ἀνακομιδή: Difference between revisions
Ὁ κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες → The world is a stage, life is your entrance: you came, you saw, you departed (Democritus fr. 115 D-K)
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ῆς (ἡ) :<br />action de recouvrer.<br />'''Étymologie:''' [[ἀνακομίζω]]. | |btext=ῆς (ἡ) :<br />action de recouvrer.<br />'''Étymologie:''' [[ἀνακομίζω]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀνακομῐδή:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[возврат]] (τῶν πλοίων Dem.);<br /><b class="num">2)</b> [[возвращение]] Arst., Plut.: ἀνακομιδὴν ποιεῖσθαι Polyb. возвратиться, вернуться. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 27: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀνακομῐδή:''' ἡ, [[ανάκτηση]], [[επαναφορά]], [[περισυλλογή]], [[τῶν]] πλοίων, σε Ψηφ. [[παρά]] Δημ. | |lsmtext='''ἀνακομῐδή:''' ἡ, [[ανάκτηση]], [[επαναφορά]], [[περισυλλογή]], [[τῶν]] πλοίων, σε Ψηφ. [[παρά]] Δημ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[ἀνακομίζω]]<br />a [[carrying]] [[away]] [[again]], [[recovery]], τῶν πλοίων Decret. ap. Dem. | |mdlsjtxt=[[ἀνακομίζω]]<br />a [[carrying]] [[away]] [[again]], [[recovery]], τῶν πλοίων Decret. ap. Dem. | ||
}} | }} |
Revision as of 17:30, 3 October 2022
English (LSJ)
Dor. ἀγκομιδά IG4.742.17, ἡ:—A a carrying away again, recovery, ἡ τῶν πλοίων ἀ. Decr. ap. D.18.75. 2 recovery, ἐκ τῶν νούσων Hp.VM21. 3 return, Arist.HA597b9, SIG615.14 (Delph., ii B. C.), Onos.11.3. 4 bringing up, τῶν ἐπιτηδείων Str.3.3.1.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
• Alolema(s): dór. ἀγκομιδά IG 4.742.17
I 1transporte, envío τῶν ἐπιτηδείων Str.3.3.1, CPHerm.85.2.2 (III a.C.)
•traslado τῶν παίδων Plb.3.99.1, de cadáveres ἀνακομιδὴ ἡ ἐκ τάφου εἰς τάφον μετάθεσις Sch.A.Th.1024.
2 recuperación ἡ τῶν πλοίων ἀ. Decr. en D.18.75, de pers. enfermas ἐκ τῶν νούσων Hp.VM 21
•devolución τοῦ ἕδνου PLond.1708.196 (V a.C.), τοῦ γραμματίου PAlex.2.186 p.24.
II 1viaje, expedición Διονυσίου ποιησαμένου τὴν ἀνακομιδὴν ἐκ Σικελίας εἰς Κόρινθον Plb.12.4a.2.
2 vuelta, retorno, regreso Arist.HA 597b9, (τῶν στρατιωτῶν) Plb.1.68.13, τοῦ στόλου Plb.3.106.7, εἰς οἶκον Plb.38.16.12, cf. FD 2.89.14 (II a.C.), Thasos 2.172.10 (I a.C.), BGU 2070.1.25 (II a.C.), Tat.Orat.39, Clem.Al.Strom.7.11.63, Cyr.Al.Inc.Unigen.51.692B, Philost.HE 3.6.
German (Pape)
[Seite 193] ἡ, das Wiedererlangen, νεῶν Dem. 18, 75, in einem Psephisma; Rückkehr, Plut.; Dion. H. 1, 53; ἀνακομιδὴν ποιεῖσθαι, zurückkehren, Pol. 5, 22, 5. – Einkünfte, Arist. H. A. 8, 12.
French (Bailly abrégé)
ῆς (ἡ) :
action de recouvrer.
Étymologie: ἀνακομίζω.
Russian (Dvoretsky)
ἀνακομῐδή: ἡ
1) возврат (τῶν πλοίων Dem.);
2) возвращение Arst., Plut.: ἀνακομιδὴν ποιεῖσθαι Polyb. возвратиться, вернуться.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνακομῐδή: ἡ, ἡ ἀνάκτησις· ἡ τῶν πλοίων ἀν. Ψήφισμ. παρὰ Δημ. 250. 13. 2) ἀνάρρωσις, ἐκ νόσου Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 171. 3) ἀπονόστησις, ἐπάνοδος, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 8. 12. 9. 4) ἀπόσπασις, ἐξέλκυσις, «πρὸς τὸ κατὰ τὴν ἀνακομιδὴν τοῦ δόρατος σπαράττειν τὸ τραῦμα», Διόδ. 5. 30. 5) ἀνακομιδὴ λειψάνων, Ἐκκλ. ὡς καὶ νῦν.
Greek Monolingual
η (Α ἀνακομιδή) ἀνακομίζω
επαναφορά, επάνοδος, επιστροφή, μεταφορά
νεοελλ.
εκταφή και μεταφορά τών οστών νεκρού σε οστεοφυλάκιο, χωνευτήρι ή αλλού
αρχ.
1. ανάληψη, ανάκτηση
2. ανάρρωση από ασθένεια
3. απόσπαση, βγάλσιμο.
Greek Monotonic
ἀνακομῐδή: ἡ, ανάκτηση, επαναφορά, περισυλλογή, τῶν πλοίων, σε Ψηφ. παρά Δημ.
Middle Liddell
ἀνακομίζω
a carrying away again, recovery, τῶν πλοίων Decret. ap. Dem.