ἐναντίωσις: Difference between revisions

From LSJ

πῶς δ' οὐκ ἀρίστη; τίς δ' ἐναντιώσεται; τί χρὴ γενέσθαι τὴν ὑπερβεβλημένην γυναῖκα; (Euripides' Alcestis 152-54) → How is she not noblest? Who will deny it? What must a woman have become to surpass her?

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0827.png Seite 827]] ἡ, das Entgegnen, der Widerspruch, Thuc. 5, 80; Folgde, auch im plur., Plat. Soph. 259 b; Isocr. 12, 203.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0827.png Seite 827]] ἡ, das Entgegnen, der Widerspruch, Thuc. 5, 80; Folgde, auch im plur., Plat. Soph. 259 b; Isocr. 12, 203.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> contradiction;<br /><b>2</b> désaccord.<br />'''Étymologie:''' [[ἐναντιόομαι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐναντίωσις''': -εως, ἡ, τὸ ἐναντιοῦσθαι διὰ λέξεων ἢ πράξεων, δείσας (ὁ Φρύνιχος) πρὸς τὴν ἐναντίωσιν τῶν ὑφ’ [[ἑαυτοῦ]] λεχθέντων, φοβηθεὶς διὰ τοὺς λόγους οὓς εἶπεν [[ἐναντίον]] τοῦ Ἀλκιβιάδου, Θουκ. 8. 50, Πλάτ. Πολ. 454Α· ἐναντία [[διαγωγή]], Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 4. 6, 7. 2) [[διαφωνία]], [[διαφορά]], Ἰσοκρ. 275C. (ἐν τῷ πληθ.), Πλάτ. Πολ. 607C.
|lstext='''ἐναντίωσις''': -εως, ἡ, τὸ ἐναντιοῦσθαι διὰ λέξεων ἢ πράξεων, δείσας (ὁ Φρύνιχος) πρὸς τὴν ἐναντίωσιν τῶν ὑφ’ [[ἑαυτοῦ]] λεχθέντων, φοβηθεὶς διὰ τοὺς λόγους οὓς εἶπεν [[ἐναντίον]] τοῦ Ἀλκιβιάδου, Θουκ. 8. 50, Πλάτ. Πολ. 454Α· ἐναντία [[διαγωγή]], Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 4. 6, 7. 2) [[διαφωνία]], [[διαφορά]], Ἰσοκρ. 275C. (ἐν τῷ πληθ.), Πλάτ. Πολ. 607C.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> contradiction;<br /><b>2</b> désaccord.<br />'''Étymologie:''' [[ἐναντιόομαι]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 14:50, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐναντῐωσις Medium diacritics: ἐναντίωσις Low diacritics: εναντίωσις Capitals: ΕΝΑΝΤΙΩΣΙΣ
Transliteration A: enantíōsis Transliteration B: enantiōsis Transliteration C: enantiosis Beta Code: e)nanti/wsis

English (LSJ)

εως, ἡ, A opposition, Th. 8.50, Pl.R.454a; in social intercourse, Arist.EN1126b34; opposition, Sammelb.5356.25 (iv A. D.). 2 disagreement, discrepancy, Isoc.12.203 (pl.), Pl.R.607c, etc.: pl., contrarieties, Arist.Metaph.986b1, al.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
I en la esfera de la lengua
1 oposición, posición contraria, discrepancia αἱ ... ἐναντιώσεις αὗται δοκοῦσιν ἐλέγχεσθαι τοῖς ἔργοις Thphr.CP 4.4.8, c. gen. subjet. δείσας πρὸς τὴν ἐναντίωσιν τῶν ὑφ' αὑτοῦ λεχθέντων μή ... temiendo, debido a la postura contraria de sus propias palabras, que ... Th.8.50, c. gen. obj. δοκοῦσί μοι ... πολλοὶ ... διώκειν τοῦ λεχθέντος τὴν ἐναντίωσιν me parece que muchos persiguen oponerse a lo dicho Pl.R.454a, c. giro prep. τὰς δὲ πρὸς ἕκαστον ἐναντιώσεις ἐν τοῖς ἔπειτα δηλωτέον Ph.2.516.
2 contradicción ref. argumentaciones, entre dos términos, en plu. ταύταις δὴ ταῖς ἐναντιώσεσιν εἴτε ἀπιστεῖ τις Pl.Sph.259b, λόγος ... πολλῶν ἐναντιώσεων μεστός Isoc.12.203, cf. 13.7, en una narración histórica, Plb.8.11.6
en ret., como característica de la prueba y el entimema en tanto recursos de la persuasión retórica περὶ τὸν λόγον καὶ τὴν πράξιν ἐ. Anaximen.Rh.1431a30, como expr. de lo contrario a lo que de verdad se quiere ἐναντιώσει περιπεσεῖν D.H.Rh.9.5, utilizada en la refutación, D.H.Rh.8.3
esp. de la lítotes Sch.D.T.462.1
tít. de una obra de Teofrasto ἀφορμαὶ ἢ ἐναντιώσεις D.L.5.46.
II ref. acciones y conductas oposición, postura contraria, enfrentamiento κἂν τῷ ποιοῦντι ... φέρῃ ... ἡ δ' ἐ. μικρὰν λύπην y si al que actúa la postura contraria le trae una pequeña pena Arist.EN 1126b34, ἡ ἄνευ ἐναντιώσεως ἑνοειδὴς νοερὰ ἐνέργεια la actividad intelectual que busca unidad sin enfrentamiento op. ἔριςdiscordia’, Iambl.Protr.3 (p.46), δίχα οἵας δήποτε ἐναντιώσεως καὶ ἀντιπαθείας PMasp.151.200 (VI d.C.), c. gen. subjet. φοβούμενοι τὰς ἐναντιώσεις αὐτῶν D.S.21.fr.10, cf. Vett.Val.60.19, c. παρά y gen. ἵνα μὴ ... ἐ. (sic) γένηται παρὰ τ[ῶν αὐτ] ῶν βουκκελλαρίων BGU 836.12 (VI d.C.), c. πρός y ac. αἱ ... πρὸς μόναρχον ἐναντιώσεις ἀνθρώπου Chio 16.1, αἵ τε πρὸς τὰς κράσεις τῶν σωμάτων καὶ τὰς ἐπιθυμίας ἐναντιώσεις las oposiciones con que hacemos frente a los temperamentos y apetitos del cuerpo Plot.3.1.5.
III fil., cien.
1 oposición, contraposición, contrario ref. cualidad de ser opuesto οἱ δὲ Πυθαγόρειοι καὶ πόσαι καὶ τίνες αἱ ἐναντιώσεις ἀπεφήναντο Pythag.B 5 (p.453.7), ἐναντιώσεις ... ἐν ταῖς ἀρχαῖς Arist.de An.405b23, τὰ μὲν αἰσθητὰ πάντα ἔχει ἐναντίωσιν Arist.Sens.442b18, cf. GC 329b11, Thphr.HP 2.2.10, c. gen. αἱ τῶν πραγμάτων ἐναντιώσεις, οἷον τάξιν ἀταξίαν Plot.6.7.20, cf. 4.4.10, op. συμφωνίαacuerdo’, Plot.4.4.40
rel. c. la direcc. del mov. cualidad de ser contrario, contraposición αἱ δὲ τῆς φορᾶς ἐναντιώσεις κατὰ τὰς τῶν τόπων εἰσὶν ἐναντιώσεις los movimientos contrarios lo son desde el punto de vista de la contraposición de los lugares Arist.Cael.271a28.
2 oposición, enfrentamiento, diferencia σημεῖα παλαιᾶς ἐναντιώσεως τούτων entre la filosofía y la poesía, Pl.R.607c.
3 astr. oposición, aspecto opuesto entre dos planetas ἡ ἐ. Ἄρεως καὶ Ἀφροδίτης Vett.Val.268.26.

German (Pape)

[Seite 827] ἡ, das Entgegnen, der Widerspruch, Thuc. 5, 80; Folgde, auch im plur., Plat. Soph. 259 b; Isocr. 12, 203.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
1 contradiction;
2 désaccord.
Étymologie: ἐναντιόομαι.

Greek (Liddell-Scott)

ἐναντίωσις: -εως, ἡ, τὸ ἐναντιοῦσθαι διὰ λέξεων ἢ πράξεων, δείσας (ὁ Φρύνιχος) πρὸς τὴν ἐναντίωσιν τῶν ὑφ’ ἑαυτοῦ λεχθέντων, φοβηθεὶς διὰ τοὺς λόγους οὓς εἶπεν ἐναντίον τοῦ Ἀλκιβιάδου, Θουκ. 8. 50, Πλάτ. Πολ. 454Α· ἐναντία διαγωγή, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 4. 6, 7. 2) διαφωνία, διαφορά, Ἰσοκρ. 275C. (ἐν τῷ πληθ.), Πλάτ. Πολ. 607C.

Greek Monotonic

ἐναντίωσις: -εως, ἡ (ἐναντιόομαι), αντίθεση, αντίδραση, αντίπραξη, σε Θουκ.

Russian (Dvoretsky)

ἐναντίωσις: εως ἡ
1) противодействие, сопротивление (τὸ κῦμα δι᾽ ἐναντίωσιν ἐγίγνετο πνευμάτων Arst.);
2) противоречие (τοῦ λεχθέντος Plat.; λύειν τὰς ἀπορίας καὶ τὰς ἐναντιώσεις Arst.): ἡ ἐ. τῶν ὑπό τινος λεχθέντων Thuc. чье-л. возражение;
3) противоположность (θερμὸν καὶ ψυχρὸν καὶ αἱ ἄλλαι τῶν φυσικῶν ἐναντιώσεις Arst.);
4) разногласие, спор (ἐ. παλαιά Plat.).

Middle Liddell

ἐναντίωσις, εως n ἐναντιόομαι
a contradiction, Thuc.

English (Woodhouse)

opposition, opposition to a project

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)