δῆθεν: Difference between revisions

From LSJ

τὸ θέλημά σου τὸ ἀγαθὸν καὶ τέλειον, πάτερ → your good and perfect will, Father

Source
m (Text replacement - "τί" to "τί")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(btext.*?<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+) :" to "$1 $2 :")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>et</i> [[δῆθε]];<br /><i>adv.</i><br /><b>I.</b> <i>avec idée de temps</i>;<br /><b>1</b> [[maintenant]];<br /><b>2</b> à partir de ce moment : τί δὴ ἀνδρωθέντες [[δῆθεν]] ποιήσουσι ; HDT une fois devenus adultes, que feront-ils à partir de ce moment ?;<br /><b>II.</b> c'est-à-dire, à savoir, <i>souv. en un sens iron.</i> : [[οἵ]] μιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι [[δῆθε]] HDT ceux qui avaient voulu le faire périr, disait-il ; [[οὐκ]] ἐπὶ κωλύμῃ, ἀλλὰ παραινέσει [[δῆθε]] THC non pour exercer une pression, mais, à les en croire, en vue de recommander.<br />'''Étymologie:''' δη, -θεν ; cf. [[δηθά]].
|btext=<i>et</i> [[δῆθε]];<br /><i>adv.</i><br /><b>I.</b> <i>avec idée de temps</i>;<br /><b>1</b> [[maintenant]];<br /><b>2</b> [[à partir de ce moment]] : τί δὴ ἀνδρωθέντες [[δῆθεν]] ποιήσουσι ; HDT une fois devenus adultes, que feront-ils à partir de ce moment ?;<br /><b>II.</b> c'est-à-dire, à savoir, <i>souv. en un sens iron.</i> : [[οἵ]] μιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι [[δῆθε]] HDT ceux qui avaient voulu le faire périr, disait-il ; [[οὐκ]] ἐπὶ κωλύμῃ, ἀλλὰ παραινέσει [[δῆθε]] THC non pour exercer une pression, mais, à les en croire, en vue de recommander.<br />'''Étymologie:''' δη, -θεν ; cf. [[δηθά]].
}}
}}
{{elnl
{{elnl

Revision as of 08:54, 10 December 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δῆθεν Medium diacritics: δῆθεν Low diacritics: δήθεν Capitals: ΔΗΘΕΝ
Transliteration A: dē̂then Transliteration B: dēthen Transliteration C: dithen Beta Code: dh=qen

English (LSJ)

( δῆθε E.El.268, cj. in Eup.7.1 D.), Adv., a strengthened form of A δή, ὡς Ζεὺς ἀνάσσοι δ. A.Pr.204; ὡς παῖδα δ. μὴ τέκοις E.El.268, cf. Ion831; τί δὴ ἀνδρωθέντες δ. ποιήσουσι; Hdt.6.138; ἄρτι δ. I suppose, Pl.Plt.297c. 2 more freq. ironically, forsooth, οἵ μιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι δ… as he pretended, Hdt.1.59; δ. οὐδὲν ἱστορῶν S. Tr.382; οὐκ ἐπὶ κωλύμῃ ἀλλὰ γνώμης παραινέσει δ. Th.1.92, cf. 127, 3.111: freq. after ὡς, mostly with a word interposed, φέροντες ὡς ἄγρην δ. Hdt.1.73; ὡς κατασκόπους δ. ἐόντας Id.3.136, cf. 6.39, 8.5; also κέντρον δ. ὡς ἔχων χερί E.HF949; εἴσιμεν… δ. ὡς θανούμενοι Id.Or.1119; θεατὴν δ., ὡς οὐκ ὄντ' ἐμόν Id.Ion656. II from that time, thenceforth, Anacreont.1.16, Hsch.

Spanish (DGE)

• Alolema(s): -θε E.El.268
I partíc.
1 c. valor irón. y de distanciamiento, indicando falsa apariencia conocida o sospechada por el autor supuestamente, en apariencia, pretendidamente ὡς ἐκπεφευγὼς τοὺς ἐχθρούς, οἵ μιν ... ἠθέλησαν ἀπολέσαι δ. como si hubiera huido de los enemigos que, según él, quisieron matarlo Hdt.1.59, τὶ γὰρ δ. δεῖ περὶ τῶν ἤδη ἀνηκέστων γεγονότων ἔτι προσσυνιέναι; Hp.Art.58, ἔβαζε δ. ἐχθρὸς ὢν στρατηλάταις E.Rh.719, τὸ ἄγος ... ἐκέλευον ἐλαύνειν δῆθεν τοῖς θεοῖς πρῶτον τιμωροῦντες ordenaban expiar el sacrilegio, ante todo (decían) por honrar a los dioses Th.1.127, τόν τ' ἄρτον, ᾧ δ. ἐμέμικτο τὸ φάρμακον Plu.2.973e, ἐφίλουν ἐλευθερώτερον· ἡ δὲ ἠνείχετο, κωλύουσα δ. (la) besé con más libertad y ella se dejaba, aunque en apariencia se resistía Ach.Tat.2.7.7, μαντεύεσθαι δ. ἅπερ ἐγίνωσκον Hld.3.17.1, cf. Luc.Alex.39, Arat.101, Ach.Tat.2.1.1, Ael.NA 6.17, Iust.Nou.6.6, en expresiones de finalidad ἅμα ξυλλέγοντες ἐφ' ἃ ἐξῆλθον δ. Th.3.111, ἵνα δ. προαγάγοιεν τοὺς πολεμίους Aen.Tact.23.10, θεραπεῦσαι δ. αὐτόν I.BI 1.272, cf. Iust.Nou.8.8, δ. μὲν ... τὸ δ' ἀληθές en apariencia ... pero en realidad Hld.1.14.6, cf. 7.19.5, 9.13.3, Cod.Iust.1.3.44.5, Sud.
frec. c. ὡς y part. como si, supuestamente ὡς δ. οὐκ εἰδυῖα τἀξειργασμένα E.Or.1320, cf. Hdt.6.1, ἔσιμεν ... δ. ὡς θανούμενοι E.Or.1119, ἐβούλευσαν ... παίδων ἕνα κατακόψαι, ... φέροντες ὡς ἄγρην δ. decidieron trocear a uno de los niños, ... sirviéndolo como si fuera producto de la caza Hdt.1.73, cf. 6.39, E.Io 656, HF 949, Hp.Acut.56, Charito 2.7.7, Hld.1.30.5, D.Chr.11.88, Luc.Herm.33, DMort.4.2, POxy.3192.13 (IV d.C.), Iust.Nou.90.2
tb. c. τέως y part. πολλοὺς ἰδεῖν ἔνεστιν τέως μὲν Κέκροπας δ. ὄντας ἢ Σισύφους a muchos puedes ver aparentando ser Cécropes o Sísifos ref. los actores trágicos, Luc.Gall.26.
2 restringiendo la realidad de la afirmación a la opinión del autor o a la verosimilitud, frec. reforzando a δή sin duda, claro está, al parecer, evidentemente, como es lógico ἐκερτόμησας δ. ὥσ<τε> παῖδά με sin duda te has mofado de mí como de un niño A.Pr.986, τί δὴ ἀνδρωθέντες δῆθεν ποιήσουσι qué podrían llegar a hacer cuando, como es natural, fueran adultos Hdt.6.138, οἵ τε ἰητροὶ προθυμέονται δ. ὀρθῶς ἰῆσθαι Hp.Art.14, πῶς τί τοῦτ' εἴρηκας; οὐδὲ γὰρ ἄρτι δ. κατέμαθον τὸ περὶ τῶν μιμημάτων ¿cómo es eso que has dicho? sin duda no acabo de entender eso de las imitaciones Pl.Plt.297c, cf. Hdt.8.6, Hp.Fract.1, Th.4.99, Call.SHell.288.23, A.R.2.384, 1154, 4.1291, Luc.Electr.1, Hdn.1.14.9, Hsch., Sch.A.R.1.998
frec. en expresiones de causa τῆς ἐκεῖνος οὐδαμὰ βλάστας ἐφώνει, δ. οὐδὲν ἱστορῶν aquél no hablaba de su linaje, sin duda porque no se había informado S.Tr.382, τοὔνομ' ... Ἴων, ἰόντι δ. ὅτι συνήντετο E.Io 831, ταῦτα δὲ δ. τοῖς θεοῖς πρῶτον τιμωροῦντες Th.1.127, cf. Hdt.3.136, Th.3.68, X.Cyr.4.6.3, Plu.Lys.448c, tras εἵνεκα Hp.Art.48
tb. en expresiones de finalidad οὐδὲ γὰρ ἐπὶ κωλύμῃ, ἀλλὰ γνώμης παραινέσει δ. ... ἐπρεσβεύσαντο fueron enviados no para obstaculizar, sino evidentemente para aconsejar Th.1.92, cf. Plu.Pyrrh.20, οἱ μὲν θέλοντες ἐκβαλεῖν ἕδρας Κρόνον, ὡς Ζεὺς ἀνάσσοι δ. A.Pr.202, ὡς δ. παῖδας μὴ τέκοις ποινάτορας; E.El.268, de las Amazonas τὸ ἄρσεν γένος τὸ ἑωυτῶν ... ἐξαρθρέουσιν ... ὡς δ. χωλὰ γίνοιτο dislocaban las articulaciones de sus hijos varones ... evidentemente para que quedaran tullidos Hp.Art.53.
II adv. desde entonces, Anacreont.1.16, Hsch.
• Etimología: Agregación de las partíc. δή y θεν qq.u.

German (Pape)

[Seite 558] auch δῆθε, Eur. El. 268 (δήθήν, verstärktes δή); 1) nämlich, freilich, Suid. προσποίησιν ἀληθείας ἔχει, δύναμιν δὲ ψεύδους, d. h. die Sache ist nicht so wie sie scheint; z. B. οἵμιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι δῆθεν, die ihn, wie er nämlich vorgab, hätten tödten wollen, Her. 2, 59; ὡς κατασκόπους δῆθεν ἐόντας 3, 136; οὐδὲ γὰρ ἐπὶ κωλύμῃ, ἀλλὰ γνώμης παραινέσει δῆθεν τῷ κοινῷ ἐπρεσβεύσαντο Thuc. 1, 92; vgl. Aesch. Prom. 202; Soph. Tr. 382; Eur. Or. 1320; Plat. Polit. 297 c; gew. mit ironischem Ausdruck, vgl. Luc. Alex. 17, 39; δῆθεν μὲν – τὸ δ' ἀληθές stehen Heliod. 1, 14 gegenüber. – 2) = ἐντεῦθεν, Anacr. 1, 16; vgl. D. L. 4, 2, wohin vielleicht Her. 6, 138 zu rechnen, τί δὴ ἀνδρωθέντες δῆθεν ποιήσουσι.

French (Bailly abrégé)

et δῆθε;
adv.
I. avec idée de temps;
1 maintenant;
2 à partir de ce moment : τί δὴ ἀνδρωθέντες δῆθεν ποιήσουσι ; HDT une fois devenus adultes, que feront-ils à partir de ce moment ?;
II. c'est-à-dire, à savoir, souv. en un sens iron. : οἵ μιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι δῆθε HDT ceux qui avaient voulu le faire périr, disait-il ; οὐκ ἐπὶ κωλύμῃ, ἀλλὰ παραινέσει δῆθε THC non pour exercer une pression, mais, à les en croire, en vue de recommander.
Étymologie: δη, -θεν ; cf. δηθά.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δῆθε(ν) [δή] modaal partik., drukt scepsis uit, vaak met ironische ondertoon, zogenaamd, uiteraard, vanzelfsprekend, natuurlijk: versterkt δή (zie daar):; τί δὴ ἀνδρωθέντες δῆθεν ποιήσουσι wat ze wel niet zullen doen als ze volwassen zijn natuurlijk Hdt. 6.138.3; οἵ τε ἰητροὶ προθυμέονται δῆθεν ὀρθῶς ἰῆσθαι de artsen beogen natuurlijk op de juiste wijze te behandelen Hp. Art. 14; οἵ μιν... ἠθέλησαν ἀπολέσαι δῆθεν die hem zogenaamd hadden willen doden Hdt. 1.59.4; δῆθεν τοῖς θεοῖς πρῶτον τιμωροῦντες zogenaamd om in de eerste plaats op te komen voor de goden Thuc. 1.127.1; met ὡς en ptc..; · ὡς κατασκόπους δῆθεν ἐόντας bewerend dat zij natuurlijk spionnen waren Hdt. 3.136.2; ὡς δῆθεν οὐκ εἰδυῖα τἀξειργασμένα alsof ik zogenaamd niet weet wat er gebeurd is Eur. Or. 1320; na fin. of caus. voegw.: ὡς Ζεὺς ἀνάσσοι δῆθεν opdat Zeus zou regeren nota bene Aeschl. PV 202; μέγα φρονέων ὅτι δῆθεν τῆς βασιλέως θυγατρὸς ὀψοίμην τὸν ἐμὸν υἱὸν γαμέτην bijzonder trots omdat ik, naar ik dacht, mijn zoon als gemaal van de koningsdochter zou zien Xen. Cyr. 4.6.3.

Russian (Dvoretsky)

δῆθεν: частица
1 именно, в самом деле, же: τί δὴ ἀνδρωθέντες δ. ποιήσουσι; Her. что же они в таком случае станут делать, когда возмужают?; ἄρτι δ. Plat. только что;
2 якобы, говорят, дескать: οἵ μιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι δ. Her. те, которые, якобы, хотели его погубить;
3 (тж. ὡς δ. Her., Eur.) словно, будто бы: καθεύδων δ. Luc. словно спящий;
4 конечно, то-есть, а именно: θέλοντες ἐκβαλεῖν ἕδρας Κρόνον, ὡς Ζεὺς ἀνάσσοι δ. Aesch. желая свергнуть с престола Крона, для того именно, чтобы царствовал Зевс.

Greek Monolingual

και δήθε (AM δῆθεν, Α και δῆθε)
(ειρωνικά, ή για να δηλωθεί ότι όσα λέγονται δεν είναι αληθινά) τάχα, τάχατες («ήρθε δήθεν να μας χαιρετίσει», «παιρενέσει δῆθεν τῷ κοινῷ ἐπρεσβεύσατο»)
νεοελλ.
(με το άρθρο) ο δήθεν
αυτός που παριστάνει ή θεωρείται ότι έχει μια ιδιότητα, χωρίς πράγματι να συμβαίνει κάτι τέτοιο («ο δήθεν φίλος»)
αρχ.
1. (ως επιτατ. τ. του δη) πράγματι, αληθινά, δηλαδή («οἱ μὲν θέλοντες ἐκβαλεῖν ἕδρας Κρόνον, ὡς Ζεὺς ἀνάσσοι δῆθεν», Αισχ.)
2. από τότε, έκτοτε («καὶ δῆθεν ἄχρι καἰ νῦν ἔρωτος οὐ πέπαυμαι», Ανακρ.)
[ΕΤΥΜΟΛ. < δη + (επιρρ. κατάλ.) -θεν].

Greek Monotonic

δῆθεν: επίρρ., επιτετ. τύπος του δή, πραγματικά, πράγματι, αλήθεια· τί δὴ ἀνδρωθέντες δῆθεν ποιήσουσι; τί θα πράξουν έπειτα, όταν θα έχουν πράγματι γίνει άντρες;, σε Ηρόδ.· επίσης επεξηγηματικός, Λατ. videlicet, δηλαδή, σε Αισχύλ., Ευρ.· ειρων., Λατ. scilicet, για να δηλώσει πως κάτι δεν είναι αληθές, «τάχα»· οἵ μιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι δῆθεν, όπως αυτός προσποιούνταν, σε Ηρόδ.· φέροντες ὡς ἄγρην δῆθεν, στον ίδ.

Greek (Liddell-Scott)

δῆθεν: (οὐχὶ δῆθε, ὅπερ παρ’ Εὐρ. Ἠλ. 268 διωρθώθη ὑπὸ τοῦ Elmst.)· ἐπίρρ., ἐπιτεταμένος τύπος τοῦ δή, πράγματι, ἀληθῶς, τί δὴ ἀνδρωθέντες δῆθεν ποιήσουσι; τί λοιπὸν θὰ πράξωσιν, ὅταν ἀληθῶς γείνωσιν ἄνδρες; Ἡρόδ. 6. 138· ἄρτι δῆθεν Πλάτ. Πολιτ. 297C· ― ὡσαύτως ἐπεξηγητικόν, ὡς τὸ Λατ. videlicet, ἤτοι, δηλαδή, ὡς Ζεὺς ἀνάσσοι δῆθεν Αἰσχύλ. Πρ. 202 ὡς παῖδα δ. μὴ τέκνοις Εὐρ. Ἠλ. 268, πρβλ. Ἴων. 831· ― ἀλλά. 2) κατὰ τὸ πλεῖστον εἰρωνικῶς, ὡς τὸ δηλαδή, Λατ. scilicet, «τάχα», πρὸς δήλωσιν ὅτι τὸ λεγόμενον δὲν εἶναι ἀληθές, οἵμιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι δῆθεν…, ὡς αὐτὸς προσεποιεῖτο, Ἡρόδ. 1. 59· δῆθεν οὐδὲν ἱστορῶν Σοφ. Τρ. 382· οὐκ ἐπὶ κωλύμῃ ἀλλὰ παραινέσει δῆθεν Θουκ. 1. 92, πρβλ. 12… 3. 111· ― συχνάκις μετὰ τὸ ὡς, κατὰ τὸ πλεῖστον παρεντιθεμένης λέξεως, φέροντος ὡς ἄγρην δῆθεν Ἡρόδ. 1. 73· ὡς κατασκόπους δ. ἐόντας ὁ αὐτ. 3. 136, πρβλ. 6. 39., 8. 5· παρὰ ποιηταῖς πρὸ τοῦ ὡς, κέντρον δῆθεν ὡς ἔχων χερὶ Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 949· εἴσιμεν… δῆθεν ὡς θανούμενοι ὁ αὐτ. Ὀρ. 1119, πρβλ. Αἰσχύλ. Θήβ. 247 θεατὴν δῆθεν ὠς οὐκ ὄντ’ ἐμὸν Εὐρ. Ἴωνι 656 ΙΙ. ἀπὸ τοῦ χρόνου ἐκείνου, ἔκτοτε, Ἀνακρεοντ. 1. 16, πρβλ. Ἡσύχ.

Middle Liddell


a strengthened form of δή, really, in very truth, τί δὴ ἀνδρωθέντες δῆθεν ποιήσουσι; what then will they do when they are really grown up? Hdt.:— also epexegetic, Lat. videlicet, that is to say, Aesch., Eur.:—ironically, Lat. scilicet, to imply that a statement is not true, οἵ μιν ἠθέλησαν ἀπολέσαι δῆθεν as he pretended, Hdt.; φέροντες ὡς ἄγρην δῆθεν Hdt.

English (Woodhouse)

ironically, expressing irony, for sooth, of course

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)