ἑνδέκατος
Φίλον βέβαιον ἐν κακοῖσι μὴ φοβοῦ → Fidelem amicum ne time in rebus malis → Hab in der Not nicht Angst vor einem treuen Freund
English (LSJ)
η, ον, eleventh, Od.3.391, etc.; ἑνδεκάτη (sc. ἡμέρη), ἡ, eleventh day, 2.374.
Spanish (DGE)
(ἑνδέκᾰτος) -η, -ον
• Alolema(s): dór. fem. -α Theoc.14.45
I 1c. valor ordinal undécimo de unidades temp. ἠώς Il.21.156, ἡμέρη Hdt.9.41, cf. LXX Nu.7.72, ἐνιαυτός Od.3.391, cf. Th.5.39, ὥρα PCair.Zen.611.9 (III a.C.), Chrys.M.56.160, Ὀλυμπιάς D.L.5.10, εἰς μῆνα ἑνδέκατον al undécimo mes de embarazo CEG 894.4 (Delfos IV a.C.), ὁ ἑ. μήν el mes undécimo del penúltimo mes del calendario en Fócide GDI 1755.1 (Delfos II a.C.), en Acaya IG 5(1).1390.11 (Mesenia I a.C.)
•de otras unidades ἆθλον del undécimo trabajo de Heracles, Apollod.5.11, δημηγορία D.H.Amm.1.10.6, μοῖρα Ael.NA 4.53, θέσις AP 9.482 (Agath.), κατηγορία ref. las de Aristóteles, Phlp.in Cat.66.8, γενεά Tat.Orat.41.8, ζῴδιον la undécima casa del zodíaco, Teucer en Cat.Cod.Astr.7.209.24, στρατιώτης λεγιῶνος ἑνδεκάτης Κλα(υδίας) soldado de la Undécima Legión Claudia, IPerinthos 74.4 (II d.C.), cf. IGBulg.5.5129.5 (IV d.C.)
•neutr. adv. ἑνδέκατον por undécima vez αὐτοκράτωρ τὸ ἑ. SEG 44.1205.8 (Patara I d.C.)
•en una enumeración en undécimo lugar Dam.in Prm.173.
2 c. valor fraccionario onceavo τὰ μέρη Iambl.in Nic.70, cf. Sch.Euc.7.5, 23.
II subst.
1 c. valor ordinal:
a) ἡ ἑ. (sc. ἡμέρα) el undécimo día, Od.2.374, Hes.Op.776, Theoc.l.c., Luc.VH 2.1, PTeb.104.7 (I a.C.), ἑνδεκάτη μηνός el undécimo día del mes D.24.26, cf. Plu.2.655e, τᾷ δὲ ἑνδεκάτᾳ τοῦ Ἡρακλείου μ[η] νός FD 3.238.3 (II a.C.), cf. ICos ED 241.10 (IV a.C.), ἢν δὲ τῇ ἑνδεκάτῃ ἄρξηται πυρεταίνειν Hp.Prorrh.2.14;
b) ἡ ἑ. (sc. βίβλος) el undécimo libro ἐν τῇ τῶν ἱστοριῶν ἑνδεκάτῃ en el undécimo libro de las Historias de Posidonio, Ath.263c, cf. Plb.11.24.10, Hdn.Gr.1.13.
2 τὸ ἑ. c. valor fraccionario la onceava parte, un onceavo τὸ ἄρα ZΗΞ τρίγωνον δύο ἑνδέκατα τοῦ ἑνδεκαγώνου ἐστίν Hero Metr.1.24, cf. Ps.Eudox.Ars 4.23.
German (Pape)
[Seite 832] η, ον, der elfte, von Hom. an überall.
French (Bailly abrégé)
η, ον :
onzième ; ἡ ἐνδεκάτη (ἡμέρα) le onzième jour.
Étymologie: ἕνδεκα.
Russian (Dvoretsky)
ἑνδέκᾰτος: одиннадцатый Hom. etc.
Greek (Liddell-Scott)
ἑνδέκατος: -η, -ον, ἑνδεκάτη τε καὶ δωδεκάτη τε (ἐνν. ἡμέρα) Ὀδ. Β. 374· τῇ ἑνδεκάτῃ ἀπ’ ἐκείνης τῆς ἡμέρας Ξεν. Ἀν. 1. 7. 18, πρβλ. Πλουτ. Λυκ. 2, κλ. - Ἑνδέκατος, μὴν Φωκέων ἀντιστοιχῶν τῷ τῶν Δελφῶν Βουκατίῳ, Ἐπιγρ. Δελφῶν W. et F 90.
English (Autenrieth)
eleventh; ἐνδεκάτῃ, on the eleventh day, often as round number after mentioning ten days, Il. 24.666, Od. 2.374, Od. 4.588.
English (Strong)
ordinal from ἕνδεκα; eleventh: eleventh.
Greek Monolingual
και εντέκατος, -η, -ο (AM ενδέκατος, -η, -ον
Μ και ἑντέκατος, -η, -ον)
αυτός που κατέχει τη θέση με τον αριθμό ένδεκα («ἑνδεκάτῳ ἐνιαυτῷ»)
νεοελλ.
1. το θηλ. ως ουσ. η ενδεκάτη
α) η ενδέκατη ώρα
β) μουσ. ο ενδέκατος φθόγγος της διατονικής κλίμακας
2. το ουδ. ως ουσ. το ενδέκατο
ενδεκατημόριο
αρχ.
1. το θηλ. ως ουσ. ἡ ἑνδεκάτη
η ενδέκατη ημέρα
2. το αρσ. ως ουσ. ὁ Ἑνδέκατος
ονομασία μήνα στη Φωκίδα.
Greek Monotonic
ἑνδέκᾰτος: -η, -ον, ενδέκατος, αυτός που έχει ενδέκατη σειρά, σε Όμηρ. κ.λπ.
Middle Liddell
ἑνδέκᾰτος, η, ον adj [from ἕνδεκα
the eleventh, Hom., etc.
Chinese
原文音譯:˜ndškatoj 痕-得卡拖士
詞類次數:形容詞(3)
原文字根:一-(第)十
字義溯源:第十一;源自(ἕνδεκα)=十一);由(εἷς)*=一個)與(δέκα / δεκαέξ / δεκαοκτώ)*=十)組成。猶太人計時,以上午六時為第一時辰,第十一時辰即下午五時。和合本譯為:酉初,亦即下午五時;這是根據古時十二地支的計時法,今已不再使用
出現次數:總共(3);太(2);啓(1)
譯字彙編:
1) 第十一(3) 太20:6; 太20:9; 啓21:20