ἐπικαμπή
ἀναγκαίως δ' ἔχει βίον θερίζειν ὥστε κάρπιμον στάχυν, καὶ τὸν μὲν εἶναι, τὸν δὲ μή → But it is our inevitable lot to harvest life like a fruitful crop, for one of us to live, one not. (Euripides, Hypsipyle fr. 60.94ff.)
English (LSJ)
ἡ,
A bend, return or angle of a building, Hdt.1.180 (pl.), IG22.1666B54. 2. ἐ. ποιεῖσθαι draw up their army angular-wise, i.e. with the wings thrown forward at an angle with the centre, so as to take the enemy in flank, X.Cyr.7.1.6; ἐς ἐ. τάττειν Arr.An.2.9.2, cf. 3.12.2.
German (Pape)
[Seite 945] ἡ, die Umbiegung, Her. 1, 180; gebogene Aufstellung der Heerflügel in der Schlacht, Xen. Cyr. 7, 1, 6; Arr. An. 2, 8, 9. 3, 12, 2.
French (Bailly abrégé)
ῆς (ἡ) :
1 retour ou angle d’une construction;
2 courbe d’une armée déployée en fer à cheval.
Étymologie: ἐπικάμπτω.
Greek Monolingual
η (Α ἐπικαμπή) επικάμπτω
1. κάμψη, κύρτωμα, λύγισμα
2. η γωνία που σχηματίζεται με την κάμψη
3. στρ. η λοξή ή κάθετη προς το μέτωπο διάταξη προς τα πίσω ενός στρατεύματος ή μιας οχυρώσεως, που αποβλέπει στην προάσπιση από εχθρική πλευρική προσβολή
4. ναυτ. η καμπύλη γραμμή στην οποία τελειώνει το κάτω μέρος του φάλκη
αρχ.
1. το μέρος του τείχους ή άλλου οικοδομήματος, που κάμπτεται από ένα σημείο και εκτείνεται προς τα μέσα
2. είδος στρατιωτικού ελιγμού τών αρχαίων, κατά τον οποίο τα κέρατα της παρατάξεως προεκτεινόμενα και από τις δύο πλευρές σχημάτιζαν γωνία με το κέντρο της φάλαγγας, ώστε να προσβάλλεται ο εχθρός και από τις δύο πλευρές.