ἐντάσσω
English (LSJ)
Att. ἐντάττω,
A insert in or register in, ἐν τοῖς δημοσίοις γράμμασι CIG2737a50 (Aphrodisias, M. Antonius), cf. PFay.91.46 (i A. D., Pass.), etc.; ἐ. τινὰ τῇ ἀρχαίᾳ κωμῳδίᾳ Ath.1.5b:—Pass., τῷ σφενδονᾶν ἐντεταγμένῳ who takes post to use the sling, X.An.3.3.18 (as v.l.): in lit. sense, insert, πυρὴν ἐνταττέσθω μήλης Paul.Aeg.6.66.
2 arrange light-armed troops and hoplites alternately, Ael.Tact.31.3, Arr.Tact. 26.6: generally, insert men alternately, ib.25.4 (Pass.).
II = ἀντιτάσσω, τινὶ δόρυ E.Rh.492.
III issue orders, ἐντεταχέναι τὸν στρατηγόν PCair.Preis.32.3 (ii A. D.).
Spanish (DGE)
• Alolema(s): át. ἐντάττω
I c. ac. de pers.
1 adscribir a, incluir en o entre c. dat. o giro prep. ref. colect. Ἡγήμων ... ὃν τῇ ἀρχαίᾳ κωμῳδίᾳ τινὲς ἐντάττουσιν Ath.5b, en v. pas. Ἀπολλώνιος ... εἰς τὴν ἐμ Μέμφει σημέαν πρώτην ἐντέτακται UPZ 15.20 (II a.C.), cf. POxy.2898.9, 3099.2.16, PRyl.599.9 (todos III d.C.), ἐντεταγμένος ... εἰς τὸν ἀριθμὸν τῶν σωζομένων 1Ep.Clem.58.2, cf. Clem.Al.Strom.5.6.40, Const.App.3.2.1, Ἄρειος τῷ ... καταλόγῳ τῶν πρεσβυτέρων ἐντεταγμένος Thdt.HE 1.2.9
•c. pron. refl. incluirse en o entre ἑαυτὸν ... εἰς τὴν Πυθαγόρου ... χώραν Cleom.2.1.504, μετὰ τίνων ἑαυτὸν ἐντάσσει Cyr.H.Catech.6.25
•c. pron. refl. y giro prep. ref. abstr. adherirse a εἰς ἣν (ἔννοιαν) αὑτοὺς ἐνέταξαν S.E.M.9.34.
2 milit. enrolar, alistar en v. pas. τῷ σφενδονᾶν ἐντεταγμένῳ al alistado como hondero X.An.3.3.18 (var.), cf. Onat.139, I.AI 18.374, τῶν ... ἱππέων παρὰ Φιλίππου ... ἐντεταγμένων de los jinetes reclutados por Filipo, PBaden 14.10 (II/I a.C.)
•c. pron. refl. y dat. enrolarse, alistarse entre ἔντασσε πεζοῖς σαυτόν habla el caballo a su amo, Babr.76.17.
3 táct. intercalar, disponer alternativamente en v. pas. ὁ ἐς τὸ μῆκος ἐντεταγμένος, ἐπάνιθι ἐς τάξιν Arr.Tact.25.4, cf. 11, esp. ref. la alternancia de soldados de infantería y hoplitas en una misma falange, Ael.Tact.31.3, Arr.Tact.26.6.
II c. ac. de cosa o abstr.
1 ordenar, poner por orden en v. pas. δεῖ τοίνυν βασιλείαν πράταν ἐντετάχθαι debemos, pues, poner en primer lugar a la monarquía Hippod.Pyth.Hell.102.11
•clasificar, precisar ἡδονὴν ἐντάττων τὴν κατὰ κίνησιν precisando que (se trataba) del placer en movimiento Eus.PE 14.18.32.
2 disponer en, situar en Ποσειδῶν Δελφῖνα ... ἐνέταξεν τῷ οὐρανῷ Hom.Clem.5.17, en v. pas. ἐντάσσονται ... τέτταρες (μύες) en la mandíbula, Gal.18(1).446, αἱ ... μεσότητες ἐντεταγμέναι εἰσὶν καὶ ἐν ἡμικυκλίῳ Papp.82.
3 asignar a ἑκάστῳ ... τὴν αὐτῷ πρέπουσαν λειτουργίαν Cyr.Al.M.68.849C, cf. Iust.Nou.17.8 proem.
4 agrupar, acumular ἃ ... παρὰ τῶν κομιζόντων ... ἐντάττων Eus.VC 4.7.3.
5 introducir, interponer, poner en medio ἐντάσσω ἀδάμαντα ἐν μέσῳ λαοῦ μου Ισραηλ LXX Am.7.8
•insertar, introducir en πυρὴν ἐνταττέσθω μήλης Paul.Aeg.6.66.1
•ref. escritos insertar en, incluir en τὸ ἡμέτερον (ἔθνος) ἐνέταξε en una enumeración, I.Ap.1.172, cf. Ariston.Il.21.570, S.E.M.11.19, Const.Or.S.C.19.3, Stud.Pal.20.86.17 (IV d.C.), ἐκ πολλῶν (ὁρῶν) ... ὀλίγους τοὺς κυριωτέρους ἐντάττομεν de entre las muchas definiciones incluimos unas pocas, las más importantes Ath.Al.M.28.536A, ἕκαστον τῶν τόπων en un mapa, Ptol.Geog.1.24.21, τὸ θεώρημα Men.Rh.346, en v. pas. μουσικὴ δ' οὐκ ἐντ έτακται la música no está incluida entre ellas, Phld.Mus.4.4.15, τῶν ἐντασσομένων en un mapa, Ptol.Geog.8.1.2, ἡ ὑπογραφὴ δηλοῖ ἡ ἐντεταγμένη lo pone de manifiesto la subscriptio adjunta, MAMA 10.114.26 (Apia III d.C.), ὅπερ (ὄνομα) οὐδαμοῦ ἐντέτακται Epiph.Const.Haer.76.22.5, τοῖς ἱεροῖς διπτύχοις ... αἱ τέσσαρες σύνοδοι Cyr.S.V.Sab.61
•en v. med. mismo sent. τὴν σύνθεσιν ἐν ... τῷ λόγῳ ἐνεταξάμην Aët.12.67.
6 admin. registrar, archivar documentos en archivos ἀντίγραφα τῶν γεγονότων ὑμεῖν φιλανθρώπων ... ἐν τοῖς δημοσίοις γράμμασιν IAphrodisias 1.6.52 (I a.C.), en v. pas. τὰ ψη[φίσμ] ατα ἐντάσσεσθαι τοῖς ἀρχείοις ὑπὸ τῶν ἐνέδρων ἀρχόντων SEG 38.1462.86 (Enoanda II d.C.), en Egipto gener. en una oficina de registro o notaría pública ἐντέτακται εἰς ἀναγραφὴν διὰ τοῦ ἐν Καρανίδι γραφείῳ SB 8255.24 (I d.C.), cf. SB 8950.23 (I d.C.), BGU 2046.9 (II d.C.), ἐντέτακται ἀντί (γραφον) μετοχῆς PMich.348.36 (I d.C.).
German (Pape)
[Seite 853] hinein, darunter ordnen, stellen, bes. in Reihe u. Glied einordnen; τῷ σφενδονᾶν ἐντεταγμένῳ ἐθέλοντι, der eingereiht unter die Schleuderer schleudern will, Xen. An. 3, 3, 18; τινὰ τῇ ἀρχαίᾳ κωμῳδίᾳ, unter die Dichter der alten Komödie rechnen, Ath. I, 5 b; entgegenstellen, δόρυ Eur. Rhes. 492; übh. anordnen, Sp.
French (Bailly abrégé)
mettre dans les rangs : τῷ σφενδονᾶν ἐντεταγμένῳ ἐθέλοντι XÉN tout homme qui s'était mis volontairement dans les rangs pour lancer la fronde.
Étymologie: ἐν, τάσσω.
Russian (Dvoretsky)
ἐντάσσω: атт. ἐντάττω
1 (где-л.) расставлять, располагать: τῷ σφενδονᾶν ἐντεταγμένος (v.l. τεταγμένος) Xen. включенный в строй пращников;
2 противопоставлять, направлять (δόρυ ἐντάξαι - v.l. ἀντᾶραι - τινί Eur.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐντάσσω: καὶ Ἀττ. -ττω, τάσσω ἐν, ἐντίθημι, ἐγγράφω, ἐν τοῖς δημοσίοις γράμμασι Συλλ. Ἐπιγρ. 2737. α. 50· Ἡγήμων ὁ Θάσιος, ὃν τῇ ἀρχαίᾳ κωμῳδίᾳ τινὲς ἐντάσσουσι, κατατάσσουσι, Ἀθήν. 5Β: - Παθ., τῷ σφενδονᾶν ἐντεταγμένῳ, κατ’ ἄλλην γραφ. ἐν τῷ τεταγμένῳ, ἐν τῇ ὡρισμένῃ δι’ αὐτὸν θέσει, Ξεν. Ἀν. 3. 3, 18. ΙΙ. = ἀντιτάσσω, οὐκ ἔστ’ ἐκείνῳ θοῦρον ἐντάξαι δόρυ Εὐρ. Ρῆσ. 492.
Greek Monolingual
(AM ἐντάσσω και ἐντάττω)
τοποθετώ κάτι ανάμεσα σε άλλα ή μέσα σε κάποιο σύνολο, εγγράφω, κατατάσσω («εντάσσονται εις το στράτευμα, εις τους εκλογικούς καταλόγους», «Ἡγήμων... ὅv τῇ ἀρχαίᾳ κωμῳδίᾳ τινὲς ἐντάσσουσι»)
αρχ.-μσν.
αναφέρω προφορικώς ή γραπτώς
αρχ.
αντιτάσσω.
Greek Monotonic
ἐντάσσω: Αττ. -ττω, μέλ. -ξω, τοποθετώ ή στυλώνω, κατατάσσω — Παθ., τῷ σφενδονᾶν ἐντεταγμένῳ, αυτός που έχει ως ορισμένο καθήκον να χρησιμοποιεί τη σφεντόνα, σε Ξεν.
Middle Liddell
Attic -ττω fut. ξω
to place or post in:—Pass., σφενδονᾶν ἐντεταγμένος posted to use the sling, Xen.