δυσμαθής: Difference between revisions
Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Anaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
m (Text replacement - "Euripides|E.]], ''Med" to "Euripides|E.''[[Medea|Med") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=dysmathis | |Transliteration C=dysmathis | ||
|Beta Code=dusmaqh/s | |Beta Code=dusmaqh/s | ||
|Definition=δυσμαθές,<br><span class="bld">A</span> [[hard to learn]], Id.''Ag.''1255; [[δυσμαθὴς ἰδεῖν]] = [[hard to know at sight]], [[Euripides|E.]] | |Definition=δυσμαθές,<br><span class="bld">A</span> [[hard to learn]], Id.''Ag.''1255; [[δυσμαθὴς ἰδεῖν]] = [[hard to know at sight]], [[Euripides|E.]]''[[Medea|Med.]]'' 1196; [[τὸ δυσμαθές]] = [[difficulty of knowing]], Id.''IT''478.<br><span class="bld">II</span> Act., [[slow at learning]], [[dull]], [[Plato|Pl.]]''[[Republic|R.]]'' 358a, etc.: Comp., Plu.2.992d: Sup., Ph.2.175, Jul.''Or.'' 7.225b. Adv. [[δυσμαθῶς]], ἔχειν [[Plato|Pl.]]''[[Republic|R.]]'' 503d. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Latest revision as of 10:45, 20 December 2024
English (LSJ)
δυσμαθές,
A hard to learn, Id.Ag.1255; δυσμαθὴς ἰδεῖν = hard to know at sight, E.Med. 1196; τὸ δυσμαθές = difficulty of knowing, Id.IT478.
II Act., slow at learning, dull, Pl.R. 358a, etc.: Comp., Plu.2.992d: Sup., Ph.2.175, Jul.Or. 7.225b. Adv. δυσμαθῶς, ἔχειν Pl.R. 503d.
Spanish (DGE)
(δυσμᾰθής) -ές
I 1difícil de entender τὰ πυθόκραντα A.A.1255
•difícil de reconocer πλὴν τῷ τεκόντι κάρτα δυσμαθὴς ἰδεῖν de Creúsa abrasada, E.Med.1196
•neutr. subst. τὸ δυσμαθές = la incertidumbre ἡ γὰρ τύχη παρήγαγ' ἐς τὸ δ. E.IT 478.
2 esp. de pers. o del intelecto difícil de instruir, torpe ὡς ἄγροικος εἶ καὶ δ. Ar.Nu.646, cf. Pl.Lg.891a, Euthphr.9b, ἐγώ τις, ὡς ἔοικε, δ. Pl.R.358a, πᾶς ἄν μοι δοκεῖ ... συγχωρῆσαι ... καὶ ὁ δυσμαθέστατος Pl.Phd.79e, cf. Epin.978d, Ph.2.175, τὸ ... τῆς ψυχῆς κωφὸν καὶ δ. ... ποιεῖν convertir en necio y torpe lo que corresponde al alma Pl.Ti.88b, op. εὐμαθής Pl.R.486c, Ep.344a, δυσμαθεῖς ... καὶ αὐθάδεις Herm.Sim.9.22.1, τῶν ῥητορικῶν οἱ δυσμαθέστατοι Iul.Or.7.225b, de animales, Plu.2.992d
•lento para aprender δυσμαθέστερον εἶναι καὶ ... ἐπιλησμονέστερον el hombre en la vejez, X.Ap.6, cf. Mem.4.8.8.
II adv. δυσμαθῶς = con torpeza δ. ἔχειν ser torpe Pl.R.503d.
German (Pape)
[Seite 683] ές, 1) schwer zu lernen, zu erkennen, Aesch. Ag. 1118; Eur. I. T. 478; ἰδεῖν, unkenntlich, Med. 1196. – 2) schwer lernend, ungelehrig, Plat. Lach. 189 a u. öfter; compar., Euthyph. 9 b; – δυσμαθῶς ἔχειν, Plat. Rep. VI, 503 d.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
difficile à apprendre ou à reconnaître ; τὸ δυσμαθές EUR obscurité impénétrable.
Étymologie: δυσ-, μανθάνω.
Russian (Dvoretsky)
δυσμᾰθής:
1 с трудом постигаемый, неудобопонятный (τὰ πυθόκραντα Aesch.): δ. ἰδεῖν Eur. неузнаваемый;
2 с трудом познающий, плохо понимающий Plat.
Greek (Liddell-Scott)
δυσμᾰθής: ἐς, παθητ., δυσμάθητος, δυσνόητος, Αἰσχύλ. Ἀγ. 1255· δ. ἰδεῖν, ὃν δύσκολον εἶνε νὰ γνωρίσῃ τις ἐξ ὄψεως, Εὐρ. Μηδ. 1196· τὸ δ. ὁ αὐτ. Ι. Τ. 478. ΙΙ. ἐνεργ., δυσκόλως μανθάνων, βραδὺς ἐν τῷ μανθάνειν, νωθρός, Πλάτ. Πολ. 358Α, κτλ. ― Ἐπίρρ., δυσμαθῶς ἔχειν αὐτόθι 503D.
Greek Monolingual
-ές (Α δυσμαθής, -ές)
ο ανεπίδεκτος μαθήσεως
αρχ.
1. δυσνόητος
2. αυτός που δύσκολα αναγνωρίζεται
3. το ουδ. ως ουσ. τὸ δυσμαθές
η δυσμαθία.
Greek Monotonic
δυσμᾰθής: -ές (μανθάνω),
1. δύσκολος να μαθευτεί, δυσνόητος, σε Αισχύλ.· δ. ἰδεῖν, δύσκολος να αναγνωρισθεί εξ όψεως, σε Ευρ.· τὸ δυσμαθές, δυσκολία, δυσχέρεια στη γνώση, στον ίδ.
II. Ενεργ., βραδύς στη μάθηση, νωθρός, σε Πλάτ.· επίρρ., δυσμαθῶς ἔχειν, είμαι τέτοιος, στον ίδ.
Middle Liddell
δυσ-μᾰθής, ές μανθάνω
I. hard to learn, Aesch.; δ. ἰδεῖν hard to know at sight, Eur.: τὸ δυσμαθές difficulty of knowing Eur.
II. act. slow at learning, Plat.:—adv., δυσμαθῶς ἔχειν to be so, Plat.
English (Woodhouse)
abstruse, dark, dull, indistinct, intricate, obscure, undiscoverable, dull in intellect, hard to understand, not to be discovered, of the intelligence, slow at learning, difficult to understand