ἄμειψις: Difference between revisions
Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιον ἡ ὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking
m (LSJ1 replacement) |
mNo edit summary |
||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-εως, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[intercambio]] c. sent. comercial τὰς ἀμείψεις καὶ τὰς οἰκονομίας πρὸς πάντας ... ποιεῖσθαι Plb.10.1.5, ποιοῦσι (οἱ ποταμοί) τάς τε κομιδὰς καὶ τὰς ἀμείψεις ... λυσιτελεῖς D.H.1.37, ἀμείψεις ἐποιοῦντο τῶν ὠνίων D.H.7.58, ἡ μὲν ἀριθμητικὴ (εὔχρηστον) πρὸς ... ἀμείψεις καὶ κοινωνίας Nicom.<i>Ar</i>.1.3.7<br /><b class="num">•</b>en sent. gener. [[cambio]] ἐν ἀμείψει τῶν τάξεων ἦσαν éstos estaban cambiando (de lugar) las formaciones</i> Plu.<i>Arist</i>.16, | |dgtxt=-εως, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[intercambio]] c. sent. comercial τὰς ἀμείψεις καὶ τὰς οἰκονομίας πρὸς πάντας ... ποιεῖσθαι Plb.10.1.5, ποιοῦσι (οἱ ποταμοί) τάς τε κομιδὰς καὶ τὰς ἀμείψεις ... λυσιτελεῖς D.H.1.37, ἀμείψεις ἐποιοῦντο τῶν ὠνίων D.H.7.58, ἡ μὲν ἀριθμητικὴ (εὔχρηστον) πρὸς ... ἀμείψεις καὶ κοινωνίας Nicom.<i>Ar</i>.1.3.7<br /><b class="num">•</b>en sent. gener. [[cambio]] ἐν ἀμείψει τῶν τάξεων ἦσαν éstos estaban cambiando (de lugar) las formaciones</i> Plu.<i>Arist</i>.16, ἄμειψις χάριτος = intercambio de favores</i> D.S.21.17, ἄμειψις ὀνομάτων Anon.<i>in SE</i> 46.25.<br /><b class="num">2</b> [[cambio]] τῆς χρόας Plu.2.978e<br /><b class="num">•</b>en fil. κατὰ τὴν ἄμειψιν ταύτην καὶ τὴν εἰς ἄλληλα ἐν μέρει μεταβολὴν Alex.Aphr. en Simp.<i>in Ph</i>.1125.6, ἡ κίνησις γὰρ τόπων ἐστὶ μεταβολὴ καὶ ἄμειψις κατὰ τὸ συνεχές Phlp.<i>in Ph</i>.567<br /><b class="num">•</b>en sent. monetario ἡ τῶν ἀσσαρίων ἄμειψις <i>OGI</i> 484.12 (Pérgamo I a.C.)<br /><b class="num">•</b>gen. ἀμείψεως = [[a cambio]] παρέλαβον ... κριθῆς καθαρᾶς ... ἀμείψεως σίτου ... ἀρτάβας χειλίας he recibido mil artabas de cebada limpia a cambio del trigo</i>, <i>PCair.Isidor</i>.47.44 (IV a.C.).<br /><b class="num">3</b> [[relevo]] de una [[cuadrilla]] de mineros <i>PFlor</i>.3.7, 16 (III a.C.), de funcionarios o liturgias <i>PLond</i>.1248.20 (IV a.C.), <i>POxy</i>.1425.7 (IV a.C.)<br /><b class="num">•</b>[[sucesión]], [[turno]] τῶν γενῶν la sucesión de las edades</i> Plu.<i>Sull</i>.7.<br /><b class="num">4</b> [[recompensa]] [[ἄμειψις]] (τῶν εὐεργετημάτων) <i>IPr</i>.105.18, ἄμειψις ἀρετῆς = recompensa por la virtud</i> Phlp.<i>in de An</i>.111<br /><b class="num">•</b>[[pago]] ἀργυρικὴ ἄμειψις D.S.3.47, ἐβένους ἀντέδωκαν ἀμείψεις σου te dieron ébano en pago</i> Sm.<i>Ez</i>.27.15.<br /><b class="num">5</b> [[réplica]] περὶ τὰς ἀμείψεις καὶ τὰς ἀπαντήσεις Plu.2.803c. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 09:01, 30 November 2023
English (LSJ)
-εως, ἡ, (ἀμείβω)
A exchange, interchange, Plb.10.1.5; ἐν ἀμείψει τῶν τάξεων Plu.Arist.16; ὀνομάτων Anon. in SE46.25: succession, τῶν γενῶν Plu.Sull.7; change, τῆς χρόας Id.2.978d.
II requiting, repaying, [τῶν εὐεργετημάτων] Inscr.Prien.105.18.
2 repartee, Plu.2.803c.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 intercambio c. sent. comercial τὰς ἀμείψεις καὶ τὰς οἰκονομίας πρὸς πάντας ... ποιεῖσθαι Plb.10.1.5, ποιοῦσι (οἱ ποταμοί) τάς τε κομιδὰς καὶ τὰς ἀμείψεις ... λυσιτελεῖς D.H.1.37, ἀμείψεις ἐποιοῦντο τῶν ὠνίων D.H.7.58, ἡ μὲν ἀριθμητικὴ (εὔχρηστον) πρὸς ... ἀμείψεις καὶ κοινωνίας Nicom.Ar.1.3.7
•en sent. gener. cambio ἐν ἀμείψει τῶν τάξεων ἦσαν éstos estaban cambiando (de lugar) las formaciones Plu.Arist.16, ἄμειψις χάριτος = intercambio de favores D.S.21.17, ἄμειψις ὀνομάτων Anon.in SE 46.25.
2 cambio τῆς χρόας Plu.2.978e
•en fil. κατὰ τὴν ἄμειψιν ταύτην καὶ τὴν εἰς ἄλληλα ἐν μέρει μεταβολὴν Alex.Aphr. en Simp.in Ph.1125.6, ἡ κίνησις γὰρ τόπων ἐστὶ μεταβολὴ καὶ ἄμειψις κατὰ τὸ συνεχές Phlp.in Ph.567
•en sent. monetario ἡ τῶν ἀσσαρίων ἄμειψις OGI 484.12 (Pérgamo I a.C.)
•gen. ἀμείψεως = a cambio παρέλαβον ... κριθῆς καθαρᾶς ... ἀμείψεως σίτου ... ἀρτάβας χειλίας he recibido mil artabas de cebada limpia a cambio del trigo, PCair.Isidor.47.44 (IV a.C.).
3 relevo de una cuadrilla de mineros PFlor.3.7, 16 (III a.C.), de funcionarios o liturgias PLond.1248.20 (IV a.C.), POxy.1425.7 (IV a.C.)
•sucesión, turno τῶν γενῶν la sucesión de las edades Plu.Sull.7.
4 recompensa ἄμειψις (τῶν εὐεργετημάτων) IPr.105.18, ἄμειψις ἀρετῆς = recompensa por la virtud Phlp.in de An.111
•pago ἀργυρικὴ ἄμειψις D.S.3.47, ἐβένους ἀντέδωκαν ἀμείψεις σου te dieron ébano en pago Sm.Ez.27.15.
5 réplica περὶ τὰς ἀμείψεις καὶ τὰς ἀπαντήσεις Plu.2.803c.
German (Pape)
[Seite 121] ἡ, Tausch, Pind. frg. 6; Pol. 10, 1, Vergeltung, ἀργυρική, Bezahlung in Silber, Diod. S. 4, 47; Veränderung, Plut. Syll. 7 Arist. 16; Antwort, Plut. reip. ger. pr. 7.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
1 échange;
2 succession;
3 réponse.
Étymologie: ἀμείβω.
Russian (Dvoretsky)
ἄμειψις: εως ἡ
1 мена, обмен Pind.: αἱ ἀμείψεις πρός τινα Polyb. меновая торговля с кем-л.; ἡ ἀργυρικἡ ἄ. Diod. обмен (товаров) на серебро;
2 смена (τῶν τάξεων Plut.);
3 ответ (ἀμείψεις καὶ ἀπαντήσεις Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
ἄμειψις: -εως, ἡ, (ἀμείβω) ἀλλαγή, ἀνταλλαγή, Πολύβ. 10. 1, 5· ἐν ἀμείψει τῶν τάξεων, καθ’ ἣν ὥραν ἀλλάσσονται αἱ τάξεις, Πλουτ. Ἀριστείδ. 16: - μεταλλαγή, διαδοχή, ὁ αὐτ. Σύλλ. 7. ΙΙ. ἀνταπόδοσις, ὅθεν καὶ ἀπόκρισις, ὁ αὐτ. 2. 803C.
Greek Monolingual
ἄμειψις (-έως), η (Α) ἀμείβω
1. αλλαγή, ανταλλαγή
2. μεταβολή, αλλοίωση
3. διαδοχή
4. ανταπόδοση
5. εύστροφη απάντηση, ανταπάντηση.
Greek Monotonic
ἄμειψις: -εως, ἡ (ἀμείβω),
1. αλλαγή, ανταλλαγή, σε Πλούτ.
2. εναλλαγή, διαδοχή, στον ίδ.
Middle Liddell
ἀμείβω
1. exchange, interchange, Plut.
2. change, succession, Plut.