Ἥφαιστος: Difference between revisions

From LSJ

Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνονAnaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep

Source
(4)
(1ab)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Ἥφαιστος:''' -ου, ὁ,<br /><b class="num">I.</b> ο Ήφαιστος, Λατ. <b>V</b>ulcanus, ο [[γιος]] του [[Δία]] και της Ήρας, [[χωλός]] εκ γενετής, ο [[θεός]] της μεταλλουργίας, σε Όμηρ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> μετωνυμικά αντί της λέξης [[πῦρ]], [[φωτιά]], σε Ομήρ. Ιλ., Σοφ. (πιθανόν από το <i>ἅπ-τω</i>, [[ανάβω]] [[φωτιά]]).
|lsmtext='''Ἥφαιστος:''' -ου, ὁ,<br /><b class="num">I.</b> ο Ήφαιστος, Λατ. <b>V</b>ulcanus, ο [[γιος]] του [[Δία]] και της Ήρας, [[χωλός]] εκ γενετής, ο [[θεός]] της μεταλλουργίας, σε Όμηρ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> μετωνυμικά αντί της λέξης [[πῦρ]], [[φωτιά]], σε Ομήρ. Ιλ., Σοφ. (πιθανόν από το <i>ἅπ-τω</i>, [[ανάβω]] [[φωτιά]]).
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[Ἥφαιστος]], ου,<br /><b class="num">I.</b> [[Hephaestus]], Lat. [[Vulcanus]], sonof [[Zeus]] and [[Hera]], [[lame]] from [[birth]], [[master]] of [[metal]] [[working]], Hom., etc.<br /><b class="num">II.</b> meton. for πῦρ, [[fire]], Il., Soph. [Perh. from [[ἅπτω]], to [[kindle]] [[fire]].]
}}
}}

Revision as of 23:05, 9 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ἥφαιστος Medium diacritics: Ἥφαιστος Low diacritics: Ήφαιστος Capitals: ΉΦΑΙΣΤΟΣ
Transliteration A: Hḗphaistos Transliteration B: Hēphaistos Transliteration C: Ifaistos Beta Code: *(/hfaistos

English (LSJ)

(Aeol.and Dor. Ἄφ-( Ἅφ-) Sapph.66, Pi.O.7.35, etc.), ὁ, Hephaestus, Il.18.391, etc.; ἔργον Ἡφαίστοιο, of a bowl, Od.4.617;

   A κνημῖδας ὀρειχάλκοιο . . Ἡφαίστου κλυτὰ δῶρα Hes.Sc.123; φλογὶ Ἡφαίστοιο Il.17.88, cf. Antim.44; μὰ τὸν Ἥ. Com.Adesp.17.35D.    2 = Lat. Volcanus, D.H.2.54, Plu.2.276b, App.BC5.49, etc.    3 = Egypt. Plah, OGI90.2 (Rosetta, ii B.C.).    4 Pythag. name for nine, Theol.Ar.58.    II meton. for πῦρ, fire, Il.2.426, Hom.Fr.18, S.Ant.123 (lyr.), 1007, cf. Chrysipp.Stoic.2.315, al., D.S.5.74, etc.

Greek (Liddell-Scott)

Ἥφαιστος: -ου, ὁ, Λατ. Vulcanus, υἱὸς τοῦ Διὸς καὶ τῆς Ἥρας, χωλὸς ἐκ γενετῆς, Ἰλ. Σ. 397 (πρβλ. κυλλοποδίων, ἠπεδανός): θεὸς τοῦ πυρὸς ὡς χρησιμεύοντος ἐν τῇ τέχνῃ καὶ ἄρχων πάσης τέχνης ἐχούσης ἀνάγκην τοῦ πυρός, ἰδίως τῶν ἀσχολουμένων περὶ τὴν ἐργασίαν τῶν μετάλλων· ὅθεν οὗτος εἶνε ὁ ἐργάτης τῶν θρόνων τῶν θεῶν, τοῦ σκήπτρου τοῦ Διός, τῆς αἰγίδος, τῶν ὅπλων τοῦ Ἀχιλλέως, κτλ.· ἅπαντα τὰ ἐκ μετάλλου ἔργα λέγονται ἔργα αὐτοῦ, Ἰλ. Θ. 195, Ὀδ. Δ. 617, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 123, κτλ.· τὸ πῦρ καλεῖται φλὸξ Ἡφαίστοιο Ἰλ. Ρ. 88· καὶ αὐτὸς κλυτοεργός, κλυτοτέχνηςχαλκεύς, Ο. 309. - Περὶ τοῦ ἀτυχοῦς αὐτοῦ γάμου μετὰ τῆς Ἀφροδίτης ἴδε Ὀδ. Θ. 267 κἑξ. II. μετωνομ. ἀντὶ πῦρ, Ἰλ. Β. 426. Σοφ. Ἀντ. 123. 1007. Ποιητ. ἐν τῶ Ε. Μ. 241. 57. (Ἴσως ἐκ √ΑΦ, ἥτις φαίνεται ἐν τῷ ἅπτω, ἀνάπτω πῦρ.)

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
1 Héphæstos, fils de Zeus et d’Hèra, dieu du feu;
2 p. ext. le feu.
Étymologie: le même que yavishtha « très jeune », épithète d’Agni, le dieu védique du feu, càd le dieu qui ne vieillit pas, qui conserve toute sa force.

English (Autenrieth)

Hephaestus (Vulcanus), the son of Zeus and Hera, the god of fire and of arts which need the aid of fire: in the Iliad married to Charis, Il. 18.382 ff., but in the Odyssey to Aphrodīte, Od. 8.266 ff. His works are the houses of the gods on Olympus, the armor of Achilles, the sceptre and aegis of Zeus, etc. Epithets, ἀμφιγυήεις, κυλλοποδίων, χαλκεύς, κλυτοτέχνης, κλυτόεργος, κλυτόμητις, πολύφρων, περίκλυτος, πολύμητις. The name Ἥφαιστος is used by personification for the element which he represents, Il. 2.426, cf. Il. 9.468.

Spanish

Hefesto

Greek Monotonic

Ἥφαιστος: -ου, ὁ,
I. ο Ήφαιστος, Λατ. Vulcanus, ο γιος του Δία και της Ήρας, χωλός εκ γενετής, ο θεός της μεταλλουργίας, σε Όμηρ. κ.λπ.
II. μετωνυμικά αντί της λέξης πῦρ, φωτιά, σε Ομήρ. Ιλ., Σοφ. (πιθανόν από το ἅπ-τω, ανάβω φωτιά).

Middle Liddell

Ἥφαιστος, ου,
I. Hephaestus, Lat. Vulcanus, sonof Zeus and Hera, lame from birth, master of metal working, Hom., etc.
II. meton. for πῦρ, fire, Il., Soph. [Perh. from ἅπτω, to kindle fire.]