ἐπαναχώρησις
ἀναγκαίως δ' ἔχει βίον θερίζειν ὥστε κάρπιμον στάχυν, καὶ τὸν μὲν εἶναι, τὸν δὲ μή → But it is our inevitable lot to harvest life like a fruitful crop, for one of us to live, one not. (Euripides, Hypsipyle fr. 60.94ff.)
English (LSJ)
ἐπαναχωρήσεως, ἡ, return, flowing back, κύματος Th.3.89; retreat, D.S.25.6.
German (Pape)
[Seite 901] ἡ, das Zurückweichen, Thuc. 3, 89.
French (Bailly abrégé)
ἐπαναχωρήσεως (ἡ) :
reflux des vagues.
Étymologie: ἐπαναχωρέω.
Russian (Dvoretsky)
ἐπαναχώρησις: ἐπαναχωρήσεως ἡ
1 возвращение, отступление (ἐκ Σικελίας Diod.);
2 отлив (κύματος Thuc.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐπαναχώρησις: ἐπαναχωρήσεως, ἡ, κύματος ἐπαναχώρησις, ἐπιστροφὴ ἐκ τῆς θαλάσσης κατὰ τῆς ξηρᾶς, ἐπίκλυσις, Θουκ. 3. 89· ὑποχώρησις, Διοδ. Ἀποσπ. 510. 31.
Greek Monolingual
ἐπαναχώρησις, η (Α) επαναχωρώ
1. επιστροφή («ἐγένετο δὲ καὶ ἐν Πεπαρήθῳ κύματος ἐπαναχώρησίς τις», Θουκ.)
2. υποχώρηση («μετὰ δὲ τὴν ἐκ Σικελίας ἐπαναχώρησιν», Διόδ.).
Greek Monotonic
ἐπαναχώρησις: ἐπαναχωρήσεως, ἡ, επιστροφή, σε Θουκ.
Middle Liddell
ἐπαναχώρησις, ἐπαναχωρήσεως [from ἐπαναχωρέω
a return, Thuc.
Lexicon Thucydideum
Translations
retreat
Arabic: تَرَاجُع, اِنْسِحَاب; Armenian: նահանջ; Azerbaijani: geriyə çəkilmə, geriçəkilmə; Belarusian: адступленне, адступленьне, вывад; Bulgarian: отстъпление; Chinese Mandarin: 後退/后退, 退卻/退却, 撤退; Czech: ústup; Dutch: terugtocht, aftocht, terugtrekking; Finnish: perääntyminen; French: retraite; German: Rückzug; Greek: υποχώρηση; Ancient Greek: ἀνάκλησις, ἀναφυγή, ἄποδος, ἀποχώρησις, ἄφοδος, διάκλισις, ἐπαναχώρησις, τὸ ἀνακλητικόν, ὑπαγωγή, ὑποχώρησις; Indonesian: mundur; Italian: ritirata, arretramento, ripiegamento; Japanese: 後退, 退却, 撤退; Korean: 후퇴(後退), 퇴각(退却), 철수(撤收); Latin: recessus; Macedonian: повлекување; Maori: taui, tauitanga; Norwegian Bokmål: retrett, tilbaketrekking, tilbaketrekning; Nynorsk: retrett, tilbaketrekking; Persian: عقبنشینی; Polish: odwrót, wycofanie; Portuguese: retirada; Romanian: retragere; Russian: отступление, вывод; Serbo-Croatian Cyrillic: повлаче̄ње; Roman: povláčēnje; Slovak: ústup; Slovene: umik; Spanish: retirada; Tajik: ақибнишинӣ; Turkish: geri çekilme; Ukrainian: ві́дступ, виведення