δηλόω

From LSJ
Revision as of 19:36, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_1)

ὕδωρ δὲ πίνων οὐδὲν ἂν τέκοι σοφόν → by drinking water you would never create anything great

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δηλόω Medium diacritics: δηλόω Low diacritics: δηλόω Capitals: ΔΗΛΟΩ
Transliteration A: dēlóō Transliteration B: dēloō Transliteration C: diloo Beta Code: dhlo/w

English (LSJ)

—Pass., fut.

   A δηλωθήσομαι Th.1.144; δηλώσομαι in pass. sense, S.OC581; δεδηλώσομαι Hp.Art.45, Diog.Apoll.4:—make visible or manifest, show, exhibit, τὸν ἄνδρ' Ἀχαιοῖς δ. S.Ph.616; ποῖον ὄμμα πατρὶ δηλώσω; Id.Aj.462: with inf. added, ὡς γένος ἄτλητον ἀνθρώποισι δηλώσοιμ' ὁρᾶν Id.OT792, etc.:—Pass., to be or become manifest, Id.OC581, etc.    2 make known, disclose, reveal, A.Pers.519, S.OT77, etc.; prove, Id.OC146, Th.1.3; δηλοῖ ὁ λόγος ὅτι . . Democr.7; αὐτὸ δηλώσει D.19.157; explain, set forth, Th.2.62; signify, ἐδήλουν οὐδὲν ὅτι ἴσασιν gave no sign of knowing, Id.4.68: indicate, τὰς μεγίστας καὶ ἐλαχίστας Id.1.10, etc. Construct.: mostly δ. τινί τι Antipho 1.30; δ. τι πρός or εἴς τινα, S.Tr.369, Th.1.90; δ. περί τινος Lys.10.7; τινὶ περί τι Isoc.11.9: c. acc. et inf., SIG888.52 (Scaptopara, iii A. D.): folld. by a relat. clause, δ. ὅτι S.El.1106, Hdt.2.149, cf. 1.57, etc.; οἷα φρονῶ S.El.334; δ. περί τινος, ὡς . . Th.1.72, 73: c. acc. et part., σκευή τε γάρ σε καὶ τὸ δύστηνον κάρα δηλοῦτον . . ὄνθ' ὃς εἶ S.OC555; ὥς σε δηλώσω κακόν [ὄντα] ib.783, cf. Ant.471: c. part. nom., referring to the subject, δηλώσω πατρὶ μὴ ἄσπλαγχνος γεγώς I will show my father that I am no dastard, Id.Aj.472; δηλοῖς . . τι καλχαίνουσ' ἔπος thou showest that thou art pondering... Id.Ant.20; δηλοῖς ὥς τι σημανῶν ib.242; δηλώσω οὐ παραγενόμενος I will show that I was not present, Antipho 2.4.8; δηλώσει μείζων γεγενημένος Th.1.21; also Λιβύη δηλοῖ ἑωυτὴν ἐοῦσα περίρρυτος Hdt.4.42; ἑαυτὸν ἐδήλωσεν ὅστις ἦν D.H.3.48.    II intr., to be clear or plain, δηλοῖ ὅτι οὐκ Ὁμήρου τὰ Κύπρια ἔπεά ἐστι Hdt.2.117; δηλοῖ δὲ ταῦτα . . ὅτι οὕτως ἔχει Pl.Grg.483d; δηλώσει ἡ ἔχθρα ὅταν πρῶτον . . And.4.12; to be significant, possess a meaning, c. dat., Pl.Cra.434c.    2 impers. δηλοῖ, = δῆλόν ἐστι, δηλοῖ μοι ὅτι... Hdt.9.68, cf. Arist.Pol.1296a20; δηλώσει Lys.10.20, Pl.R.497c; ἐδήλωσε X.Mem.1.2.32, cf. Cyr.7.1.30.

German (Pape)

[Seite 561] fut. pass. δηλώσομαι, selten δηλωθήσομαι, Thuc. 1, 144; 1) offenbaren, kund, klar machen; ἐδήλωσε οὐδέν Her. 1, 11; ὄμμα πατρί Soph. Ai. 457; τὰ δόξαντα El. 29; οἷα φρονῶ 326; ἡ σὴ προσφορὰ δηλώσεται O. C. 587; γνώμην, προθυμίαν, Thuc. 3, 37. 6, 47, u. Folgde; τί τινι, oft; auch τὶ εἴς τινα, Thuc. 1, 90; τὶ πρός τινα, Xen. Cyr. 7, 3, 12; ὑπέρ τινος, sprechen, Pol. 2, 22. Es folgt häufig ὅτι, ὡς, Her. 2, 78. 149 u. Folgde; seltner acc. c. inf.; auch εἴτεεἴτε, Xen. Mem. 2, 2, 21; – oder das partic., δηλώσω πατρί, μὴ – ἄσπλαγχνος γεγώς, ich werde zeigen, daß ich nicht feig geboren bin, Soph. Ai. 466; δηλοῖς ὥς τι σημανῶν νέον, du zeigst, daß du etwas Neues verkündigen willst, Ant. 242; Διβύη δηλοῖ ἑωυτὴν ἐοῦσα περίῤῥυτος Her. 4, 42; vgl. Thuc. 1, 21. 2, 53; anch so, daß ὤν ergänzt werden kann, ὡς σὲ δηλώσω κακόν, sc. ὄντα, Soph. O. C. 787; vgl. Ant. 467; u. mit pleonastisch hinzugefügtem inf., ὡς γένος ἄτλητον ἀνθρώποισι δηλώσοιμ' ὁρᾶν O. R. 792. – 2) intrans., δηλοῖ, eszeigtsich, erhellt, istklar, wie schon Soph. Ant. 20, δηλοῖς γάρ τι καλχαίνουσ' ἔπος, gefaßt werden kann; δηλοῖ ἐμοί, ὅτι Her. 2, 117; 9, 68; τότε δηλώσει, ὅτι Plat. Rep. VI, 497 c; ἐδήλωσε δέ Xen. Mem. 1, 2, 32; Plut.

Greek (Liddell-Scott)

δηλόω: μέλ. ώσω, κτλ.―Παθ. μέλ. δηλωθήσομαι Θουκ. 1. 144· ὡσαύτως δηλώσομαι μετὰ παθ. σημασίας, Σοφ. Ο. Κ. 581· μετ᾽ ἐνεργητ., Χρησμ. Σιβ. 1. 294)· καὶ δεδηλώσομαι Ἱππ. Ἄρθρ. 809Η. Ποιῶ δῆλον, φανερόν, δεικνύω, φανερώνω, τὸν ἄνδρ᾽ Ἀχαιοῖς δ. Σοφ. Φ. 616· ποῖον ὄμμα δηλώσω πατρί; ὁ αὐτ. Αἴ. 462· προστιθεμένου ἀπαρ., ὡς γένος ἄτλητον ἀνθρώποισι δηλώσοιμ᾽ ὁρᾶν ὁ αὐτ. Ο. Τ. 792, κτλ.―Παθ. , εἶμαι ἢ γίνομαι φανερός, ὁ αὐτ. ἔνθ᾽ ἀνωτ., κτλ. 2) κάμνω γνωστόν, φανερώνω, ἀποκαλύπτω, Αἰσχύλ. Πέρσ. 519, Σοφ. Ο. Τ. 77, κτλ. 3) ἀποδεικνύω, ὁ αὐτ. Ο. Κ. 146, Θουκ. 1. 3. 4) διακηρύττω, ὁ αὐτ. 4. 68· ἐξηγοῦμαι, σαφηνίζω, ὁ αὐτ. 2. 62· ὡσαύτως, δεικνύω, σημαίνω, ὁ αὐτ. 1. 10, κτλ. Σύνταξ.: συνήθως δ. τινί τι Ἀντιφῶν 114. 34· ὡσαύτως, δ. τι πρὸς ἢ εἴς τινα Σοφ. Τρ. 369, Θουκ. 1. 90· δ. τινι περὶ τινος Λυσ. 116. 42· περί τι Ἰσοκράτ. 223Β· ὑπέρ τινος Πολύβ. 2. 22·―συχνάκις ἑπομένης ἐξηρτημένης προτάσεως, δ. ὅτι Σοφ. Ἠλ. 1106, κτλ.· δ. περὶ τινος ὡς…, Θουκ. 1. 72, 73· δ. ὅτι… Ἡρόδ. 2. 149, πρβλ. 1. 57, κτλ.· αὐτὸ [ἐνν. τὸ ἔργον] δηλώσει ὡς..., Δημ. 390. 19· ἀλλὰ τοῦτο συχνάκις ἐκφέρεται διὰ μετοχῆς, σκευή τε γάρ σε καὶ τὸ δύστηνον κάρα δηλοῦτον… ὄνθ’ ὃς εἶ Σοφ. Ο. Κ. 556· ὥς σε δηλώσω κακὸν [[[ὄντα]]] ὁ αὐτ. Ο. Κ. 783, πρβλ. Ἀντ. 471· ἡ μετοχή, ἂν προσδιορίζῃ τὴν ὀνομαστικὴν τοῦ ῥήματος, εἶναι καὶ αὐτὴ ὀνομαστική, δηλώσω πατρὶ μὴ ἄσπλαχνος γεγώς, θὰ δείξω εἰς τὸν πατέρα μου ὅτι δὲν εἶμαι ἄνανδρος, ὁ αὐτ. Αἴ. 472· δηλοῖς… τι καλχαίνουσ᾽ ἔπος, δεικνύεις ὅτι ἀνακυκᾷς..., εἶναι φανερὸν ὅτι..., ὁ αὐτ. Ἀντ. 20· δηλοῖς ὡς σημανῶν τι ὁ αὐτ. 242· δηλώσω οὐ παραγενόμενος, θὰ δείξω ὅτι δὲν ἤμην παρών, Ἀντιφῶν 120. 8· δηλώσει γεγενημένος Θουκ. 1. 21·―ἐν τοῖς τελευταίοις τούτοις παραδείγμασι τὸ δηλόω εἶναι = τῷ δῆλός εἰμι, καὶ πλησιάζει εἰς τὴν ἀμετάβατον χρῆσιν. ΙΙ. ἀμετάβ., εἶμαι σαφὴς ἢ φανερός, δηλοῖ ὅτι οὐκ Ὁμήρου τὰ Κύπρια ἔπεά ἐστι Ἡρόδ. 2. 117· δηλοῖ δὲ ταῦτα..., ὅτι οὕτως ἔχει Πλάτ. Γοργ. 483D· δηλώσει ἡ ἔχθρα πρῶτον, ὅταν..., Ἀνδοκ. 30. 31. 2) ἀπροσ. , δηλοῖ = δῆλόν ἐστι Ἡρόδ. 9. 68, Πλάτ. Κρατ. 434C, Ἀριστ. Πολ. 4. 11, 15· δηλώσει Λυσ. 118. 2, Πλάτ. Πολιτ. 497C· ἐδήλωσε Ξεν. Ἀπομν. 1. 2, 32, πρβλ. Κύρ. 7. 1, 30.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
impf. ἐδήλουν, f. δηλώσω, ao. ἐδήλωσα, pf. δεδήλωκα;
Pass. f. δηλωθήσομαι, ao. ἐδηλώθην, pf. δεδήλωμαι;
I. tr. 1 rendre visible, montrer, faire voir, acc.;
2 fig. montrer, faire voir, manifester : γνώμην THC faire connaître son sentiment, τὰ δόξαντα SOPH faire savoir ce qu’on a jugé bon ; δ. λόγῳ SOPH faire connaître par la parole, càd nommer qqn ; τί τινι, τι πρός τινα, τι ἔς τινα, faire connaître qch à qqn ; σε δηλώσω κακόν SOPH je montrerai que tu es un méchant ; δηλώσω πατρὶ μὴ ἄσπλαγχνος γεγώς SOPH je montrerai à mon père que je ne suis pas né sans cœur;
3 laisser voir, laisser entendre;
4 révéler;
5 prouver;
II. intr. être clair, être évident : δηλοῖ ὅτι HDT il est clair que ; ἐδήλωσε δέ XÉN et cela devint évident.
Étymologie: δῆλος.