Σκύλλα: Difference between revisions

From LSJ

τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ θνατῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς; τᾶς ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών → What human life is desirable without pleasure, or what lordly power? Without it not even the life of the gods is enviable.

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2, $3, $4, $5, $6 $7")
m (Undo revision 2482092 by Spiros (talk))
Tag: Undo
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''Σκύλλα:''' эп. тж. [[Σκύλλη]] ἡ Скилла<br /><b class="num">1)</b> [[дочь Кратаида]], [[шестиголовое лающее чудовище]], [[обитавшее в приморской скале против другого чудовища]], [[Харибды]], [[и пожиравшее проплывавших мимо мореходов]] Hom., Aesch., Eur., Xen.;<br /><b class="num">2)</b> дочь мегарского царя Ниса предавшая отца из любви к Миносу, но самим Миносом брошенная за это в море Luc.
|elrutext='''Σκύλλα:''' эп. тж. [[Σκύλλη]] ἡ [[Скилла]]<br /><b class="num">1)</b> дочь Кратаида, шестиголовое лающее чудовище, обитавшее в приморской скале против другого чудовища, Харибды, и пожиравшее проплывавших мимо мореходов Hom., Aesch., Eur., Xen.;<br /><b class="num">2)</b> дочь мегарского царя Ниса предавшая отца из любви к Миносу, но самим Миносом брошенная за это в море Luc.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj

Revision as of 09:44, 22 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Σκύλλᾰ Medium diacritics: Σκύλλα Low diacritics: Σκύλλα Capitals: ΣΚΥΛΛΑ
Transliteration A: Skýlla Transliteration B: Skylla Transliteration C: Skylla Beta Code: *sku/lla

English (LSJ)

ης, ἡ, A.Ag.1233, Ep. Σκύλλη, Scylla, Od.12.85, al., cf. A. l.c., etc.; Σκύλλαν αὐλεῖν, in allusion to a composition bearing that name, Arist.Po.1461b32; ταῖς λεγομέναις Ἐχίδναις καὶ Σκύλλαις Plu. Crass.32 (as v.l. for σκυτάλαις). (Derivation fr. σκύλαξ (prob. erroneous) is implied in Od.12.86.)

Greek (Liddell-Scott)

Σκύλλᾰ: -ης, -ἡ, Ὀδ. Μ. 235· ἀλλαχοῦ ἐν τῇ Ὀδ. Σκύλλη, θυγάτηρ τῆς Κραταίϊδος, τέρας ὑλακτοῦν ὡς κύων, ἔχων δὲ δώδεκα βραχίονας καὶ ἓξ αὐχένας καὶ κατοικοῦν ἐν σπηλαίῳ κατὰ τὰ μεταξὺ Σικελίας καὶ Ἰταλίας στενά, Ὀδ. Μ. 85 κἑξ., 108, 230, 245· πρβλ. Αἰσχύλ. Ἀγ. 1233, κτλ.· - ὁ μῦθος οὗτος μετὰ ταῦτα πολλαχῶς μετεβλήθη, ἴδε Dict. of Biogr. ἐν λέξ.· - Σκύλλαν αὐλεῖν ἐν ἀναφορᾷ πρὸς δρᾶμά τι φέρον τὸ ὄνομα τοῦτο, Ἀριστ. Ποιητ. 26. 3. (Ἐκ τοῦ σκύλλω, διότι αὕτη ἐσπάραττε τὴν λείαν αὐτῆς καὶ ὑλάκτει ὡς σκύλαξ, Ὀδ. Μ. 86, 96. 245).

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
Scylla, monstre marin près de détroit de Sicile (v. Χάρυβδις).
Étymologie: cf. σκύλλω.

Greek Monolingual

η, ΝΑ, και επικ. τ. Σκύλλη, Α
1. μυθ. μυθικό θαλάσσιο τέρας, που, μαζί με τη Χάρυβδη, συμβόλιζε τις ταραχές της μανιασμένης θάλασσας και συνέτριβε τα πλοία στους βράχους ή τά καταπόντιζε στις φοβερές δίνες της και το οποίο, σύμφωνα με την περιγραφή του Ομήρου, είχε δώδεκα πόδια, έξι κεφάλια με τη μορφή σκύλου και τρεις σειρές δόντια στο καθένα, κατοικούσε σε ένα σπήλαιο κάπου στα στενά μεταξύ Ιταλίας και Σικελίας, στον πορθμό της Μεσσήνης, όπου κρυβόταν κατά το ήμισυ, και αποτελούσε τον τρόμο τών διερχόμενων πλοίων και ναυτικών
2. μυθ. κόρη του βασιλιά τών Μεγάρων Νίσου, η οποία πρόδωσε τον πατέρα της και παρέδωσε την πατρίδα της στον βασιλιά της Κνωσού Μίνωα, που τήν πολιορκούσε, επειδή τον ερωτεύθηκε
νεοελλ.
φρ. «από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη» — από ένα κακό σε άλλο χειρότερο.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Ο τ. Σκύλλα (< σκύλ-ja) έχει συσχετιστεί, ήδη από τους Αρχαίους, με την οικογένεια του σκύλαξ].

Greek Monotonic

Σκύλλᾰ: και Σκύλλη, -ης, ἡ (σκύλλω), Σκύλλα, μυθικό τέρας που δάγκωνε σαν σκύλος και κατοικούσε σε μια σπηλιά στα Στενά της Σικελίας· κατασπάραζε ανυποψίαστους ναυτικούς, σε Ομήρ. Οδ.

Russian (Dvoretsky)

Σκύλλα: эп. тж. ΣκύλληСкилла
1) дочь Кратаида, шестиголовое лающее чудовище, обитавшее в приморской скале против другого чудовища, Харибды, и пожиравшее проплывавших мимо мореходов Hom., Aesch., Eur., Xen.;
2) дочь мегарского царя Ниса предавшая отца из любви к Миносу, но самим Миносом брошенная за это в море Luc.

Middle Liddell

σκύλλω
Scylla, a monster barking like a dog, who inhabited a cavern in the Straits, of Sicily, and rent unwary mariners, Od.

Wikipedia EN

In Greek mythology, Scylla (/ˈsɪlə/ SIL-ə; Greek: Σκύλλα, translit. Skúlla, pronounced [skýl.la]) is a legendary monster who lives on one side of a narrow channel of water, opposite her counterpart Charybdis. The two sides of the strait are within an arrow's range of each other—so close that sailors attempting to avoid Charybdis would pass dangerously close to Scylla and vice versa.

Scylla is first attested in Homer's Odyssey, where Odysseus and his crew encounter her and Charybdis on their travels. Later myth provides an origin story as a beautiful nymph who gets turned into a monster.

Book Three of Virgil's Aeneid associates the strait where Scylla dwells with the Strait of Messina between Calabria, a region of Southern Italy, and Sicily. The coastal town of Scilla in Calabria takes its name from the mythological figure of Scylla and it is said to be the home of the nymph.

The idiom "between Scylla and Charybdis" has come to mean being forced to choose between two similarly dangerous situations.

Translations

ar: سيلا; ast: Escila; bg: Сцила; br: Skylla; bs: Skila; ca: Escil·la; co: Scilla; cs: Skylla; da: Skylla; de: Skylla; el: Σκύλλα; en: Scylla; eo: Skilo; es: Escila; fa: سکولا; fi: Skylla; fr: Scylla; hr: Skila; hu: Szkülla; id: Skilla; it: Scilla; ja: スキュラ; ka: სკილა; ko: 스킬라; la: Scylla; lb: Skylla; lt: Scilė; mk: Сцила; ms: Scylla; nl: Scylla; no: Skylla; pl: Skylla; pt: Cila; ro: Scila; ru: Скилла; sh: Skila; simple: Scylla; sl: Scila; sr: Scila; sv: Skylla; th: สคิลลา; tr: Scylla; uk: Скілла; vi: Scylla; vls: Scylla; zh: 斯库拉