ὑστεραῖος

From LSJ

Εἰ μὴ φυλάσσεις μίκρ', ἀπολεῖς τὰ μείζονα → Maiora perdes, minima ni servaveris → Wer Kleines nicht erhält, verliert das Größre auch

Menander, Monostichoi, 172
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑστεραῖος Medium diacritics: ὑστεραῖος Low diacritics: υστεραίος Capitals: ΥΣΤΕΡΑΙΟΣ
Transliteration A: hysteraîos Transliteration B: hysteraios Transliteration C: ysteraios Beta Code: u(sterai=os

English (LSJ)

α, ον,
A following, next, qualifying ἡμέρα, τῇ ὑστεραίῃ ἡμέρῃ on the following day, Hdt.8.22; but mostly without ἡμέρᾳ, Id.1.77, 126, al., Antipho 5.23, Th.7.52, IG12.63.36, 66.19; also ἐς τὴν ὑστεραίην (ὑστεραίαν) ἐλθεῖν, ἀναβαλέσθαι, Hdt.4.113, D.21.84; ἐν τῇ ὑ. Pl. Prt.318a; τῆς ὑ. καὶ ἐπὶ τῆς ἄλλης ὑστέρης on the morrow and the day following, Aret.CA2.2: c. gen., τῇ ὑ. τῶν μυστηρίων And.1.111; τῇ ὑ. τῆς μάχης Pl.Mx.240c: followed by ἤ, τῇ ὑ. ἢ ᾗ ἂν ἔλθῃ Id.Cri. 44a; τῇ ὑ. ἢ ᾗ ἔθυεν Id.Smp.173a; and prob. should be inserted in the foll. places, τῇ ὑ. ᾗ ἐθάπτετο Antipho 6.37; τῇ ὑ. ᾗ ἂν προθῶνται Lex ap. D.43.62.
II = ὕστερος, later, subsequent, ἡ ὑ. ἐπιστρατηΐη v.l. in Hdt.9.3, cf. D.H. Th.6 (but the vv.ll. ὑστέρην, ὑστέρας are to be preferred): elsewhere it may mean of or on the next day, μάχῃ τῇ μὲν πρώτῃ... τῇ δὲ ὑ… in the next day's fight, Th.7.11; τῇ μὲν προτέρᾳ [ἐκκλησίᾳ]... ἐν δὲ τῇ ὑ. Id.1.44, cf. Aeschin.2.65, 67 (ὑστέρᾳ corr. Bekker), Luc.VH1.19; τῇ ὑ. προσβολῇ X.HG2.1.15.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
1 qui vient ensuite ou qui se fait ensuite, postérieur, ultérieur : τῇ ὑστεραῖᾳ ἡμέρᾳ XÉN ou simpl. τῇ ὑστεραῖᾳ THC le jour suivant ; avec ἤ PLAT : τῇ ὑστεραῖᾳ ἢ ᾗ le lendemain du jour où ; t. de gramm. c. ὑστερόχρονος, postérieur;
2 abs. qui vient lendemain ou qui se fait le lendemain.
Étymologie: ὕστερος.

Russian (Dvoretsky)

ὑστεραῖος: следующий, завтрашний (ἡμέρα Her., Xen.; προσβολή Xen.). - см. тж. ὑστεραία.

Greek (Liddell-Scott)

ὑστεραῖος: -α, -ον, ὁ κατὰ τὴν ἑπομένην ἡμέραν (πρβλ. προτεραῖος)· τῇ ὑστεραίᾳ, (Ἰων. -αίῃ) ἡμέρᾳ, κατὰ τὴν ἐπιοῦσαν, τὴν ἀκόλουθον ἡμέραν, Λατ. postridie, Ἡρόδ. 8. 22· ἀλλὰ κατὰ τὸ πλεῖστον ἄνευ τοῦ ἡμέρᾳ, ὁ αὐτ. 1. 77, 126, κ. ἀλλ., Ἀντιφῶν 132. 12, Θουκ. 7. 52· ὡσαύτως, ἐς τὴν ὑστεραίην Ἡρόδ. 4. 113, Δημ. 541. 25· ἐν τῇ ὑστ. Πλάτ. Πρωταγ. 318Α· τῆς ὑστεραίης Ἀρετ. Ὀξ. Νούσ. Θεραπ. 2. 2· ― μετὰ γενικ., τῇ ὑστ. τῶν μυστηρίων Ἀνδοκ. 15. 9· τῇ ὑστ. τῆς μάχης Πλάτ. Μενέξ. 240C· ― ἑπομένου τοῦ συγκρ. ἢ, τῇ ὑστ. ἢ ᾗ ἂν ἔλθῃ ὁ αὐτ. ἐν Κρίτ. 44Α· τῇ ὑστ. ἢ ᾗ ἔθυεν ὁ αὐτ. ἐν Συμπ. 173Α· καὶ πιθανῶς δέον τὸ ἢ νὰ ἀντικαταστήσῃ τὸ ᾗ ἐν τοῖς ἑπομένοις χωρίοις, τῇ ὑστ. ᾗ ἐθάπτετο Ἀντιφῶν 145. 37· τῇ ὑστ. ᾗ ἂν προθῶνται Νόμ. παρὰ Δημοσθ. 1071. 3. ΙΙ. ὕστερος, ἡ ὑστ. ἐπιστρατεία Ἡρόδ. 9. 3, πρβλ. Διονύσ. Ἁλ. περὶ Θουκ. 6 (Δινδ. ὑστέρας)· ἐν ἄλλοις χωρίοις δύναται νὰ ληφθῇ ἐπὶ κυριολεκτικωτέρας σημασίας, μάχῃ τῇ μὲν πρώτῃ... τῇ δὲ ὑστεραίᾳ... Θουκ 7. 11· τῇ μὲν προτέρᾳ [ἐκκλησίᾳ]... ἐν δὲ τῇ ὑστεραίᾳ ὁ αὐτ. 1. 44, πρβλ. Αἰσχίν. 36. 28 (ἔνθα τὸ ἡμέρᾳ πιθανῶς παρεισήχθη), Διονύσ. Ἁλ. περὶ Θουκ. 17, Λουκιαν. περὶ Ἀληθ. Ἱστ. 1. 19· τῇ ὑστεραίᾳ προβολῇ Ξεν. Ἑλλ. 2. 1, 15.

Greek Monolingual

-α, -ο / ὑστεραῖος, -αία, -ον, ΝΜΑ
1. αυτός που ακολουθεί, ο μετέπειτα, ο κατοπινός
2. το θηλ. ως ουσ. η υστεραία
(ενν. ημέρα) η αυριανή μέρα
νεοελλ.
φρ. «υστεραίες ωδίνες»
ιατρ. οι ωδίνες της υστεροτοκίας
αρχ.
ύστερος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὕστερος + κατάλ. -αῖος (πρβλ. προτεραῖος)].

Greek Monotonic

ὑστεραῖος: -α, -ον (ὕστερος), αυτός που ανήκει στην επόμενη μέρα, (πρβλ. προτεραῖοςτῇ ὑστεραίᾳ (Ιων. -αίῃ) ἡμέρᾳ, τη μέρα που ακολουθεί, την επαύριο, την επομένη μέρα, Λατ. postridie, σε Ηρόδ.· συχνά και χωρίς το ἡμέρᾳ, στον ίδ., Αττ.· επίσης, ἐς τὴν ὑστεραίην, σε Ηρόδ.· ἐν τῇ ὑστεραίᾳ, σε Πλάτ.· με γεν., τῇ ὑστεραίᾳ τῆς μάχης, την επομένη μέρα της μάχης, στον ίδ.
II. = ὕστερος, μεταγενέστερος, ακόλουθος, επόμενος, σε Ηρόδ., Ξεν.

Middle Liddell

ὑστεραῖος, η, ον ὕστερος
I. on the day after, the next day (cf. προτεραῖοσ); τῇ ὑστεραίᾳ (ionic -αίῃ) ἡμέρᾳ on the following day, next day, Lat. postridie, Hdt.; often without ἡμέρᾳ, Hdt., Attic; also, ἐς τὴν ὑστεραίην Hdt.; ἐν τῇ ὑστ. Plat.:—c. gen., τῇ ὑστεραίᾳ τῆς μάχης on the day after the battle, Plat.
II. = ὕστερος, later, subsequent, Hdt., Xen.

Lexicon Thucydideum

posterior, hinder, later, 1.44.1, 4.13.1, 5.46.1, 7.11.2,
postridie, on the next day, 1.52.1. 2.22.2. 2.82.1. 3.36.4. 3.73.1. 3.79.3. 3.91.5. 3.109.1. 3.113.1. 4.13.3. 4.25.8. 4.31.1. 4.38.4. 4.45.2. 4.69.3. 4.96.9. 4.115.2. 4.130.1. 5.66.1. 6.7.2. 6.50.4. 6.67.1. 6.71.1. 6.97.5. 6.99.1. 6.101.1. 7.3.4. 7.35.2. 7.38.2. 7.39.1. 7.45.1. 7.52.1. 7.78.4. 7.78.8. 7.79.5. 7.83.1. 8.11.2. 8.23.2. 8.28.1. 8.35.4. 8.79.5. 8.93.1.