ἀσύμμετρος: Difference between revisions
καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled
(Bailly1_1) |
|||
(27 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=asymmetros | |Transliteration C=asymmetros | ||
|Beta Code=a)su/mmetros | |Beta Code=a)su/mmetros | ||
|Definition=Att. < | |Definition=Att. [[ἀξύμμετρος]], ον,<br><span class="bld">A</span> [[asymmetrical]], [[incommensurable]], ταῖς μεγίσταις συμμετρίαις Pl.''Ti.''87d: abs., Arist.''Sens.'' 439b30, al., [[Plato|Pl.]]''[[Leges|Lg.]]''918b; ἀ. ἡ διάμετρος καὶ ἡ πλευρά [[Aristotle|Arist.]]''[[Nicomachean Ethics|EN]]''1112a23. Adv. [[ἀσυμμέτρως]] Dam.''Pr.''427.<br><span class="bld">II</span> [[disproportionate]], [[Xenophon|X.]]''[[Cynegeticus|Cyn.]]''2.7; <b class="b3">ἀ. πρός τι</b> [[disproportionate]] to it, Arist.''IA''708a15; [[ill-proportioned]], Id.''Po.''1461a13; ὑπόμνημα [[of excessive length]], Demetr.Lac.''Herc.'' 1014.67F.; κινήματα Phld.''Mort.''9. Adv. [[ἀσυμμέτρως]] ib.8, Attic. ap. Eus. ''PE''15.7.<br><span class="bld">III</span> [[unsuited]], πρὸς δημοκρατίαν Plu.''Per.''16, cf. ''Them.'' 22; τινί ''Phoc.''3: c. inf., [[not of fit size to]]... Arist.''GA''719b12. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[inconmensurable]] c. dat. ταῖς μεγίσταις συμμετρίαις Pl.<i>Ti</i>.87d<br /><b class="num">•</b>abs. οὐσίαν χρημάτων ... ἀσύμμετρον οὖσαν Pl.<i>Lg</i>.918b, ἡ [[διάμετρος]] καὶ ἡ πλευρά Arist.<i>EN</i> 1112<sup>a</sup>23, τὰ μεγέθη Euc.<i>Def</i>.10.2.<br /><b class="num">2</b> [[de excesiva longitud]] τὸ ὑπόμνημα Demetr.Lac. en <i>CErc</i>.8p.95.<br /><b class="num">II</b> <b class="num">1</b>[[desproporcionado]], [[asimétrico]] κρᾶσις Thphr.<i>Sens</i>.14 (= Emp.A 86), κινήματα Phld.<i>Mort</i>.9.6, κῶλον D.H.<i>Comp</i>.23<br /><b class="num">•</b>c. πρός y ac., de los animales ὅσα κατὰ τὸ μῆκος ἀσύμμετρά ἐστι πρὸς τὴν [[ἄλλην]] τοῦ σώματος φύσιν Arist.<i>IA</i> 708<sup>a</sup>15, cf. X.<i>Cyn</i>.2.7<br /><b class="num">•</b>[[mal proporcionado]] σῶμα Arist.<i>Po</i>.1461<sup>a</sup>13, ἄνδρες Plu.2.8201.<br /><b class="num">2</b> [[inadecuado]] πρὸς δημοκρατίαν Plu.<i>Per</i>.16, cf. <i>Them</i>.22<br /><b class="num">•</b>c. dat. διὰ ... μέγεθος τῆς ἀρετῆς ἀσύμμετρον τοῖς καθεστῶσι καιροῖς Plu.<i>Phoc</i>.3<br /><b class="num">•</b>c. inf. κατὰ μέγεθος ἀσύμμετρον εἶναι περιλαβεῖν Arist.<i>GA</i> 719<sup>b</sup>12.<br /><b class="num">3</b> mat. [[irracional]] op. [[κατὰ λόγον]] Arist.<i>Sens</i>.439<sup>b</sup>30.<br /><b class="num">III</b> adv. -ως<br /><b class="num">1</b> [[inconmensurablemente]] τὰ δὲ πρὸ τοῦ δημιουργοῦ ὑφέστη ... ἀ. Dam.<i>in Prm</i>.427.<br /><b class="num">2</b> [[desproporcionadamente]] ἔχειν Attic.5.52.<br /><b class="num">3</b> [[desfavorablemente]] πρὸς ... τὴν κύησιν Plot.2.3.14. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0380.png Seite 380]] ohne Ebenmaaß, vgl. Plut. Pericl. 3; nicht zusammenpassend, τινί Plat. Tim. 87 d; [[πρός]] τι Xen. Cyn. 2, 8; Plut. Pericl. 16; unermeßlich, οὐ σία Plat. Legg. XI, 918 b; incommensurabel, Arist. Mathem. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0380.png Seite 380]] ohne Ebenmaaß, vgl. Plut. Pericl. 3; nicht zusammenpassend, τινί Plat. Tim. 87 d; [[πρός]] τι Xen. Cyn. 2, 8; Plut. Pericl. 16; unermeßlich, οὐ σία Plat. Legg. XI, 918 b; incommensurabel, Arist. Mathem. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />[[qui n'a pas de commune mesure]], [[disproportionné]], [[énorme]].<br />'''Étymologie:''' [[ἀ]], [[σύμμετρος]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀσύμμετρος:''' староатт. [[ἀξύμμετρος]] 2<br /><b class="num">1</b> [[несоразмерный]] (τὰ πάχη πρὸς τὰ μήκη Xen.; [[σῶμα]] Arst.);<br /><b class="num">2</b> [[несообразный]] (τινι и πρός τι Plut.);<br /><b class="num">3</b> [[несоизмеримый]] (ἀ. ἡ [[διάμετρος]] καὶ ἡ [[πλευρά]] Arst.);<br /><b class="num">4</b> [[непомерный]], [[неисчислимый]], [[огромный]] ([[οὐσία]] Plat.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀσύμμετρος''': παλ. Ἀττ. ἀξύμμετρος, -ον, ὁ μὴ ἔχων τὸ αὐτὸ [[μέτρον]], ὁ μὴ ἐν ἁρμονίᾳ τινί, ἀξύμμετρον ταῖς μεγίσταις ξυμμετρίαις Πλάτ. Τίμ. 87D, καὶ | |lstext='''ἀσύμμετρος''': παλ. Ἀττ. ἀξύμμετρος, -ον, ὁ μὴ ἔχων τὸ αὐτὸ [[μέτρον]], ὁ μὴ ἐν ἁρμονίᾳ τινί, ἀξύμμετρον ταῖς μεγίσταις ξυμμετρίαις Πλάτ. Τίμ. 87D, καὶ συχν. παρ’ Ἀριστ.· [[πρός]] τι Πλουτ. Θεμ. 22· ἀπολ., [[ἀσύμμετρος]] ἡ [[διάμετρος]] καὶ ἡ πλευρὰ Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 3. 3, 2. ΙΙ. μὴ ἔχων συμμετρίαν, δυσανάλογος, Ξεν. Κυν. 2. 7, Ἀριστ. Ποιητ. 25, 16, κ. ἀλλ.· [[ἀσύμμετρος]] [[πρός]] τι, δυσανάλογος πρὸς αὐτό, ὁ αὐτ. περὶ Ζ. Πορ. 8, 2· ἀσ. [[οὐσία]], [[ὑπέρμετρος]], [[μεγάλη]], Πλάτ. Νόμ. 918Β: - Ἐπίρρ. ἀσυμμέτρως, Ἀττικὸς παρ’ Εὐσ. ἐν Εὐαγγ. Πρ. 805C. ΙΙΙ. μετ’ ἀπαρ., ὁ μὴ ἔχων σύμμετρον [[μέγεθος]], Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 1. 12, 4. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀσύμμετρος]] και ἀξύμ-, -ον)<br />[[δυσανάλογος]] [[προς]] [[κάτι]] ή [[προς]] τα μέρη του<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που δεν παρουσιάζει αρμονικό [[σύνολο]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «ασύμμετρα ποσά» — ποσά που δεν έχουν κοινό [[μέτρο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που δεν μπορεί να μετρηθεί με κάποιο κοινό [[μέτρο]]<br /><b>2.</b> υπερβολικά [[μεγάλος]] ή υπερβολικά [[μικρός]]<br /><b>3.</b> [[ανάρμοστος]], [[ακατάλληλος]]. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀσύμμετρος:''' αρχ. Αττ. ἀ-[[ξύμμετρος]], -ον,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που δεν έχει κοινό μέτρο, [[αρμονία]], <i>τινι</i> με [[κάτι]], σε Πλάτ.· [[πρός]] τι, σε Πλούτ.<br /><b class="num">II.</b> [[ασύμμετρος]], [[δυσανάλογος]], σε Ξεν. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=<b class="num">I.</b> having no [[common]] [[measure]], τινι with a [[thing]], Plat.; πρός τι Plut.<br /><b class="num">II.</b> [[unsymmetrical]], [[disproportionate]], Xen. | |||
}} | }} | ||
{{ | {{WoodhouseReversedUncategorized | ||
| | |woodrun=[[not well balanced]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 12:00, 7 November 2024
English (LSJ)
Att. ἀξύμμετρος, ον,
A asymmetrical, incommensurable, ταῖς μεγίσταις συμμετρίαις Pl.Ti.87d: abs., Arist.Sens. 439b30, al., Pl.Lg.918b; ἀ. ἡ διάμετρος καὶ ἡ πλευρά Arist.EN1112a23. Adv. ἀσυμμέτρως Dam.Pr.427.
II disproportionate, X.Cyn.2.7; ἀ. πρός τι disproportionate to it, Arist.IA708a15; ill-proportioned, Id.Po.1461a13; ὑπόμνημα of excessive length, Demetr.Lac.Herc. 1014.67F.; κινήματα Phld.Mort.9. Adv. ἀσυμμέτρως ib.8, Attic. ap. Eus. PE15.7.
III unsuited, πρὸς δημοκρατίαν Plu.Per.16, cf. Them. 22; τινί Phoc.3: c. inf., not of fit size to... Arist.GA719b12.
Spanish (DGE)
-ον
I 1inconmensurable c. dat. ταῖς μεγίσταις συμμετρίαις Pl.Ti.87d
•abs. οὐσίαν χρημάτων ... ἀσύμμετρον οὖσαν Pl.Lg.918b, ἡ διάμετρος καὶ ἡ πλευρά Arist.EN 1112a23, τὰ μεγέθη Euc.Def.10.2.
2 de excesiva longitud τὸ ὑπόμνημα Demetr.Lac. en CErc.8p.95.
II 1desproporcionado, asimétrico κρᾶσις Thphr.Sens.14 (= Emp.A 86), κινήματα Phld.Mort.9.6, κῶλον D.H.Comp.23
•c. πρός y ac., de los animales ὅσα κατὰ τὸ μῆκος ἀσύμμετρά ἐστι πρὸς τὴν ἄλλην τοῦ σώματος φύσιν Arist.IA 708a15, cf. X.Cyn.2.7
•mal proporcionado σῶμα Arist.Po.1461a13, ἄνδρες Plu.2.8201.
2 inadecuado πρὸς δημοκρατίαν Plu.Per.16, cf. Them.22
•c. dat. διὰ ... μέγεθος τῆς ἀρετῆς ἀσύμμετρον τοῖς καθεστῶσι καιροῖς Plu.Phoc.3
•c. inf. κατὰ μέγεθος ἀσύμμετρον εἶναι περιλαβεῖν Arist.GA 719b12.
3 mat. irracional op. κατὰ λόγον Arist.Sens.439b30.
III adv. -ως
1 inconmensurablemente τὰ δὲ πρὸ τοῦ δημιουργοῦ ὑφέστη ... ἀ. Dam.in Prm.427.
2 desproporcionadamente ἔχειν Attic.5.52.
3 desfavorablemente πρὸς ... τὴν κύησιν Plot.2.3.14.
German (Pape)
[Seite 380] ohne Ebenmaaß, vgl. Plut. Pericl. 3; nicht zusammenpassend, τινί Plat. Tim. 87 d; πρός τι Xen. Cyn. 2, 8; Plut. Pericl. 16; unermeßlich, οὐ σία Plat. Legg. XI, 918 b; incommensurabel, Arist. Mathem.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qui n'a pas de commune mesure, disproportionné, énorme.
Étymologie: ἀ, σύμμετρος.
Russian (Dvoretsky)
ἀσύμμετρος: староатт. ἀξύμμετρος 2
1 несоразмерный (τὰ πάχη πρὸς τὰ μήκη Xen.; σῶμα Arst.);
2 несообразный (τινι и πρός τι Plut.);
3 несоизмеримый (ἀ. ἡ διάμετρος καὶ ἡ πλευρά Arst.);
4 непомерный, неисчислимый, огромный (οὐσία Plat.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀσύμμετρος: παλ. Ἀττ. ἀξύμμετρος, -ον, ὁ μὴ ἔχων τὸ αὐτὸ μέτρον, ὁ μὴ ἐν ἁρμονίᾳ τινί, ἀξύμμετρον ταῖς μεγίσταις ξυμμετρίαις Πλάτ. Τίμ. 87D, καὶ συχν. παρ’ Ἀριστ.· πρός τι Πλουτ. Θεμ. 22· ἀπολ., ἀσύμμετρος ἡ διάμετρος καὶ ἡ πλευρὰ Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 3. 3, 2. ΙΙ. μὴ ἔχων συμμετρίαν, δυσανάλογος, Ξεν. Κυν. 2. 7, Ἀριστ. Ποιητ. 25, 16, κ. ἀλλ.· ἀσύμμετρος πρός τι, δυσανάλογος πρὸς αὐτό, ὁ αὐτ. περὶ Ζ. Πορ. 8, 2· ἀσ. οὐσία, ὑπέρμετρος, μεγάλη, Πλάτ. Νόμ. 918Β: - Ἐπίρρ. ἀσυμμέτρως, Ἀττικὸς παρ’ Εὐσ. ἐν Εὐαγγ. Πρ. 805C. ΙΙΙ. μετ’ ἀπαρ., ὁ μὴ ἔχων σύμμετρον μέγεθος, Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 1. 12, 4.
Greek Monolingual
-η, -ο (Α ἀσύμμετρος και ἀξύμ-, -ον)
δυσανάλογος προς κάτι ή προς τα μέρη του
νεοελλ.
1. αυτός που δεν παρουσιάζει αρμονικό σύνολο
2. φρ. «ασύμμετρα ποσά» — ποσά που δεν έχουν κοινό μέτρο
αρχ.
1. αυτός που δεν μπορεί να μετρηθεί με κάποιο κοινό μέτρο
2. υπερβολικά μεγάλος ή υπερβολικά μικρός
3. ανάρμοστος, ακατάλληλος.
Greek Monotonic
ἀσύμμετρος: αρχ. Αττ. ἀ-ξύμμετρος, -ον,
I. αυτός που δεν έχει κοινό μέτρο, αρμονία, τινι με κάτι, σε Πλάτ.· πρός τι, σε Πλούτ.
II. ασύμμετρος, δυσανάλογος, σε Ξεν.
Middle Liddell
I. having no common measure, τινι with a thing, Plat.; πρός τι Plut.
II. unsymmetrical, disproportionate, Xen.