καταφανής
πολιτεύω πόλεμον ἐκ πολέμου → make perpetual war the principle of government
English (LSJ)
καταφανές,
A clearly seen, in sight, οὔπω κ. ἦσαν οἱ πολέμιοι X.An.1.8.8, cf. Eq.Mag.7.8; ἐν κ. στρατοπεδεύεσθαι in an open place, Id.Cyr.3.3.28.
2 manifest, evident, κ. ποιέειν τι Hdt.2.120, cf. Isoc.11.4, Pl.Grg. 453c, X.Cyr.1.6.14, etc.; κ. ἐστί τι, γίγνεταί τι Hp.Off.3: Comp., Pl.Lg.812a: Sup., Id.Tht.186e, etc.: freq. c. part., καταφανέες εἰσὶ ἁμαρτάνοντες Hp.VM 1; κ. ἦντῇ βουλῇ αὐτὸς θεὶς τὴν ἱκετηρίαν And.1.116, cf. Aeschin.2.39, Isoc.2.1; κ. ἐγένοντο οὐχ ὅσιοι ὄντες Antipho 5.82, cf. Plb.7.12.8; καταφανέστερος εἶναι κακουργῶν Th.5.16; κ. ἐστί τις, ὅτι… Pl.Plt. 265d, R.506b; κ. γίγνονται, ὅτι… X.Oec.1.20; κ. ποιεῖν τινα Antiph. 235.6. Adv. καταφανῶς = evidently, plainly, Ar.Eq.943, D.35.27; καταφανέστερον ἢ ὥστε λανθάνειν too manifestly to escape detection, Th 8.46.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
1 qui est en vue, visible ; ἐν καταφανεῖ XÉN (camper) à ciel ouvert;
2 manifeste, évident;
Cp. καταφανέστερος, Sp. καταφανέστατος.
Étymologie: καταφαίνω.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
καταφανής -ές [καταφαίνω] zichtbaar:. καταφανέας κινήσιας γίνεσθαι dat er zichtbare bewegingen ontstaan Hp. VM 22; οὔπω καταφανεῖς ἦσαν οἱ πολέμιοι de vijanden waren nog niet te zien Xen. An. 1.8.8; ἐν καταφανεῖ in een open ruimte Xen. Cyr. 3.3.28. evident, duidelijk:; κ. ποιεῖν duidelijk maken Hdt. 2.120.5; καταφανές ἐστιν of γίγνεται het is duidelijk; in pers. constr., met ὅτι of ὡς:; ὅ γε βασιλεὺς... καταφανὴς ὅτι... ἀγέλην ἀκεράτων νομεύει het is duidelijk dat de koning een kudde ongehoornden hoedt Plat. Pl. 265d; met ptc.: καταφανὴς ἦν αὐτὸς θεὶς τὴν ἱκετηρίαν het was duidelijk dat hij de smekelingentak zelf had geplaatst And. 1.116.
German (Pape)
ές, sichtbar, deutlich; οὔπω καταφανεῖς ἦσαν οἱ πολέμιοι Xen. An. 1.8.8; καταφανὲς ποιεῖσθαι, = καταφαίνω, Plat. Gorg. 453c und Folgde; καταφανέστατον γέγονεν Plat. Theaet. 186e; Antiph. 5.19 und A.; c. partic., ἔδοξάν μοι εἶναι καταφανεῖς οὐ δόσιν, ἀλλ' ἐμπορίαν ποιούμενοι Isocr. 2.1; Pol. 7.11.8 und sonst; aber auch ὁ βασιλεὺς καταφανής, ὅτι νομεύει, Plat. Polit. 265d.
• Adv., Ar. Eq. 943 und Folgde.
Russian (Dvoretsky)
καταφᾰνής:
1 (отчетливо) видимый, (ясно) заметный (οἱ πολέμιοι Xen.): ἐν καταφανεῖ στρατοπεδεύεσθαι Xen. располагаться лагерем на открытой местности;
2 ясный, явный, очевидный (καταφανὲς ποιεῖσθαί τι Plat.): καὶ μάλιστά τε νῦν καταφανέστατον γέγονεν Plat. теперь (это) стало совершенно очевидным.
Greek Monolingual
-ές (Α καταφανής, -ές) καταφαίνω
1. τελείως φανερός, κατάδηλος, σαφής, προφανής
2. πρόδηλος, ευδιάκριτος, ευνόητος
αρχ.
αυτός που φαίνεται καθαρά, που διακρίνεται καλά.
επίρρ...
καταφανώς (Α καταφανῶς)
φανερά, ολοφάνερα.
Greek Monotonic
καταφᾰνής: -ές,
1. πολύ καθαρά ορατός, ολοφάνερος, σε Ξεν.· ἐν καταφανεῖ, σε ανοιχτό πεδίο, στον ίδ.
2. πασίδηλος, εμφανής, πρόδηλος, καταφανὲς ποιεῖν ή ποιεῖσθαί τι, σε Ηρόδ., Ξεν.· καταφανέστερος εἶναι κακουργῶν, σε Θουκ.· επίρρ. -νῶς, εμφανώς, ολοφάνερα, ξεκάθαρα, σε Αριστ.· καταφανέστερον ἢ ὥστε λανθάνειν, υπερβολικά φανερά για να ξεφύγει την ανίχνευση, σε Θουκ.
Greek (Liddell-Scott)
κατᾰφανής: -ές, σαφῶς φαινόμενος, κατάδηλος, φανερός, οὔπω καταφανεῖς ἦσαν οἱ πολέμιοι, οὔπω κατεφαίνοντο, Ξεν. Ἀν. 1. 8. 8. πρβλ. Ἱππαρχ. 7. 8· ἐν καταφανεῖ στρατοπεδεύεσθαι, ἐν ἀνοικτῷ τόπῳ, ὁ αὐτ. ἐν Κύρ. 3. 3, 28· κ. ποιεῖσθαί τι, καταφαίνειν, Πλάτ. Γοργ. 453C· 2) φανερός, σαφής, καταφανὲς ποιεῖν ἢ ποιεῖσθαί τι, καταφαίνειν φανερώνειν, Ἡρόδ. 2, 120, Ἰσοκρ. 222Β, Ξεν. Κύρ. 1. 6, 14, κτλ.· κατ. ἐστί τι, γίγνεταί τι, καταφαίνεται, Ἱππ. π. Ἰητρεῖον 740, Πλάτ. Νόμ. 812Α, Θεαίτ. 186Ε, κτλ.· μετὰ μετοχ., καταφανεῖς εἰσιν ἁμαρτάνοντες Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 8· κ. τῇ βουλῇ ἦν αὐτὸς θεὶς τὴν ἱκετηρίαν Ἀνδοκ. 15. 32, πρβλ. Ἀντιφῶντα 139. 10· καταφανέστερος εἶναι κακουργῶν Θουκ. 5. 16· κ. ἐστὶ ἢ γίγνεταί τις, ὅτι…, Πλάτ. Πολιτικ. 265D, Πολ. 506Β, Ξεν. Οἰκ. 1. 20· κ. ποιεῖν τινα Ἀντιφῶν ἐν Ἀδήλ. 12·- Ἐπίρρ. -νῶς, φανερῶς, σαφῶς, ἐμφανῶς, Ἀριστοφ. Ἱππ. 943, Δημ 932. 8· καταφενέστερον ἢ ὥστε λανθάνειν, παρὰ πολὺ φανερῶς ἢ νὰ διαφεύγῃ τὴν προσοχὴν ἢ τὰ ὄμματα τῶν ἀνθρώπων, Θουκ. 8. 46.
Middle Liddell
καταφᾰνής, ές [from καταφαίνω
1. clearly seen, in sight, Xen.; ἐν καταφανεῖ in an open place, Xen.
2. manifest, evident, καταφανὲς ποιεῖν or ποιεῖσθαί τι Hdt., Xen.; καταφανέστερος εἶναι κακουργῶν Thuc.:—adv. -νῶς, evidently, plainly, Ar.; καταφανέστερον ἢ ὥστε λανθάνειν too manifestly to escape detection, Thuc.