀπολ., περιτρέχω, περιέρχομαι, αὐτόθι 6, 25.

Greek Monolingual

μεταθέω (Α)
1. τρέχω πίσω από κάποιον, καταδιώκω, κυνηγώ
2. μτφ. εξετάζω, εξιχνιάζω («μεταθέοντας τὰ τῆς ἀληθεστάτης πολιτείας ἴχνη», Πλάτ.)
3. περιέρχομαι, διατρέχω, περιτρέχω
4. τρέχω εδώ και εκεί
5. (για μέλισσες) περιίπταμαι, πετώ πάνω ή γύρω από κάτι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α)- + θέω «τρέχω»].

Greek Monotonic

μεταθέω: μέλ. -θεύσομαι,
I. τρέχω στο κατόπι, κυνηγώ, σε Ξεν. κ.λπ.
II. ασκώ το κυνήγι ή περιπλανώμαι, τὰ ὄρη, στον ίδ.· απόλ., είμαι στο κυνήγι, περιφέρομαι, στον ίδ.

Middle Liddell

fut. -θεύσομαι
I. to run after, chase, Xen., etc.
II. to hunt or range over, τὰ ὄρη Xen.: absol. to hunt about, range, Xen.