Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σημαίνω: Difference between revisions

From LSJ

Ὁπόσον τῷ ποδὶ περρέχει τᾶς γᾶς, τοῦτο χάρις → Every inch of his stature is grace

Theocritus, Idylls, 30.3
(13_7_3)
(6_12)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0874.png Seite 874]] fut. σημανῶ, aor. ἐσήμηνα, auch ἐσήμᾶνα, welches auch bei Attikern vorkommt, aber seltener als jenes ist, vgl. Lob. Phryn. 24; – <b class="b2">bezeichnen</b>, durch ein Zeichen kenntlich machen, σήμηνε δὲ τέρματα, Il. 23, 358. 757; Od. 12, 26; besiegeln, σεσημάνθαι, Ar. Lys. 1199; τὰ σεσημασμένα καὶ τὰ ἀσήμαντα, Plat. Legg. XII, 954 a; ἐσημάνθησαν οἱ ἐχῖνοι, Dem. 47, 16. – Bes. ein Zeichen geben, Etwas zu thun, befehlen, <b class="b2">gebieten</b>, theils absolut, Od. 22, 450, theils mit dem dat., σημαίνει φυλάκεσσι, Il. 10, 58; σημαίνουσιν [[ἕκαστος]] λαοῖς, 17, 250; seltener [[οὐδέ]] ἑ [[μήτηρ]] σημαίνειν εἴασκεν ἐπὶ δμωῇσι γυναιξίν, Od. 22, 427, über die Mägde gebieten; und wie ἄρχειν c. genit., αἴθ' ὤφελλες ἀεικελίου στρατοῦ [[ἄλλου]] σημαίνειν, Il. 14, 85; – mit dem dat. u. hinzutretendem inf., ᾿Αγαμέμνονος γυναικὶ [[σημαίνω]] τορῶς, ἐπορθιάζειν, Aesch. Ag. 26; vgl. Soph. Ai. 673 O. C. 708; und in Prosa, bes. den Soldaten, Thuc. 2, 84 u. sonst; Her. 8, 11 τοῖς Ἕλλησι ὡς ἐσήμηνε; u. c. inf., ἐσήμαινε πάντα παραρτέεσθαι, 9, 42, wie bei Xen. Cyr. 1, 2, 8; τῷ κέρατι, 5, 3, 44; τῇ σάλπιγγι, An. 3, 4, 4 (vgl. Pol. 6, 40, 2) u. öfter; vollständig σημαίνει ὁ [[σαλπιγκτής]], 4, 3, 32; u. so öfter vom Commando durch Signale, ἐπειδὰν ὁ σαλπιγκτὴς σημήνῃ τὸ πολεμικόν, 4, 3, 29; vgl. D. Sic. 17, 33; τὸ ἀνακλητικόν, Signal zum Rückzuge, Plut. lac. apophth. a. E.; vgl. σημαίνειν ἐκέλευσεν ἀναχώρησιν, Thuc. 5, 10; διὰ τῶν συνθημάτων, Pol. 1, 50, 8 u. öfter. – Uebh. <b class="b2">anzeigen</b>, sagen, erklären, σήμαιν' ὅτι χρή σοι συμπράττειν, Aesch. Prom. 295; εἰ δ' ἔχεις εἰπεῖν ὅ τι λοιπὸν πόνων, σήμαινε, 685; [[οἶσθα]] σημῆναι τορῶς Pers. 471; κἀσήμηνεν ἐμφανὲς [[τέκμαρ]], Ch. 656; Κρέοντα προσστείχοντα σημαίνουσί μοι, Soph. O. R. 79; ταῦτα σημανοῦσ' ἐλήλυθα, O. C. 367; ἣ σῷ παιδὶ σημαίνει νόσον, Eur. Hipp. 1306; Herc. Fur. 1218; θέλει τι σημᾶναι νέον, Hipp. 857; u. in Prosa von den Göttern, Vorzeichen geben und die Zukunft andeuten, [[ἄνεμος]] [[ἐξαίσιος]] ἐπεγένετο, ὃν καὶ οἰωνίζοντό τινες σημαίνειν πρὸ τῶν μελλόντων, Xen. Hell. 5, 4, 17; vgl. Arr. An. 7, 22. 24 (v. l. [[περί]]); φοβοῦνται αὐτὸ ὡς σημαῖνον φθοράν τινα, Plat. Crat. 405 e; andeuten, auseinandersetzen, τινί τι, Her. 7, 18. 9, 49 u. öfter; <b class="b2">bedeuten</b>, ἕν τι σημαίνει μόνον ταὐτὸν ἀεί, Plat. Phaedr. 275 d; ὁ γὰρ [[ἄναξ]] καὶ ὁ [[ἕκτωρ]] [[σχεδόν]] τι ταὐτὸν σημαίνει, Crat. 293 a; ὡς ὁ [[λόγος]] σημαίνει, Gorg. 511 b, u. öfter; auch intrans., ὡς [[ἄρτι]] σημαίνειν ἐκ τῶν εἰρημένων μοι [[σφόδρα]] δοκεῖ, wie aus dem Gesagten einzuleuchten scheint, Epinom. 989 a. – Med. versiegeln lassen, Dem. 28, 6. 33, 36; auch sich ein Zeichen geben lassen, aus einem gegebenen Zeichen schließen, vermuthen, Soph. Ai. 32; σημαίνεσθαί τι βύβλῳ, sich Etwas auf Papyrus anmerken, Her. 2, 38; – σημηνάμενος τοὺς εὐρωστοτάτους, d. i. sich auswählend, Pol. 3, 71, 7. – Bei den Gramm. bedeutet τὸ σημαινόμενον was unter einem Worte verstanden wird, ohne daß es ausdrücklich darin ausgesprochen ist; dah. πρὸς τὸ σημαινόμενον von der Construction nach dem Sinne, nicht nach der grammatischen Vrbdg der Wörter.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0874.png Seite 874]] fut. σημανῶ, aor. ἐσήμηνα, auch ἐσήμᾶνα, welches auch bei Attikern vorkommt, aber seltener als jenes ist, vgl. Lob. Phryn. 24; – <b class="b2">bezeichnen</b>, durch ein Zeichen kenntlich machen, σήμηνε δὲ τέρματα, Il. 23, 358. 757; Od. 12, 26; besiegeln, σεσημάνθαι, Ar. Lys. 1199; τὰ σεσημασμένα καὶ τὰ ἀσήμαντα, Plat. Legg. XII, 954 a; ἐσημάνθησαν οἱ ἐχῖνοι, Dem. 47, 16. – Bes. ein Zeichen geben, Etwas zu thun, befehlen, <b class="b2">gebieten</b>, theils absolut, Od. 22, 450, theils mit dem dat., σημαίνει φυλάκεσσι, Il. 10, 58; σημαίνουσιν [[ἕκαστος]] λαοῖς, 17, 250; seltener [[οὐδέ]] ἑ [[μήτηρ]] σημαίνειν εἴασκεν ἐπὶ δμωῇσι γυναιξίν, Od. 22, 427, über die Mägde gebieten; und wie ἄρχειν c. genit., αἴθ' ὤφελλες ἀεικελίου στρατοῦ [[ἄλλου]] σημαίνειν, Il. 14, 85; – mit dem dat. u. hinzutretendem inf., ᾿Αγαμέμνονος γυναικὶ [[σημαίνω]] τορῶς, ἐπορθιάζειν, Aesch. Ag. 26; vgl. Soph. Ai. 673 O. C. 708; und in Prosa, bes. den Soldaten, Thuc. 2, 84 u. sonst; Her. 8, 11 τοῖς Ἕλλησι ὡς ἐσήμηνε; u. c. inf., ἐσήμαινε πάντα παραρτέεσθαι, 9, 42, wie bei Xen. Cyr. 1, 2, 8; τῷ κέρατι, 5, 3, 44; τῇ σάλπιγγι, An. 3, 4, 4 (vgl. Pol. 6, 40, 2) u. öfter; vollständig σημαίνει ὁ [[σαλπιγκτής]], 4, 3, 32; u. so öfter vom Commando durch Signale, ἐπειδὰν ὁ σαλπιγκτὴς σημήνῃ τὸ πολεμικόν, 4, 3, 29; vgl. D. Sic. 17, 33; τὸ ἀνακλητικόν, Signal zum Rückzuge, Plut. lac. apophth. a. E.; vgl. σημαίνειν ἐκέλευσεν ἀναχώρησιν, Thuc. 5, 10; διὰ τῶν συνθημάτων, Pol. 1, 50, 8 u. öfter. – Uebh. <b class="b2">anzeigen</b>, sagen, erklären, σήμαιν' ὅτι χρή σοι συμπράττειν, Aesch. Prom. 295; εἰ δ' ἔχεις εἰπεῖν ὅ τι λοιπὸν πόνων, σήμαινε, 685; [[οἶσθα]] σημῆναι τορῶς Pers. 471; κἀσήμηνεν ἐμφανὲς [[τέκμαρ]], Ch. 656; Κρέοντα προσστείχοντα σημαίνουσί μοι, Soph. O. R. 79; ταῦτα σημανοῦσ' ἐλήλυθα, O. C. 367; ἣ σῷ παιδὶ σημαίνει νόσον, Eur. Hipp. 1306; Herc. Fur. 1218; θέλει τι σημᾶναι νέον, Hipp. 857; u. in Prosa von den Göttern, Vorzeichen geben und die Zukunft andeuten, [[ἄνεμος]] [[ἐξαίσιος]] ἐπεγένετο, ὃν καὶ οἰωνίζοντό τινες σημαίνειν πρὸ τῶν μελλόντων, Xen. Hell. 5, 4, 17; vgl. Arr. An. 7, 22. 24 (v. l. [[περί]]); φοβοῦνται αὐτὸ ὡς σημαῖνον φθοράν τινα, Plat. Crat. 405 e; andeuten, auseinandersetzen, τινί τι, Her. 7, 18. 9, 49 u. öfter; <b class="b2">bedeuten</b>, ἕν τι σημαίνει μόνον ταὐτὸν ἀεί, Plat. Phaedr. 275 d; ὁ γὰρ [[ἄναξ]] καὶ ὁ [[ἕκτωρ]] [[σχεδόν]] τι ταὐτὸν σημαίνει, Crat. 293 a; ὡς ὁ [[λόγος]] σημαίνει, Gorg. 511 b, u. öfter; auch intrans., ὡς [[ἄρτι]] σημαίνειν ἐκ τῶν εἰρημένων μοι [[σφόδρα]] δοκεῖ, wie aus dem Gesagten einzuleuchten scheint, Epinom. 989 a. – Med. versiegeln lassen, Dem. 28, 6. 33, 36; auch sich ein Zeichen geben lassen, aus einem gegebenen Zeichen schließen, vermuthen, Soph. Ai. 32; σημαίνεσθαί τι βύβλῳ, sich Etwas auf Papyrus anmerken, Her. 2, 38; – σημηνάμενος τοὺς εὐρωστοτάτους, d. i. sich auswählend, Pol. 3, 71, 7. – Bei den Gramm. bedeutet τὸ σημαινόμενον was unter einem Worte verstanden wird, ohne daß es ausdrücklich darin ausgesprochen ist; dah. πρὸς τὸ σημαινόμενον von der Construction nach dem Sinne, nicht nach der grammatischen Vrbdg der Wörter.
}}
{{ls
|lstext='''σημαίνω''': Ἰλ. Ἀττ. Ἰων. παρατ. σημαίνεσκον Κόϊντ. Σμ. 4. 193· μέλλ. σημᾰνῶ Αἰσχύλ. Ἀγ. 497, Θουκ. 6. 20, Ἰων. -ᾰνέω Ὀδ. Μ. 26, Ἡρόδ. 1. 75· - ἀόρ. ἐσήμηνα Ἡρόδ., Ἀττ.· ἀλλ’ ἐν τοῖς Ἀντιγράφ. τοῦ Ξεν. καὶ παρὰ μεταγεν. συγγραφεῦσιν ἐσήμᾱνα· - πρκμ. σεσήμαγκα Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 26, 29, Εὐσ. Εὐαγγ. Προπ. 666D, καὶ παρ’ ἄλλοις μεταγενεστέροις. - Μέσ., μέλλ. σημανοῦμαι, Ἰωνικ. -έομαι Ἱππ. 383. 52. κτλ.· ἀόρ. ἐσημηνάμην Ἰλ. Η. 175, Ἀττ. - Παθ., μέλλ. σημανθήσομαι Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 8. 267, (ἐπι-) Εὐρ. Ἴων 1593· μέσ. μέλλ. ἐπὶ παθ. σημασ., Ἱππ. 556. 22· - ἀόρ. ἐσημάνθην Δημ. 1143. 26· πρκμ. σεσήμασμαι Ἡρόδ. 2. 39, Πλάτ. Νόμ. 954Β, κτλ.· ἀλλὰ γ΄ ἑνικ. σεσήμανται Ἡρόδ. 2. 125, ἀπαρέμφ. σεσημάνθαι Ἀριστοφ. Λυσ. 1198· ([[σῆμα]]). Δεικνύω διά τινος σημείου, φανερώνω, γνωστὸν ποιῶ, [[ἐμφαίνω]], τέρματα Ἰλ. Ψ. 358, 757· δείξω ὁδόν ἠδὲ ἕκαστα σημανέω Ὀδ. Μ. 26· τοῦτον σημήνας, ἀφ’ οὗ ἔδειξε τοῦτον, Ἡρόδ. 1. 5, πρβλ. 34 [[τέκμαρ]] Αἰσχύλ. Χο. 667· [[θησαύρισμα]] Σοφ. Φιλ. 37· σ. τι [[περί]] τινος Πλάτ. Νόμ. 682Α· σ. ὅ τι χρὴ ποιεῖν Ξεν. Ἀπολογ. 12· σ. εὔδια πάντα (ἐξυπ. [[εἶναι]]) Θεόκρ. 22. 22. - Μέσ., πάντα σημαίνει, σοὶ δεικνύονται τὰ πάντα, Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 1039. 11. 2) ἀπολ., δίδω σημεῖα, [[φθόγγος]], φῶς σ. Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 245, Ἀγ. 293· ὁ [[λόγος]] σ. Σοφ. Τρ. 345· καπνῷ σ., [[κάμνω]] [[σημεῖον]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 497· [[μάλιστα]] ἐν τῷ μέλλ. [[μετὰ]] τοῦ [[αὐτός]], [[πλοῦς]] αὐτὸς σημανεῖ Εὐρ. Ἑλ. 151· τὸ δ’ [[ἔργον]] αὐτὸ σημανεῖ ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 265· αὐτὸ σημανεῖ ([[ἄνευ]] οὐσιαστ.) ὁ αὐτ. ἐν Φοιν. 623· [[τἆλλα]] δ’ αὐτὸ σημανεῖ ὁ αὐτ. ἐν Βάκχ. 976. 3) ἐπὶ οἰωνῶν, Ξεν. Ἀπομν. 1. 1, 2, κτλ.· σ. ἐν τοῖς ἱεροῖς ὁ αὐτ. ἐν Ἀναβ. 6. 1, 31· [[περί]] τινος ὁ αὐτ. ἐν Ἀπομν. 1. 1, 19· ἐπὶ τοῖς μέλλουσι γενήσεσθαι Θουκ. 2, 8· πρὸ τῶν μελλόντων Ξεν. Ἑλλ. 5. 4, 17. - Παθ. σημαίνεσθαι διὰ τῶν ἐμπύρων Πλούτ. 2. 222F, κτλ. 4) παρὰ μεταγεν. πεζογράφοις ἀμεταβ., φαίνομαι, εἶμαι [[φανερός]], δῆλος, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 8, 4· (ἀλλὰ παθ. ἐπὶ τῆς αὐτῆς σημασίας, [[αὐτόθι]] 8. 1, 7)· σ. ἐκ τῶν εἰρημένων Πλάτ. Ἐπιν. 989Α· ἴδε [[δηλόω]] ΙΙ. β) σημαίνει ἀπροσ., σημεῖα φαίνονται, Ἀριστ. Προβλ. 26. 12, 1. ΙΙ. δίδω [[σημεῖον]] νὰ εἴπῃ τις ἢ πράξῃ τι, [[μετὰ]] δοτ. προσ., Ἰλ. Κ. 58, Ρ. 250· μετ’ ἀπαρ., σ. τινὶ ποιεῖν τι Ἡρόδ. 1. 116, πρβλ. 6. 78, Αἰσχύλ. Ἀγ. 26, Σοφ. Αἴ. 688, Ξεν. Ἀνάβ. 6. 1, 24· μὴ σημήναντός σου, χωρὶς νὰ διατάξῃς σύ, Πλάτ. Φαίδων 62C· - [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] γεν., ὡς τὸ ἄρχειν, εἶμαι [[ἀρχηγός]] τινος, ἄρχω, κυβερνῶ, στρατοῦ Ἰλ. Ξ. 85· [[ὡσαύτως]], σ. ἐπὶ δμωῇσι γυναιξὶ Ὀδ. Χ. 427· - δίδω διαταγάς, ὁ δὲ σημαίνων ἐπέτελλεν Ἰλ. Φ. 445, πρβλ. Ὀδ. Χ. 450· πᾶσι δὲ σήμαινεν Ἰλ. Α. 289· ἐν τῇ μετοχ., σημαίνων = [[σημάντωρ]], Σοφ. Ο. Κ. 704, Ο. Τ. 957· - [[ὡσαύτως]], σ. ἐπὶ ἢ [[πρός]] τι, δίδω [[σημεῖον]] νὰ πράξῃ τίς τι. Wern. εἰς Τρυφιόδ. (γραπτ. Τριφ-.) 145. 2) ἐν πολέμῳ ἢ ἐν μάχῃ, δίδω [[σημεῖον]] τῆς προσβολῆς, κτλ., Θουκ. 2. 84, κτλ.· πλῆρες, σ. τῇ σάλπιγγι Ἀνδοκ. 7. 9, Ξεν. Ἀν. 4. 2, 1· σ. τῷ κέρατι ὡς ἀναπαύεσθαι [[αὐτόθι]] 2. 2, 4· μετ’ αἰτ., σ. ἀναχώρησιν, δίδω τὸ [[σημεῖον]] τῆς ἀναχωρήσεως, Θουκ. 5. 10· [[ἐπειδὰν]] ὁ σαλπιγκτὴς σημήνῃ τὸ πολεμικὸν Ξεν. Ἀνάβ. 4. 3, 29, πρβλ. 32· τὸ ἀνακλητικὸν Πλούτ. 2. 236Ε· μετ’ ἀπαρεμ., Ξεν. Κύρ. 1. 4, 18, κτλ.· - [[ὡσαύτως]] ἀπροσ., σημαίνει (δηλ. ὁ [[σαλπιγκτής]]), δίδοται [[σημεῖον]] [[οἷον]], τοῖς Ἕλλησιν ὡς ἐσήμηνε, [[ὅταν]] ἐδόθη τὸ [[σημεῖον]] διὰ νὰ ἐπιπέσωσιν οἱ Ἕλληνες, Ἡρόδ. 8. 11, πρβλ. Θουκ. 2. 84· μετ’ ἀπαρ., ἐσήμαινε πάντα παραρτέεσθαι, ἐδόθη [[σημεῖον]] νὰ ἑτοιμάσωσι τὰ πάντα, Ἡρόδ. 9. 42, πρβλ. Elmsl. εἰς Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 830· ἴδε ἐν λέξ. [[κηρύσσω]] Ι, [[σαλπίζω]]. 3) [[καθόλου]], σ. τῷ ἵππῳ τι ἢ ποιεῖν τι Ξεν. Ἱππ. 9, 4., 7, 10. 4) [[κάμνω]] σημεῖα, εἰς τὴν πόλιν ὁ αὐτ. ἐν Ἑλλ. 6. 2, 33· σ. ὡς πολεμίων ἐπιόντων [[αὐτόθι]] 7. 2, 5. - Παθ., ἐσημάνθησαν προσπλέουσαι [[αὐτόθι]] 6. 2, 34. ΙΙΙ. [[σημαίνω]], φανερώνω, δηλῶ, [[διακηρύττω]], φόνον Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1218· τινί τι Ἡρόδ. 7. 18., 9. 49, Σοφ. Ο. Τ. 225· - ἑπομένης ἐξηρτημένης προτάσεως, σ. ὡς.., ὅτι.. Ἡρόδ. 1. 34, 108, Σοφ. Ο. Κ. 320· σ. ὅ τι χρή σοι συμπράσσειν Αἰσχύλ. Πρ. 295· σ. ὅπη γῆς πεπλάνημαι [[αὐτόθι]] 565· σ. [[ὅπου]].. Σοφ. Ἠλ. 1294· σ. [[ὅπου]] τ’ εἶ χὠπόθεν ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 91· σ. [[εἴτε]].. ὁ αὐτ. ἐν Φιλ. 22· - [[μετὰ]] μετοχ., φανερώνω ὅτι πρᾶγμά τι ἔχει κατά τινα τρόπον, σημαίνει φρυκτοῦ φῶς.. μολὸν Αἰσχύλ. Ἀγ. 293· Κρέοντα προσστείχοντα σημαίνουσί μοι Σοφ. Ο. Τ. 79, πρβλ. Ο. Κ. 1669· [[ταῦτα]] ὡς πολέμου ὄντος σημαίνει Πλάτ. Νόμ. 626Ε, πρβλ. 722Ε. 2) [[καθόλου]], δηλῶ, [[ἑρμηνεύω]], ἐξηγοῦμαι, Ἡρόδ. 1. 108., 3. 106, Αἰσχύλ. Πρ. 618· ἀπολ., σήμαινε = λέγε, Σοφ. Ο. Κ. 51, πρβλ. Ο. Τ. 1050· οὐ στηλῶν μόνον σ. ἐπιγραφὴ Θουκ. 2. 43. 3) ἐπὶ συγγραφέως, δηλῶ, [[λέγω]] [[θέλω]] νὰ εἴπω, ὅτι.. Στράβ. 639· - ἐπὶ λέξεως, προτάσεων, κτλ., ἔχω σημασίαν τινά, δηλῶ, ταὐτὸν σημαίνει Πλάτ. Κρατ. 393Α, πρβλ. 437C, Φαῖδρ. 275D, Ἀριστ., κλπ.· σημαίνοντα, ἦχοι ἔχοντες σημασίαν, ἀντίθετον τῷ ἄσημα, Ἀριστ. Ποιητ. 21, 1 κέξ. - Παθ., τὸ σημαινόμενον, ἡ [[ἔννοια]], ἡ [[σημασία]] τῶν λόγων, τῶν λέξεων, ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 3. 2, 13, Διον Ἁλ., κλπ.· [[ἐντεῦθεν]] παρὰ τοῖς γραμμ., πρὸς τὸ σημαινόμενον, κατὰ τὴν ἐνυπάρχουσαν ἔννοιαν [[μᾶλλον]] ἢ κατὰ τὸ [[σχῆμα]] ἢ τὸν τύπον. IV. = [[σφραγίζω]], ἀποτυπώνω [[σημεῖον]] τι ἢ σφραγίδα, Λατ. obsignare, κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν τῷ μέσῳ τύπω, Πλάτ. Νόμ. 954C, Ξεν. Κύρ. 8. 2, 17, Ἰσαῖ. 63. 6. - Παθ., εὖ σεσημάνθαι, εἶμαι [[καλῶς]] ἐσφραγισμένος, Ἀριστοφ. Λυσ. 1198· τὰ σεσημασμένα, ἀντίθετον τῷ τὰ ἀσήμαντα, Πλάτ. Νόμ. 954Α, πρβλ. Λυσίαν 897. 2, Δημ. 999. 16. Β. Μέσ., σημαίνομαι, ὡς τὸ [[τεκμαίρομαι]], [[λαμβάνω]] ὡς [[σημεῖον]], δηλ. [[συμπεραίνω]] ἐκ σημείων, [[εἰκάζω]], τὰ μὲν σημαίνομαι, τὰ δ’ ἐκπέπληγμαι Σοφ. Αἴ. 32· ἄστροις σ. τὸ [[δεῖπνον]], παροιμ. ἐν τῷ Αἰλ. π. Ζ. 7. 48· σ. τι ἔκ τινος [[αὐτόθι]] 2. 7· ἐπὶ κυνῶν ἀνιχνευόντων τὸ [[θήραμα]], μυξωτῆρσι σ. τι Ὀππ. Κυν. 1. 454. ΙΙ. σημειώνω δι’ ἐμαυτόν, σημαίνεσθαι βύβλῳ (ἐξυπακ. βοῦν), δηλ. σφραγίζων περὶ τὸ [[κέρας]] [[αὐτοῦ]] λωρίδα βύβλου, Ἡρόδ. 2. 38, πρβλ. 39. 2) σημειώνω, [[ἐκλέγω]] δι’ ἐμαυτόν, τοὺς εὐρωστοτάτους Πολύβ. 3. 71, 7. - Καθ’ Ἡσύχ.: «σημαίνειν· δεικνύειν, δικάζειν, βουλεύεσθαι. σαλπίζειν».
}}
}}

Revision as of 10:52, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σημαίνω Medium diacritics: σημαίνω Low diacritics: σημαίνω Capitals: ΣΗΜΑΙΝΩ
Transliteration A: sēmaínō Transliteration B: sēmainō Transliteration C: simaino Beta Code: shmai/nw

English (LSJ)

Il.10.58, etc.; σᾱμαίνω, Schwyzer686.23 (Pamphylia): Ion. impf.

   A σημαίνεσκον Q.S.4.193: fut. σημᾰνῶ A.Ag.497, Th.6.20, Ion. -ᾰνέω Od.12.26, Hdt.1.75: aor. ἐσήμηνα ib.43, Th.5.71, Ep. σήμηνα Il.23.358; but in codd. of X. (HG1.1.2, al.) and later writers (Str.13.3.6, Act.Ap.25.27, Polyaen.1.41.3, Arr.An.1.6.2) ἐσήμᾱνα, and so in Mitteis Chr.29.8 (ii B.C.): pf. σεσήμαγκα Aristobul. ap. Eus. PE13.12, Arr.Epict.3.26.29:—Med., fut. σημᾰνοῦμαι, Ion. -έομαι Hp. Prog.3, etc.: aor. ἐσημηνάμην Il.7.175, etc.:—Pass., fut. σημανθήσομαι S.E.M.8.267, (ἐπι-) E.Ion 1593: fut. Med. in pass. sense, Hp. Int.44: aor. ἐσημάνθην D.47.16: pf. σεσήμασμαι Hdt.2.39, Lys.32.7, Pl.Lg.954a, etc.; 3sg. σεσήμανται Hdt.2.125, inf. σεσημάνθαι Ar. Lys.1196: (σῆμα):—show by a sign, indicate, point out, τέρματα Il.23.358; δείξω ὁδὸν ἠδὲ ἕκαστα σημανέω Od.12.26; τοῦτον σημήνας after indicating the person, Hdt.1.5; τέκμαρ A.Ch.667; θησαύρισμα S.Ph. 37; σ. τι περί τινος Pl.Lg.682a; σ. ὅ τι χρὴ ποιεῖν X.Ap.12; σ. εὔδια πάντα (sc. εἶναι) Theoc.22.22:—Med., πάντα σημαίνει you have all things shown you (?), Epigr.Gr.1039.11 (Limyra).    2 abs., give signs, φθόγγος, φῶς σ., A.Supp.245, Ag.293; ὁ λόγος σημαινέτω S.Tr.345; σ. καπνῷ make signal, A.Ag.497: freq. in E. in fut. with αὐτός, πλοῦς αὐτὸς σημανεῖ Hel.151; τὸ δ' ἔργον αὐτὸ σημανεῖ Andr.265; αὐτὸ σημανεῖ (without Subst.) Ph.623; τἄλλα δ' αὐτὸ σημανεῖ Ba. 976.    3 of the Delphic oracle, οὔτε λέγει οὔτε κρύπτει ἀλλὰ σημαίνει Heraclit.93; so of omens, X.Mem.1.1.2, etc.; σ. ἐν τοῖς ἱεροῖς Id.An.6.1.31; περί τινος Id.Mem.1.1.19; ἐπὶ τοῖς μέλλουσι γενήσεσθαι Th.2.8; πρὸ τῶν μελλόντων X.HG5.4.17:—Pass., σημαίνεσθαι διὰ τῶν ἐμπύρων Plu.2.222f, etc.    4 in later Prose intr., appear, be manifest, Arist.HA533a11 (but Pass. in same sense, ib.588b18); σ. ἐκ τῶν εἰρημένων Pl.Epin.989a; cf. δηλόω 11.    b σημαίνει impers., signs appear, Arist.Pr.941b2, 944a4.    II give a sign or signal to do a thing, or bid one do it, c. dat. pers. et inf., Hdt.1.116, 6.78, A.Ag.26, S.Aj.688, X.An.6.1.24; give orders to, bear command over, c. dat., πᾶσι δὲ σημαίνειν Il.1.289, cf. 10.58, 17.250; c. gen., στρατοῦ Il.14.85; also σ. ἐπὶ δμῳῇσι γυναιξίν Od.22.427: abs., give orders, ὁ δὲ σημαίνων ἐπέτελλεν Il.21.445, cf. Od.22.450: in part., σημαίνων,= σημάντωρ, S.OC704 codd.    2 in war or battle, give the signal of attack, etc., Th.2.84, etc.; in full, σ. τῇ σάλπιγγι And.1.45, X.An. 4.2.1, Achae.37.3; σ. τῷ κέρατι ὡς ἀναπαύεσθαι X.An.2.2.4: c. acc., σ. ἀναχώρησιν give a signal for retreat, Th.5.10; ἐπειδὰν ὁ σαλπιγκτὴς σημήνῃ τὸ πολεμικόν X.An.4.3.29, cf. 4.3.32; τὸ ἀνακλητικόν Plu.2.236e: c. inf., X.Cyr.1.4.18, etc.: impers. σημαίνει (sc. ὁ σαλπιγκτής), signal is given, as τοῖσι Ἕλλησι ὡς ἐσήμηνε when signal was given for the Greeks to attack, Hdt.8.11: c. inf., ἐσήμαινε παραρτέεσθαι πάντα signal was given to make all ready, Id.9.42, cf. E.Heracl.830; also σ. ἐπὶ πλόον πῦρ gives the signal for sailing, Tryph.145.    3 generally, σ. [τῷ ἵππῳ] τι, προχωρεῖν σ. τῷ ἵππῳ, X.Eq.9.4, 7.10.    4 make signals, εἰς τὴν πόλιν Id.HG6.2.33; σ. ὡς πολεμίων ἐπιόντων ib.7.2.5:—Pass., ἐσημάνθησαν προσπλέουσαι ib.6.2.34: abs., σημανθέντων τῷ Ἀστυάγει ὅτι . . Id.Cyr.1.4.18.    III signify, indicate, declare, φόνον E.HF1218; τινί τι Hdt.7.18, 9.49, S.OT226: folld. by ὡς . ., Hdt.1.34; by ὅτι . ., S.OC320, Pl.Phd.62c; σ. ὅστις A.Pr.618; σ. ὅ τι χρή σοι συμπράσσειν ib.297 (anap.); σ. ὅπῃ γῆς πεπλάνημαι ib.564 (anap.); σ. ὅπου . . S.El.1294; σ. ὅτου τ' εἶ χὠπόθεν Id.Fr.104; σ. εἴτε . . Id.Ph.22; σ. ποίῳ θανάτῳ . . Ev.Jo.12.33, 21.19: c. part., signify that a thing is, φρυκτοῦ φῶς . . σημαίνει μολόν A.Ag.293; Κρέοντα προσστείχοντα σημαίνουσί μοι S.OT79, cf. OC1669; ταῦτα ὡς πολέμου ὄντος σημαίνει Pl.Lg.626e, cf. 722e:—Pass., ὁ σημαινόμενος δοῦλος the abovementioned slave, POxy.283.12 (i A.D.): abs., σημανθέντος it having been reported, PAmh.2.31.8 (ii B.C.), cf. supr. 11.4.    2 interpret, explain, Hdt.1.108; tell, speak, Id.3.106: abs., σήμαινε tell, S.OC51, cf.OT1050; οὐ στηλῶν μόνον σ. ἐπιγραφή Th.2.43.    3 of a writer, signify, indicate, ὅτι . . Str.8.6.5; of words, sentences, etc., signify, mean, ταὐτὸν σημαίνει Pl.Cra.393a, cf. 437c, Phdr.275d, Arist.Ph. 213b30, etc.; σημαίνοντα significant sounds, opp. ἄσημα, Id.Po.1457a32sq.:—Pass., τὸ σημαινόμενον the sense, meaning of words, Id.Rh. 1405b8, D.H.Th.31, A.D.Pron.12.27, al.; opp. τὸ σημαῖνον, Chrysipp.Stoic.2.38(pl.).    B Med. σημαίνομαι, give oneself a token, i.e. conclude from signs, conjecture, τὰ μὲν σημαίνομαι, τὰ δ' ἐκπέπληγμαι S.Aj.32; ἄστροις σ. [τὰς πόλεις], prov. in Ael.NA7.48; σ. τι ἔκ τινος ib.2.7; of dogs hunting, μυξωτῆρσι σ. τι Opp.C.1.454.    II provide with a sign or mark, seal, σημαίνεσθαι βύβλῳ (sc. βοῦν), i.e. by sealing a strip of byblus round his horn, Hdt.2.38, cf. Pl.Lg.954c, X.Cyr.8.2.17, Is. 7.1,2, Hyp.Ath.8:—Pass., εὖ σεσημάνθαι to be well sealed up, Ar.Lys. 1196; τὰ σεσημασμένα, opp. τὰ ἀσήμαντα, Pl.Lg.954a, cf. Lys.32.7, D.39.17, Ath.Mitt.7.368.    2 mark out, choose for oneself, τοὺς εὐρωστοτάτους Plb.3.71.7.

German (Pape)

[Seite 874] fut. σημανῶ, aor. ἐσήμηνα, auch ἐσήμᾶνα, welches auch bei Attikern vorkommt, aber seltener als jenes ist, vgl. Lob. Phryn. 24; – bezeichnen, durch ein Zeichen kenntlich machen, σήμηνε δὲ τέρματα, Il. 23, 358. 757; Od. 12, 26; besiegeln, σεσημάνθαι, Ar. Lys. 1199; τὰ σεσημασμένα καὶ τὰ ἀσήμαντα, Plat. Legg. XII, 954 a; ἐσημάνθησαν οἱ ἐχῖνοι, Dem. 47, 16. – Bes. ein Zeichen geben, Etwas zu thun, befehlen, gebieten, theils absolut, Od. 22, 450, theils mit dem dat., σημαίνει φυλάκεσσι, Il. 10, 58; σημαίνουσιν ἕκαστος λαοῖς, 17, 250; seltener οὐδέμήτηρ σημαίνειν εἴασκεν ἐπὶ δμωῇσι γυναιξίν, Od. 22, 427, über die Mägde gebieten; und wie ἄρχειν c. genit., αἴθ' ὤφελλες ἀεικελίου στρατοῦ ἄλλου σημαίνειν, Il. 14, 85; – mit dem dat. u. hinzutretendem inf., ᾿Αγαμέμνονος γυναικὶ σημαίνω τορῶς, ἐπορθιάζειν, Aesch. Ag. 26; vgl. Soph. Ai. 673 O. C. 708; und in Prosa, bes. den Soldaten, Thuc. 2, 84 u. sonst; Her. 8, 11 τοῖς Ἕλλησι ὡς ἐσήμηνε; u. c. inf., ἐσήμαινε πάντα παραρτέεσθαι, 9, 42, wie bei Xen. Cyr. 1, 2, 8; τῷ κέρατι, 5, 3, 44; τῇ σάλπιγγι, An. 3, 4, 4 (vgl. Pol. 6, 40, 2) u. öfter; vollständig σημαίνει ὁ σαλπιγκτής, 4, 3, 32; u. so öfter vom Commando durch Signale, ἐπειδὰν ὁ σαλπιγκτὴς σημήνῃ τὸ πολεμικόν, 4, 3, 29; vgl. D. Sic. 17, 33; τὸ ἀνακλητικόν, Signal zum Rückzuge, Plut. lac. apophth. a. E.; vgl. σημαίνειν ἐκέλευσεν ἀναχώρησιν, Thuc. 5, 10; διὰ τῶν συνθημάτων, Pol. 1, 50, 8 u. öfter. – Uebh. anzeigen, sagen, erklären, σήμαιν' ὅτι χρή σοι συμπράττειν, Aesch. Prom. 295; εἰ δ' ἔχεις εἰπεῖν ὅ τι λοιπὸν πόνων, σήμαινε, 685; οἶσθα σημῆναι τορῶς Pers. 471; κἀσήμηνεν ἐμφανὲς τέκμαρ, Ch. 656; Κρέοντα προσστείχοντα σημαίνουσί μοι, Soph. O. R. 79; ταῦτα σημανοῦσ' ἐλήλυθα, O. C. 367; ἣ σῷ παιδὶ σημαίνει νόσον, Eur. Hipp. 1306; Herc. Fur. 1218; θέλει τι σημᾶναι νέον, Hipp. 857; u. in Prosa von den Göttern, Vorzeichen geben und die Zukunft andeuten, ἄνεμος ἐξαίσιος ἐπεγένετο, ὃν καὶ οἰωνίζοντό τινες σημαίνειν πρὸ τῶν μελλόντων, Xen. Hell. 5, 4, 17; vgl. Arr. An. 7, 22. 24 (v. l. περί); φοβοῦνται αὐτὸ ὡς σημαῖνον φθοράν τινα, Plat. Crat. 405 e; andeuten, auseinandersetzen, τινί τι, Her. 7, 18. 9, 49 u. öfter; bedeuten, ἕν τι σημαίνει μόνον ταὐτὸν ἀεί, Plat. Phaedr. 275 d; ὁ γὰρ ἄναξ καὶ ὁ ἕκτωρ σχεδόν τι ταὐτὸν σημαίνει, Crat. 293 a; ὡς ὁ λόγος σημαίνει, Gorg. 511 b, u. öfter; auch intrans., ὡς ἄρτι σημαίνειν ἐκ τῶν εἰρημένων μοι σφόδρα δοκεῖ, wie aus dem Gesagten einzuleuchten scheint, Epinom. 989 a. – Med. versiegeln lassen, Dem. 28, 6. 33, 36; auch sich ein Zeichen geben lassen, aus einem gegebenen Zeichen schließen, vermuthen, Soph. Ai. 32; σημαίνεσθαί τι βύβλῳ, sich Etwas auf Papyrus anmerken, Her. 2, 38; – σημηνάμενος τοὺς εὐρωστοτάτους, d. i. sich auswählend, Pol. 3, 71, 7. – Bei den Gramm. bedeutet τὸ σημαινόμενον was unter einem Worte verstanden wird, ohne daß es ausdrücklich darin ausgesprochen ist; dah. πρὸς τὸ σημαινόμενον von der Construction nach dem Sinne, nicht nach der grammatischen Vrbdg der Wörter.

Greek (Liddell-Scott)

σημαίνω: Ἰλ. Ἀττ. Ἰων. παρατ. σημαίνεσκον Κόϊντ. Σμ. 4. 193· μέλλ. σημᾰνῶ Αἰσχύλ. Ἀγ. 497, Θουκ. 6. 20, Ἰων. -ᾰνέω Ὀδ. Μ. 26, Ἡρόδ. 1. 75· - ἀόρ. ἐσήμηνα Ἡρόδ., Ἀττ.· ἀλλ’ ἐν τοῖς Ἀντιγράφ. τοῦ Ξεν. καὶ παρὰ μεταγεν. συγγραφεῦσιν ἐσήμᾱνα· - πρκμ. σεσήμαγκα Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 26, 29, Εὐσ. Εὐαγγ. Προπ. 666D, καὶ παρ’ ἄλλοις μεταγενεστέροις. - Μέσ., μέλλ. σημανοῦμαι, Ἰωνικ. -έομαι Ἱππ. 383. 52. κτλ.· ἀόρ. ἐσημηνάμην Ἰλ. Η. 175, Ἀττ. - Παθ., μέλλ. σημανθήσομαι Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 8. 267, (ἐπι-) Εὐρ. Ἴων 1593· μέσ. μέλλ. ἐπὶ παθ. σημασ., Ἱππ. 556. 22· - ἀόρ. ἐσημάνθην Δημ. 1143. 26· πρκμ. σεσήμασμαι Ἡρόδ. 2. 39, Πλάτ. Νόμ. 954Β, κτλ.· ἀλλὰ γ΄ ἑνικ. σεσήμανται Ἡρόδ. 2. 125, ἀπαρέμφ. σεσημάνθαι Ἀριστοφ. Λυσ. 1198· (σῆμα). Δεικνύω διά τινος σημείου, φανερώνω, γνωστὸν ποιῶ, ἐμφαίνω, τέρματα Ἰλ. Ψ. 358, 757· δείξω ὁδόν ἠδὲ ἕκαστα σημανέω Ὀδ. Μ. 26· τοῦτον σημήνας, ἀφ’ οὗ ἔδειξε τοῦτον, Ἡρόδ. 1. 5, πρβλ. 34 τέκμαρ Αἰσχύλ. Χο. 667· θησαύρισμα Σοφ. Φιλ. 37· σ. τι περί τινος Πλάτ. Νόμ. 682Α· σ. ὅ τι χρὴ ποιεῖν Ξεν. Ἀπολογ. 12· σ. εὔδια πάντα (ἐξυπ. εἶναι) Θεόκρ. 22. 22. - Μέσ., πάντα σημαίνει, σοὶ δεικνύονται τὰ πάντα, Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 1039. 11. 2) ἀπολ., δίδω σημεῖα, φθόγγος, φῶς σ. Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 245, Ἀγ. 293· ὁ λόγος σ. Σοφ. Τρ. 345· καπνῷ σ., κάμνω σημεῖον, Αἰσχύλ. Ἀγ. 497· μάλιστα ἐν τῷ μέλλ. μετὰ τοῦ αὐτός, πλοῦς αὐτὸς σημανεῖ Εὐρ. Ἑλ. 151· τὸ δ’ ἔργον αὐτὸ σημανεῖ ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 265· αὐτὸ σημανεῖ (ἄνευ οὐσιαστ.) ὁ αὐτ. ἐν Φοιν. 623· τἆλλα δ’ αὐτὸ σημανεῖ ὁ αὐτ. ἐν Βάκχ. 976. 3) ἐπὶ οἰωνῶν, Ξεν. Ἀπομν. 1. 1, 2, κτλ.· σ. ἐν τοῖς ἱεροῖς ὁ αὐτ. ἐν Ἀναβ. 6. 1, 31· περί τινος ὁ αὐτ. ἐν Ἀπομν. 1. 1, 19· ἐπὶ τοῖς μέλλουσι γενήσεσθαι Θουκ. 2, 8· πρὸ τῶν μελλόντων Ξεν. Ἑλλ. 5. 4, 17. - Παθ. σημαίνεσθαι διὰ τῶν ἐμπύρων Πλούτ. 2. 222F, κτλ. 4) παρὰ μεταγεν. πεζογράφοις ἀμεταβ., φαίνομαι, εἶμαι φανερός, δῆλος, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 8, 4· (ἀλλὰ παθ. ἐπὶ τῆς αὐτῆς σημασίας, αὐτόθι 8. 1, 7)· σ. ἐκ τῶν εἰρημένων Πλάτ. Ἐπιν. 989Α· ἴδε δηλόω ΙΙ. β) σημαίνει ἀπροσ., σημεῖα φαίνονται, Ἀριστ. Προβλ. 26. 12, 1. ΙΙ. δίδω σημεῖον νὰ εἴπῃ τις ἢ πράξῃ τι, μετὰ δοτ. προσ., Ἰλ. Κ. 58, Ρ. 250· μετ’ ἀπαρ., σ. τινὶ ποιεῖν τι Ἡρόδ. 1. 116, πρβλ. 6. 78, Αἰσχύλ. Ἀγ. 26, Σοφ. Αἴ. 688, Ξεν. Ἀνάβ. 6. 1, 24· μὴ σημήναντός σου, χωρὶς νὰ διατάξῃς σύ, Πλάτ. Φαίδων 62C· - ὡσαύτως μετὰ γεν., ὡς τὸ ἄρχειν, εἶμαι ἀρχηγός τινος, ἄρχω, κυβερνῶ, στρατοῦ Ἰλ. Ξ. 85· ὡσαύτως, σ. ἐπὶ δμωῇσι γυναιξὶ Ὀδ. Χ. 427· - δίδω διαταγάς, ὁ δὲ σημαίνων ἐπέτελλεν Ἰλ. Φ. 445, πρβλ. Ὀδ. Χ. 450· πᾶσι δὲ σήμαινεν Ἰλ. Α. 289· ἐν τῇ μετοχ., σημαίνων = σημάντωρ, Σοφ. Ο. Κ. 704, Ο. Τ. 957· - ὡσαύτως, σ. ἐπὶ ἢ πρός τι, δίδω σημεῖον νὰ πράξῃ τίς τι. Wern. εἰς Τρυφιόδ. (γραπτ. Τριφ-.) 145. 2) ἐν πολέμῳ ἢ ἐν μάχῃ, δίδω σημεῖον τῆς προσβολῆς, κτλ., Θουκ. 2. 84, κτλ.· πλῆρες, σ. τῇ σάλπιγγι Ἀνδοκ. 7. 9, Ξεν. Ἀν. 4. 2, 1· σ. τῷ κέρατι ὡς ἀναπαύεσθαι αὐτόθι 2. 2, 4· μετ’ αἰτ., σ. ἀναχώρησιν, δίδω τὸ σημεῖον τῆς ἀναχωρήσεως, Θουκ. 5. 10· ἐπειδὰν ὁ σαλπιγκτὴς σημήνῃ τὸ πολεμικὸν Ξεν. Ἀνάβ. 4. 3, 29, πρβλ. 32· τὸ ἀνακλητικὸν Πλούτ. 2. 236Ε· μετ’ ἀπαρεμ., Ξεν. Κύρ. 1. 4, 18, κτλ.· - ὡσαύτως ἀπροσ., σημαίνει (δηλ. ὁ σαλπιγκτής), δίδοται σημεῖον οἷον, τοῖς Ἕλλησιν ὡς ἐσήμηνε, ὅταν ἐδόθη τὸ σημεῖον διὰ νὰ ἐπιπέσωσιν οἱ Ἕλληνες, Ἡρόδ. 8. 11, πρβλ. Θουκ. 2. 84· μετ’ ἀπαρ., ἐσήμαινε πάντα παραρτέεσθαι, ἐδόθη σημεῖον νὰ ἑτοιμάσωσι τὰ πάντα, Ἡρόδ. 9. 42, πρβλ. Elmsl. εἰς Εὐρ. Ἡρακλ. 830· ἴδε ἐν λέξ. κηρύσσω Ι, σαλπίζω. 3) καθόλου, σ. τῷ ἵππῳ τι ἢ ποιεῖν τι Ξεν. Ἱππ. 9, 4., 7, 10. 4) κάμνω σημεῖα, εἰς τὴν πόλιν ὁ αὐτ. ἐν Ἑλλ. 6. 2, 33· σ. ὡς πολεμίων ἐπιόντων αὐτόθι 7. 2, 5. - Παθ., ἐσημάνθησαν προσπλέουσαι αὐτόθι 6. 2, 34. ΙΙΙ. σημαίνω, φανερώνω, δηλῶ, διακηρύττω, φόνον Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1218· τινί τι Ἡρόδ. 7. 18., 9. 49, Σοφ. Ο. Τ. 225· - ἑπομένης ἐξηρτημένης προτάσεως, σ. ὡς.., ὅτι.. Ἡρόδ. 1. 34, 108, Σοφ. Ο. Κ. 320· σ. ὅ τι χρή σοι συμπράσσειν Αἰσχύλ. Πρ. 295· σ. ὅπη γῆς πεπλάνημαι αὐτόθι 565· σ. ὅπου.. Σοφ. Ἠλ. 1294· σ. ὅπου τ’ εἶ χὠπόθεν ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 91· σ. εἴτε.. ὁ αὐτ. ἐν Φιλ. 22· - μετὰ μετοχ., φανερώνω ὅτι πρᾶγμά τι ἔχει κατά τινα τρόπον, σημαίνει φρυκτοῦ φῶς.. μολὸν Αἰσχύλ. Ἀγ. 293· Κρέοντα προσστείχοντα σημαίνουσί μοι Σοφ. Ο. Τ. 79, πρβλ. Ο. Κ. 1669· ταῦτα ὡς πολέμου ὄντος σημαίνει Πλάτ. Νόμ. 626Ε, πρβλ. 722Ε. 2) καθόλου, δηλῶ, ἑρμηνεύω, ἐξηγοῦμαι, Ἡρόδ. 1. 108., 3. 106, Αἰσχύλ. Πρ. 618· ἀπολ., σήμαινε = λέγε, Σοφ. Ο. Κ. 51, πρβλ. Ο. Τ. 1050· οὐ στηλῶν μόνον σ. ἐπιγραφὴ Θουκ. 2. 43. 3) ἐπὶ συγγραφέως, δηλῶ, λέγω θέλω νὰ εἴπω, ὅτι.. Στράβ. 639· - ἐπὶ λέξεως, προτάσεων, κτλ., ἔχω σημασίαν τινά, δηλῶ, ταὐτὸν σημαίνει Πλάτ. Κρατ. 393Α, πρβλ. 437C, Φαῖδρ. 275D, Ἀριστ., κλπ.· σημαίνοντα, ἦχοι ἔχοντες σημασίαν, ἀντίθετον τῷ ἄσημα, Ἀριστ. Ποιητ. 21, 1 κέξ. - Παθ., τὸ σημαινόμενον, ἡ ἔννοια, ἡ σημασία τῶν λόγων, τῶν λέξεων, ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 3. 2, 13, Διον Ἁλ., κλπ.· ἐντεῦθεν παρὰ τοῖς γραμμ., πρὸς τὸ σημαινόμενον, κατὰ τὴν ἐνυπάρχουσαν ἔννοιαν μᾶλλον ἢ κατὰ τὸ σχῆμα ἢ τὸν τύπον. IV. = σφραγίζω, ἀποτυπώνω σημεῖον τι ἢ σφραγίδα, Λατ. obsignare, κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν τῷ μέσῳ τύπω, Πλάτ. Νόμ. 954C, Ξεν. Κύρ. 8. 2, 17, Ἰσαῖ. 63. 6. - Παθ., εὖ σεσημάνθαι, εἶμαι καλῶς ἐσφραγισμένος, Ἀριστοφ. Λυσ. 1198· τὰ σεσημασμένα, ἀντίθετον τῷ τὰ ἀσήμαντα, Πλάτ. Νόμ. 954Α, πρβλ. Λυσίαν 897. 2, Δημ. 999. 16. Β. Μέσ., σημαίνομαι, ὡς τὸ τεκμαίρομαι, λαμβάνω ὡς σημεῖον, δηλ. συμπεραίνω ἐκ σημείων, εἰκάζω, τὰ μὲν σημαίνομαι, τὰ δ’ ἐκπέπληγμαι Σοφ. Αἴ. 32· ἄστροις σ. τὸ δεῖπνον, παροιμ. ἐν τῷ Αἰλ. π. Ζ. 7. 48· σ. τι ἔκ τινος αὐτόθι 2. 7· ἐπὶ κυνῶν ἀνιχνευόντων τὸ θήραμα, μυξωτῆρσι σ. τι Ὀππ. Κυν. 1. 454. ΙΙ. σημειώνω δι’ ἐμαυτόν, σημαίνεσθαι βύβλῳ (ἐξυπακ. βοῦν), δηλ. σφραγίζων περὶ τὸ κέρας αὐτοῦ λωρίδα βύβλου, Ἡρόδ. 2. 38, πρβλ. 39. 2) σημειώνω, ἐκλέγω δι’ ἐμαυτόν, τοὺς εὐρωστοτάτους Πολύβ. 3. 71, 7. - Καθ’ Ἡσύχ.: «σημαίνειν· δεικνύειν, δικάζειν, βουλεύεσθαι. σαλπίζειν».