ἀνακομιδή: Difference between revisions
ἄλογον δὴ τὸ μήτε μάχης ἄρξασθαι μήτε τοὺς φίλους φυλάξαι, ἐὰν ὑπό γε τῶν βαρβάρων ἀδικῆσθε → It is irrational neither to begin battle nor to guard the friends, if you are ever wronged by the foreigners
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0193.png Seite 193]] ἡ, das Wiedererlangen, νεῶν Dem. 18, 75, in einem Psephisma; Rückkehr, Plut.; Dion. H. 1, 53; ἀνακομιδὴν ποιεῖσθαι, zurückkehren, Pol. 5, 22, 5. – Einkünfte, Arist. H. A. 8, 12. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0193.png Seite 193]] ἡ, das Wiedererlangen, νεῶν Dem. 18, 75, in einem Psephisma; Rückkehr, Plut.; Dion. H. 1, 53; ἀνακομιδὴν ποιεῖσθαι, zurückkehren, Pol. 5, 22, 5. – Einkünfte, Arist. H. A. 8, 12. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ῆς (ἡ) :<br />action de recouvrer.<br />'''Étymologie:''' [[ἀνακομίζω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνακομῐδή''': ἡ, ἡ [[ἀνάκτησις]]· ἡ τῶν πλοίων ἀν. Ψήφισμ. παρὰ Δημ. 250. 13. 2) [[ἀνάρρωσις]], ἐκ νόσου Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 171. 3) [[ἀπονόστησις]], [[ἐπάνοδος]], Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 8. 12. 9. 4) ἀπόσπασις, ἐξέλκυσις, «πρὸς τὸ κατὰ τὴν ἀνακομιδὴν τοῦ δόρατος σπαράττειν τὸ [[τραῦμα]]», Διόδ. 5. 30. 5) ἀνακομιδὴ λειψάνων, Ἐκκλ. ὡς καὶ νῦν. | |lstext='''ἀνακομῐδή''': ἡ, ἡ [[ἀνάκτησις]]· ἡ τῶν πλοίων ἀν. Ψήφισμ. παρὰ Δημ. 250. 13. 2) [[ἀνάρρωσις]], ἐκ νόσου Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 171. 3) [[ἀπονόστησις]], [[ἐπάνοδος]], Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 8. 12. 9. 4) ἀπόσπασις, ἐξέλκυσις, «πρὸς τὸ κατὰ τὴν ἀνακομιδὴν τοῦ δόρατος σπαράττειν τὸ [[τραῦμα]]», Διόδ. 5. 30. 5) ἀνακομιδὴ λειψάνων, Ἐκκλ. ὡς καὶ νῦν. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 12:05, 2 October 2022
English (LSJ)
Dor. ἀγκομιδά IG4.742.17, ἡ:—A a carrying away again, recovery, ἡ τῶν πλοίων ἀ. Decr. ap. D.18.75. 2 recovery, ἐκ τῶν νούσων Hp.VM21. 3 return, Arist.HA597b9, SIG615.14 (Delph., ii B. C.), Onos.11.3. 4 bringing up, τῶν ἐπιτηδείων Str.3.3.1.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
• Alolema(s): dór. ἀγκομιδά IG 4.742.17
I 1transporte, envío τῶν ἐπιτηδείων Str.3.3.1, CPHerm.85.2.2 (III a.C.)
•traslado τῶν παίδων Plb.3.99.1, de cadáveres ἀνακομιδὴ ἡ ἐκ τάφου εἰς τάφον μετάθεσις Sch.A.Th.1024.
2 recuperación ἡ τῶν πλοίων ἀ. Decr. en D.18.75, de pers. enfermas ἐκ τῶν νούσων Hp.VM 21
•devolución τοῦ ἕδνου PLond.1708.196 (V a.C.), τοῦ γραμματίου PAlex.2.186 p.24.
II 1viaje, expedición Διονυσίου ποιησαμένου τὴν ἀνακομιδὴν ἐκ Σικελίας εἰς Κόρινθον Plb.12.4a.2.
2 vuelta, retorno, regreso Arist.HA 597b9, (τῶν στρατιωτῶν) Plb.1.68.13, τοῦ στόλου Plb.3.106.7, εἰς οἶκον Plb.38.16.12, cf. FD 2.89.14 (II a.C.), Thasos 2.172.10 (I a.C.), BGU 2070.1.25 (II a.C.), Tat.Orat.39, Clem.Al.Strom.7.11.63, Cyr.Al.Inc.Unigen.51.692B, Philost.HE 3.6.
German (Pape)
[Seite 193] ἡ, das Wiedererlangen, νεῶν Dem. 18, 75, in einem Psephisma; Rückkehr, Plut.; Dion. H. 1, 53; ἀνακομιδὴν ποιεῖσθαι, zurückkehren, Pol. 5, 22, 5. – Einkünfte, Arist. H. A. 8, 12.
French (Bailly abrégé)
ῆς (ἡ) :
action de recouvrer.
Étymologie: ἀνακομίζω.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνακομῐδή: ἡ, ἡ ἀνάκτησις· ἡ τῶν πλοίων ἀν. Ψήφισμ. παρὰ Δημ. 250. 13. 2) ἀνάρρωσις, ἐκ νόσου Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 171. 3) ἀπονόστησις, ἐπάνοδος, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 8. 12. 9. 4) ἀπόσπασις, ἐξέλκυσις, «πρὸς τὸ κατὰ τὴν ἀνακομιδὴν τοῦ δόρατος σπαράττειν τὸ τραῦμα», Διόδ. 5. 30. 5) ἀνακομιδὴ λειψάνων, Ἐκκλ. ὡς καὶ νῦν.
Greek Monolingual
η (Α ἀνακομιδή) ἀνακομίζω
επαναφορά, επάνοδος, επιστροφή, μεταφορά
νεοελλ.
εκταφή και μεταφορά τών οστών νεκρού σε οστεοφυλάκιο, χωνευτήρι ή αλλού
αρχ.
1. ανάληψη, ανάκτηση
2. ανάρρωση από ασθένεια
3. απόσπαση, βγάλσιμο.
Greek Monotonic
ἀνακομῐδή: ἡ, ανάκτηση, επαναφορά, περισυλλογή, τῶν πλοίων, σε Ψηφ. παρά Δημ.
Russian (Dvoretsky)
ἀνακομῐδή: ἡ
1) возврат (τῶν πλοίων Dem.);
2) возвращение Arst., Plut.: ἀνακομιδὴν ποιεῖσθαι Polyb. возвратиться, вернуться.
Middle Liddell
ἀνακομίζω
a carrying away again, recovery, τῶν πλοίων Decret. ap. Dem.