ζάγκλον: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />faucille.<br />'''Étymologie:''' DELG mot sicilien de [[Ζάγκλη]] = Messine, dont le port a une forme de faucille.
|btext=ου (τό) :<br />faucille.<br />'''Étymologie:''' DELG mot sicilien de [[Ζάγκλη]] = Messine, dont le port a une forme de faucille.
}}
{{elnl
|elnltext=ζάγκλον -ου, τό, Syr. voor δρέπανον, sikkel. Thuc. 6.4.5.
}}
{{elru
|elrutext='''ζάγκλον:''' τό [[серп]] (τὸ [[δρέπανον]] οἱ Σικελοὶ ζ. καλοῦσιν Thuc.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ζάγκλον:''' τό, [[δρεπάνι]] που χρησιμοποιείται κατά τον θερισμό, Λατ. [[falx]]· σικελική [[λέξη]] αντί [[δρέπανον]], σε Θουκ. Απ' όπου [[Ζάγκλη]], αρχαίο όνομα της Μεσσήνης.
|lsmtext='''ζάγκλον:''' τό, [[δρεπάνι]] που χρησιμοποιείται κατά τον θερισμό, Λατ. [[falx]]· σικελική [[λέξη]] αντί [[δρέπανον]], σε Θουκ. Απ' όπου [[Ζάγκλη]], αρχαίο όνομα της Μεσσήνης.
}}
{{elnl
|elnltext=ζάγκλον -ου, τό, Syr. voor δρέπανον, sikkel. Thuc. 6.4.5.
}}
{{elru
|elrutext='''ζάγκλον:''' τό [[серп]] (τὸ [[δρέπανον]] οἱ Σικελοὶ ζ. καλοῦσιν Thuc.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[ζάγκλον]], ου, τό,<br />a [[reaping]]-[[hook]] or [[sickle]], Lat. [[falx]], Sicilian [[word]] for [[δρέπανον]], Thuc. Hence [[Ζάγκλη]], the [[ancient]] [[name]] for [[Messana]].
|mdlsjtxt=[[ζάγκλον]], ου, τό,<br />a [[reaping]]-[[hook]] or [[sickle]], Lat. [[falx]], Sicilian [[word]] for [[δρέπανον]], Thuc. Hence [[Ζάγκλη]], the [[ancient]] [[name]] for [[Messana]].
}}
}}

Revision as of 23:25, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ζάγκλον Medium diacritics: ζάγκλον Low diacritics: ζάγκλον Capitals: ΖΑΓΚΛΟΝ
Transliteration A: zánklon Transliteration B: zanklon Transliteration C: zagklon Beta Code: za/gklon

English (LSJ)

τό, reaping-hook, sickle, Sicilian for δρέπανον, Th.6.4, cf. Call.Aet.Oxy.2080.73. (ζάγκλιον,= σκολιόν, acc. to Str.6.2.3.)

German (Pape)

[Seite 1135] τό, = Vor., nach Thuc. 6, 4 u. St. B. eigtl. sicilisch, wie ζάγκλιον, nach Strab. 6, 2, 3 = σκολιόν. Andere deuteten ἄγκλιον, = ἄγκυλον, u. erklärten so den Namen der Stadt Ζάγκλη.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
faucille.
Étymologie: DELG mot sicilien de Ζάγκλη = Messine, dont le port a une forme de faucille.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

ζάγκλον -ου, τό, Syr. voor δρέπανον, sikkel. Thuc. 6.4.5.

Russian (Dvoretsky)

ζάγκλον: τό серп (τὸ δρέπανον οἱ Σικελοὶ ζ. καλοῦσιν Thuc.).

Greek (Liddell-Scott)

ζάγκλον: τό, δρέπανον πρὸς θερισμόν, Λατ. falx, Θουκ. 6. 4· κατὰ τὸν Στράβ. 268. ζάγκλιον = σκολιὸν (καὶ ἑπομένως συγγενὲς τῷ ἀγκύλος)· καὶ ὁ Θουκ. 6. 4 λέγει ὅτι ἦτο λέξις Σικελικὴ ἀντὶ τοῦ δρέπανον· πρβλ. Κουρτ. Gr. Et. σ. 606.

Greek Monolingual

ζάγκλον, τὸ (Α)
δρεπάνι για θέρισμα («τὸ δὲ δρέπανον οἱ Σικελοὶ ζάγκλον καλοῦσι», Θουκ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος τ. του ζάγκλη].

Greek Monotonic

ζάγκλον: τό, δρεπάνι που χρησιμοποιείται κατά τον θερισμό, Λατ. falx· σικελική λέξη αντί δρέπανον, σε Θουκ. Απ' όπου Ζάγκλη, αρχαίο όνομα της Μεσσήνης.

Middle Liddell

ζάγκλον, ου, τό,
a reaping-hook or sickle, Lat. falx, Sicilian word for δρέπανον, Thuc. Hence Ζάγκλη, the ancient name for Messana.