καθεξῆς: Difference between revisions

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "( " to "(")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=καθ-εξῆς adv., achtereenvolgens; subst.: οἱ καθεξης ( προφῆται ) de (profeten) hierna NT Act. Ap. 3.24.
|elnltext=καθ-εξῆς adv., achtereenvolgens; subst.: οἱ καθεξης (προφῆται ) de (profeten) hierna NT Act. Ap. 3.24.
}}
}}
{{elru
{{elru

Revision as of 12:18, 13 October 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καθεξῆς Medium diacritics: καθεξῆς Low diacritics: καθεξής Capitals: ΚΑΘΕΞΗΣ
Transliteration A: kathexē̂s Transliteration B: kathexēs Transliteration C: katheksis Beta Code: kaqech=s

English (LSJ)

Adv., = the more usually ἐφεξῆς, Ev.Luc.1.3, Plu.2.615c, Ael.VH8.7, IGRom.4.1432.9 (Smyrna); poet. κατά θ' ἑξείης Opp. C.3.59.

German (Pape)

[Seite 1283] = ἐφεξῆς; Ael. V. H. 8, 7; Plut. Symp. 1, 1 E.

French (Bailly abrégé)

adv.
de suite ; ensuite.
Étymologie: κατά, ἑξῆς.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

καθ-εξῆς adv., achtereenvolgens; subst.: οἱ καθεξης (προφῆται ) de (profeten) hierna NT Act. Ap. 3.24.

Russian (Dvoretsky)

καθεξῆς: adv. (= ἐφεξῆς I)
1 по порядку, последовательно (βαδίζειν Plut.; γράψαι NT);
2 далее, в дальнейшем: ἐν τῷ κ. NT впоследствии, после этого; οἱ κ. προφῆται NT позднейшие пророки.

English (Strong)

from κατά and ἑξῆς; thereafter, i.e. consecutively; as a noun (by ellipsis of noun) a subsequent person or time: after(-ward), by (in) order.

English (Thayer)

(κατά and ἑξῆς, which see), adverb, one after another, successively, in order: τῶν καθεξῆς those that follow after, Winer's Grammar, 633 (588)); ἐν τῷ καθεξῆς namely, χρόνῳ (R. V. soon afterward), Aelian v. h. 8,7; Plutarch, symp. 1,1, 5; in earlier Greek ἑξῆς and ἐφεξῆς are more usual.)

Greek Monolingual

(AM καθεξῆς, Α ποιητ. τ. κατά θ' ἑξείης, με τμήση)
στη συνέχεια, κατόπιν, εφεξής
νεοελλ.
1. (σε λαϊκή χρήση) στο μέλλον, στο εξήςκαθεξής να μάθεις να φυλάγεσαι»)
2. φρ. «και ούτω καθεξής» (σε συντομογραφία: κ.ο.κ.)
και τα λοιπά, ομοίως
(νεοελλ.-μσν.). με τον ίδιο ή με τον ίδιο περίπου τρόπο, ομοιοτρόπως «καὶ καθεξῆς τοὺς ἅπαντας ὁμοίως παραγγέλλει», Πρόδρ.)
αρχ.
κατ' ακολουθίαν.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + ἑξῆς].

Greek (Liddell-Scott)

καθεξῆς: Ἐπίρρ.= τῷ συνηθεστέρῳ ἐφεξῆς, Πλούτ. 2.615Β, Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 8. 7, Συλλ. Ἐπιγρ. 3208. 9· ποιητ., κατάθ’ ἐξείης Ὀππ. Κυν. 3. 59.

Chinese

原文音譯:kaqexÁj 卡特誒克些士
詞類次數:副詞(5)
原文字根:向下-有
字義溯源:其後,挨次,按著次序,連續地,後繼,後;由(κατά / καθεῖς / καθημέραν / κατακύπτω)*=下,按照)與(ἑξῆς)=繼續的)組成;而 (ἑξῆς)出自(ἔχω)*=持)
出現次數:總共(5);路(2);徒(3)
譯字彙編
1) 挨次(2) 徒11:4; 徒18:23;
2) 後繼的(1) 徒3:24;
3) 後(1) 路8:1;
4) 按著次序(1) 路1:3

Mantoulidis Etymological

Ἀπό τό κατά + ἕξω, μέλλ. τοῦ ἔχω, ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.