ἔνθα

From LSJ
Revision as of 14:11, 17 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "")

ὃ σὺ μισεῖς ἑτέρῳ μὴ ποιήσεις → don't do to others what you don't want them to do to you

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔνθᾰ Medium diacritics: ἔνθα Low diacritics: ένθα Capitals: ΕΝΘΑ
Transliteration A: éntha Transliteration B: entha Transliteration C: entha Beta Code: e)/nqa

English (LSJ)

Adv.:    I Demonstr.,    1 of Place, there, Il.14.216, etc.: also with Verbs of motion, thither, 13.23, 14.340, Od.3.297, 6.47, 12.5; ἔ. καὶ ἔ. hither and thither, 2.213, etc.; διῃρέθη τὸ ὕδωρ ἔ. καὶ ἔ. LXX 4 Ki.2.8; also ἢ ἔ. ἢ ἔ. Od.10.574: rare in Trag. and Com., A.Supp.33 (anap.); ἔ. καὶ Πείσανδρος ἦλθε Ar.Av.1556: in Prose in such phrases as ἔ. μὲν . . ἔ. δὲ . . in one place . . in another .., Pl.Smp. 211a; later γενόμενοι ἔ. POxy.896.32 (iv A.D.).    2 of Time, thereupon, then, Il.5.1, etc.; ἔ. δ' ἔπειτα and thereupon, Od.7.196, 10.516; ἔ. δή hereupon, and so, Hdt.1.59, X.HG2.4.39.    II Relat.,    1 of Place, where, Il.1.610, 9.194, Alc.Supp.25.5, etc.; repeated, Hes. Sc.334, Theoc.8.45; also ἔνθα τε Il.2.594, 5.305; in later Prose, Ph. 2.580, Wilcken Chr.41 ii 11 (iii A.D.); ἔνθα περ, v. ἔνθαπερ: c. gen., γαίας ἔ . .. in that spot of earth in which .., S.Aj.659; ἔ. πημάτων κυρῶ at what point of misery I am, E.Tr.685, cf. A.R.3.771: with Verbs of motion, whither, Od.1.210; ὁδοιποροῦμεν ἔ. χρῄζομεν S.El. 1099, cf. Ph.1466 (anap.), Th.4.42,75; to the place where, S.OT796; at the place whence .., Id.El.436, X.Oec.18.1: rarely in indirect questions, Αἴγισθον ἔνθ' ᾤκηκεν ἱστορῶ S.El.1101.    2 of Time, when, interpol. in X.An.5.1.1; ἐστὶν ἔ. sometimes, S.El.1042, cf. X.Cyr. 7.4.15; ἔ. τοῦ χρόνου at which point of time, Ael.VH10.18.

German (Pape)

[Seite 841] adv., da, 1) demonstr., – a) vom Orte, daselbst, dort; ἃς ὁ μὲν ἔνθ' ἀπόλωλε, so kam er dort um, Il. 14, 137; Aesch. Suppl. 33; Plat. Phaedr. 247 c; Xen. An. 1, 7, 15; ἔνθα καὶ ἔνθα, hier und dort, Plat. Tim. 79 e; ἔνθα μὲν καλόν, ἔνθα δὲ αἰσχρόν Conv. 211 a; ἢ ἔνθαἔνθα Od. 10, 574, wie Plat. Legg. VIII, 835 b. – Bei Hom. auch bei Verbis der Bewegung, ἔνθ' ἐλθών, dahin gekommen, Il. 13, 23; ἔνθ' ἴομεν κείοντες 14, 340; Od. 3, 295. 6, 47. 12, 5, vgl. Spitzner zu Il. 15, 82; παρθένος ἔνθα βεβακα· γυνὰ δ' εἰς οἶκον ἀφέρψω Theocr. 27, 64; ἔνθα καὶ ἔνθα, dahin und dorthin, hin und her, Od. 2, 213. Aehnl. περιέπεμπον ἔνθα μὲν φύλακας, πρὸς δὲ τοὺς πρέσβεις Thuc. 6, 45. – b) von der Zeit, da, damals, Hom. u. Folgde; ἔνθα δ' ἔπειτα, darauf dann, Od. 7, 196. 10, 516; Plat. Phaedr. 249 b; Xen. An. 4, 1, 17; ἔνθα δή, da nun, bes. darauf nun, die Aufeinanderfolge von Begebenheiten zu bezeichnen; so entspricht es im Nachsatz dem ἐπεί des Vordersatzes, Hell. 2, 4, 39, u. öfter bei diesem u. Sp., wie Plut. – 2) relativ, – a) vom Orte, wo, Il. 1, 610 u. öfter; bei Folgdn häufiger als die demonstrative Bdtg. Bei Hom. auch ἔνθα τε, Il. 2, 594. 5, 305, vgl. τέ; ἔνθα περ, 13, 524; ἔνθα δὲ τὸ πῦρ ἐκαίετο – βόθροι ἐγίγνοντο Xen. An. 4, 5, 6; auch auf ein voranstehendes subst. bezogen, ἐπὶ τὸν λόφον, ἔνθα ἦσαν οἱ πολέμιοι, 3, 4, 41; auch bei Verbis der Bewegung, ἄγειν ἔνθα ὑμῖν ἐδόκει 7, 6, 14; ἐμποδὼν τοῦ μὴ ἤδη εἶναι ἔνθα πάλαι σπεύδομεν, wo man freilich ein εἶναι ergänzen könnte, 4, 8, 14; vgl. Soph. ὁδοιποροῦμεν ἔνθα χρῄζομεν El. 1088, wohin wir wünschen, u. Phil. 1452; aber in κρύψον νιν ἔνθα μή ποτ' εἰς εὐνὴν πατρὸς τούτων πρόσεισι μηδέν, El. 428, steht es für ἐνταῦθα, ὅθεν; etwas anders Xen. στὰς ἔνθα πνεῖ ἄνεμοςἀντίος, wo der Wind weht, wo er her weht, gegen den Wind, Oec. 18, 1. Bei Soph. auch in indirecter Frage, ἱστορῶ ἔνθ' ᾤκηκεν El. 1090; c. gen., ἔνθα πημάτων κυρῶ Eur. Tro. 680. – b) von der Zeit, bes. Xen., ἔνθα πρῶτον εἰς φιλίαν γῆν ἀφίκοιντο, da, wo, u. sobald als, An. 5, 1, 1 u. A.; auch c. gen., ἔνθα τοῦ χρόνου, zu welcher Zeit, Ael. V. H. 10, 18.

Greek (Liddell-Scott)

ἔνθα: (ἐν), Ἐπίρρ.: Ι. δεικτικ., 1) ἐπὶ τόπου, ἐκεῖ, αὐτοῦ, Λατ. ibi, Ὅμ., κλ.: ὡσαύτως μετὰ ῥημάτ. κινήσεως, ἐκεῖσε, Λατ. illuc (πρβλ. ἐνθάδε), ἔνθα δὲ οἱ κλυτὰ δώματα τετεύχαται Ἰλ. Ν. 23· ἔνθ’ ἴομεν κείοντες, «ἐκεῖσε πορευθῶμεν κοιμηθησόμενοι» (Θ. Γαζῆς), Ξ. 340, Ὀδ. Γ. 295, Ζ, 47, Μ. 5: - ἔνθα καὶ ἔνθα, ἐδῶ ἐκεῖ, ἐμπρὸς καὶ ὀπίσω, Λατ. hic illic, huc illuc, B. 213, κτλ.· ὡσαύτως, ἢ ἔνθ’ ἢ ἔνθα κιόντα; Κ. 574: - σπάνιον παρ’ Ἀττ. Ποιηταῖς, ὡς Αἰσχύλ. Ἱκ. 34, Σοφ. Ο. Τ. 796· ἐν τῇ Ἀττ. πεζολογίᾳ ἐν φράσεσιν οἷαι αἱ: ἔνθα μὲν καλόν, ἔνθα δὲ αἰσχρόν, ἐνταῦθα μὲν καλόν, ἐκεῖ δὲ αἰσχρόν, Πλάτ. Συμπ. 211Α. 2) ἐπὶ χρόνου, τότε, Ὅμ., κλ., ὅστις προσέτι ἔχει: ἔνθα δ’ ἔπειτα Ὀδ. Η. 196., Κ. 516· ἔνθα δή, τότε δή, τότε λοιπόν, ἔνθα δὴ ὁ Πεισίστρατος ἦρχε Ἀθηναίων Ἡρόδ. 1. 59, Ξεν. Ἑλ. 2. 4, 39: - ἡ πρὸς τὸν χρόνον ἀναφορὰ πολλάκις ἐκπίπτει εἰς ἄλλην ἔννοιαν, ὡς ἐν τῷ Λατ. ibi, π.χ. ἐν Ὁδ. Α. 11, Β. 82. ΙΙ. ἀναφορ., 1) ἐπὶ τόπου, ὅπου, Λατ. ubi, Ζεὺς δὲ πρὸς ὃν λέχος ἤϊ’..., ἔνθα πάρος κοιμᾶθ’ Ἰλ Α. 610· λιπὼν ἕδος ἔνθα θάασσεν Ι. 194, κτλ., ἔνθα κε γυμνωθέντα σάκευς ὕπο... ἴδῃς, ἔνθ’ οὐτάμεν ὀξέϊ χαλκῷ Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 334, Θεόκρ. 8. 45· ὡσαύτως, ἔνθα τε Ἰλ. Β. 594, Ε. 305· ἔνθα περ, ἴδε ἐν λ. ἔνθαπερ· μετὰ γεν., γαίας ἔνθα..., εἰς τὸ μέρος ἐκεῖνο τῆς γῆς, εἰς τὸ ὁποῖον..., Σοφ. Αἴ. 659· ἔνθα πημάτων κυρῶ, εἰς ποῖον σημεῖον ἀθλιότητος εὑρίσκομαι, Εὐρ. Τρῳάδ. 680: - μετὰ ῥημ. κινήσεως, Λατ. quo, ἆρ’... ὀρθῶς... ὁδοιποροῦμεν ἔνθα χρῄζομεν; Σοφ. Ἠλ. 1099· ὡσαύτως, εἰς τὸν τόπον ὅπου, ὁ αὐτ. Φιλ. 1466· ὁπόθεν, ἔνθα (ἔνθεν Meineke) μήποτ’ εἰς εὐνὴν τούτων πρόσεισι μηδὲν ὁ αὐτ. Ἠλ. 436, πρβλ. Αἴ, 4, Τραχ. 237, 659, Ξεν. Οἰκ. 18, 1: - σπανίως ἐν πλαγίαις ἐρωτήσεσιν, ἀντὶ τοῦ ὅπου, Αἴγισθον ἔνθ’ ᾤκηκεν ἱστορῶ Σοφ. Ἠλ. 110, 2) ἐπὶ χρόνου, ὅτε, Ξεν. Ἀν. 5. 1, 1· ἔστη ἔνθα, Λατ. est ubi, ἔστιν ὅτε, ἐνίοτε, Σοφ. Ἠλ. 1042, πρβλ. Ο. Τ. 316· ἔνθα τοῦ χρόνου, ὅτε, καλῷ ὄντι καὶ νέῳ καὶ πρῶτον ὑπηνήτῃ, ἔνθα τοῦ χρόνου ἡ χαριεστάτη ἐστὶν ἥβη τῶν καλῶν μειρακίων Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 10. 18.

French (Bailly abrégé)

adv.
I. adv. démonstr. là;
1 avec idée de lieu là même, dans cet endroit avec ou sans mouv. : ἔνθα καὶ ἔνθα, ici et là, çà et là ; ἔνθαἔνθα, ici ou là;
2 avec idée de temps alors, à ce moment : ἔνθα δή, juste à ce moment, alors justement, précisément alors ; ἔνθα δ’ ἔπειτα OD alors à la suite de cela, puis alors, et alors;
II. adv. relatif où;
1 avec idée de lieu, sans mouv. : γαίας ἔνθα SOPH en cet endroit de la terre où ; p. ext. à l’endroit d’où;
2 avec idée de temps au moment où : ἔστιν ἔνθα SOPH il y a des circonstances où, parfois ; avec le gén. ἔνθα τοῦ χρόνου ÉL à l’époque où.
Étymologie: ἐν,-θα.

English (Autenrieth)

I. demonstr., there, thither, then; of place, usually denoting rest, Il. 1.536, Od. 3.365; less often direction, ἔνθ' ἐλθών, Il. 13.23; ἔνθα καὶ ἔνθα, ‘here and there,’ ‘to and fro,’ ‘in length and breadth,’ Il. 2.476, , Od. 2.213, Il. 7.156, Od. 10.517; ἢ ἔνθ' ἢ ἔνθα κίοντα, ‘going or coming,’ Od. 10.574; often temporal, thereupon, ἔνθα ἔπειτα, Od. 10.297; ἔνθ' αὖ, Il. 5.1; introducing apodosis, Il. 2.308.— II. relative, where, Il. 1.610 ; ἔνθ' ἄρα, Od. 22.335; ἔνθα περ, Od. 13.284; ἔνθα τε, ν 1, Il. 2.594.