προσόμοιος: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἐπιλογιζόμενος ὅτι ἅμα μὲν ὀδύρῃ τὴν ἀναισθησίαν, ἅμα δὲ ἀλγεῖς ἐπὶ σήψεσι καὶ στερήσει τῶν ἡδέων, ὥσπερ εἰς ἕτερον ζῆν ἀποθανούμενος, ἀλλ᾿ οὐκ εἰς παντελῆ μεταβαλῶν ἀναισθησίαν καὶ τὴν αὐτὴν τῇ πρὸ τῆς γενέσεως → you do not consider that you are at one and the same time lamenting your want of sensation, and pained at the idea of your rotting away, and of being deprived of what is pleasant, as if you are to die and live in another state, and not to pass into insensibility complete, and the same as that before you were born

Source
(6)
m (Text replacement - "τινι" to "τινι")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
(16 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=prosomoios
|Transliteration C=prosomoios
|Beta Code=proso/moios
|Beta Code=proso/moios
|Definition=ον, also α, ον <span class="bibl">Str.3.4.18</span>:— <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">nearly like, much like</b>, τινι <span class="bibl">E.<span class="title">Ph.</span>128</span> (lyr.), <span class="bibl">Ar.<span class="title">V.</span>356</span>, <span class="bibl"><span class="title">Av.</span>685</span>, <span class="bibl">Amips.19</span>, <span class="bibl">Pl.<span class="title">Sph.</span>267a</span>, etc. Adv. -ως <span class="bibl">Id.<span class="title">Lg.</span>811c</span>.</span>
|Definition=προσόμοιον, also α, ον Str.3.4.18:—[[nearly like]], [[much like]], τινι E.''Ph.''128 (lyr.), Ar.''V.''356, ''Av.''685, Amips.19, Pl.''Sph.''267a, etc. Adv. [[προσομοίως]] Id.''Lg.''811c.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0774.png Seite 774]] eigtl. nahe am gleichen, ziemlich gleich, ähnlich, τινί, Eur. Phoen. 130; Plat. Soph. 267 a Polit. 310 c u. öfter; Dem. 22, 2 u. Folgde, wie Plut.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0774.png Seite 774]] eigtl. nahe am gleichen, ziemlich gleich, ähnlich, τινί, Eur. Phoen. 130; Plat. Soph. 267 a Polit. 310 c u. öfter; Dem. 22, 2 u. Folgde, wie Plut.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />[[à peu près semblable]], [[analogue à]], [[similaire]], τινι.<br />'''Étymologie:''' [[πρός]], [[ὅμοιος]].
}}
{{elnl
|elnltext=προσόμοιος -ον &#91;[[πρός]], [[ὅμοιος]]] gelijkend, met dat.; adv. προσομοίως op soortgelijke wijze. Plat. Lg. 811c.
}}
{{elru
|elrutext='''προσόμοιος:''' [[очень сходный]], [[весьма похожий]] (τινι Eur., Arph., Plat.; τῶν γονέων οὐδενί Arst.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''προσόμοιος''': -ον, [[ὡσαύτως]] α, ον, Στράβ. 165· - σχεδὸν [[ὅμοιος]], πολὺ [[ὅμοιος]], τινι Εὐρ. Φοίν. 128, Ἀριστοφ. Σφ. 356, Ὄρν. 685, Πλάτ. Σοφιστ. 267Α, κτλ. Ἐπίρρ. -ως, ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 811C, Ἀμειψ. ἐν «Σφενδόνῃ» 1.
|lstext='''προσόμοιος''': -ον, [[ὡσαύτως]] α, ον, Στράβ. 165· - σχεδὸν [[ὅμοιος]], πολὺ [[ὅμοιος]], τινι Εὐρ. Φοίν. 128, Ἀριστοφ. Σφ. 356, Ὄρν. 685, Πλάτ. Σοφιστ. 267Α, κτλ. Ἐπίρρ. -ως, ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 811C, Ἀμειψ. ἐν «Σφενδόνῃ» 1.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />à peu près semblable, analogue à, similaire, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[πρός]], [[ὅμοιος]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-α, -ο / [[προσόμοιος]], -οία, -ον, ΝΜΑ, θηλ. και -ος, Α<br />αυτός που [[είναι]] [[σχεδόν]] όμοιος με κάποιον, [[παρεμφερής]], [[παρόμοιος]]<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />(<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ [[προσόμοια]]<br />(βυζ. μουσ.) τροπάρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας που δεν έχουν δική τους [[μελωδία]] [[αλλά]] ψάλλονται [[πάνω]] στη [[μελωδία]] και στο [[μέτρο]] άλλων τροπαρίων που λέγονται αυτόμελα. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>προσομοίως</i> Α<br />με προσόμοιο τρόπο, [[περίπου]] όμοια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προσ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὅμοιος]] (<b>πρβλ.</b> <i>παρ</i>-<i>όμοιος</i>)].
|mltxt=-α, -ο / [[προσόμοιος]], -οία, -ον, ΝΜΑ, θηλ. και -ος, Α<br />αυτός που [[είναι]] [[σχεδόν]] όμοιος με κάποιον, [[παρεμφερής]], [[παρόμοιος]]<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />(<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) τὰ [[προσόμοια]]<br />(βυζ. μουσ.) τροπάρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας που δεν έχουν δική τους [[μελωδία]] [[αλλά]] ψάλλονται [[πάνω]] στη [[μελωδία]] και στο [[μέτρο]] άλλων τροπαρίων που λέγονται αυτόμελα. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>προσομοίως</i> Α<br />με προσόμοιο τρόπο, [[περίπου]] όμοια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προσ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ὅμοιος]] ([[πρβλ]]. [[παρόμοιος]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προσόμοιος:''' -ον και -α, -ον, [[πολύ]] όμοιος με κάποιον, <i>τινι</i>, σε Ευρ., Αριστοφ.
|lsmtext='''προσόμοιος:''' -ον και -α, -ον, [[πολύ]] όμοιος με κάποιον, <i>τινι</i>, σε Ευρ., Αριστοφ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[προσόμοιος]], ον,<br />[[much]] like, τινι Eur., Ar.
}}
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[nearly like]]
}}
}}

Latest revision as of 17:00, 5 November 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσόμοιος Medium diacritics: προσόμοιος Low diacritics: προσόμοιος Capitals: ΠΡΟΣΟΜΟΙΟΣ
Transliteration A: prosómoios Transliteration B: prosomoios Transliteration C: prosomoios Beta Code: proso/moios

English (LSJ)

προσόμοιον, also α, ον Str.3.4.18:—nearly like, much like, τινι E.Ph.128 (lyr.), Ar.V.356, Av.685, Amips.19, Pl.Sph.267a, etc. Adv. προσομοίως Id.Lg.811c.

German (Pape)

[Seite 774] eigtl. nahe am gleichen, ziemlich gleich, ähnlich, τινί, Eur. Phoen. 130; Plat. Soph. 267 a Polit. 310 c u. öfter; Dem. 22, 2 u. Folgde, wie Plut.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
à peu près semblable, analogue à, similaire, τινι.
Étymologie: πρός, ὅμοιος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προσόμοιος -ον [πρός, ὅμοιος] gelijkend, met dat.; adv. προσομοίως op soortgelijke wijze. Plat. Lg. 811c.

Russian (Dvoretsky)

προσόμοιος: очень сходный, весьма похожий (τινι Eur., Arph., Plat.; τῶν γονέων οὐδενί Arst.).

Greek (Liddell-Scott)

προσόμοιος: -ον, ὡσαύτως α, ον, Στράβ. 165· - σχεδὸν ὅμοιος, πολὺ ὅμοιος, τινι Εὐρ. Φοίν. 128, Ἀριστοφ. Σφ. 356, Ὄρν. 685, Πλάτ. Σοφιστ. 267Α, κτλ. Ἐπίρρ. -ως, ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 811C, Ἀμειψ. ἐν «Σφενδόνῃ» 1.

Greek Monolingual

-α, -ο / προσόμοιος, -οία, -ον, ΝΜΑ, θηλ. και -ος, Α
αυτός που είναι σχεδόν όμοιος με κάποιον, παρεμφερής, παρόμοιος
νεοελλ.-μσν.
(το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ προσόμοια
(βυζ. μουσ.) τροπάρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας που δεν έχουν δική τους μελωδία αλλά ψάλλονται πάνω στη μελωδία και στο μέτρο άλλων τροπαρίων που λέγονται αυτόμελα.
επίρρ...
προσομοίως Α
με προσόμοιο τρόπο, περίπου όμοια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + ὅμοιος (πρβλ. παρόμοιος)].

Greek Monotonic

προσόμοιος: -ον και -α, -ον, πολύ όμοιος με κάποιον, τινι, σε Ευρ., Αριστοφ.

Middle Liddell

προσόμοιος, ον,
much like, τινι Eur., Ar.

English (Woodhouse)

nearly like

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)