κατάπλους

From LSJ

σὺν Ἀθηνᾷ καὶ σὺ χεῖρα κινεῖ → God helps those who help themselves, God helps them that help themselves, heaven helps those who help themselves, the Lord helps those who help themselves, move your hand along with Athena, move your hand along with Minerva, fortune favors the prepared mind, fortune favours the prepared mind, chance favors the prepared mind, chance favours the prepared mind

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατάπλους Medium diacritics: κατάπλους Low diacritics: κατάπλους Capitals: ΚΑΤΑΠΛΟΥΣ
Transliteration A: katáplous Transliteration B: kataplous Transliteration C: kataplous Beta Code: kata/plous

English (LSJ)

ὁ, contr. for κατάπλοος.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
att. c. κατάπλοος.

Greek Monolingual

ο (Α κατάπλους, και -οος) καταπλέω
1. το να πλέει κάποιος από το ανοιχτό πέλαγος προς την ακτή ή το λιμάνι, πλους προς την ξηρά, άφιξη πλοίου ή στόλου, προσόρμιση, ελλιμενισμός
2. ο πλους προς τα κάτω ή κατά το ρεύμα του ποταμού
αρχ.
η επιστροφή διά θαλάσσης, ο πλους της επιστροφής («ὁ οἴκαδε κατάπλους», Ξεν.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κατάπλους -ου, ὁ, zonder contr. κατάπλοος -οου [καταπλέω] landing, aankomst:. νεῶν κατάπλους landing van schepen Thuc. 4.10.5. vaart:. οἴκαδε κ. terugvaart naar huis Xen. Hell. 1.4.11.

English (Woodhouse)

(see also: κατάπλοος) by sea, sailing to land

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)

German (Pape)

ὁ, zusammengezogen aus κατάπλοος.

Lexicon Thucydideum

appulsus, arrival, landing, 4.10.5, 4.26.7.