προαποδίδωμι

From LSJ
Revision as of 09:20, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

ἀλλ᾽ οὐδὲ εἷς τέκτων ὀχυρὰν οὕτως ἐποίησεν θύραν, δι᾽ἧς γαλῆ καὶ μοιχὸς οὐκ εἰσέρχεται → but no carpenter ever made a door so secure that a weasel or a womanizer could not pass through it

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προαποδίδωμι Medium diacritics: προαποδίδωμι Low diacritics: προαποδίδωμι Capitals: ΠΡΟΑΠΟΔΙΔΩΜΙ
Transliteration A: proapodídōmi Transliteration B: proapodidōmi Transliteration C: proapodidomi Beta Code: proapodi/dwmi

English (LSJ)

   A pay in advance, PTeb.296.13 (ii A.D.).    2 give an account of first, S.E.M.7.46:—Pass., A.D. Adv.195.17.    II π. τὴν βάσιν finish the rhythmical conclusion of a sentence before the speaker reaches it, Longin.41.2.    III of the bowels, act first, Aët.7.39.

German (Pape)

[Seite 708] vorher wieder- od. zurückgeben; τὴν βάσιν, den vorgeschriebenen Schritt vorher thun, Longin. 41, 2.

Greek (Liddell-Scott)

προαποδίδωμι: ἐκτίθημι προηγουμένως, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 7, 46. 2) προαποδίδωμι τὴν βάσιν, τελειώνω τὴν ἀπόδοσιν προτάσεώς τινος πρὸ τοῦ δέοντος, δηλ. ἄνευ τοῦ ἀπαιτουμένου ῥυθμοῦ, Λογγῖν. 41. 2.

Greek Monolingual

Α
1. πληρώνω προκαταβολικά
2. εκθέτω, εξηγώ προηγουμένως
3. ενεργώ ως προαποδότης
4. (για τα έντερα) είμαι ενεργητικός εκ τών προτέρων
5. φρ. «προαποδίδωμι τὴν βάσιν» — τελειώνω την απόδοση μιας πρότασης πριν από τον κατάλληλο χρόνο, δηλ. χωρίς τον απαιτούμενο ρυθμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + ἀποδίδωμι «δίνω πίσω, εκτελώ, ερμηνεύω λέξη ή φράση, εξηγώ»].

Russian (Dvoretsky)

προᾰποδίδωμι: излагать ранее: ταῦτα περὶ τῆς ἀληθείας κατά τινας προαποδιδόντες Sext. изложив выше эти мнения некоторых (философов) об истине.