συνοράω: Difference between revisions
νὺξ μὲν ἐμὸν κατέχει ζωῆς φάος ὑπνοδοτείρη → sleep-giving night hath quenched my light of life | sleep-giving night covers my light of life | night, the giver of sleep, holds the light of my life
m (Text replacement - "Theophrastus" to "Thphr.") |
|||
(14 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=synorao | |Transliteration C=synorao | ||
|Beta Code=sunora/w | |Beta Code=sunora/w | ||
|Definition=fut. | |Definition=fut. συνόψομαι: aor. συνεῖδον, inf. -ῐδεῖν:—<br><span class="bld">A</span> to [[be able to see]], [[have within the range of one's vision]], πυρὰ ἔκαιον καὶ συνεώρων ἀλλήλους X.''An.''4.1.11, cf. 5.2.13, Arr.''An.''5.11.2; <b class="b3">θυρεὸν.. οὗ τὴν ἐπιγραφὴν οὐκ ἦν συνιδεῖν</b> the inscription on which it was impossible to [[make out]], Inscr.Délos 1417 ''A'' i 23 (ii B.C.); εἵ τις μὴ συνορῴη τὸ γινόμενον ἀλλὰ διὰ τῆς ἀκοῆς μόνον κρίνοι Artemo ap.Ath.14.637e; συνιδόντες [τὸν στόλον].. ἀνήγοντο Plb.1.23.3, cf. 1.28.7, 3.66.3, ''PRein.''18.17 (ii B.C.), [[LXX]] ''2 Ma.''15.21, al., Plu.2.940d:—Pass., δύνασθαι δεῖ συνορᾶσθαι τὴν ἀρχὴν καὶ τὸ τέλος Arist.''Po.''1459b19.<br><span class="bld">II</span> [[see]], [[comprehend]], ταῦτα πάντα [[Plato|Pl.]]''[[Leges|Lg.]]''904b, D.1.28; τὰ πολλαχῇ διεσπαρμένα [[Plato|Pl.]]''[[Phaedrus|Phdr.]]''265d, cf. ''Lg.''965b; πράγματα συνιδεῖν ἱκανός Memn. 3.2; <b class="b3">δεινὴ φύσιν μικρῶν παιδίων συνιδεῖν εὐπρεπῆ</b> clever at [[picking out]] or detecting.., D.59.18; νόμοι.. ῥᾴδιοι συνιδεῖν Isoc.12.144; ἡ τῶν δημοσίων γραμμάτων φυλακὴ.. ἀπέδωκε τῷ δήμῳ, ὁπόταν βούληται, συνιδεῖν τοὺς πάλαι μὲν πονηρούς, ἐκ μεταβολῆς δ' ἀξιοῦντας εἶναι χρηστούς Aeschin.3.75; οὐδεὶς ἐφ' αὑτοῦ τὰ κακὰ συνορᾷ,.. ἑτέρου δ' ἀσχημονοῦντος ὄψεται Men.631; ὀρθῶς συνεώρακε τὸ ἀγνόημα Hipparch. 2.3.20; τὸ πλῆθος τῶν τόνων συνιδεῖν Ptol.''Harm.''2.9; <b class="b3">συνιδεῖν ἦν τῷ προσέχοντι τὸν νοῦν [ἡ ἀρχὴ] ἰσχυρὰ οὖσα</b>, i.e. one might [[see]] that it was... X.''An.''1.5.9; εἰ μέλλοι τις τὰ διαφέροντα καθαρίως ἐν [τῇ Ῥωμαίων πολιτείᾳ] συνόψεσθαι Plb.6.3.4; συνιδὼν.. ἰσχυρὸν ὑπάρχοντα.. τὸν ἀέρα Ph.''Bel.''77.17; ταχεῖαν καὶ ἄχρονον θεοῦ δύναμιν μὴ συνεωρακότας Ph.1.177, cf. 635; <b class="b3">μάχην οὗτος οὐ συνορᾷ</b> he doesn't [[see]] any contradiction, Arr.''Epict.''1.5.8, cf. 2.19.1; τὴν κοινότητα συνορᾶν Plu.2.34c, cf. 950d,977e, ''Cam.''40; ὁ Κάλχας οὐ συνεῖδε τὸν καιρόν Id.2.29c; <b class="b3">τὸ αἴτιον ἐκ τῶν νῦν λεχθέντων σ.</b> Arist.''GA''772b11, cf. Plb.1.4.7; freq. in Epicur., ''Nat.''28.11, al.; σ. περὶ τῶν ἀδήλων ''Ep.''1p.5U.; ἐκ τῶν λέξεων ''Nat.''28.6; <b class="b3">ἐν τοῖς τοιούτοις ἀκροαταῖς οἳ οὐ δύνανται διὰ πολλῶν συνορᾶν οὐδὲ λογίζεσθαι πόρρωθεν</b> cannot [[see]] an argument built up from many particulars, Arist.''Rh.''1357a4; συνεωρακέναι καὶ λελογίσθαι ὅτι.. D.45.68; συνορᾶν ὅτι.. Isoc.5.56, Epicur.''Fr.''53, Sor.1.46, Plu. 2.698e; ὡς.. [[Theophrastus|Thphr.]] ''Sens.''36, Luc.''JTr.''42; χαλεπὸν συνιδεῖν εἰ.. Isoc.2.7; σ. ποία πολιτεία ἀρίστη [[Aristotle|Arist.]]''[[Nicomachean Ethics|EN]]''1181b21; πότερον.. Id.''Ph.'' 241b32:—Pass., <b class="b3">οὔπω συνῶπται ἱκανῶς</b> [[has]] not yet [[been]] sufficiently [[observed]], Id.''GA''762a34, cf. ''HA''580a20; ἐκ τούτου πρῶτον συνοφθῆναι τὴν δύναμιν [[Theophrastus|Thphr.]] ''[[Historia Plantarum|HP]]'' 9.10.2.<br><span class="bld">2</span> [[pay attention to]], [[see to]] a thing, τὰ προσφερόμενα ἅπαντα χρὴ συνορῆν ὅπως συνοίσει Hp.''Medic.''3; <b class="b3">πρὸς τοὺς χρόνους τῆς ὥρης.. συνορῆν, ὅκως..</b>ib.4.<br><span class="bld">3</span> aor. part. [[συνιδών]], [[having become aware of]], Act.Ap.12.12; <b class="b3">συνιδόντες κατέφυγον</b> ib.14.6.<br><span class="bld">III</span> [[resolve]], c. inf., Lyd.''Mag.''3.26, ''Cod.Just.''1.4.29.8; <b class="b3">συνορῶ τέως ἐν ταυτότητι μεῖναι τὰς ῥύσεις</b> I [[desire]] that... ''[[Oxyrhynchus Papyri|POxy.]]''940.2 v A.D.); [[decide]] judicially, ''PMonac.''1.20, 6.55, al. (vi A.D.); ἐὰν συνίδῃ δεόμενον τὸ πρᾶγμα ζητήσεως ''Cod.Just.''4.20.15.2. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{bailly | ||
| | |btext=<i>f.</i> [[συνόψομαι]], <i>ao.2</i> συνεῖδον, <i>etc.</i><br /><b>1</b> [[voir ensemble]], [[embrasser d'un coup d'œil]], acc. ; avec un part. : [[συνιδεῖν]] [[ἦν]] ἡ ἀρχὴ ἰσχυρὰ [[οὖσα]] XÉN on pouvait voir, en y faisant attention, que l'empire du roi était puissant;<br /><b>2</b> [[se voir les uns les autres]] : πυρὰ ἔκαιον καὶ συνεώρων ἀλλήλους XÉN ils allumaient des feux et se faisaient des signaux les uns les autres.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[ὁράω]]. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{elnl | ||
| | |elnltext=συν-οράω, Att. ook ξυνοράω tegelijk zien:. συνεώρων ἀλλήλους zij hielden elkaar in de gaten Xen. An. 4.1.11; δύνασθαι γὰρ δεῖ συνορᾶσθαι τὴν ἀρχὴν καὶ τὸ τέλος men moet het begin en het einde samen kunnen overzien Aristot. Poët. 1459b19. nauwkeurig bezien:. τὰ δὲ προσφερόμενα ἅπαντα μὲν χρὴ συνορῇν ὅπως συνοίσει je moet goed opletten dat alle middelen ook effect hebben Hp. Med. 3. opmerken, vaststellen, in één blik zien:; συνιδεῖν ἦν... (ἡ ἀρχὴ) ἰσχυρὰ οὖσα het was in één blik te zien dat (zijn macht) sterk was Xen. An. 1.5.9; σ. ποία πολιτεία ἀρίστη direct inzien welke staatsvorm de beste is Aristot. EN 1181b21; met ὅτι - of ὡς -bijzin:; ὅτι ταῦτα διοικεῖς σ. vaststellen dat je dit organiseert Isocr. 5.56; met εἰ -bijzin:. εἰ... ἔσται τὸ δῶρον... ἄξιον τῆς ὑποθέσεως χαλεπὸν... συνιδεῖν of het geschenk het ontwerp waardig zal zijn, is moeilijk vast te stellen Isocr. 2.7. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{pape | ||
| | |ptext=([[ὁράω]]), <i>[[übersehen]], [[ansehen]]</i>, ἀλλήλους, Xen. <i>An</i>. 5.2.13; <i>[[einsehen]], [[erkennen]]</i>, Isocr. 2.7, 3.17; τὸ [[μέγεθος]] συνίδοι, 4.120; συνεωρακέναι καὶ λελογίσθαι παρ' ἑαυτῷ, Dem. 45.68; εἰς μίαν ἰδέαν συνορῶντα ἄγειν τὰ πολλὰ διεσπαρμένα, Plat. <i>Phaedr</i>. 265d; Folgde: συνιδὼν τὸν κίνδυνον, Plut. <i>Them</i>. 7; συνώφθη, Pol. 6.49.6. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''συνοράω:''' (fut. [[συνόψομαι]], aor. 2 [[συνεῖδον]]) вместе или одновременно видеть, сразу обозревать (τὰ διεσπαρμένα Plat.): συνεώρων ἀλλήλους Xen. они видели друг друга, т. е. были на виду друг у друга; δύνασθαι [[δεῖ]] συνορᾶσθαι τὴν ἀρχὴν καὶ τὸ [[τέλος]] Arst. (эпопея не должна быть чрезмерно длинна), чтобы можно было одновременно видеть начало и конец; πάντα [[ταῦτα]] συνιδόντες Dem. имея в виду все это вместе взятое; [[ἄπορος]] συνοφθῆναι Plut. с трудом или едва заметный. | |elrutext='''συνοράω:''' (fut. [[συνόψομαι]], aor. 2 [[συνεῖδον]]) вместе или одновременно видеть, сразу обозревать (τὰ διεσπαρμένα Plat.): συνεώρων ἀλλήλους Xen. они видели друг друга, т. е. были на виду друг у друга; δύνασθαι [[δεῖ]] συνορᾶσθαι τὴν ἀρχὴν καὶ τὸ [[τέλος]] Arst. (эпопея не должна быть чрезмерно длинна), чтобы можно было одновременно видеть начало и конец; πάντα [[ταῦτα]] συνιδόντες Dem. имея в виду все это вместе взятое; [[ἄπορος]] συνοφθῆναι Plut. с трудом или едва заметный. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{lsm | ||
| | |lsmtext='''συνοράω:''' μέλ. <i>-όψομαι</i>, αόρ. βʹ <i>-εῖδον</i>, απαρ. <i>-ῐδεῖν</i>· πρβλ. [[σύνοιδα]]·<br /><b class="num">I.</b> [[βλέπω]] μαζί ή συγχρόνως, σε Ξεν.<br /><b class="num">II.</b> [[βλέπω]] ως [[σύνολο]], [[βλέπω]] με μια [[ματιά]], δια μιας, [[είτε]] με τα μάτια, [[είτε]] με τη [[διάνοια]], σε Πλάτ., Δημ.· κατά την [[ομιλία]], κάνω μια γενική [[θεώρηση]], σε Ισοκρ. κ.λπ. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''συνοράω''': μέλλ. συνόψομαι· ἀόρ. [[συνεῖδον]], ἀπαρ. -ῐδεῖν· πρβλ. [[σύνοιδα]]. [[Βλέπω]] [[ὁμοῦ]] ἢ συγχρόνως, συνεώρων ἀλλήλους Ξεν. Ἀν. 4. 1, 11., 5. 2, 13. ― Παθ., δεῖ συνορᾶσθαι τὴν ἀρχὴν καὶ τὸ [[τέλος]] Ἀριστ. Ποιητ. 24, 5. ΙΙ. [[βλέπω]] διὰ μιᾶς, ὡς ἐν συνόλῳ, [[εἴτε]] διὰ τῶν ὀφθαλμῶν [[εἴτε]] διὰ τῆς διανοίας, [[ταῦτα]] πάντα ξυνιδὼν Πλάτ. Νόμ. 904Β, Δημ. 17. 7· συνορῶντα… τὰ πολλαχῇ διεσπαρμένα ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρῳ 265D· δεινὸς συνορᾶν τὰ πράγματα [[Μέμνων]] ἐν Φωτ. Βιβλ. 223. 23· καὶ συνιδεῖν δ’ ἦν τῷ προσέχοντι τὸν νοῦν ἡ βασιλέως ἀρχὴ πλήθει μὲν χώρας καὶ ἀνθρώπων ἰσχυρὰ οὖσα (συνιδεῖν δ’ ἦν... ἡ βασιλέως [[ἀρχή]], ἀνακολούθως [[ἀντί]]: συνιδεῖν δ’ ἦν… τὴν βασιλέως [[ἀρχήν]]… ἰσχυρὰν οὖσαν), καὶ ὁ προσέχων τὸν νοῦν ἠδύνατο νὰ ἴδῃ διὰ μιᾶς, κτλ., Ξεν. Ἀν. 1. 5. 9· τὸ αἴτιον ἐκ τῶν νῦν λεχθέντων σ. Ἀριστ. περὶ Ζ. Γεν. 4. 4, 38· ― ἐπὶ λόγου, οὐ διὰ πολλῶν συνορᾶν ὁ αὐτ. ἐν Ρητορ. 1. 2, 12· τὸν βίον συνεορακέναι καὶ λελογίσθαι ὅτι… Δημ. 1122. 16· συνιδεῖν ὅτι... Ἰσοκρ. 93D· ὡς... Λουκ. ἐν Διῒ Τραγῳδ. 42· χαλεπὸν συνιδεῖν εἰ… Ἰσοκρ. 16Β· σ. [[ποία]] [[πολιτεία]] ἀρίστη Ἀριστ. Ἠθ. Νικ. 10. 9, 23· πότερον... ὁ αὐτ. ἐν Φυσ. 7. 1, 1. ― Παθ., οὐδέν πω συνῶπται ὁ αὐτ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 35, 2, κτλ.· συνοφθῆναι τὴν δύναμιν Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 10, 2· πρὸς τὰ συνεωραμένα [[Μέμνων]] ἔνθ’ ἀνωτ. ΙΙΙ. ἀποφασίζω, Βυζ. | |||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj |
Latest revision as of 07:34, 2 November 2024
English (LSJ)
fut. συνόψομαι: aor. συνεῖδον, inf. -ῐδεῖν:—
A to be able to see, have within the range of one's vision, πυρὰ ἔκαιον καὶ συνεώρων ἀλλήλους X.An.4.1.11, cf. 5.2.13, Arr.An.5.11.2; θυρεὸν.. οὗ τὴν ἐπιγραφὴν οὐκ ἦν συνιδεῖν the inscription on which it was impossible to make out, Inscr.Délos 1417 A i 23 (ii B.C.); εἵ τις μὴ συνορῴη τὸ γινόμενον ἀλλὰ διὰ τῆς ἀκοῆς μόνον κρίνοι Artemo ap.Ath.14.637e; συνιδόντες [τὸν στόλον].. ἀνήγοντο Plb.1.23.3, cf. 1.28.7, 3.66.3, PRein.18.17 (ii B.C.), LXX 2 Ma.15.21, al., Plu.2.940d:—Pass., δύνασθαι δεῖ συνορᾶσθαι τὴν ἀρχὴν καὶ τὸ τέλος Arist.Po.1459b19.
II see, comprehend, ταῦτα πάντα Pl.Lg.904b, D.1.28; τὰ πολλαχῇ διεσπαρμένα Pl.Phdr.265d, cf. Lg.965b; πράγματα συνιδεῖν ἱκανός Memn. 3.2; δεινὴ φύσιν μικρῶν παιδίων συνιδεῖν εὐπρεπῆ clever at picking out or detecting.., D.59.18; νόμοι.. ῥᾴδιοι συνιδεῖν Isoc.12.144; ἡ τῶν δημοσίων γραμμάτων φυλακὴ.. ἀπέδωκε τῷ δήμῳ, ὁπόταν βούληται, συνιδεῖν τοὺς πάλαι μὲν πονηρούς, ἐκ μεταβολῆς δ' ἀξιοῦντας εἶναι χρηστούς Aeschin.3.75; οὐδεὶς ἐφ' αὑτοῦ τὰ κακὰ συνορᾷ,.. ἑτέρου δ' ἀσχημονοῦντος ὄψεται Men.631; ὀρθῶς συνεώρακε τὸ ἀγνόημα Hipparch. 2.3.20; τὸ πλῆθος τῶν τόνων συνιδεῖν Ptol.Harm.2.9; συνιδεῖν ἦν τῷ προσέχοντι τὸν νοῦν [ἡ ἀρχὴ] ἰσχυρὰ οὖσα, i.e. one might see that it was... X.An.1.5.9; εἰ μέλλοι τις τὰ διαφέροντα καθαρίως ἐν [τῇ Ῥωμαίων πολιτείᾳ] συνόψεσθαι Plb.6.3.4; συνιδὼν.. ἰσχυρὸν ὑπάρχοντα.. τὸν ἀέρα Ph.Bel.77.17; ταχεῖαν καὶ ἄχρονον θεοῦ δύναμιν μὴ συνεωρακότας Ph.1.177, cf. 635; μάχην οὗτος οὐ συνορᾷ he doesn't see any contradiction, Arr.Epict.1.5.8, cf. 2.19.1; τὴν κοινότητα συνορᾶν Plu.2.34c, cf. 950d,977e, Cam.40; ὁ Κάλχας οὐ συνεῖδε τὸν καιρόν Id.2.29c; τὸ αἴτιον ἐκ τῶν νῦν λεχθέντων σ. Arist.GA772b11, cf. Plb.1.4.7; freq. in Epicur., Nat.28.11, al.; σ. περὶ τῶν ἀδήλων Ep.1p.5U.; ἐκ τῶν λέξεων Nat.28.6; ἐν τοῖς τοιούτοις ἀκροαταῖς οἳ οὐ δύνανται διὰ πολλῶν συνορᾶν οὐδὲ λογίζεσθαι πόρρωθεν cannot see an argument built up from many particulars, Arist.Rh.1357a4; συνεωρακέναι καὶ λελογίσθαι ὅτι.. D.45.68; συνορᾶν ὅτι.. Isoc.5.56, Epicur.Fr.53, Sor.1.46, Plu. 2.698e; ὡς.. Thphr. Sens.36, Luc.JTr.42; χαλεπὸν συνιδεῖν εἰ.. Isoc.2.7; σ. ποία πολιτεία ἀρίστη Arist.EN1181b21; πότερον.. Id.Ph. 241b32:—Pass., οὔπω συνῶπται ἱκανῶς has not yet been sufficiently observed, Id.GA762a34, cf. HA580a20; ἐκ τούτου πρῶτον συνοφθῆναι τὴν δύναμιν Thphr. HP 9.10.2.
2 pay attention to, see to a thing, τὰ προσφερόμενα ἅπαντα χρὴ συνορῆν ὅπως συνοίσει Hp.Medic.3; πρὸς τοὺς χρόνους τῆς ὥρης.. συνορῆν, ὅκως..ib.4.
3 aor. part. συνιδών, having become aware of, Act.Ap.12.12; συνιδόντες κατέφυγον ib.14.6.
III resolve, c. inf., Lyd.Mag.3.26, Cod.Just.1.4.29.8; συνορῶ τέως ἐν ταυτότητι μεῖναι τὰς ῥύσεις I desire that... POxy.940.2 v A.D.); decide judicially, PMonac.1.20, 6.55, al. (vi A.D.); ἐὰν συνίδῃ δεόμενον τὸ πρᾶγμα ζητήσεως Cod.Just.4.20.15.2.
French (Bailly abrégé)
f. συνόψομαι, ao.2 συνεῖδον, etc.
1 voir ensemble, embrasser d'un coup d'œil, acc. ; avec un part. : συνιδεῖν ἦν ἡ ἀρχὴ ἰσχυρὰ οὖσα XÉN on pouvait voir, en y faisant attention, que l'empire du roi était puissant;
2 se voir les uns les autres : πυρὰ ἔκαιον καὶ συνεώρων ἀλλήλους XÉN ils allumaient des feux et se faisaient des signaux les uns les autres.
Étymologie: σύν, ὁράω.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
συν-οράω, Att. ook ξυνοράω tegelijk zien:. συνεώρων ἀλλήλους zij hielden elkaar in de gaten Xen. An. 4.1.11; δύνασθαι γὰρ δεῖ συνορᾶσθαι τὴν ἀρχὴν καὶ τὸ τέλος men moet het begin en het einde samen kunnen overzien Aristot. Poët. 1459b19. nauwkeurig bezien:. τὰ δὲ προσφερόμενα ἅπαντα μὲν χρὴ συνορῇν ὅπως συνοίσει je moet goed opletten dat alle middelen ook effect hebben Hp. Med. 3. opmerken, vaststellen, in één blik zien:; συνιδεῖν ἦν... (ἡ ἀρχὴ) ἰσχυρὰ οὖσα het was in één blik te zien dat (zijn macht) sterk was Xen. An. 1.5.9; σ. ποία πολιτεία ἀρίστη direct inzien welke staatsvorm de beste is Aristot. EN 1181b21; met ὅτι - of ὡς -bijzin:; ὅτι ταῦτα διοικεῖς σ. vaststellen dat je dit organiseert Isocr. 5.56; met εἰ -bijzin:. εἰ... ἔσται τὸ δῶρον... ἄξιον τῆς ὑποθέσεως χαλεπὸν... συνιδεῖν of het geschenk het ontwerp waardig zal zijn, is moeilijk vast te stellen Isocr. 2.7.
German (Pape)
(ὁράω), übersehen, ansehen, ἀλλήλους, Xen. An. 5.2.13; einsehen, erkennen, Isocr. 2.7, 3.17; τὸ μέγεθος συνίδοι, 4.120; συνεωρακέναι καὶ λελογίσθαι παρ' ἑαυτῷ, Dem. 45.68; εἰς μίαν ἰδέαν συνορῶντα ἄγειν τὰ πολλὰ διεσπαρμένα, Plat. Phaedr. 265d; Folgde: συνιδὼν τὸν κίνδυνον, Plut. Them. 7; συνώφθη, Pol. 6.49.6.
Russian (Dvoretsky)
συνοράω: (fut. συνόψομαι, aor. 2 συνεῖδον) вместе или одновременно видеть, сразу обозревать (τὰ διεσπαρμένα Plat.): συνεώρων ἀλλήλους Xen. они видели друг друга, т. е. были на виду друг у друга; δύνασθαι δεῖ συνορᾶσθαι τὴν ἀρχὴν καὶ τὸ τέλος Arst. (эпопея не должна быть чрезмерно длинна), чтобы можно было одновременно видеть начало и конец; πάντα ταῦτα συνιδόντες Dem. имея в виду все это вместе взятое; ἄπορος συνοφθῆναι Plut. с трудом или едва заметный.
Greek Monotonic
συνοράω: μέλ. -όψομαι, αόρ. βʹ -εῖδον, απαρ. -ῐδεῖν· πρβλ. σύνοιδα·
I. βλέπω μαζί ή συγχρόνως, σε Ξεν.
II. βλέπω ως σύνολο, βλέπω με μια ματιά, δια μιας, είτε με τα μάτια, είτε με τη διάνοια, σε Πλάτ., Δημ.· κατά την ομιλία, κάνω μια γενική θεώρηση, σε Ισοκρ. κ.λπ.
Greek (Liddell-Scott)
συνοράω: μέλλ. συνόψομαι· ἀόρ. συνεῖδον, ἀπαρ. -ῐδεῖν· πρβλ. σύνοιδα. Βλέπω ὁμοῦ ἢ συγχρόνως, συνεώρων ἀλλήλους Ξεν. Ἀν. 4. 1, 11., 5. 2, 13. ― Παθ., δεῖ συνορᾶσθαι τὴν ἀρχὴν καὶ τὸ τέλος Ἀριστ. Ποιητ. 24, 5. ΙΙ. βλέπω διὰ μιᾶς, ὡς ἐν συνόλῳ, εἴτε διὰ τῶν ὀφθαλμῶν εἴτε διὰ τῆς διανοίας, ταῦτα πάντα ξυνιδὼν Πλάτ. Νόμ. 904Β, Δημ. 17. 7· συνορῶντα… τὰ πολλαχῇ διεσπαρμένα ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρῳ 265D· δεινὸς συνορᾶν τὰ πράγματα Μέμνων ἐν Φωτ. Βιβλ. 223. 23· καὶ συνιδεῖν δ’ ἦν τῷ προσέχοντι τὸν νοῦν ἡ βασιλέως ἀρχὴ πλήθει μὲν χώρας καὶ ἀνθρώπων ἰσχυρὰ οὖσα (συνιδεῖν δ’ ἦν... ἡ βασιλέως ἀρχή, ἀνακολούθως ἀντί: συνιδεῖν δ’ ἦν… τὴν βασιλέως ἀρχήν… ἰσχυρὰν οὖσαν), καὶ ὁ προσέχων τὸν νοῦν ἠδύνατο νὰ ἴδῃ διὰ μιᾶς, κτλ., Ξεν. Ἀν. 1. 5. 9· τὸ αἴτιον ἐκ τῶν νῦν λεχθέντων σ. Ἀριστ. περὶ Ζ. Γεν. 4. 4, 38· ― ἐπὶ λόγου, οὐ διὰ πολλῶν συνορᾶν ὁ αὐτ. ἐν Ρητορ. 1. 2, 12· τὸν βίον συνεορακέναι καὶ λελογίσθαι ὅτι… Δημ. 1122. 16· συνιδεῖν ὅτι... Ἰσοκρ. 93D· ὡς... Λουκ. ἐν Διῒ Τραγῳδ. 42· χαλεπὸν συνιδεῖν εἰ… Ἰσοκρ. 16Β· σ. ποία πολιτεία ἀρίστη Ἀριστ. Ἠθ. Νικ. 10. 9, 23· πότερον... ὁ αὐτ. ἐν Φυσ. 7. 1, 1. ― Παθ., οὐδέν πω συνῶπται ὁ αὐτ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 35, 2, κτλ.· συνοφθῆναι τὴν δύναμιν Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 10, 2· πρὸς τὰ συνεωραμένα Μέμνων ἔνθ’ ἀνωτ. ΙΙΙ. ἀποφασίζω, Βυζ.
Middle Liddell
fut. -όψομαι aor2 -εῖδον inf. -ῐδεῖν [cf. σύνοιδα
I. to see together or at the same time, Xen.
II. to see in one view, see at a glance, whether with the eyes or mind, Plat., Dem.:—in speaking, to take a general view, Isocr., etc.
Chinese
原文音譯:sune⋯dw 尋-誒多
詞類次數:動詞(4)
原文字根:共同-覺察
字義溯源:看透,覺察,覺得,想了一想,知情,知道,警覺;由(σύν / συνεπίσκοπος)*=同)與(οἶδα)*=看見)組成
出現次數:總共(4);徒(3);林前(1)
譯字彙編:
1) 覺得(1) 林前4:4;
2) 知道了(1) 徒14:6;
3) 想了一想(1) 徒12:12;
4) 知情(1) 徒5:2