εἷς

From LSJ
Revision as of 14:13, 17 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "")

μὴ ἐν πολλοῖς ὀλίγα λέγε, ἀλλ΄ ἐν ὀλίγοις πολλά → don't say little in many words, but much in a few words (Stobaeus quoting Pythagoras)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἷς Medium diacritics: εἷς Low diacritics: εις Capitals: ΕΙΣ
Transliteration A: heîs Transliteration B: heis Transliteration C: eis Beta Code: ei(=s

English (LSJ)

μίᾰ, ἕν (μίη only in late Ion. Prose): gen. ἑνός, μιᾶς, ἑνός:—Ep. ἕεις Hes.Th.145, AP7.341 (Procl.), cj.in Il.5.603:—Dor. ἧς Rhinth. 12, Tab.Heracl.1.136:—Ep., Aeol., and Ion. fem.

   A ἴᾰ Il.13.354, prob. in Hp.Morb.4.37; acc. ἴαν Alc.33.6(prob.), Sapph.69.1 (cf. μηδεΐα), Corinn.Supp.2.56, IG9(2).517.22(Thess.); gen.ἰῆς Il.16.173,24.496; dat. ἰῇ 9.319, 11.174, etc.: neut. dat. (ἰῷ κίον ἤματι) 6.422. (In Com. οὐδὲ (μηδὲ) εἷς, οὐδὲ (μηδὲ) ἕν, occur, mostly at the end of an iambic trimeter, without elision, Cratin.302,Ar.Ra.927, Pl.37,138,al.) (Orig. ἕνς, assim. ἔν (δ) prob. in Leg.Gort.9.50, from *εμς, I.-Eur. sem-(cf. ὁμός); μία from sm-ία; ἴα is not related to μία, but prob. to pronom. stem i-(Lat.is), cf.ἰός.)    1 as a Numeral, εἷς κοίρανος ἔστω Il.2.204, etc.; strengthd., εἷς οἶος, μία οἴη, a single

   A one, one alone, 4.397, Od.7.65; μία μούνη 23.227; εἷς μοῦνος Hdt.1.119, Ar.Pl.1053, etc.; εἷς καὶ μόνος D.H.1.74; εἷς ὤν S.OT247, E.Ph.894, etc.; opp.πολύς, μία τὰς πολλὰς ψυχὰς ὀλέσασα A.Ag.1456, cf.1465, Ch.299, etc.    b emphatically with a Sup., εἷς οἰωνὸς ἄριστος Il.12.243, etc.: freq. in Trag., εἷς ἀνὴρ πλεῖστον..πόνον παρασχών A.Pers.327; πλείστας ἀνὴρ εἷς.. ἔγημε S.Tr.460; κάλλιστ' ἀνὴρ εἷς Id.OT1380; ἕνακριθέντ' ἄριστον Id.Ph.1344; also in Prose, ἐπὶ πλεῖστον δὴ χλιδῆς εἷς ἀνὴρ ἀπίκετο Hdt.6.127, cf. Th.8.68; Μυτιληναίους μάλιστα δὴ μίαν πόλιν Id.3.39; πάντων εἷς ἀνὴρ μεγίστων αἴτιος κακῶν D.18.143: without a Sup., Ἐτεοκλέης ἂν εἷς πολὺς κατὰ πτόλιν ὑμνοῖθ' A.Th.6.    c in oppos., made emphatic by the Art., ὁ εἷς, ἡ μία, Il.20.272, Od.20.110, Pl.Cri.48a; τοῦ ἑνὸς οἱ δύο ἀγαθοὶ βελτίους Arist.Pol.1287b13, cf. Theoc.6.22.    d with a neg., εἷς οὐδείς no single man, Hdt.1.32; ἓν οὐδὲ ἓν ἴαμα Th.2.51; οὐκ ἐν ἄλλῳ ἑνί γε χωρίῳ in no other single country, Id.1.80; οὐχ εἷς, i.e. more than one, A.Th.103, E.Andr.96; εἷς οὐ.., εἷς μή.., emphatic for οὐδείς, μηδείς, Ar.Th.549, X.An.5.6.12; more emphatic, οὐδὲ εἷς, μηδὲ εἷς, v. οὐδείς, μηδείς.    e εἷς ἕκαστος each one, each by himself, Hdt. 1.123, Pl.Prt.332c, etc.; αἴσθησις μία ἑνός (sc. γένους) one of each, Arist.Metaph.1003b19: pl., ἑκάτεροι ἕνες POxy.276.8 (i A.D.).    f with κατά, καθ' ἓν ἕκαστον each singly, piece by piece, Hdt.1.9, etc.; καθ' ἕν one by one, Pl.Sph.217a, etc.; καθ' ἕν, τό, list, PEleph.20.7 (iii B.C.), etc.; καθ' ἕν' ἡμῶν ἕκαστον ἀποστερεῖν to deprive each of us singly, D.21.142, cf. Men.Epit.164,186; εἷς κατὰ εἷς one by one, Ev.Marc.14.19; but καθ' ἓν γίγνεσθαι, εἶναι, to be united, Th.8.46, X. HG5.2.16.    g with other Preps., ἓν ἀνθ' ἑνός above all, Pl.R. 331b, Phlb.63c; but μίαν ἀντὶ μιᾶς alternately, PStrassb.25.13, etc.; ἐπὶ μίαν ἑκάστην ῥάβδον τιθέντες θεσπίζουσι one by one, separately, Hdt. 4.67; ἐπὶ ἑνός Pl.Tht.157a; ἓν ἐφ' ἑνί Id.Sph.229b, Lg.758b: ἓν πρὸς ἕν, with or without συμβάλλειν, in comparisons, Hdt.4.50, Pl.Lg. 647b; πρὸς ἕν' εἷς D.21.131: παρ' ἕνα alternately, Luc.Salt.12; εἰς ἓν συναγαγεῖν E.Or.1640; ἰσχὺς τοσαύτη εἰς ἓν ξυστᾶσα Th.6.85; εἰς ἓν μοίρας συνέκυρσας E.Andr.1172; ἐς μίαν βουλεύειν Il.2.379; in full, ἐς μίαν βουλήν Th.5.111; εἰς μίαν νοεῖν Ael.NA5.9; ἓν ἐξ ἑνὸς ἐπισεσώρευκεν Arr.Epict.1.10.5, cf. Luc.Asin.54; ἀπὸ μιᾶς with one accord, Ev.Luc.14.18; ὑφ' ἕν at once, S.E.M.10.124; also ὑφ' ἓν θέσθαι τὸ ὂν τῷ μὴ ὄντι Plot.6.2.1; cf. ὑφέν.    h in compd. numerals, as an ordinal, τῷ ἑνὶ καὶ τριηκοστῷ [ἔτει] Hdt.5.89, cf.Th.8.109, etc.; so in Att. Inscrr., IG2.660.30, al,: later εἷς alone,=first, LXXGe.1.5; μιᾷ τοῦ μηνός ib.8.13.    i μίαν μίαν, = κατὰ μίαν, S.Fr.201; εἷς εἷς LXX 1 Ch.24.6.    2 one, i.e. the same, τώ μοι μία γείνατο μήτηρ Il. 3.238, etc.; εἷς καὶ ὁ αὐτός one and the same, ἓν καὶ ταὐτὸν ἀριθμῷ Arist.Metaph.1039a28, etc.; ὑπὸ μίαν καὶ τὰν αὐτὰν ἀρχάν Perict. ap. Stob.3.1.121; ταὐτὸν καὶ ἕν Arist.Ph.201b3; so ἓν καὶ ὅμοιον Pl.Phdr. 271a; εἷς καὶ κοινός Plu.2.699f: c. dat., ἐμοὶ μιᾶς ἐγένετ' ἐκ ματρός E. Ph.156; ἐκ μιᾶς οἰνοχόης Ἐπικούρῳ πεπωκότες Plu.2.1089a.    b possessing unity, ἧττον μία ἡ μίμησις ἡ τῶν ἐποποιῶν Arist.Po.1462b3; λίαν ἓν ποιεῖν τὴν πόλιν Id.Pol.1263b7; τὰ κυρίως ἕνα Dam.Pr. 437.    3 one, opp. another, ἓν μὲν..ἓν δὲ.. Arist.EN1139a6, Pol. 1285b38, etc.; ὁ μὲν..εἷς δὲ..εἷς δ' αὖ.. Od.3.421 sq., cf. Pl.R.369d; εἷς μὲν..ἕτερος δὲ.. X.HG1.7.23.    4 indefinitely, εἷς τις some one, S.OT118, Pl.Grg.471e, etc.; ἐξ ἑνός γέ του τρόπου Th.6.34; rarely τις εἷς S.Ant.269, Pl.Prm.145d; εἷς γάρ τις ἦν ἕκαστος οὑξειργασμένος each single one was suspected, S.Ant.262; εἷς ὁστισοῦν Arist.Pol. 1325b28; εἷς ὁ πρῶτος, Germ. der erste beste, Is.8.33, D.1.9, cf. Luc. Herm.61: alone, like our indef. Art., a, an, Κάδμου θυγατέρων μιᾷ E.Ba.917; εἷς κάπηλος, στρατηγός, Ar.Av.1292, Th.4.50; εἷς Ἀθηναίων D.21.87, cf. LXXGe.21.15, Ev.Matt.21.19, etc.; εἷς ἀπό.. LXX Le.6.3(22).    5 οὐχ εἷς many, A.Th.103, Call.Dian.33; οὐχ εἷς οὐδὲ δύο not one or two only, D.29.12; οὐ μίαν οὐδὲ δύο not once nor twice, LXX 4 Ki.6.10; ἓν ἢ καὶ δύο ληφθὲν μαρτύριον Plb.2.38.10; εἷς ἢ δεύτερος Jul.Or.6.190d: prov., εἷς ἀνὴρ οὐδεὶς ἀνήρ one man's no man, D.Chr.48.10.    6 Math., τὸ ἕν unity, opp.πλῆθος, Pythag.Fr.5, etc.: pl., ἕνα units, Arist.Metaph.1056b21; ὁ ἀριθμός ἐστιν ἕνα πλείω Id.Ph. 207b7; τῶν προτέρων ἑνῶν Dam.Pr.460.    7 Philos., ἕν, τό, unity, the One, ἐκ πάντων ἓν καὶ ἐξ ἑνὸς πάντα Heraclit.10, cf.Emp.17.1, etc.: later indecl., ἓν εἶναι τοῦ ἓν παρουσίᾳ Plot.6.6.14, cf.5.5.5.

German (Pape)

[Seite 738] μίᾰ (erst in späterer ion. Prosa u. bei späten Dichtern, wie Qu. Sm. 11, 361, μίη), ἕν, gen. ἑνός, μιᾶς, ἑνός; ep. ἕεις, Hes. Th. 145; Procl. 6 (VII, 341); dor. auch ἧς; nach Gramm., wie Arcad. p. 200, 7, auch der accus. εἷνα; einer, eine, eines, Cardinalzahl, von Hom. an überall; adj., εἱς ἀνήρ; subst., πλὴν εἱς τις Soph. O. R. 118; εἴτε εἷς ὢν λέληθεν 247; bes. εἷς τῶν πολιτῶν u. ä.; – bei Aufzählungen für die Ordinalzahl, wie Dion. Hal. C. V. p. 174 μία μὲν αὕτη συζυγία – αὕτη δὲ δευτέρα, wo erst der zweite Satz dem μία die Nebenbedeutung »die erste« giebt. Zuweilen in Verbindung mit Ordinalzahlen, wie τῷ ἑνὶ καὶ τριηκοστῷ ἔτει Her. 5, 89; bes. Sp., wie Dion. Hal. 3, 46 Diod. Sic. 16, 71. – Verstärkt εἷς οἶος, Od. 9, 207; Ap. Rh. 4, 286; εἷς μόνος, Od. 23, 227; Ar. Pl. 1054; Plat. Prot. 360 e; εἷς καὶ μόνος, Dion. Hal. 1, 74; Luc. Zeux. 2; μίαν γὰρ αὐτὴν ἄσχιστον εἴασε, sie allein, Plat. Tim. 36 d; vgl. Theocr. 6, 22. – Mit dem superlat.; εἷς ἄριστος Il. 12, 243; Soph. Ai. 1319; womit Vbdgn zu vergleichen, wie τοὺς ἀγωνιζομένους εἷς ἀνὴρ δυνάμενος ὠφελεῖν Thuc. 8, 68; Xen. An. 1, 9, 22. Auch πλεῖστοι δὴ αὐτῷ ἑνί γε ἀνδρὶ τῶν ἐφ' ἡμῶν ἐπεθύμησαν χρἠματα προέσθαι, Xen. An. 1, 9, 12, ihm dem einen Manne, im Ggstz gegen ganze Staaten, wo mit Krüger Cyr. 8, 2, 15 Thuc. 1, 80 Arr. An. 1, 12, 6 zu vgl. – Mit dem Artikel wird es verbunden, um es im Ggstz gegen andere hervorzuheben; δύο δ' ἔνδοθι κασσιτέροιο, τὴν δὲ μίαν χρυσέην, die eine von Gold, Il. 22, 272; αἱ μὲν ἄλλαι εὗδον, ἡ δὲ μί' οὕπω παύετο Od. 20, 110; im Ggstz von οἱ πολλοί Plat. Crit. 48 a. – Οὐδὲ εἷς, auch nicht Einer, nachdrücklicher als οὐδείς, w. m. s.; – εἷς τις, irgend Einer, Soph. O. R. 118; καὶ τὸ λέγειν μία τις τῶν πράξεών ἐστι Plat. Crat. 387 b; mit γέ, καὶ μὴν ἕν γέ τι τούτων ἀναγκαῖον Soph. 252 d. Auch εἷς allein geht in das unbestimmte Einer über, Ar. Av. 1292 Plat. Legg. XI, 855 d u. Sp.; εἷς ὁστισοῦν, Einer, wer es auch sei, ein Jeder, Arist. öfter; – εἷς ἕκαστος, ein jeder Einzelne, unus quisque; ἑνὸς ἑκάστου κειμένου χωρίς Plat. Soph. 253 d; ἑνὶ ἑκάστῳ τῶν ἐναντίων ἓν μόνον ἐστὶν ἐναντίον Prot. 332 c; auch εἷς γάρ τις ἦν ἕκαστος Soph. O. R. 262; καθ' ἓν ἕκαστον, jedes für sich, Her. 1, 9; Plat. Tim. 56 c Legg. IX, 853 a; – καθ' ἕν, für sich allein, einzeln, καθ' ἓν ὄνομα ἑκάστῳ προσῆπτον Plat. Soph. 217 a; καθ' ἕνα τῶν οἰκετῶν, einem Jeden, Plut. Cat. min. 68; im N. T. u. LXX. καθ' εἷς u. εἷς καθ' εἷς. Aber καθ' ἓν ὅτι μάλιστα ξύμπαντες, Plat. Legg. V, 739 d, ist »auf einmal Alle zusammen«, vgl. IV, 708 d καθ' ἕνα εἰς ταὐτόν, τὸ λεγόμενον, ξυμφυσῆσαι, von einem Pferdegespann hergenommen; καθ' ἓν γενέσθαι, sich (in Eins) vereinigen, Thuc. 3, 10, vgl. 8, 48; καθ' ἓν οὔσης τῆς ἰσ χύος ἀμφοτέρας Xen. Hell. 3, 4, 27; εἰς ἓν συνάγειν, ἁλίζειν, (in Eins) vereinigen, Eur. Or. 1640; Heracl. 404; συνελθεῖν Phoen. 465; ἰσχὺς τοσαύτη εἰς ἓν ξυστᾶσα Thuc. 6, 85; ἐπειδὴ ἡ πόλις εἰς ἓν ἦλθε, Harpocr. ὡμονόησε, von der Aussöhnung nach der Zeit der 30 Männer, Dem. 20, 11. Aehnlich ἐς μίαν βουλεύειν Il. 2, 379, wo man gewöhnlich βουλήν ergänzt; vgl. Thuc. 5, 111; Constructionen mit andern Präpositionen s. bei diesen. – Εἷς καὶ ὁ αὐτός, Einer u. derselbe, Arist. u. Sp.; εἷς καὶ ὅμοιος, Plat. Phaedr. 271 a; D. Sic. 17, 108; auch εἷς allein = Einer und derselbe; mit dem dat. Plat. Legg. V, 745 c.

Greek (Liddell-Scott)

εἷς: μίᾰ, ἕν, (μίη μόνον παρὰ μεταγεν. Ἴωσι πεζοῖς)· γεν. ἑνός, μιᾶς, ἑνός: - Ἐπ. ἐκτεταμέν. ἕεις Ἡσ. Θ. 145, Ἀνθ. Π. 7. 341: - Δωρ. ἧς, Ρίνθων ἐν Ὀξ. Ἀν. 1. 171, 11, Συλλ. Ἐπιγρ. 5774. 88: - Ἐπ. θηλ. ἴᾰ Ἰλ. Ν. 354, γεν. ἰῆς Ἰλ. Π. 173, Ω. 496· δοτ. ἰῇ Ι. 319., Λ. 174, κτλ.· δοτ. οὐδετέρου (ἰῷ κίον ἤματι) ὡσαύτως ἀπαντᾷ ἐν Ζ. 422. Παρὰ κωμ. οὐδὲ (μηδὲ) εἷς, ουδὲ (μηδὲ) ἓν τὸ πλεῖστον ἐν τέλει ἑξαποδίας ἄνευ ἐκθλίψεως, Κρατῖνος ἐν Ἀδήλ. 23, Ἀριστοφ. Βάτρ. 927, Πλ. 37. 138, κ. ἀλ. (Ὁ ἀρχικὸς τύπος ἦτο πιθανῶς ἕνς (ὡς ἐντὶ ἀντὶ εἰσί, κτλ.), πρβλ. Λατ. unus, Παλαιὸν Λατ. oinos, Γοτθ. ains, Παλαιο-Σκανδιν. cinn, Ἀγγλο-Σαξον. án. Τὸ θηλ. μία ὑποδηλοῖ ῥίζαν, πρβλ. οἶος, μόνος). 1) ὡς ἀριθμητικόν, Ὅμ., κλ.· ἐπιτεταμ., εἷς, οἷος, μία οἵη, εἷς μόνος, μία μόνη, Ὅμηρ.· μία μούνη Ὀδ. Ψ. 227· εἷς μόνος Ἡρόδ. 1. 119, Ἀριστοφ. Πλ. 1053. κτλ.· βραδύτερον, εἷς καὶ μόνος, μόνον εἷς Διον. Ἁλ. 1. 74, 3. 64· εἷς ὣν Σοφ. Ο. Τ. 247. Εὐρ., κλ.: ἀντιτίθεται τῷ πολύς, μία τὰς πολλὰς ψυχὰς ὀλέσασα Αἰσχύλ. Ἀγ. 1456, πρβλ. 1465, Χο. 299, κτλ. β) ἐμφατικῶς μετὰ ὑπερθ., εἷς οἰωνὸς ἄριστος ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης Ἰλ. Μ. 243, κτλ.· ἰδίως ἐν Ἀττ. φράσεσιν, ὡς ἡ Λατ. unus omnium maxime, εἷς ἀνὴρ πλεῖστον... πόνον παρασχὼν Αἰσχύλ. Πέρσ. 327· πλείστας ἀνὴρ εἷς... ἔγημε Σοφ. Τρ. 460· κάλλιστ’ ἀνὴρ εἷς ὁ αὐτ. Ο. Τ. 1380 ἕνα κριθέντ’ ἄριστον ὁ αὐτ. Φ. 1344· οὕτω παρὰ πεζογράφοις ἐπὶ πλεῖστον δὴ χλιδῆς εἷς ἀνὴρ ἀπίκετο Ἡρόδ. 6. 127, πρβλ. Θουκ. 8. 68· Μυτιληναίους μάλιστα δὴ μίαν πόλιν ὁ αὐτ. 3. 40· πάντων εἷς ἀνήρ τῶν μεγίστων αἴτιος κακῶν Δημ. 275. 15: - ὡσαύτως ἄνευ ὑπερθ., Ἑτεοκλέης ἂν εἷς... ὑμνοῖθ’ Αἰσχύλ. Θήβ. 6· ἢ παραλειπομένου τοῦ εἷς, πλεῖστ’ ἀνὴρ ἐπὶ ξένης ἤθλησα Σοφ. Ο. Κ. 563· θανὼν... κάλλιστ’ ἀνὴρ Εὐρ. Ἑκ. 310· ἴδε Ἐλμσλ. ἐν Εὐριπ. Ἡρακλ. 8. γ) ἐν ἀντιθέσεσι γίνεται ἐμφατικὸν διὰ τοῦ ἄρθρου, ὁ εἷς, ἡ μία Ἰλ. Υ. 272, Ὀδ. Υ. 110, Πλάτ. Κρίτων 48Α, Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 16. 9, Θεόκρ. 6. 22. δ) μετ’ ἀρνήσεως, εἷς οὐδείς, nullus unus, Ἡρόδ. 1. 32, Θουκ.· οὐκ ἐν ἄλλῳ ἑνί γε χωρίῳ ὁ αὐτ. 1. 80· οὐχ εἷς, «ὄχι ἕνας», δηλ. πλείονες, Αἰσχύλ. Θήβ. 103, Εὐρ.· εἷς οὐ..., εἷς μὴ..., ἐμφατικῶς ἀντὶ οὐδείς, μηδείς, Ἀριστοφ. Θεσμ. 549, Ξεν. Ἀν. 5. 6, 12· καὶ ἔτι ἐμφατικώτερον, οὐδὲ εἷς, μηδὲ εἷς, ἴδε τὰς λέξ. οὐδείς, μηδείς. ε) εἷς ἕκαστος, ἕκαστος καθ’ ἑαυτόν, ἕκαστος χωριστά, Λατ. unus quisque, Ἡρόδ. 1. 123, Πλάτ. Πρωτ. 332C. κτλ.· αἴσθησις μία ἑνὸς (ἐνν. γένους) Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσικ. 3. 2, 5. ζ) συχνάκις μετὰ τῆς προθ. κατά, καθ’ ἓν ἕκαστον, ἕκαστον χωριστά, ἓν πρὸς ἕν, Ἡρόδ. 1. 9, κτλ.· οὕτω, καθ’ ἕνα, καθ’ ἓν Πλάτ. Σοφ. 217A, κτλ.· καθ’ ἕνα ἕκαστον ἡμῶν ἀποστερεῖν Δημ. 560· ἐν τέλ. μίαν μίαν = κατὰ μίαν, Σοφ. Ἀποσπ. 201· - ἀλλὰ καθ’ ἓν εῑναι, νὰ εἶναί τις ἡνωμένος, Ξεν. Ἑλλ. 5. 2, 16. η) μετ’ ἄλλων προθέσεων, ἀλλά γε ἀνθ’ ἑνός, ὅταν βάλῃ, ὅταν συγκρίνῃ τις τὸ ἓν μετὰ τοῦ ἄλλου, (ὁ Stallb. ἀκολουθῶν τῷ Στοβαίῳ γράφει ἀλλ’ ἕν γε) Πλάτ. Πολ. 331B, Φίλ. 63C: - ἐπὶ μίαν ἑκάστην ῥάβδον τιθέντες θεσπίζουσι, ἐπὶ μίαν ἑκάστην χωριστά, Ἡρόδ. 4. 67· ἐπὶ ἑνὸς Πλάτ. Θεαίτ. 157A· ἓν ἐφ’ ἑνὶ ὁ αὐτ. Σοφ. 229B, Νόμ. 758B: - ἓν πρὸς ἕν, ἐπὶ συγκρίσεων, Ἡρόδ. 4. 50, Πλάτ. Νόμ. 647B· εἷς πρὸς ἕνα Δημ. 557. 27· - παρ’ ἕνα ἐναλλάξ, Λουκ. π. Ὀρχ. 12: - εἰς ἓν συνάγειν, κτλ., Λατ. in unum, ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἄγειν, συγκρούειν, Εὐρ. Ὀρ. 1640· εἰς ἓν μοίρας ὁ αὐτ. Ἀνδρ. 1172· ἐς μίαν βουλεύειν Ἰλ. Β. 379· πλῆρες, ἐς μίαν βουλὴν Θουκ. 5. 111· εἰς μίαν νοεῖν Αἰλ. π. Ζ. 5. 6· ὡσαύτως, μίαν (ἐνν. δίκην) δικάζειν Ἀριστοφ. Σφ. 595. 2) εἷς καὶ ὁ αὐτός, Λατ. unus et idem, ὑπὸ μίαν καὶ τὰν αὐτὰν ἀρχὰν Περικτυόνη Πυθαγορεία παρὰ Στοβ. 7. 3· ὁ αὐτὸς καὶ εἷς Ἀριστ. Φυσ. 3. 1, 9· οὕτως, εἷς καὶ ὅμοιος Πλάτ. Φαῖδρ. 271A: μετὰ δοτ. ποῦ δ’ ὃς ἐμοὶ μιᾶς ἐγένετ’ ἐκ ματρὸς πολυπόνῳ μοίρᾳ Εὐρ. Φοίν. 156, Πλούτ. 2. 1089A. 3) ἐν ἀντιθέσει, εἷς μέν, εἷς δὲ..., Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 6. 1, 5, Πολιτικ. 3. 15, 2, κτλ.· προσέτι, ὁ μὲν..., εἷς δὲ..., εἷς δ’ αὖ..., Ὀδ. Ε. 421 κἑξ., πρβλ. Πλάτ. Πολ. 369D· εἷς μὲν..., ἕτερος δὲ..., Ξεν. Ἑλλ. 1. 7, 23. 4) ἀορίστως, εἷς τις, κἄποιος, Λατ. unus aliquis, Σοφ. Ο. Τ. 118, Πλάτ., κλ.· σπανίως τις εἷς, ὡς: λέγει τις εἷς Σοφ. Ἀντ. 269· εἷς γάρ τις ἦν ἕκαστος οὑξειργασμένος, εἷς ἕκαστος ἐθεωρεῖτο ὑπὸ τῶν συντρόφων του ὡς ἐκτελέσας τὸ ἔργον, αὐτόθι 262· εἷς ὁστισοῦν Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 3, ἐν τέλει· εἷς ὁ πρῶτος, Γερμ. der erste der beste, Ἰσαῖος 72. 28· ἑνὶ τῷ πρώτῳ Δημ. 11. 20, πρβλ. Λουκ. Ἑρμότ. 61· - ἀκολούθως, μόνον (πρβλ. unus paterfamilias Κικ., faber unus Ὁράτ.), πρέπεις δὲ Κάδμου θυγατέρων μορφὴν μιᾷ Εὐρ. Βάκχ. 917, Ἀριστοφ. Ὄρν. 1292, πρβλ. Θουκ. 4. 50, Πλάτ. Νόμ. 855D, καὶ συχνὸν παρὰ τοῖς Ἑβδ., καὶ τῷ Πλουτάρχῳ. 5) οὐδ’ εἷς οὐδὲ δύο, οὐχὶ μόνον εἷς ἢ δύο, Δημ. 848. 11· πρβλ. τις ἀόριστ. Ι. 15: παροιμ., εἷς ἀνὴρ οὐδεὶς ἀνήρ, «ἕνας κἀνένας», Παροιμιογρ. 6) πληθ. ἕνα, μονάδες, οὕτως γὰρ λέγομεν ἓν ἢ πολλά, ὥσπερ εἴ τις εἴποι ἓν καὶ ἕνα ἢ λευκὸν καὶ λευκὰ Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσικ. 9. 6, 4., 12. 8, 5, Φυσ. 3. 7, 2. Ἴδε Κόντον ἐν Ἀθηνᾶς τ. Α΄, σ. 51, 119, 144, 146, 150 κ. ἄλλ.

French (Bailly abrégé)

μία, ἕν, gén. ἑνός, μιᾶς, ἑνός, etc.
numéral;
un, une;
A. dét. numéral :
I. cardinal un ; καθ’ ἓν εἶναι XÉN être uni ; καθ’ ἓν οὔσης τῆς ἰσχύος ἀμφοτέρας XÉN les deux armées à la fois (celle de terre et celle de mer) étant réunies sous un même commandement. -- Comme n. de nombre, εἷς se joint à un autre n. de nombre avec ou sans καὶ : μίαν καὶ εἴκοσι ναῦς THC vingt et un vaisseaux ; en outre, ἑνός, μιᾶς entrent dans la formule servant à désigner un nombre, au-dessus de 10, terminé par un 9 : νῆες μιᾶς δέουσαι τεσσαράκοντα THC trente-neuf vaisseaux ; μιᾶς δεούσαις εἴκοσι ναυσίν THC dix-neuf vaisseaux;
II. ordinal, au sens de πρῶτος : premier ; ἓν καὶ εἰκοστὸν ἔτος THC vingt et unième année ; τῷ ἑνὶ καὶ τριηκοστῷ ἔτει HDT la trente et unième année;
III. pour marquer plus fortement l’idée d’unité, construit;
1 avec les adj. signifiant « seul »
οἶος, μόνος : ἕνα οἶον IL un seul ; μίαν οἴην OD une seule ; εἷς μόνος HDT un seul ; μία μούνη OD une seule;
2 avec un Sp. : εἷς ἄριστος IL (cf. lat. fortissimus unus) excellent entre tous, litt. excellent s’il en est un, s’il en est ; ἀποφαίνω Μυτιληναίους μάλιστα δὴ μίαν πόλιν ἠδικηκότας ὑμᾶς THC je veux vous démontrer que les Mytiléniens vous ont fait la plus cruelle offense que jamais cité ait faite ; ἐξῆν Κύρῳ θησαυρούς χρυσοῦ πλείστους ἑνί γε ἀνδρὶ ἐν τῷ οἴκῳ καταθέσθαι XÉN Cyrus pouvait déposer dans son palais plus de monceaux d’or qu’aucun homme n’en posséda jamais ; πάντων εἷς ἀνὴρ τῶν μεγίστων αἴτιος κακῶν DÉM auteur de tous les maux les plus graves qu’ait jamais causés aucun homme;
3 avec l’article : δύο δὲ… τὴν δὲ μίαν IL deux… et une;
4 avec une négation : εἷς οὐδείς HDT pas un seul ; εἷς μή XÉN m. sign. ; οὐκ ἐν ἄλλῳ ἑνί γε χωρίῳ HDT en aucun autre pays;
5 avec ἕκαστος, pour marquer la séparation, l’isolement : εἷς ἕκαστος, chacun séparément (cf. fr. un chacun, lat. unusquisque) ; καθ’ ἓν ἕκαστον HDT chaque chose une à une, séparément : ἐπὶ μίαν ἑκάστην ῥάβδον τιθέντες θεσπίζουσι HDT ils placent les baguettes l’une après l’autre séparément, puis rendent des oracles ; en ce sens, εἷς abs. l’un après l’autre, chacun séparément;
6 avec diverses prépositions : ἓν ἀνθ’ ἑνός PLAT une chose au lieu d’une autre, càd avant une autre, par-dessus tout ; ἐς μίαν βουλήν THC à l’unanimité ; ἐς μίαν βουλεύειν IL voter en un sens unanime ; παρ’ ἕνα LUC l’un alternant avec l’autre, alternativement, chacun à son tour;
B. par opp. à « autre » : εἷς μὲν … εἷς δε …, εἷς μὲν… ἕτερος δέ XÉN l’un … l’autre ; ὁ μὲν … εἷς δὲ … εἷς δ’ αὖ OD l’un …, un autre…, un autre encore;
C. un, au sens indéfini;
1 • avec un pron. indéfini ou un adj. : εἷς τις, rar. τις εἷς (cf. lat. unus aliquis) quelqu’un ; εἷςπρῶτος DÉM le premier venu;
2 • avec un gén. : Εὐρύμαχος εἷς αὐτῶν ἦν THC Eurymachos était l’un d’eux ; ἐστρατοπεδεύσαντο ἐν μιᾷ τῶν νήσων THC ils établirent leur camp dans une des îles.
Étymologie: pour *ἕνς, cf. lat. unus.

English (Autenrieth)

μία, ἕν: one; τούς μοι μία γείνατο μήτηρ, ‘one and the same.’ mother as my own, Il. 19.293; adv. phrase, ἐς μίαν βουλεύειν, be ‘at oneagain in counsel, Il. 2.379.