χθές

From LSJ
Revision as of 18:54, 6 April 2022 by Spiros (talk | contribs)

Ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → It is impossible to know the spirit, thought, and mind of any man before he be versed in sovereignty and the laws

Sophocles, Antigone, 175-7
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χθές Medium diacritics: χθές Low diacritics: χθες Capitals: ΧΘΕΣ
Transliteration A: chthés Transliteration B: chthes Transliteration C: chthes Beta Code: xqe/s

English (LSJ)

Adv. (lengthd. ἐχθές (q.v.); where the word occurs in NT, Ev.Jo.4.52, Act.Ap.7.28, Ep.Hebr.13.8, codd. vary between ἐχθές and χθές; χθές is not found in Ptolemaic papyri, but in PLond.2.161.8 (iii A. D.)):—yesterday, h.Merc.273, Th.3.113, Pl.R.327a, Smp.174a, etc.: freq. placed between Art. and Subst., ἡ χθὲς ὁμολογία, οἱ χθὲς λόγοι, Pl.Sph.216a, Ti.26e; τῇ χθὲς ἡμέρᾳ Plu.2.773e; χθὲς μὲν... τὰ νῦν δὲ . . Pl.Ti.17a: freq. πρώην τε καὶ χθές, χθὲς καὶ πρώην, v. πρώην ΙΙ; χθὲς καὶ τρίτην ἡμέραν v.l. in X.Cyr.6.3.11, cf. LXX Ge.31.2. (Cf. Skt. hyás 'yesterday', Lat. heri, hesternus, OHG. gestaron 'yesterday', etc.)

German (Pape)

[Seite 1354] advb., wie ἐχθές (s. Lob. Phryn. 323), gestern; H. h. Merc. 273; Plat. Conv. 174 a u. sonst oft bei den Att.; πρώην τε καὶ χθές, auch χθὲς καὶ πρώην, gestern und vorgestern, d. i. jüngst, neulich, überh. eine nahe Vergangenheit dezeichnend, Her. 2, 53; Ar. Ran. 726; Plat. Gorg. 4704 Legg. III, 677 d; Dem. 18, 130 u. sonst; vgl. Wessel. D. Sic. 2, 53; eben so χθὲς καὶ τρίτην ὴμέραν, Xen. Cyr. 6, 3,11. – Mit dem Artikel, gestrig, κατὰ τὴν χθὲς ὁμολογίαν ἥκομεν Plat. Soph. i. A.; Tim. 26 e u. Sp. – Die ursprüngliche Form χές (vgl. χθαμαλός) wird durch das lat. hesi, heri, hesiternus, hesternus beglaubigt.

Greek (Liddell-Scott)

χθές: ἐπίρρ., (ἐκτεταμ. ἐχθές, ὃ ἴδε, πρβλ. Λοβέκ. εἰς Φρύν. 323)· -ὡς καὶ νῦν, χθές, πρῶτον ἐν Ὕμ. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 273, καὶ συχν. παρ’ Ἀττ., ὡς Πλάτ. Πολ. ἐν τῇ ἀρχῇ, Συμπ. 174Α, κ. ἀλλ.· συχνάκις τίθεται μεταξὺ τοῦ ἄρθρου καὶ τοῦ οὐσιαστ., ἡ χθὲς ὁμολογία, οἱ χθὲς λόγοι Πλάτ. Σοφιστ. ἐν τῇ ἀρχῇ, Τίμ. 26Ε· τῇ χθὲς ὑμέρᾳ Πλούτ. 2. 773D· ἐν ἀντιθέσει πρὸς ἄλλα ἐπιρρήματα χρονικά, χθὲς μέν.., νῦν δέ.. Πλάτ. Τίμ. 17Α· χθές καὶ σήμερον Ἐπιστ. πρ. Ἑβρ. ιγ΄, 8· ἀλλὰ συνήθως πρῴην τε καὶ χθὲς ἢ χθὲς καὶ πρῴην (ἴδε ἐν λ. πρῴην)· χθὲς καὶ τρίτην ἡμέραν Ξεν. Κύρ. Παιδ. 6. 3. 11· πρβλ. χθεσινός, χθιζός. (Πρβλ. Σανσκρ. hyas, Λατ. hes-i (μετέπειτα heri), hes-ternus· Γοτθ. gis-tra, Ἀγγλο-Σαξον. gyrs-tan-doeg (Ἀγγλ. yesterday, yestr-een)· Ἀρχ. Γερμ. kestre (gestern), κλπ.

French (Bailly abrégé)

adv.
hier : ἡ χθὲς ἡμέρα PLUT le jour d’hier, hier.
Étymologie: suppose *χές ; cf. lat. heri de *hesi, comme χθαμαλόςχαμαί.

English (Strong)

of uncertain derivation; "yesterday"; by extension, in time past or hitherto: yesterday.

Greek Monolingual

χθές, ΝΜΑ, και χτες και εχθές και εχτές Ν, και ἐχθές ΜΑ
επίρρ. την αμέσως προηγούμενη ημέρα, συνήθως σε αντιδιαστολή προς το σήμερα και το αύριο (α. «τελικά, έφυγε χθες» β. «κατέβην χθὲς εἰς Πειραιᾱ», Πλάτ.)
νεοελλ.
1. συνεκδ. στο κοντινό παρελθόνχθες ακόμη ήταν παιδί»)
2. (με άρθρ ουδ. ως ουσ.) το χθες
το παρελθόν («ξέχνα το χθες»)
3. φρ. «χθες, προχθές» — πριν από λίγες ημέρες
αρχ.
(με αρθρ. ως επίθ.) ὁ, ἡ, τὸ χθες
ο χθεσινός («τῶν χθὲς λόγων», Πλάτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Επίρρ. της Ινδοευρωπαϊκής το οποίο εμφανίζει ποικιλία μορφών στις διάφορες γλώσσες (πρβλ. αρχ. ινδ. hyah, λατ. heri, αρχ. άνω γερμ. ges-taron, αρχ. ιρλνδ. in-de), γεγονός που δυσχεραίνει τον καθορισμό ενός αρχικού τ. που να μπορεί να ερμηνεύσει όλους τους τ. αυτούς. Από νεώτερους μελετητές έχει γίνει προσπάθεια να αναχθούν οι λ. αυτές σε έναν αρχικό τ. gzhey-, από τον οποίο, με διάφορες απλοποιήσεις του αρκτικού συμπλέγματος, προήλθαν οι μορφές αυτές: το ελλ. χθές από τ. gzhes, το αρχ. ινδ. hyah από ghyes (βλ. και λ. σερός), το λατ. her-i και το αρχ. άνω γερμ. ges-taron από ghes-. Ειδικότερα για τον ελλ. τ. χθές, με το δυσερμήνευτο αρκτικό χθ-, έχουν διατυπωθεί και άλλες απόψεις. Σύμφωνα με την πρώτη από αυτές, ο τ. χθές ανάγεται σε τ. gh(i)-dyes ή gh(e)-dyes, σύνθ. με α΄ συνθετικό έναν τ. δεικτικού και β' συνθετικό προερχόμενο από την ΙΕ ρίζα με σημ. «ημέρα». Κατ' άλλους, ο τ. χθές έχει προέλθει από τ. dhghes- με μετάθεση τών αρκτικών συμφώνων (βλ. και λ. χθων), από όπου μπορεί να δικαιολογηθεί και το λατ. heri (με απλοποίηση του συμπλέγματος), αλλά όχι και το αρχ. ινδ. hyah (< ghy-es). Δυσερμήνευτος παραμένει, επίσης, και ο φωνηεντισμός -ι- τών τ. χθιζά, χθιζός κ.λπ., ο οποίος, κατά μία άποψη, έχει προέλθει από συστολή του φωνήεντος -ε-, ενώ, κατ' άλλη —ελάχιστα πιθανή— άποψη, από τη μηδενισμένη βαθμίδα της ΙΕ κατάλ. του συγκριτικού βαθμού -yes-. Τέλος, στον παρλλ. τ. -χθές, το ε- αποτελεί προθεματικό στοιχείο, το οποίο εμφανίζεται σε λ. προ συμφωνικών συμπλεγμάτων με δασύ σύμφωνο (πρβλ. -χθύς) ή με κλειστό (πρβλ. -κτῖνος). Στη Νέα Ελληνική, εξάλλου, απαντά και ο τ. χτες, με ανομοίωση τών τριβόμενων φθόγγων χ και θ, πρβλ. φθάνω: φτάνω].

Greek Monotonic

χθές: επίρρ. (εκτεταμ. ἐχθές, βλ. αυτ.), εχθές, σε Ομηρ. Ύμν., Πλάτ. κ.λπ.· οἱχθὲς λόγοι, σε Πλάτ.· πρώην τε καὶ χθές ή χθὲς καὶ πρώην (βλ. πρώην).

Russian (Dvoretsky)

χθές: adv. вчера HH, Xen., Plat.: ὁ χ. Plat., Plut. вчерашний; χ. (τε) καὶ πρῴην Arph., Plat., Diod., Luc. или χ. καὶ τρίτην ἡμέραν Xen. вчера и позавчера.

Middle Liddell

[lengthd, ἐχθές, q.v.]
yesterday, Hhymn., Plat., etc.; οἱ χθὲς λόγοι Plat.; πρώην τε καὶ χθές or χθὲς καὶ πρώην (v. πρώην).

Frisk Etymology German

χθές: (seit h. Merc.; vgl. χθιζός),
{khthés}
Forms: auch ἐχθές (Ar., hell. u. sp.)
Meaning: gestern.
Derivative: Davon χθιζός gestrig (Hom. u.a.), wozu als Adv. χθιζόν (Τ 195), -ά (Β 303); zur Erklärung unten. Mehrere Bildungen auf -ινός (περυσινός usw.): χθεσινός (Luk.), ἐχθεσινός (AP), χθιζινός (Ar. bis in lyr. [codd. χθεσ-, metr. unhaltbar], Gal., Alkiphr.), ἐχθιζινός (Men.).
Etymology : Alter Zeitausdruck für gestern, in mehreren Sprachen, allerdings mit etwas wechselnder Grundform erhalten: 1. lat. heri, alb. dje aus idg. *ĝhes(i); dazu awno. i gǣr, aschwed. i gār (i Präp.) aus *ĝhēs; mit ter-Suffix in lat. hes-ternus, germ., z.B. ahd. gestarongestern’. 2. aind. hyás, aw. zyō aus *ĝhi̯es; aus derselben Grundform läßt sich auch σερός· χθές. Ἠλεῖοι H. erklären (mit urspr- auslaut. -σ- > -ρ- und -ός nach νυκτός). 3. χθές mit derselben Lautgruppe wie in χθών (s.d.); dazu vielleicht auch die kelt. Formen, z.B. air. in-, kymr. doe aus urkelt. *gd(i)i̯es (mit Schwund des g-). Unwahrscheinlich Deroy Ant. class. 23, 312: χθές episch für *χές. Besser Merlingen Μν. χάριν 2, 53 : χθές aus *dhĝhés; daraus *ghes-i in heri usw. mit Wegfall des dh-. Weitere Analyse und Rekonstruktion ganz hypothetisch: aus *ĝh(i)-di̯es oder *ĝh(e)-di̯es, d.h. Demonstr. mit dem Wort für Tag in lat. diēs usw. (Schwyzer 631 nach Brugmann und Pisani; anders Schwyzer 326, s. W.-Hofmanns. heri); aus *ĝh-i̯es, d.h. Demonstr. mit Komparativsuffix (Specht KZ 68, 201 ff.; aus dieser Grundform nach Specht auch χθές mit Schwund des und infigiertem demonstr. -t- [?]). Wieder anders Wood Phil. Quart. 2, 264. Auch anlaut. ἐ- in ἐχθές kann verschieden beurteilt werden : Vokalprothese wie in ἰχθῦς u.a. (Schwyzer 413); deiktische Partikel wie ἐκεῖνος (Schwyzer 613, Specht a.O.). — Zur Erklärung von χθιζός: ι Reduktionsvokal von ε (Schwyzer 351, Petersen Lang. 14, 57 u.a.). Anders, weniger wahrscheinlich, Specht a.O., Pisani Ist. Lomb. 73 : 2, 2: -ισ- (vgl. unten) Tiefstufe von idg. -i̯es-. Wieder anders Brugmann Sächs. Ges. Ber. 69 : 1,3 ff. χθιζά, wovon χθιζόν, -ός, nach πρωϊζά. Aber πρωϊζά (nur Β 303 χθιζά τε καὶ πρωϊζά] und Theok. 18, 9) vielmehr nach χθιζά (so Schwyzer 632), das seinerseits offenbar zu dem weit geläufigeren χθιζός gebildet wurde. Mithin kann schwerlich das sekundär entstandene χθιζά auf *χθεσδjα (mit Schwächung von ε zu ι; Schwyzer) oder *χθισδjα (Pisani) zurückgeführt werden mit Anschluß an aind. -dya in adyá heute (so für πρωϊζά Brugmann a.O.). Eine Grundform *χθισδός (Specht a.O.; vgl. Grammont Mél. Boisacq 1,423) mit δ-Suffix hat in κρύβδα und anderen Adv. auf -δα, -δον, -δην einen ungenügenden Anhalt. — Weiteres m. Lit. WP. 1, 664. Pok. 416, W.-Hofmann s. heri; ält. Lit. auch bei Bq.
Page 2,1097-1098

Chinese

原文音譯:cqšj 赫帖士
詞類次數:副詞(3)
原文字根:昨日
字義溯源:昨日^,昨天
出現次數:總共(3);約(1);徒(1);來(1)
譯字彙編
1) 昨日(2) 約4:52; 來13:8;
2) 昨天(1) 徒7:28

Translations

Afrikaans: gister; Ainu: ヌマン; Albanian: dje; Amharic: ትናንት, ትናንትና; Andi: суни; Arabic: أَمْسِ‎; Cypriot Arabic: imps; Egyptian Arabic: امبارح‎; Moroccan Arabic: البارح‎; South Levantine Arabic: مبارح‎; Aragonese: ahier; Armenian: երեկ; Old Armenian: երէկ; Aromanian: aeri, aieri, ieri, eri, asearã; Assamese: কালি, যোৱাকালি; Asturian: ayeri; Avar: сон; Azerbaijani: dünən, dün; Baluchi: زی‎; Bashkir: кисә, кисәге; Basque: atzo; Belarusian: учо́ра, ўчо́ра; Bengali: গতকাল; Bikol Central: kasu-udma, kasuhapon; Bulgarian: вче́ра; Burmese: မနေ့က; Catalan: ahir; Cebuano: gahapon; Chechen: селхана; Chickasaw: oblaashaash; Chinese Cantonese: 昨天, 琴日, 尋日, 寻日, 昨日; Hakka: 昨晡日; Mandarin: 昨天, 昨日; Min Dong: 昨暝; Min Nan: 昨昏, 昨日, 昨暗; Wu: 昨日; Chuvash: ӗнер; Crimean Tatar: dün, tünevin; Czech: včerejšek; Dalmatian: jere; Danish: i går; Dutch: gisteren; Esperanto: hieraŭ; Estonian: eile, eilnepäev; Faroese: í gjár, gjárdagur; Fijian: nanoa; Finnish: eilinen, eilispäivä; French: hier; Friulian: îr; Galician: onte; Georgian: გუშინ; German: gestriger Tag, gestern; Greek: χθες; Ancient Greek: χθές, ἐχθές; Greenlandic: ippassaq; Hebrew: אֶתְמוֹל‎, אֶמֶשׁ‎; Higaonon: gabi-a; Hindi: कल, कलि; Hungarian: tegnap; Hunsrik: gester; Icelandic: gærdagur; Indonesian: kemarin; Ingrian: eglee; Ingush: селхан; Interlingua: heri; Inuktitut: ᐃᑉᐸᒃᓴᖅ; Irish: inné; Istriot: ièri; Italian: ieri; Japanese: 昨日, 昨日; Kannada: ನಿನ್ನೆ; Kapampangan: napun; Kazakh: кеше; Khmer: ម្សិលមិញ, ថ្ងៃម្សិល, ម្សិល; Konkani: कालि; Korean: 어제, 작일; Kurdish Northern Kurdish: duhî; Kyrgyz: кечээ; Ladin: inier; Lakota: htalehã; Lao: ມື້ວານ; Latin: heri, hesternus; Latvian: vakar, vakardiena; Laz: ღომა; Ligurian: vêi; Lithuanian: vakar, vakardiena, vakarykštė diena; Livonian: eggiļ; Lombard: jer; Luganda: jjo; Luxembourgish: gëschter; Macedonian: вче́ра; Malay: semalam, kelmarin; Malayalam: ഇന്നലെ; Maltese: bieraħ, ilbieraħ; Mansaka: kagabi; Maori: nanahi; Middle English: yesterday; Mongolian: өчигдөр; Nauruan: ngago nane, nanahi; Navajo: adą́ą́dą́ą́ʼ; Ndzwani Comorian: vojana; Ngazidja Comorian: djana; Norman: hièr; Northern Sami: ievttá; Norwegian Bokmål: gårsdag; Nynorsk: gårdag, gårsdag; Occitan: ièr; Ojibwe: bijiinaago; Oriya: ଗତକାଲି; Papiamentu: ayera; Pashto: پرون‎; Persian: دیروز‎; Piedmontese: ier; Polish: wczoraj; Portuguese: ontem; Quechua: qayna; Romanian: ieri; Romansch: ier, her; Russian: вчера́; Samoan: ananafi; Sanskrit: ह्यस्; Sardinian: aiseru, deris; Scots: yestreen; Scottish Gaelic: an-dè; Serbo-Croatian Cyrillic: ју̀че̄р, ју̀че; Roman: jùčēr, jùčē; Shona: nezuro; Sicilian: aieri; Sindhi: ڪلهه‎; Sinhalese: ඊයේ; Skolt Sami: jåhtta; Slovak: včera; Slovene: včéraj; Sorbian Lower Sorbian: cora; Upper Sorbian: wčera; Sotho: maobane; Southern Sami: jååktan; Spanish: ayer; Svan: ლა̄თ; Swahili: jana; Swedish: gårdag, i går; Sylheti: ꠇꠣꠁꠟ; Tagalog: kahapon; Tajik: дирӯз; Tamil: நேற்று; Tarantino: ajère; Tatar: кичә; Telugu: నిన్న; Thai: เมื่อวานนี้; Tibetan: ཁ་སང; Tok Pisin: asde; Tswana: maabane; Turkish: dün; Turkmen: düýn; Ukrainian: учо́ра, вчо́ра; Urdu: کل‎; Uyghur: تۈنۈگۈن‎; Uzbek: kecha, kechagi; Venda: mulovha, mba-mulovha; Venetian: geri; Vietnamese: hôm qua; Volapük: ädel; Votic: eglee; Welsh: ddoe; West Frisian: juster; Western Bukidnon Manobo: gevi'i; Wolof: démb, demba; Xhosa: izolo; Yagnobi: пиён; Yakut: бэҕэһээ; Yao: liiso; Yiddish: נעכטן‎; Yup'ik: unuamek, akwaugaq; Zazaki: vızêr; Zhuang: ngoenzlwenz, ngoenzvaz, ŋɵnƨlɯenƨ; Zulu: izolo