ὑπὲρ: Difference between revisions

From LSJ

πρὸς υἱὸν ὀργὴν οὐκ ἔχει χρηστὸς πατήρ → The good father does not hold anger towards his son (Chaeremon, fragment 35)

Source
(6_3)
(No difference)

Revision as of 10:47, 5 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

ὑπὲρ: [ῠ], Ἐπικ. καὶ ὑπείρ, ὅταν ἡ λήγουσα ἀπαιτῆται νὰ ᾖ μακρά, ἐν χρήσει παρ’ Ὁμήρῳ μόνον ἐν τῇ φράσει ὑπεὶρ ἅλα· Βοιωτ. οὗπερ, Ahr. D. Dor. 250. (Πρβλ. Σανσκρ. upari, Ζενδ. upairi, Λατ. super, Γοτθ. ufar, Ἀρχ. Σκανδ. yfr, ofr, Ἀγγλο-Σαξον. ofer (over), Ἀρχ. Γερμαν. oba (über)· πρβλ. τὰ Ἀγγλ. up, upper, κτλ.˙ ἴδε καὶ τὸ ἀντίθετον ὑπό˙ - ἐκ ταύτης δὲ ἐσχηματίσθησαν συγκρ. καὶ ὑπερθ. ὑπέρτερος, -τατος, τὸ δὲ δεύτερον καὶ κατὰ συγκοπὴν ὕπατος, ὡσαύτως τὸ ἐπίρρ. ὕπερθεν, καὶ ὑπέρα, ὕπερος). Πρόθεσις συντασσομένη γενικῇ καὶ αἰτιατ. Α. Μετά γενικῆς, ἥτις δηλοῖ τὸ πρόσωπονπρᾶγμα ὑπεράνω τοῦ ὁποίου εἶναί τι ἢ γίνεται: Ι. ἐπὶ τόπου, ὑπεράνωϏ 1) ἐπὶ στάσεως, ἄνω, ὑπεράνω, συχν. παρ’ Ὁμ., στέρνον ὑπὲρ μαζοῖο Ἰλ. Δ. 528˙ χιτωνίσκους ἐνεδεδύκεσαν ὑπὲρ γονάτων, μὴ ἐκτεινομένους μέχρι τῶν γονάτων, Ξενοφ. Ἀνάβ. 5. 4, 13˙ ἕστηκε... ὅσον τ’ ὄργυι’, ὑπὲρ αἴης Ἰλ. Ψ. 327˙ εἴθ’ ὑπὲρ γῆς, εἴτ’ ἐπὶ γῆς, εἴθ’ ὑπὸ γῆς Θεοφρ. π. Πυρ. 1˙ ὑπὲρ κεφαλῆς στῆναί τινι, στῆναι ὑπεράνω τῆς κεφαλῆς τινος ἐν ᾧ κοιμᾶται, Ἰλ. Β. 20, Ὀδ. Δ. 803. κλπ.˙ πασάων ὕπερ ἥγε κάρα ἔχει Ζ. 107˙ ὑπὲρ πόλιος, ὅθι Ἕρμαιος λόφος ἐστίν, ἦα Π. 471˙ ὅτι ὑπὲρ κεφαλῆς οἱ ἐγίνετο ὁ νεκρὸς διεξελαύνοντι, καθότι ὑπεράνω τῆς πύλης ἦτο τεθαμμένος νεκρός, Ἡρόδ. 1. 187˙ τὸ οὖρος τὸ ὑπὲρ Τεγέης ὁ αὐτ. 6. 105˙ τὰ ὑπὲρ κεφαλῆς, τὰ ὑψηλότερα μέρη, οἱ ὑψηλότεροι τόποι, Ξεν. Ἀγησ. 2. 20˙ ὑπὲρ ἁλός, θαλάσσης, ἐπὶ πόλεων ἢ τόπων παραθαλασσίων, Dissen εἰς Πινδ. Ν. 7. 64˙ λιμὴν καὶ πόλις ὑπὲρ αὐτοῦ Θουκ. 1, 46˙ ἐπὶ τῆς σχετικῆς θέσεως χωρῶν ἢ τόπων, ὑπεράνω, μεσογειότερον, οἰκέοντες ὑπὲρ Ἁλικαρνησσοῦ μεσόγαιαν Ἡρόδ. 1. 175˙ ἐξ Αἰθιοπίας τῆς ὑπὲρ Αἰγύπτου Θουκ. 2. 48˙ τοῖς ὑπὲρ Χερρονήσου Θρᾳξ Ξεν. Ἀν. 2. 6, 2. 2) ἐν καταστάσει κινήσεως, ὑπεράνω, «ἀπὸ ’πάνω ἀπό...», κῦμα νηὸς ὑπὲρ τοίχων καταβήσεται Ἰλ. Ο. 382˙ τὸν δ’ ὑπὲρ οὐδοῦ βάντα προσηύδα Ὀδ. Ρ. 575˙ τάφρων ὕπερ πηδᾶν Σοφ. Αἴ. 1279˙ ὑπὲρ θαλάσσης καὶ χθονὸς ποτωμένοις Αἰσχύλ. Ἀγ. 576˙ ἐκκυβιστᾶν ὑπὲρ τῶν ξιφῶν Ξεν. Συμπ. 2, 11. 3) πέραν, ἐν Κρήτῃ εὐρείῃ τηλοῦ ὑπὲρ πόντου Ὀδ. Ν. 257. ΙΙ. μεταφορ., ὡς ἡ προθ. πρὸ (ἐκ τῆς ἐννοίας τοῦ ἵστασθαι ὑπεράνω πρὸς ὑπεράσπισιν καὶ προστασίαν), τεῖχος ὑπὲρ νεῶν Ἰλ. Η. 449˙ ἑκατόμβην ῥέξαι ὑπὲρ Δαναῶν Α. 444˙ καθόλου, χάριν τινός, διὰ τὸ καλόν τινος, πρὸς ὠφέλειάν τινος, διὰ τὴν ἀσφάλειάν τινος, θύειν ὑπὲρ τῆς πόλεως Ξεν. Ἀπομν. 2. 2, 13, πρβλ. Valck. εἰς Εὐρ. Φοιν. 1336˙ εὑδόντων ὕπερ φρούρημα Αἰσχύλ. Εὐμ. 705˙ ὑπέρ τινος κινδυνεύειν, μάχεσθαι, βοηθεῖν Θουκ. 2. 20, Πλάτ. Νόμ. 612C, Ξενοφ. Ἀν. 3. 5, 6˙ ἧς ἔθνησχ’ ὕπερ Σοφ. Τραχ. 708˙ ὑπέρ τινος λέγειν ὁ αὐτ. ἐν Ἠλ. 554, (τοῦτο λίαν προσεγγίζει εἰς τὴν σημασίαν 5, ἐν Ξενοφ. Κύρ. Παιδ. 3. 3, 14)˙ - ἡ δὲ ἐξ ἀρχῆς ἢ πρώτη σημασία ἐμφαίνεται σαφέστατα ἐν φράσεσιν οἷαι αἵδε: ὑπὲρ τῆς πατρίδος ἀμύνειν, ἀγωνίζεσθαι, μάχεσθαι˙ ὁ ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος θάνατος, κτλ., συχν. παρ’ Ἡροδ. καὶ τοῖς Ἀττ.˙ νῦν ὑπὲρ πάντων ἀγὼν Αἰσχύλ. Πέρσ. 405˙ ὑπὲρ δόξης τελευτήσαντας Δημ. 690. 19˙ - ἐνίοτε καὶ ἐπὶ τοῦ πράγματος ὃ ἀγωνίζεταί τις νὰ ἀποφύγῃ ἢ ἀποκρούσῃ, ἱκέσιον λόχον δουλοσύνας ὕπερ Αἰσχύλ. Θήβ. 112, πρβλ. Αἰσχίν. 55. 19. 2) χάριν προσώπου τινὸς ἢ πράγματος, παρ’ Ὁμ. συνάπτεται μόνον μετὰ τοῦ λίσσομαι, π.χ. ὑπὲρ τοκέων, ὑ. πατρὸς καὶ μητρός, ὑ. ψυχῆς, Ἰλ. Ο. 660., 665., Χ. 338., Ω. 466˙ βραδύτερον μετ’ ἄλλων ὁμοίων ῥημάτων, οἷον γουνάζομαι, Br. εἰς Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 701˙ πρβλ. τὴν πρόθεσιν πρὸς Α. ΙΙΙ. 3, ἀντὶ ΙΙ. 4˙ - ὡσαύτως, οὐδεὶς ὑπὲρ μου... μηνίεται Αἰσχύλ. Εὐμ. 101˙ ὑπὲρ τινός τινα εὐδαιμονίζειν Ξεν. Ἀν. 1. 7, 3˙ ἐκφοβεῖσθαι, θαρρεῖν ὑπέρ τινος Σοφοκλ. Ο. Τ. 989. Ξεν. Κύρ. Παιδ. 7. 1, 17˙ ὡσαύτως χάριν, ἕνεκά τινος, ἐπὶ ἀμοιβῆς ἢ ποινῆς, Σοφ. Ἀντ. 932, συχν. παρ’ Ἰσοκρ., κλπ. 3) παρ’ Ἀττ., μάλιστα τοῖς Τραγ. ἐξ αἰτίας τινός, ἕνεκά τινος, σχεδὸν ὡς ἡ ὑπὸ μετὰ γεν., ὑπὲρ ἀλγέων, πένθους, παθέων, ἔριδος ὕπερ Markl. εἰς Εὐρ. Ἱκ. 1. 25. 4) μετ’ ἀπαρ., πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦ νά..., ὑπὲρ τοῦ μηδένα... βιαίῳ θανάτῳ ἀποθνήσκειν Ξενοφ. Ἱέρων 4. 3˙ ὑπὲρ τοῦ μὴ πράττειν τὸ προσταττόμενον Ἰσοκρ. 152D, πρβλ. 249 Α. 5) ἀντί τινος, ἐν ὀνόματί τινος, ὑπὲρ ἑαυτοῦ, ἀνθ’ ἑαυτοῦ, Θουκ. 1. 141˙ ὑπέρ τινος ἀποκρίνεσθαι Πλάτ. Πολ. 590Α˙ προλέγειν Ξενοφ. Ἀνάβ. 7. 7, 3˙ - ἐνίοτε ὡς ἁπλῆ περίφρ. ἀντὶ τῆς γεν., στρατηγῶν ὑπὲρ ὑμῶν, ἐνεργῶν ὡς στρατηγὸς κατὰ ὑμετέραν ἐντολήν, vestra auctoritale, πρβλ. Δημ. 30. 13˙ - ἂν καὶ ἐν ὁμοίαις φράσεσι σημαίνει καὶ τὴν ἐπί τινος ἐξουσίαν ἢ ἀρχήν, οἷον ἐν τῷ ὑπὲρ τῆς Ἀσίας στρατηγήσας, Wolf εἰς Δημ. Λεπτ. σ. 299. ΙΙΙ. ὡς ἡ πρόθ. περί, Λατ. de, ὑπὲρ σέθεν αἴσχε’ ἀκούω, ὅταν περὶ σοῦ ἢ κατὰ σοῦ ὕβρεις καὶ ὀνείδη ἀκούω, Ἰλ. Ζ. 524, καὶ οὕτως ἴσως ἐν Μ. 424˙ τὰ λεγόμενα ὑπέρ τινος Ἡρόδ. 2. 123 ἐνίοτε καὶ παρ’ Ἀττ., ἀνδρὸς ἀθλίου πεύσεσθ’ ὕπερ Σοφ. Ο. Τ. 1444, πρβλ. Erf. αὐτόθι 164 (ἀλλ’ ἴδε Dind. ἐν τόπῳ, Markl. εἰς Λυσί. 100. 19)˙ διαλέγεσθαι, ἀγορεύειν ὑπέρ τινος Πλάτ. Ἀπολ. 39Ε, Νόμ. 776Ε˙ γνώμην ὑπὲρ τῆς κοινῆς δόξης Ἰσοκρ. 135Β. Β. Μετ’ αἰτιατ., ὅτε δηλοῦται τὸ πρᾶγμα ὑπεράνω καὶ πέραν τοῦ ὁποίου προβαίνει ἢ ἐκτείνεταί τι; Ι. ἐπὶ τόπου ἐν σχέσει κινήσεως, ὑπεράνω, συχνότ. παρ’ Ὁμήρ. π.χ., ὑπὲρ ὦμον ἤλυθ’ ἀκωκὴ Ἰλ. Ε. 16, πρβλ. 851˙ ἀλάλησθε... ὑπεὶρ ἅλα Ὀδ. Γ. 73, πρβλ. Π. 135, κτλ., Τραγ.˙ ἄνευ τοιαύτης σχέσεως, ὑπὲρ Ἡρακλείας στήλας ἔξω κατοικοῦσι Πλάτ. Κριτί. 108 Ε˙ ὑπερίσχειν κεφαλὰς ὑπὲρ τὸ ὑγρὸν Πολύβ. 3. 84, 9˙ ΙΙ. ἐπὶ μέτρου, πλειότερον, ἐπὶ πλέον, «παραπάνω ἀπό...», ὑπὲρ τὸν ἀλαθῆ λόγον Πινδ. Ο. 1. 44˙ ὑπὲρ τὸ βέλτιστον Αἰσχύλ. Ἀγ. 378 ὑπὲρ ἐλπίδα˙ Σοφ. Ἀντ. 366˙ ὑπὲρ δύναμιν Θουκ. 6. 16˙ μεγέθει ὑπὲρ τοὺς ἄλλους Πλάτ. Πολ. 488Α˙Ϗ ὑπὲρ ἄνθρωπον εἶναι ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 839D, Λουκ. Βίων Πρᾶσις 2˙ ὑπὲρ ὑμᾶς, ὑπὲρ τὴν δύναμιν ἡμῶν, Heind. εἰς Πλάτ. Παρμ. 128Β˙ ὑπὲρ τὴν ἀξίαν Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 146˙ ὑπὲρ οὐσίαν Πλάτ. Πολ. 372Β˙ ὑπὲρ τὸ ὕδωρ (πρβλ. ὕδωρ Ι. 4) Λουκ. ὑπὲρ τῶν Εἰκόν. 29. 2) ἐπὶ παραβάσεως, ἐναντίον, παρὰ (μετ’ αἰτ.), ὑπὲρ αἶσαν, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ κατ’ αἶσαν, Ἰλ. Γ. 59, κ. ἀλλ.˙ ὑπὲρ μοῖραν Ω. 336˙ ὑπὲρ μόρον Υ. 30˙ ὑπὲρ θεὸν Ρ. 327˙ ὑπὲρ ὅρκια Γ. 299, κτλ.˙ πρβλ. παρὰ Γ. Ι. 4. γ. ΙΙΙ. ἐπὶ ἀριθμοῦ, περισσότερον ἀπό..., πλέον τοῦ..., ὑπὲρ τεσσεράκοντα ἄνδρας Ἡρόδ. 5. 64˙ ὑπὲρ τὰ τετταράκοντα ἔτη Ξεν. Ἑλλ. 5. 4, 13˙ ὑπὲρ τὰ στρατεύσιμα ἔτη γεγονόσι ὁ αὐτ. Κύρ. Παιδ. 1. 2, 4˙ ὑπὲρ τὸ ἥμισυ, περισσότερον τοῦ ἡμίσεος, αὐτόθι 3. 3, 47. ΙV. ἐπὶ χρόνου, ὁ ὑπὲρ τὰ Μηδικὰ πόλεμος, δηλ. ὁ πρὸ τῶν Μηδικῶν, Θουκ. 1. 41˙ ὑπὲρ τὴν φθοράν, πρὸ τῆς φθορᾶς, Πλάτ. Τίμ. 23C. - Ἴδε Σπυρ. Μωραΐτου Φιλολογικὰς Μελέτας ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. ΙΖ΄, σ. 181 κἑξ. Γ. Θέσις˙ ἡ ὑπὲρ δύναται νὰ ἐπιτάσσηται, ἀλλὰ τότε κατ’ ἀναστροφὴν γίνεται ὕπερ, πρυμνὸν ὕπερ θέναρος Ἰλ. Ε. 339˙ ὁ δέ μιν φθάμενος ἔλασεν σῦς γουνὸς ὕπερ Ὀδ. Τ. 450, κ. ἀλλ., καὶ παρὰ Τραγ. Δ. Ὡς Ἐπίρρ. παρὰ πολύ, ὑπερμέτρως, καθ’ ὑπερβολήν, ὑπὲρ μὲν ἄγαν Εὐρ. Μήδ. 627˙ ὡσαύτως φέρεται ὑπεράγαν, Στράβ. 147, Αἰλ. π. Ζ. 3. 38, κλπ., πρβλ. ὑπέρφευ˙ - ὡς κατηγορούμενον, διάκονοι Χριστοῦ εἰσι; ὑπὲρ ἐγώ, ἐγὼ περισσότερον αὐτῶν, πρὸς Κορινθ. Β΄ Ἐπιστ. ια΄, 23. Ε. Ἐν συνθέσει ἡ ὑπὲρ σημαίνει ὑπεράνω, ἐν πάσῃ σχέσει, π.χ., 1) τοπικῶς, ὑπεράνω, πέραν, ὡς ἐν ταῖς λέξεσιν ὑπεράνω, ὑπέργειος, ὑπερβαίνω, ὑπερπόντιος. 2) τὸ ὑπέρ τινος ἢ εἰς ὑπεράσπισίν τινος πράττειν τι, ὡς ἐν ταῖς λέξεσιν ὑπερμαχέω, ὑπερασπίζω, ὑπεραλγέω. 3) τὸ ὑπὲρ τὸ μέτρον, ὡς ἐν ταῖς λέξεσιν ὑπερήφανος, ὑπερφίαλος. *ὑπέρ, μετ’ αἰτιατ. ἀντὶ μετὰ γεν. ἐν τῇ σημασίᾳ τοῦ ποιεῖν τι ἀντί τινος ἢ πρὸς ὄφελοςχάριν ἢ σωτηρίαν τινός, εὕρηται συχνότατα ἐν Ἐπιγρ. Δελφ. παρὰ W. et F. ἔνθα τά˙ ὑπὲρ αὐτόν, ὑπὲρ τόν θεόν, Ἀριστοκράτειαν, ἀντί˙ ὑπὲρ αὐτοῦ, τοῦ θεοῦ, Ἀριστοκρατείας, καὶ πλεῖστα ἄλλα ἐν τοῖς ἀρ. 1. 58. 66. 83. 89. 102. 130. 134. 135. 166. 200. 202. 286. 341. 349. 401. 407. κτλ. Πρόσθες καὶ Bul. de. cor. hel. V, σ. 164, ἔνθα τά˙ θυόντῳ ὑπὲρ τὸν βασιλέα Ἄτταλον. Οὕτω καὶ παρὰ τῷ Ἀλ. Ραγκ. ἐν Ant. hel 913: ὑπὲρ Αἰακίδαν. - Ἔτι Ἐπιγρ. Ἀργείων παρὰ W. et F. 112 b καὶ 119. - Ἀνδανίας, L. et. F. 326 a: ὑπὲρ τοὺς πρωτομύστας. - Μαντινείας, L. et. F. 352 h: ὑπὲρ τὰν σύνοδον. - Ἀμφίσσης, Bul. de. cor. hel. V, σ. 452: χειρόγραφον Κριτοδάμου Δωροθέου Δελφοῦ ὑπὲρ Ζωπύραν Μενάνδρου Ἀμφισσίδα, παροῦσαν καὶ κελεύουσαν γράφειν ὑπὲρ αὐτάν, καὶ ἔλεγεν αὐτὰ γράμματα μὴ εἰδέναι, Συναγ. Λέξ. Ἀθησ. Κουμανούδη.