ὑπεῖπον: Difference between revisions
οὗ δ' ἂν Ἔρως μὴ ἐφάψηται, σκοτεινός → he on whom Love has laid no hold is obscure | he whom Love touches not walks in darkness
m (Text replacement - "q. v." to "q.v.") |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ypeipon | |Transliteration C=ypeipon | ||
|Beta Code=u(pei=pon | |Beta Code=u(pei=pon | ||
|Definition=aor. with no pres. in use ([[ὑπαγορεύω]] (q. v.) being used instead): fut. <span class="sense"><span class="bld">A</span> ὑπερῶ <span class="bibl">Ar.<span class="title">Fr.</span>652</span>: pf. Pass., v. infr. <span class="bibl">2</span>:—[[say]] or [[repeat before]] another, <b class="b3">ἐγὼ δ' ὑπερῶ τὸν ὅρκον</b> l.c. </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> <b class="b2">say by way of preface, premise, suggest</b>, ὑπειπεῖν τούσδε τοὺς αὐτοὺς λόγους <span class="bibl">E.<span class="title">Supp.</span> 1171</span>; ὀλίγ' ἄτθ' ὑπειπὼν πρῶτον <span class="bibl">Ar.<span class="title">V.</span>55</span>; ὥσπερ ἐν ἀρχῇ ὑπείπομεν <span class="bibl">Th.1.35</span>; τοσοῦτον ὑπειπών <span class="bibl">D.18.60</span>; <b class="b3">οὐδὲν ὑπειπὼν πῶς</b> without [[suggesting]] the method, <span class="bibl">Id.23.53</span>, cf. 60; τοιοῦτος... ὃν ὑπεῖπες <span class="bibl">Pl.<span class="title">Virt.</span>377d</span>; so <b class="b3">ἀκοὴν ὑπειπών</b>, = [[προειπών]] (referring to the words of the proclamation, [[ἀκούετε]], [[λεῴ]]), <span class="bibl">E.<span class="title">HF</span>962</span>:—Pass., καθάπερ καὶ ἐξ ἀρχῆς ἦν ὑπειρημένον <span class="bibl">Is.11.12</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">3</span> [[subjoin]], [[add]], ὑπειπούσης . . ὅτι ἐς ἑσπέραν ἥξοιμι <span class="bibl">Ar.<span class="title">Pl.</span>997</span>, cf. Lys.<span class="title">Fr.</span> in <span class="bibl"><span class="title">PHib.</span>1.14.32</span>; ὑπειπὼν τἆλλα ὅτι αὐτὸς τἀκεῖ πράξοι <span class="bibl">Th.1.90</span>, cf. <span class="bibl">2.102</span>; <b class="b3">τὸν ἐχθρὸν . . ὑπειπὼν τὸν αὑτοῦ</b> [[adding the name of]] his personal enemy, <span class="bibl">D.25.91</span>; ὑπειπὼν τῆς Ὑγιείας τοῠνομα <span class="bibl">Philetaer.1</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">4</span> <b class="b2">suggest an explanation, hint, give a clue</b>, ὥστ' . . ἂν . . ὑπείποις <span class="bibl">S.<span class="title">Aj.</span>213</span> (anap.); οὑτωσί πως ὑπειπόντα τὸ τοῦ Πιττακοῦ <span class="bibl">Pl.<span class="title">Prt.</span>343e</span>.</span> | |Definition=aor. with no pres. in use ([[ὑπαγορεύω]] ([[quod vide|q.v.]]) being used instead): fut. <span class="sense"><span class="bld">A</span> ὑπερῶ <span class="bibl">Ar.<span class="title">Fr.</span>652</span>: pf. Pass., v. infr. <span class="bibl">2</span>:—[[say]] or [[repeat before]] another, <b class="b3">ἐγὼ δ' ὑπερῶ τὸν ὅρκον</b> l.c. </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> <b class="b2">say by way of preface, premise, suggest</b>, ὑπειπεῖν τούσδε τοὺς αὐτοὺς λόγους <span class="bibl">E.<span class="title">Supp.</span> 1171</span>; ὀλίγ' ἄτθ' ὑπειπὼν πρῶτον <span class="bibl">Ar.<span class="title">V.</span>55</span>; ὥσπερ ἐν ἀρχῇ ὑπείπομεν <span class="bibl">Th.1.35</span>; τοσοῦτον ὑπειπών <span class="bibl">D.18.60</span>; <b class="b3">οὐδὲν ὑπειπὼν πῶς</b> without [[suggesting]] the method, <span class="bibl">Id.23.53</span>, cf. 60; τοιοῦτος... ὃν ὑπεῖπες <span class="bibl">Pl.<span class="title">Virt.</span>377d</span>; so <b class="b3">ἀκοὴν ὑπειπών</b>, = [[προειπών]] (referring to the words of the proclamation, [[ἀκούετε]], [[λεῴ]]), <span class="bibl">E.<span class="title">HF</span>962</span>:—Pass., καθάπερ καὶ ἐξ ἀρχῆς ἦν ὑπειρημένον <span class="bibl">Is.11.12</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">3</span> [[subjoin]], [[add]], ὑπειπούσης . . ὅτι ἐς ἑσπέραν ἥξοιμι <span class="bibl">Ar.<span class="title">Pl.</span>997</span>, cf. Lys.<span class="title">Fr.</span> in <span class="bibl"><span class="title">PHib.</span>1.14.32</span>; ὑπειπὼν τἆλλα ὅτι αὐτὸς τἀκεῖ πράξοι <span class="bibl">Th.1.90</span>, cf. <span class="bibl">2.102</span>; <b class="b3">τὸν ἐχθρὸν . . ὑπειπὼν τὸν αὑτοῦ</b> [[adding the name of]] his personal enemy, <span class="bibl">D.25.91</span>; ὑπειπὼν τῆς Ὑγιείας τοῠνομα <span class="bibl">Philetaer.1</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">4</span> <b class="b2">suggest an explanation, hint, give a clue</b>, ὥστ' . . ἂν . . ὑπείποις <span class="bibl">S.<span class="title">Aj.</span>213</span> (anap.); οὑτωσί πως ὑπειπόντα τὸ τοῦ Πιττακοῦ <span class="bibl">Pl.<span class="title">Prt.</span>343e</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 15:55, 11 January 2022
English (LSJ)
aor. with no pres. in use (ὑπαγορεύω (q.v.) being used instead): fut. A ὑπερῶ Ar.Fr.652: pf. Pass., v. infr. 2:—say or repeat before another, ἐγὼ δ' ὑπερῶ τὸν ὅρκον l.c. 2 say by way of preface, premise, suggest, ὑπειπεῖν τούσδε τοὺς αὐτοὺς λόγους E.Supp. 1171; ὀλίγ' ἄτθ' ὑπειπὼν πρῶτον Ar.V.55; ὥσπερ ἐν ἀρχῇ ὑπείπομεν Th.1.35; τοσοῦτον ὑπειπών D.18.60; οὐδὲν ὑπειπὼν πῶς without suggesting the method, Id.23.53, cf. 60; τοιοῦτος... ὃν ὑπεῖπες Pl.Virt.377d; so ἀκοὴν ὑπειπών, = προειπών (referring to the words of the proclamation, ἀκούετε, λεῴ), E.HF962:—Pass., καθάπερ καὶ ἐξ ἀρχῆς ἦν ὑπειρημένον Is.11.12. 3 subjoin, add, ὑπειπούσης . . ὅτι ἐς ἑσπέραν ἥξοιμι Ar.Pl.997, cf. Lys.Fr. in PHib.1.14.32; ὑπειπὼν τἆλλα ὅτι αὐτὸς τἀκεῖ πράξοι Th.1.90, cf. 2.102; τὸν ἐχθρὸν . . ὑπειπὼν τὸν αὑτοῦ adding the name of his personal enemy, D.25.91; ὑπειπὼν τῆς Ὑγιείας τοῠνομα Philetaer.1. 4 suggest an explanation, hint, give a clue, ὥστ' . . ἂν . . ὑπείποις S.Aj.213 (anap.); οὑτωσί πως ὑπειπόντα τὸ τοῦ Πιττακοῦ Pl.Prt.343e.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπεῖπον: ἐλλιπὴς ἀόρ. ἄνευ ἐνεστῶτος ἐν χρήσει (ἀνθ’ οὗ τίθεται ὁ ἐνεστ. ὑπαγορεύω)· μέλλ. ὑπερῶ· πρκμ. ὑπείρηκα. Λέγω ἢ ἐπαναλαμβάνω πρὸ ἑτέρου, Λατ. praeïre verba, ἐγὼ δ’ ὑπερῶ τὸν ὅρκον Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 479. 2) λέγω ἐν εἴδει προοιμίου, ἀρχῆς, προτείνω, ὑπαινίττομαι, ὑπεῖπον τοῖσδε τοὺς αὐτοὺς λόγους Εὐρ. Ἱκ. 1171· ὀλίγ’ ἄτθ’ ὑπειπὼν πρῶτον Ἀριστοφάν. Σφ. 55· ὥσπερ ἐν ἀρχῇ ὑπείπομεν Θουκ. 1. 35, πρβλ. 90· τοσοῦτον ὑπειπὼν Δημ. 245. 13 οὐδὲν ὑπειπών, ὅπως ἄν τις ἀποκτείνῃ, χωρὶς νὰ ὑποδεικνύῃ κατὰ ποίας περιστάσεις ἡ ἀνθρωποκτονία δύναται νὰ δικαιολογηθῇ, ὁ αὐτ. 637. 11, πρβλ. 639. 10· τοιοῦτος..., ὃν ὑπεῖπες Πλάτ. περὶ (Ἀρετῆς;) 377D· οὕτω, ἀκοὴν ὑπειπὼν = προειπών, ὅπερ ἀναφέρεται εἰς τὰς λέξεις τῆς προκηρύξεως, ἀκούετε, λεῴ, Εὐριπ. Ἡρ. Μαιν. 962. - Παθ., καθάπερ καὶ ἐξ ἀρχῆς ἦν ὑπειρημένον Ἰσαῖ. 84. 37. 3) προστίθημι, πρὸς τούτοις λέγω, ὑπειπούσης... ὅτι ἐς ἑσπέραν ἥξοιμι Ἀριστοφ. Πλ. 997· τὸν ἐχθρόν... ὑπειπὼν τὸν αὐτοῦ, προστιθεὶς τὸ ὄνομα τοῦ προσωπικοῦ ἐχθροῦ αὐτοῦ, Δημ. 797. 19· οὕτω πιθανῶς ὁ Meineke ἔδει νὰ διατηρήσῃ τὸ ὑπειπὼν ἐν Φιλεταίρ. «Ἀσκληπ.» 1, ἔνθα ἐξέδωκεν: ἐπειπών. 4) προτείνω ἢ ὑποδηλῶ ἐξήγησίν τινα, ἐξηγοῦμαι, ἑρμηνεύω, ὥστ’... ἄν... ὑπείποις Σοφοκλ. Αἴ. 213· οὑτωσί πως ὑπειπόντα τὸ τοῦ Πιττακοῦ Πλάτ. Πρωτ. 343Ε.
French (Bailly abrégé)
v. ὑπαγορεύω.
Greek Monolingual
Α
1. λέω ή επαναλαμβάνω κάτι πριν από κάποιον άλλον («ἐγὼ δ' ὑπερῶ τὸν ὅρκον», Αριστοφ.)
2. λέω ως πρόλογο («παισὶν δ' ὑπεῑπον τοῑσδε τοὺς αὐτοὺς λόγους», Ευρ.)
3. λέω κάτι επί πλέον, προσθέτω κάτι («ὑπειπούσης... ὅτι ἐς ἑσπέραν ἥξοιμι», Αριστοφ.)
4. προτείνω μια εξήγηση ή υποδηλώνω, ερμηνεύω («ὥστ'... ἄν... ὑπεῑποις», Σοφ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + εἶπον. Το ρ. αποτελεί ελλιπή αόρ. χωρίς ενεστώτα, αντί του οποίου χρησιμοποιείται ο ενεστ. του ρ. ὑπαγορεύω.
Greek Monotonic
ὑπεῖπον: αόρ. βʹ, χωρίς ενεστ. σε χρήση (σε θέση ενεστ. χρησιμ. το ὑπαγορεύω)· μέλ. -ὑπ-ερῶ, παρακ. ὑπ-είρηκα·
1. λέω σαν αρχή ή σαν πρόλογο, προτάσσω, αναφέρω εισαγωγικά, προτείνω, σε Ευρ., Θουκ. κ.λπ.
2. παραθέτω, προσθέτω, σε Αριστοφ., Δημ.
3. προτείνω, δίνω μια εξήγηση, εξηγώ, ερμηνεύω, σε Σοφ., Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
ὑπεῖπον: aor. к ὑπαγορεύω.
Middle Liddell
[aor2 with no pres. in use, ὑπαγορεύω being used instead fut. ὑπ-ερῶ perf. ὑπ-είρηκα
1. to say as a foundation or preface, to premise, suggest, Eur., Thuc., etc.
2. to subjoin, add, Ar., Dem.
3. to suggest an explanation, explain, interpret, Soph., Plat.