συστοιχία: Difference between revisions
Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον → For God so loved the world that he gave his only begotten Son that whosoever believeth in him should not perish but have everlasting life (John 3:16)
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "Theophrastus" to "Thphr.") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
(13 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=systoichia | |Transliteration C=systoichia | ||
|Beta Code=sustoixi/a | |Beta Code=sustoixi/a | ||
|Definition=ἡ, | |Definition=ἡ, [[column]] or [[series]] of things or ideas, Arist.''APr.''66b27, ''Metaph.''1004b27, 1066a15, 1072a31, [[Theophrastus|Thphr.]] ''[[De Causis Plantarum|CP]]'' 6.5.6; <b class="b3">ἐκ τῶν σ. ὅσαι μὴ ἐπαλλάττουσιν ἀλλήλαις</b> from [[series]] which are mutually exclusive, Arist.''APo.''79b7; <b class="b3">ἐν τῇ αὐτῇ σ. τῆς κατηγορίας</b> in the same [[line]] of predication, Id.''Metaph.'' 1054b35, 1058a13; especially in Pythag. philosophy, [[pair of co-ordinate]] or [[parallel columns]], <b class="b3">αἱ ἀρχαὶ αἱ κατὰ συστοιχίαν λεγόμεναι</b> in [[a series of co-ordinate pairs]], as [[odd]] and [[even]], [[one]] and [[many]], [[right]] and [[left]], ib.986a23; also, [[either of such parallel columns]], ib.1093b12, ''PA''670b21, ''EN''1096b6, al., [[Theophrastus|Thphr.]] ''Vent.'' 58, Gal.18(2).167. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1044.png Seite 1044]] ἡ, Zusammenstehen, die Zusammenstellung in [[eine]] Reihe, Ordnung, das Gehören zu derselben Klasse, dah. Verwandtschaft, Entsprechung; ἐν τῇ αὐτῇ συστοιχίᾳ wird Arist. metaph. 9, 3 erkl. ἐν ταὐτῷ γένει, vgl. 1, 5 und Nic. eth. 1, 6, 7, wo nach den Pythagoreern συστοιχίαι τῶν ἀγαθῶν aufgeführt werden; top. 2, 9 u. anal. post. 1, 29 werden κινεῖσθαι u. ἠρεμίζεσθαι als τῆς ἑτέρας συστοιχίας bezeichnet. Vgl. das Folgde. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1044.png Seite 1044]] ἡ, Zusammenstehen, die Zusammenstellung in [[eine]] Reihe, Ordnung, das Gehören zu derselben Klasse, dah. Verwandtschaft, Entsprechung; ἐν τῇ αὐτῇ συστοιχίᾳ wird Arist. metaph. 9, 3 erkl. ἐν ταὐτῷ γένει, vgl. 1, 5 und Nic. eth. 1, 6, 7, wo nach den Pythagoreern συστοιχίαι τῶν ἀγαθῶν aufgeführt werden; top. 2, 9 u. anal. post. 1, 29 werden κινεῖσθαι u. ἠρεμίζεσθαι als τῆς ἑτέρας συστοιχίας bezeichnet. Vgl. das Folgde. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{bailly | ||
| | |btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> [[situation sur le même rang]], [[sur la même ligne]];<br /><b>2</b> <i>fig.</i> similitude <i>ou</i> analogie de classe, d'espèce, de catégorie ; <i>t. de gramm.</i> analogie des sons qui se prononcent avec le même organe.<br />'''Étymologie:''' [[σύστοιχος]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=συστοιχία -ας, ἡ [σύστοιχος] [[rij]], [[reeks]]. | |||
}} | }} | ||
{{ | {{elru | ||
| | |elrutext='''συστοιχία:''' ἡ<br /><b class="num">1</b> [[ряд]] (однородных или однотипных вещей): τὰ ἐν τῇ αὐτῇ συστοιχίᾳ Arst. вещи одного ряда (порядка); αἱ ἀρχαὶ αἱ κατὰ συστοιχίαν Arst. (пифагорейские) начала, расположенные рядами (т. е. попарно);<br /><b class="num">2</b> грам. ряд однородных по месту образования звуков. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
Line 25: | Line 28: | ||
|lsmtext='''συστοιχία:''' ἡ, [[σειρά]] πραγμάτων ή εννοιών που υπάγονται στο ίδιο είδος ή την [[ίδια]] [[λογική]] [[κατηγορία]] ή [[τάξη]], σε Αριστ. | |lsmtext='''συστοιχία:''' ἡ, [[σειρά]] πραγμάτων ή εννοιών που υπάγονται στο ίδιο είδος ή την [[ίδια]] [[λογική]] [[κατηγορία]] ή [[τάξη]], σε Αριστ. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{ls | ||
| | |lstext='''συστοιχία''': ἡ, τὸ ἵστασθαι ἐν τῇ αὐτῇ σειρᾷ, τὰς συστοιχίας τῆς ἀμπέλου Σχόλ. εἰς Θεόκρ. 1. 48. ΙΙ. σειρὰ πραγμάτων ἢ ἐννοιῶν ὑπαγομένων εἰς τὴν αὐτὴν τάξιν ἢ εἰς τὸ αὐτὸ [[εἶδος]], Ἀριστ. Ἀναλυτ. Πρότ. 3. 21, 2, Τοπ. 2. 9, 3, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Αἰτ. 6. 5, 6· αἱ σ. ἐπαλλάττουσιν, αἱ δύο σειραὶ ἔχουσιν ἐναλλασσόμενα ἢ κοινὰ γνωρίσματα, Ἀριστ. Ἀναλυτ. Ὕστ. 1. 15, 3, πρβλ. [[σύστοιχος]]. 2) ἐν τῇ τῶν Πυγαγορείων φιλοσοφίᾳ, σειρὰ [[παράλληλος]] ἢ [[ὁμοταγής]], αἱ ἀρχαὶ αἵ κατὰ συστοιχίαν λεγόμεναι, ἐπὶ σειρᾶς παραλλήλων ἢ ὁμοταγῶν ζευγῶν, [[οἷον]], περιττὸν καὶ ἄρτιον· ἓν καὶ πολλά· δεξιὸν καὶ ἀριστερόν, Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 5, 6, πρβλ. 3. 3. 21., 9. 3, 10, π. Ζ. Μορ. 3. 7, 17, Ἠθικ. Νικ. 1. 6, 7, κ. ἀλλ. 3) περὶ τῆς γραμματ. ἐννοίας, ἴδε [[σύστοιχος]] 2. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[συστοιχία]], ἡ,<br />a coordinate [[series]], Arist. [from [[σύστοιχος]] | |mdlsjtxt=[[συστοιχία]], ἡ,<br />a coordinate [[series]], Arist. [from [[σύστοιχος]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 07:33, 2 November 2024
English (LSJ)
ἡ, column or series of things or ideas, Arist.APr.66b27, Metaph.1004b27, 1066a15, 1072a31, Thphr. CP 6.5.6; ἐκ τῶν σ. ὅσαι μὴ ἐπαλλάττουσιν ἀλλήλαις from series which are mutually exclusive, Arist.APo.79b7; ἐν τῇ αὐτῇ σ. τῆς κατηγορίας in the same line of predication, Id.Metaph. 1054b35, 1058a13; especially in Pythag. philosophy, pair of co-ordinate or parallel columns, αἱ ἀρχαὶ αἱ κατὰ συστοιχίαν λεγόμεναι in a series of co-ordinate pairs, as odd and even, one and many, right and left, ib.986a23; also, either of such parallel columns, ib.1093b12, PA670b21, EN1096b6, al., Thphr. Vent. 58, Gal.18(2).167.
German (Pape)
[Seite 1044] ἡ, Zusammenstehen, die Zusammenstellung in eine Reihe, Ordnung, das Gehören zu derselben Klasse, dah. Verwandtschaft, Entsprechung; ἐν τῇ αὐτῇ συστοιχίᾳ wird Arist. metaph. 9, 3 erkl. ἐν ταὐτῷ γένει, vgl. 1, 5 und Nic. eth. 1, 6, 7, wo nach den Pythagoreern συστοιχίαι τῶν ἀγαθῶν aufgeführt werden; top. 2, 9 u. anal. post. 1, 29 werden κινεῖσθαι u. ἠρεμίζεσθαι als τῆς ἑτέρας συστοιχίας bezeichnet. Vgl. das Folgde.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
1 situation sur le même rang, sur la même ligne;
2 fig. similitude ou analogie de classe, d'espèce, de catégorie ; t. de gramm. analogie des sons qui se prononcent avec le même organe.
Étymologie: σύστοιχος.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
συστοιχία -ας, ἡ [σύστοιχος] rij, reeks.
Russian (Dvoretsky)
συστοιχία: ἡ
1 ряд (однородных или однотипных вещей): τὰ ἐν τῇ αὐτῇ συστοιχίᾳ Arst. вещи одного ряда (порядка); αἱ ἀρχαὶ αἱ κατὰ συστοιχίαν Arst. (пифагорейские) начала, расположенные рядами (т. е. попарно);
2 грам. ряд однородных по месту образования звуков.
Greek Monolingual
η, ΝΜΑ, και συστοιχεία Α σύστοιχος
η ιδιότητα του σύστοιχου, το να είναι κάτι σύστοιχο προς κάτι άλλο
νεοελλ.
1. σειρά ομοειδών πραγμάτων τοποθετημένων παράλληλα ή κατά ζεύγη («συστοιχία πυροβόλων»)
2. γραμμ. το να προέρχεται κάτι από την ίδια ρίζα ή από το ίδιο θέμα με κάτι άλλο
3. φρ. «ηλεκτρική συστοιχία»
(ηλεκτρ.) το αποτέλεσμα της σύνδεσης μεταξύ τους δύο ή περισσότερων ηλεκτρικών γεννητριών
αρχ.
1. σειρά πραγμάτων ή εννοιών που υπάγονται στο ίδιο είδος ή στην ίδια τάξη
2. καθεμιά από παράλληλες σειρές
3. (κατά τους Πυθαγορείους) παράλληλη ή ομοταγής σειρά («αἱ ἀρχαὶ αἱ κατὰ συστοιχίαν λεγόμενοι», Γαλ.).
Greek Monotonic
συστοιχία: ἡ, σειρά πραγμάτων ή εννοιών που υπάγονται στο ίδιο είδος ή την ίδια λογική κατηγορία ή τάξη, σε Αριστ.
Greek (Liddell-Scott)
συστοιχία: ἡ, τὸ ἵστασθαι ἐν τῇ αὐτῇ σειρᾷ, τὰς συστοιχίας τῆς ἀμπέλου Σχόλ. εἰς Θεόκρ. 1. 48. ΙΙ. σειρὰ πραγμάτων ἢ ἐννοιῶν ὑπαγομένων εἰς τὴν αὐτὴν τάξιν ἢ εἰς τὸ αὐτὸ εἶδος, Ἀριστ. Ἀναλυτ. Πρότ. 3. 21, 2, Τοπ. 2. 9, 3, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Αἰτ. 6. 5, 6· αἱ σ. ἐπαλλάττουσιν, αἱ δύο σειραὶ ἔχουσιν ἐναλλασσόμενα ἢ κοινὰ γνωρίσματα, Ἀριστ. Ἀναλυτ. Ὕστ. 1. 15, 3, πρβλ. σύστοιχος. 2) ἐν τῇ τῶν Πυγαγορείων φιλοσοφίᾳ, σειρὰ παράλληλος ἢ ὁμοταγής, αἱ ἀρχαὶ αἵ κατὰ συστοιχίαν λεγόμεναι, ἐπὶ σειρᾶς παραλλήλων ἢ ὁμοταγῶν ζευγῶν, οἷον, περιττὸν καὶ ἄρτιον· ἓν καὶ πολλά· δεξιὸν καὶ ἀριστερόν, Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 5, 6, πρβλ. 3. 3. 21., 9. 3, 10, π. Ζ. Μορ. 3. 7, 17, Ἠθικ. Νικ. 1. 6, 7, κ. ἀλλ. 3) περὶ τῆς γραμματ. ἐννοίας, ἴδε σύστοιχος 2.