περιαγωγή: Difference between revisions

From LSJ

θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ' ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. → Death is nothing to us, since when we are, death has not come, and when death has come, we are not.

Epicurus, Letter to Menoeceus
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
mNo edit summary
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=periagogi
|Transliteration C=periagogi
|Beta Code=periagwgh/
|Beta Code=periagwgh/
|Definition=Dor. -γά, ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[turning round]], ὄνου <span class="bibl">Hp.<span class="title">Fract.</span>31</span>; περιαγωγαὶ τῆς ἐπιδέσιος <span class="bibl">Id.<span class="title">Art.</span> 62</span>; χειρῶν Gal.6.92, cf. <span class="bibl">Pl.<span class="title">R.</span>518d</span>; [[whirling]] of a sling, <span class="bibl">Plb.27.11.6</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">b</span> metaph., [[distraction]], Plu.2.588d. </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> [[carrying round]], τον ὕδατος εἰς τὸ βαλανεῖον <span class="title">IG</span>42(1).109iii44 (Epid., iii B.C.); τῶν ἐπιτηδείων <span class="bibl">Plu.<span class="title">Nic.</span>7</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[rotalion]], [[revolution]], <b class="b3">στρέφεσθαι διττὰς καὶ ἐναντίας π</b>. <span class="bibl">Pl.<span class="title">Plt.</span>270a</span>; τοῦ οὐρανοῦ <span class="bibl">Arist.<span class="title">Mu.</span>399a2</span>; of the moon, Plu.2.923c; π. περὶ τὸν ἄξονα <span class="bibl">Hierocl. <span class="title">in CA</span>24p.474M.</span>; τῆς ὀρχηστικῆς περιαγωγαί <span class="bibl">Luc.<span class="title">Salt.</span>71</span>; <b class="b3">ἡ τῆς ψυχῆς π</b>. <span class="bibl">Plot.2.1.3</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> in Tactics, [[wheeling]], <span class="bibl">J.<span class="title">BJ</span>3.5.7</span>, <span class="bibl">Ael.<span class="title">Tact.</span>18.4</span> (both pl.). </span><span class="sense"><span class="bld">3</span> [[circuit]], <b class="b3">καμπὴ καὶ π</b>. Plu.2.819a, cf. 407c. </span><span class="sense"><span class="bld">4</span> [[circumference]], [[ὀστέων]], [[λοβῶν]], <span class="bibl">Aret.<span class="title">SD</span>1.8</span>, <span class="bibl">13</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">5</span> [[enclosure]], <b class="b3">π. φυτώδης</b>, of a grass-[[plot]], Erot. [[sub verbo|s.v.]] [[ἐκχλοιούμενα]]. </span><span class="sense"><span class="bld">6</span> Rhet., [[rounding]] of a period, <span class="bibl">Demetr.<span class="title">Eloc.</span>19</span>; ἐκ περιαγωγῆς συντεθεῖσθαι Anon.<span class="title">Fig.</span>p.114S.</span>
|Definition=Dor. [[περιαγωγά]], ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[turning round]], ὄνου Hp.''Fract.''31; περιαγωγαὶ τῆς ἐπιδέσιος Id.''Art.'' 62; χειρῶν Gal.6.92, cf. Pl.''R.''518d; [[whirling]] of a sling, Plb.27.11.6.<br><span class="bld">b</span> metaph., [[distraction]], Plu.2.588d.<br><span class="bld">2</span> [[carrying round]], τον ὕδατος εἰς τὸ βαλανεῖον ''IG''42(1).109iii44 (Epid., iii B.C.); τῶν ἐπιτηδείων Plu.''Nic.''7.<br><span class="bld">II</span> [[rotalion]], [[revolution]], <b class="b3">στρέφεσθαι διττὰς καὶ ἐναντίας π.</b> Pl.''Plt.''270a; τοῦ οὐρανοῦ Arist.''Mu.''399a2; of the moon, Plu.2.923c; π. περὶ τὸν ἄξονα Hierocl. ''in CA''24p.474M.; τῆς ὀρχηστικῆς περιαγωγαί Luc.''Salt.''71; <b class="b3">ἡ τῆς ψυχῆς π.</b> Plot.2.1.3.<br><span class="bld">2</span> in Tactics, [[wheeling]], J.''BJ''3.5.7, Ael.''Tact.''18.4 (both pl.).<br><span class="bld">3</span> [[circuit]], <b class="b3">καμπὴ καὶ π.</b> Plu.2.819a, cf. 407c.<br><span class="bld">4</span> [[circumference]], [[ὀστέων]], [[λοβῶν]], Aret.''SD''1.8, 13.<br><span class="bld">5</span> [[enclosure]], <b class="b3">π. φυτώδης</b>, of a grass-[[plot]], Erot. [[sub verbo|s.v.]] [[ἐκχλοιούμενα]].<br><span class="bld">6</span> Rhet., [[rounding]] of a period, Demetr.''Eloc.''19; ἐκ περιαγωγῆς συντεθεῖσθαι Anon.''Fig.''p.114S.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=ῆς (ἡ) :<br /><b>1</b> action de conduire autour, de faire tourner ; <i>particul.</i> action de faire tournoyer (une fronde) ; <i>fig.</i> action de disperser çà et là, de distraire;<br /><b>2</b> action de tourner autour, détour, mouvement circulaire, rotation, révolution (de l'univers, des astres, <i>etc.</i>) ; les mouvements circulaires d'une danse.<br />'''Étymologie:''' [[περιάγω]].
|btext=ῆς (ἡ) :<br /><b>1</b> [[action de conduire autour]], [[de faire tourner]] ; <i>particul.</i> action de faire tournoyer (une fronde) ; <i>fig.</i> action de disperser çà et là, de distraire;<br /><b>2</b> action de tourner autour, détour, mouvement circulaire, rotation, révolution (de l'univers, des astres, <i>etc.</i>) ; les mouvements circulaires d'une danse.<br />'''Étymologie:''' [[περιάγω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''περιᾰγωγή''': ἡ, τὸ περιάγειν, ἡ περιστροφὴ, ὄνου Ἱππ. γμ. 733· ἐπιδέσιος ὁ αὐτ. π. Ἄρθρ. 827· τοῦ οὐρανοῦ Ἀριστ. π. Κόσμ. 6. 17· ἡ περιδίνης σφενδόνης, Πολύβ. 27. 9, 6· - μεταφορ., [[περισπασμός]], [[περιπλάνησις]] ἔκ τινος αἰτίας, Πλούτ. 2. 588D. 2) τὸ κομίζειν [[πέριξ]], τὴν περιαγωγὴν τῶν ἐπιτηδείων ὁ αὐτ. ἐν Νικ. 7. ΙΙ. τὸ περιστρέφεσθαι, περιστρφή, στρέφεσθαι διττὰς καὶ ἐναντίας π. Πλάτ. Πολιτ. 269Ε, πρβλ. Πολ. 518D· τῆς ὀρχηστικῆς περιαγωγαὶ Λουκ. π. Ὀρχ. 71· π. τῆς σελήνης, τῶν ἀστέρων Πλούτ. 2. 923C, κτλ. 2) τὸ περιάγειν τι, μὴ ποιεῖν αὐτὸ ἀπ’ εὐθείας, ἀλλὰ διὰ πλαγίου τρόπου, πολλὰ γὰρ ἀπ’ εὐθείας οὐκ ἔστιν ἐξῶσαι τῶν ἀλυσιτελῶν, ἀλλὰ δεῖ τινος ἁμωσγέπως καμπῆς καὶ περιαγωγῆς Πλούτ. 2. 818F, πρβλ. 407C. 3) [[ἐφέλκυσις]] [[μετάβασις]], ἡ πρὸς τὰ νοητὰ [[οἰκείωσις]] κατὰ φύσιν περιαγωγὴ τῷ γνωστικῷ ἀπὸ τῶν αἰσθητῶν γίνεται Κλήμ. Ἀλ. 631. 4) [[περιφέρεια]], Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 8. 5) ἐστρογγυλωμένη [[περίοδος]], Δημ. Φαληρ. Περὶ Ἑρμην. ἐν Ρήτ. (Walz) τ. 9, σ. 26 καὶ 104 ἐν τῇ ἀρχῇ τῆς σελίδος.
|elnltext=περιαγωγή -ῆς, ἡ [περιάγω] transport:. τὴν περιαγωγὴν τῶν ἐπιτηδείων het transport van de levensmiddelen Plut. Nic. 7.1. terugleiding:. ψυχῆς περιαγωγὴ ἐκ νυκτερινῆς τινος ἡμέρας εἰς ἀληθινήν het terugleiden van de ziel uit een soort nachtelijke dag naar het ware daglicht Plat. Resp. 521c. draaiing, draai:; ὑπὸ θεοῦ στρέφεσθαι διττὰς καὶ ἐναντίας περιαγωγάς door de godheid rondgewenteld worden in twee tegengestelde draaiingen Plat. Plt. 270a; τῆς ὀρχηστικῆς... περιαγωγάς de draaibewegingen bij het dansen Luc. 45.71; geneesk.: τὰς περιαγωγὰς ποιεῖσθαι τῆς ἐπιδέσιος de wikkelingen van het verband aanbrengen Hp. Art. 62; ὄνου... περιαγωγή het draaien aan een lier (om een breuk te zetten) Hp. Fract. 31.
}}
{{elru
|elrutext='''περιᾰγωγή:''' ἡ<br /><b class="num">1</b> (круго)вращение (τοῦ οὐρανοῦ Arst.; τῶν ἀστέρων Plut.); круговое движение, круг (τῆς ὀρχηστικῆς περιαγωγαί Luc.);<br /><b class="num">2</b> [[поворотливость]], [[маневренность]] (τριήρεις πρὸς [[τάχος]] καὶ περιαγωγὴν [[ἄριστα]] κατεσκευασμέναι Plut.);<br /><b class="num">3</b> [[уловка]], [[изворотливость]] (καμπὴ καὶ π. Plut.);<br /><b class="num">4</b> [[поглощенность]], [[занятость]] (π. τῶν χρειῶν Plut.).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ, και [[περιωγή]] και δωρ. τ. περιαγωγά, Α [[περιάγω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> το να περιφέρεται [[κανείς]] εδώ κι [[εκεί]]<br /><b>2.</b> [[κατάντημα]], [[κατάντια]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[περιστροφή]], [[στροφή]] σε κύκλο («περιαγωγαὶ τῆς ἐπιδέσιος», Ιπποκρ.)<br /><b>2.</b> η [[μεταφορά]] [[ολόγυρα]] («περιαγωγὴ τοῦ ὕδατος εἰς τὸ βαλανεῖον» <b>επιγρ.</b>)<br /><b>3.</b> [[περιφορά]] («περιαγωγὴ τῆς σελήνης», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>4.</b> (για [[σφεντόνα]]) [[περιδίνηση]]<br /><b>5.</b> [[ελιγμός]] («αὐτῶν συναφεῑς μὲν αἱ τάξεις, εὔστροφοι δὲ εἰσιν αἱ περιαγωγαι», <b>Ιώσ.</b>)<br /><b>6.</b> [[εφέλκυση]] ή [[μετάβαση]] («ἡ πρὸς τὰ νοητὰ [[οἰκείωσις]] κατὰ φύσιν περιαγωγὴ τῷ γνωστικῷ ἀπὸ τῶν αἰσθητῶν γίνεται», Κλήμ.)<br /><b>7.</b> [[περιφέρεια]] («τὴν περιαγωγὴν τῶν λοβῶν», Αρετ.)<br /><b>8.</b> [[τόπος]] [[περίφρακτος]]<br /><b>9.</b> <b>(ρητ.)</b> το να καθιστά [[κάποιος]] μια περίοδο κομψή και γλαφυρή<br /><b>10.</b> η [[επιδίωξη]] του ποθούμενου με [[πλάγια]] [[μέσα]]<br /><b>11.</b> <b>μτφ.</b> [[παραπλάνηση]], [[εκτροπή]] από τον σωστό δρόμο.
|mltxt=η, ΝΜΑ, και [[περιωγή]] και δωρ. τ. περιαγωγά, Α [[περιάγω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> το να περιφέρεται [[κανείς]] εδώ κι [[εκεί]]<br /><b>2.</b> [[κατάντημα]], [[κατάντια]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[περιστροφή]], [[στροφή]] σε κύκλο («περιαγωγαὶ τῆς ἐπιδέσιος», Ιπποκρ.)<br /><b>2.</b> η [[μεταφορά]] [[ολόγυρα]] («περιαγωγὴ τοῦ ὕδατος εἰς τὸ βαλανεῖον» <b>επιγρ.</b>)<br /><b>3.</b> [[περιφορά]] («περιαγωγὴ τῆς σελήνης», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>4.</b> (για [[σφεντόνα]]) [[περιδίνηση]]<br /><b>5.</b> [[ελιγμός]] («αὐτῶν συναφεῖς μὲν αἱ τάξεις, εὔστροφοι δὲ εἰσιν αἱ περιαγωγαι», <b>Ιώσ.</b>)<br /><b>6.</b> [[εφέλκυση]] ή [[μετάβαση]] («ἡ πρὸς τὰ νοητὰ [[οἰκείωσις]] κατὰ φύσιν περιαγωγὴ τῷ γνωστικῷ ἀπὸ τῶν αἰσθητῶν γίνεται», Κλήμ.)<br /><b>7.</b> [[περιφέρεια]] («τὴν περιαγωγὴν τῶν λοβῶν», Αρετ.)<br /><b>8.</b> [[τόπος]] [[περίφρακτος]]<br /><b>9.</b> <b>(ρητ.)</b> το να καθιστά [[κάποιος]] μια περίοδο κομψή και γλαφυρή<br /><b>10.</b> η [[επιδίωξη]] του ποθούμενου με [[πλάγια]] [[μέσα]]<br /><b>11.</b> <b>μτφ.</b> [[παραπλάνηση]], [[εκτροπή]] από τον σωστό δρόμο.
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''περιᾰγωγή:''' ἡ, [[περιφορά]], [[περιστροφή]], σε Πλάτ.
|lsmtext='''περιᾰγωγή:''' ἡ, [[περιφορά]], [[περιστροφή]], σε Πλάτ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''περιᾰγωγή:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> (круго)вращение (τοῦ οὐρανοῦ Arst.; τῶν ἀστέρων Plut.); круговое движение, круг (τῆς ὀρχηστικῆς περιαγωγαί Luc.);<br /><b class="num">2)</b> [[поворотливость]], [[маневренность]] (τριήρεις πρὸς [[τάχος]] καὶ περιαγωγὴν [[ἄριστα]] κατεσκευασμέναι Plut.);<br /><b class="num">3)</b> [[уловка]], [[изворотливость]] (καμπὴ καὶ π. Plut.);<br /><b class="num">4)</b> [[поглощенность]], [[занятость]] (π. τῶν χρειῶν Plut.).
|lstext='''περιᾰγωγή''': ἡ, τὸ περιάγειν, περιστροφὴ, ὄνου Ἱππ. γμ. 733· ἐπιδέσιος ὁ αὐτ. π. Ἄρθρ. 827· τοῦ οὐρανοῦ Ἀριστ. π. Κόσμ. 6. 17· ἡ περιδίνης σφενδόνης, Πολύβ. 27. 9, 6· - μεταφορ., [[περισπασμός]], [[περιπλάνησις]] ἔκ τινος αἰτίας, Πλούτ. 2. 588D. 2) τὸ κομίζειν [[πέριξ]], τὴν περιαγωγὴν τῶν ἐπιτηδείων ὁ αὐτ. ἐν Νικ. 7. ΙΙ. τὸ περιστρέφεσθαι, περιστρφή, στρέφεσθαι διττὰς καὶ ἐναντίας π. Πλάτ. Πολιτ. 269Ε, πρβλ. Πολ. 518D· τῆς ὀρχηστικῆς περιαγωγαὶ Λουκ. π. Ὀρχ. 71· π. τῆς σελήνης, τῶν ἀστέρων Πλούτ. 2. 923C, κτλ. 2) τὸ περιάγειν τι, μὴ ποιεῖν αὐτὸ ἀπ’ εὐθείας, ἀλλὰ διὰ πλαγίου τρόπου, πολλὰ γὰρ ἀπ’ εὐθείας οὐκ ἔστιν ἐξῶσαι τῶν ἀλυσιτελῶν, ἀλλὰ δεῖ τινος ἁμωσγέπως καμπῆς καὶ περιαγωγῆς Πλούτ. 2. 818F, πρβλ. 407C. 3) [[ἐφέλκυσις]] [[μετάβασις]], ἡ πρὸς τὰ νοητὰ [[οἰκείωσις]] κατὰ φύσιν περιαγωγὴ τῷ γνωστικῷ ἀπὸ τῶν αἰσθητῶν γίνεται Κλήμ. Ἀλ. 631. 4) [[περιφέρεια]], Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 8. 5) ἐστρογγυλωμένη [[περίοδος]], Δημ. Φαληρ. Περὶ Ἑρμην. ἐν Ρήτ. (Walz) τ. 9, σ. 26 καὶ 104 ἐν τῇ ἀρχῇ τῆς σελίδος.
}}
{{elnl
|elnltext=περιαγωγή -ῆς, ἡ [περιάγω] transport:. τὴν περιαγωγὴν τῶν ἐπιτηδείων het transport van de levensmiddelen Plut. Nic. 7.1. terugleiding:. ψυχῆς περιαγωγὴ ἐκ νυκτερινῆς τινος ἡμέρας εἰς ἀληθινήν het terugleiden van de ziel uit een soort nachtelijke dag naar het ware daglicht Plat. Resp. 521c. draaiing, draai:; ὑπὸ θεοῦ στρέφεσθαι διττὰς καὶ ἐναντίας περιαγωγάς door de godheid rondgewenteld worden in twee tegengestelde draaiingen Plat. Plt. 270a; τῆς ὀρχηστικῆς... περιαγωγάς de draaibewegingen bij het dansen Luc. 45.71; geneesk.: τὰς περιαγωγὰς ποιεῖσθαι τῆς ἐπιδέσιος de wikkelingen van het verband aanbrengen Hp. Art. 62; ὄνου... περιαγωγή het draaien aan een lier (om een breuk te zetten) Hp. Fract. 31.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
Line 36: Line 36:
{{WoodhouseReversedUncategorized
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[revolution]], [[revolving motion]]
|woodrun=[[revolution]], [[revolving motion]]
}}
{{trml
|trtx====[[revolution]]===
Arabic Moroccan Arabic: دورة‎; Armenian: պտույտ; Asturian: revolución; Bulgarian: въртене; Catalan: revolució; Chinese Mandarin: 旋轉/旋转; Dutch: [[omwenteling]]; Finnish: kierros, pyörähdys; French: [[tour]], [[révolution]]; Galician: revolución; German: [[Umdrehung]]; Greek: [[περιστροφή]]; Ancient Greek: [[περιστροφή]]; Hindi: परिक्रमण, भ्रमण, परिभ्रमण; Hungarian: fordulat, forgás; Indonesian: revolusi; Japanese: 回転; Kurdish Central Kurdish: خول‎; Latin: [[revolutio]]; Luxembourgish: Ëmdréiung; Malay: pusingan; Manx: cassey, çhyndaa; Maori: hurihanga, whananga; Norwegian Bokmål: rotasjon, omdreining; Nynorsk: omdreiing; Persian: گشتن‎, بازگشتن‎; Polish: obrót; Portuguese: [[revolução]], [[rotação]], [[giro]]; Russian: [[вращение]], [[оборот]]; Spanish: [[revolución]]; Swahili: geuza; Swedish: rotation; Turkish: döngü; Walloon: toû; Welsh: amdro, amdroeon
===[[rotation]]===
Afrikaans: rotasie; Amharic: ሽክርክር; Arabic: دَوْرَة; Armenian: պտույտ; Belarusian: вярчэнне; Bulgarian: въртене; Chinese Mandarin: [[迴轉]], [[回转]], [[旋轉]], [[旋转]], [[自轉]], [[自转]]; Dutch: [[rotatie]]; Finnish: pyöriminen; French: [[rotation]]; Galician: rotación; German: [[Rotation]]; Greek: [[περιστροφή]]; Ancient Greek: [[δίνευμα]], [[δίνη]], [[δίνημα]], [[δίνησις]], [[δῖνος]], [[εἴλησις]], [[ἐπιστροφή]], [[περιαγωγή]], [[περιδίνησις]], [[περιστροφή]], [[περιτροπή]], [[περιφορά]], [[περιχώρησις]], [[στροφή]], [[φορά]]; Hindi: घूर्णन; Indonesian: putaran, rotasi; Italian: [[rotazione]]; Japanese: 回転, 自転; Kazakh: айналу; Korean: 순환(循環); Latin: [[rotatio]]; Malay: putaran; Malayalam: തിരിയല്, ഭ്രമണം; Maori: tāwhirowhironga; Old English: ymbhwyrft, wendung; Ottoman Turkish: چرخ; Persian: چَرْخِش; Polish: obracanie; Portuguese: [[rotação]]; Russian: [[вращение]]; Spanish: [[rotación]]; Swedish: rotation; Tagalog: inog; Telugu: భ్రమణం; Thai: การหมุน; Turkish: devir, deveran, dönüş, rotasyon; Ukrainian: обертання, верті́ння
}}
}}

Latest revision as of 07:00, 20 October 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιᾰγωγή Medium diacritics: περιαγωγή Low diacritics: περιαγωγή Capitals: ΠΕΡΙΑΓΩΓΗ
Transliteration A: periagōgḗ Transliteration B: periagōgē Transliteration C: periagogi Beta Code: periagwgh/

English (LSJ)

Dor. περιαγωγά, ἡ,
A turning round, ὄνου Hp.Fract.31; περιαγωγαὶ τῆς ἐπιδέσιος Id.Art. 62; χειρῶν Gal.6.92, cf. Pl.R.518d; whirling of a sling, Plb.27.11.6.
b metaph., distraction, Plu.2.588d.
2 carrying round, τον ὕδατος εἰς τὸ βαλανεῖον IG42(1).109iii44 (Epid., iii B.C.); τῶν ἐπιτηδείων Plu.Nic.7.
II rotalion, revolution, στρέφεσθαι διττὰς καὶ ἐναντίας π. Pl.Plt.270a; τοῦ οὐρανοῦ Arist.Mu.399a2; of the moon, Plu.2.923c; π. περὶ τὸν ἄξονα Hierocl. in CA24p.474M.; τῆς ὀρχηστικῆς περιαγωγαί Luc.Salt.71; ἡ τῆς ψυχῆς π. Plot.2.1.3.
2 in Tactics, wheeling, J.BJ3.5.7, Ael.Tact.18.4 (both pl.).
3 circuit, καμπὴ καὶ π. Plu.2.819a, cf. 407c.
4 circumference, ὀστέων, λοβῶν, Aret.SD1.8, 13.
5 enclosure, π. φυτώδης, of a grass-plot, Erot. s.v. ἐκχλοιούμενα.
6 Rhet., rounding of a period, Demetr.Eloc.19; ἐκ περιαγωγῆς συντεθεῖσθαι Anon.Fig.p.114S.

German (Pape)

[Seite 568] ἡ, das Herumführen, das Umwenden; στρέφεσθαι διττὰς καὶ ἐναντίας περιαγωγάς, Plat. Polit. 269 e; der Schleuder, Pol. 27, 9, 6; Sp., bes. Plut., auch = Umschweif, List, vgl. reip. ger. praec. 25, πολλὰ γὰρ ἀπ' εὐθείας οὐκ ἔστιν ἐξῶσαι τῶν ἀλυσιτελῶν, ἀλλὰ δεῖ τινος καμπῆς καὶ περιαγωγῆς.

French (Bailly abrégé)

ῆς (ἡ) :
1 action de conduire autour, de faire tourner ; particul. action de faire tournoyer (une fronde) ; fig. action de disperser çà et là, de distraire;
2 action de tourner autour, détour, mouvement circulaire, rotation, révolution (de l'univers, des astres, etc.) ; les mouvements circulaires d'une danse.
Étymologie: περιάγω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

περιαγωγή -ῆς, ἡ [περιάγω] transport:. τὴν περιαγωγὴν τῶν ἐπιτηδείων het transport van de levensmiddelen Plut. Nic. 7.1. terugleiding:. ψυχῆς περιαγωγὴ ἐκ νυκτερινῆς τινος ἡμέρας εἰς ἀληθινήν het terugleiden van de ziel uit een soort nachtelijke dag naar het ware daglicht Plat. Resp. 521c. draaiing, draai:; ὑπὸ θεοῦ στρέφεσθαι διττὰς καὶ ἐναντίας περιαγωγάς door de godheid rondgewenteld worden in twee tegengestelde draaiingen Plat. Plt. 270a; τῆς ὀρχηστικῆς... περιαγωγάς de draaibewegingen bij het dansen Luc. 45.71; geneesk.: τὰς περιαγωγὰς ποιεῖσθαι τῆς ἐπιδέσιος de wikkelingen van het verband aanbrengen Hp. Art. 62; ὄνου... περιαγωγή het draaien aan een lier (om een breuk te zetten) Hp. Fract. 31.

Russian (Dvoretsky)

περιᾰγωγή:
1 (круго)вращение (τοῦ οὐρανοῦ Arst.; τῶν ἀστέρων Plut.); круговое движение, круг (τῆς ὀρχηστικῆς περιαγωγαί Luc.);
2 поворотливость, маневренность (τριήρεις πρὸς τάχος καὶ περιαγωγὴν ἄριστα κατεσκευασμέναι Plut.);
3 уловка, изворотливость (καμπὴ καὶ π. Plut.);
4 поглощенность, занятость (π. τῶν χρειῶν Plut.).

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ, και περιωγή και δωρ. τ. περιαγωγά, Α περιάγω
νεοελλ.
1. το να περιφέρεται κανείς εδώ κι εκεί
2. κατάντημα, κατάντια
αρχ.
1. περιστροφή, στροφή σε κύκλο («περιαγωγαὶ τῆς ἐπιδέσιος», Ιπποκρ.)
2. η μεταφορά ολόγυρα («περιαγωγὴ τοῦ ὕδατος εἰς τὸ βαλανεῖον» επιγρ.)
3. περιφορά («περιαγωγὴ τῆς σελήνης», Πλούτ.)
4. (για σφεντόνα) περιδίνηση
5. ελιγμός («αὐτῶν συναφεῖς μὲν αἱ τάξεις, εὔστροφοι δὲ εἰσιν αἱ περιαγωγαι», Ιώσ.)
6. εφέλκυση ή μετάβαση («ἡ πρὸς τὰ νοητὰ οἰκείωσις κατὰ φύσιν περιαγωγὴ τῷ γνωστικῷ ἀπὸ τῶν αἰσθητῶν γίνεται», Κλήμ.)
7. περιφέρεια («τὴν περιαγωγὴν τῶν λοβῶν», Αρετ.)
8. τόπος περίφρακτος
9. (ρητ.) το να καθιστά κάποιος μια περίοδο κομψή και γλαφυρή
10. η επιδίωξη του ποθούμενου με πλάγια μέσα
11. μτφ. παραπλάνηση, εκτροπή από τον σωστό δρόμο.

Greek Monotonic

περιᾰγωγή: ἡ, περιφορά, περιστροφή, σε Πλάτ.

Greek (Liddell-Scott)

περιᾰγωγή: ἡ, τὸ περιάγειν, ἡ περιστροφὴ, ὄνου Ἱππ. γμ. 733· ἐπιδέσιος ὁ αὐτ. π. Ἄρθρ. 827· τοῦ οὐρανοῦ Ἀριστ. π. Κόσμ. 6. 17· ἡ περιδίνης σφενδόνης, Πολύβ. 27. 9, 6· - μεταφορ., περισπασμός, περιπλάνησις ἔκ τινος αἰτίας, Πλούτ. 2. 588D. 2) τὸ κομίζειν πέριξ, τὴν περιαγωγὴν τῶν ἐπιτηδείων ὁ αὐτ. ἐν Νικ. 7. ΙΙ. τὸ περιστρέφεσθαι, περιστρφή, στρέφεσθαι διττὰς καὶ ἐναντίας π. Πλάτ. Πολιτ. 269Ε, πρβλ. Πολ. 518D· τῆς ὀρχηστικῆς περιαγωγαὶ Λουκ. π. Ὀρχ. 71· π. τῆς σελήνης, τῶν ἀστέρων Πλούτ. 2. 923C, κτλ. 2) τὸ περιάγειν τι, μὴ ποιεῖν αὐτὸ ἀπ’ εὐθείας, ἀλλὰ διὰ πλαγίου τρόπου, πολλὰ γὰρ ἀπ’ εὐθείας οὐκ ἔστιν ἐξῶσαι τῶν ἀλυσιτελῶν, ἀλλὰ δεῖ τινος ἁμωσγέπως καμπῆς καὶ περιαγωγῆς Πλούτ. 2. 818F, πρβλ. 407C. 3) ἐφέλκυσιςμετάβασις, ἡ πρὸς τὰ νοητὰ οἰκείωσις κατὰ φύσιν περιαγωγὴ τῷ γνωστικῷ ἀπὸ τῶν αἰσθητῶν γίνεται Κλήμ. Ἀλ. 631. 4) περιφέρεια, Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 8. 5) ἐστρογγυλωμένη περίοδος, Δημ. Φαληρ. Περὶ Ἑρμην. ἐν Ρήτ. (Walz) τ. 9, σ. 26 καὶ 104 ἐν τῇ ἀρχῇ τῆς σελίδος.

Middle Liddell

περιᾰγωγή, ἡ, [from περιάγω
a going round, a revolution, Plat.

English (Woodhouse)

revolution, revolving motion

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)

Translations

revolution

Arabic Moroccan Arabic: دورة‎; Armenian: պտույտ; Asturian: revolución; Bulgarian: въртене; Catalan: revolució; Chinese Mandarin: 旋轉/旋转; Dutch: omwenteling; Finnish: kierros, pyörähdys; French: tour, révolution; Galician: revolución; German: Umdrehung; Greek: περιστροφή; Ancient Greek: περιστροφή; Hindi: परिक्रमण, भ्रमण, परिभ्रमण; Hungarian: fordulat, forgás; Indonesian: revolusi; Japanese: 回転; Kurdish Central Kurdish: خول‎; Latin: revolutio; Luxembourgish: Ëmdréiung; Malay: pusingan; Manx: cassey, çhyndaa; Maori: hurihanga, whananga; Norwegian Bokmål: rotasjon, omdreining; Nynorsk: omdreiing; Persian: گشتن‎, بازگشتن‎; Polish: obrót; Portuguese: revolução, rotação, giro; Russian: вращение, оборот; Spanish: revolución; Swahili: geuza; Swedish: rotation; Turkish: döngü; Walloon: toû; Welsh: amdro, amdroeon

rotation

Afrikaans: rotasie; Amharic: ሽክርክር; Arabic: دَوْرَة; Armenian: պտույտ; Belarusian: вярчэнне; Bulgarian: въртене; Chinese Mandarin: 迴轉, 回转, 旋轉, 旋转, 自轉, 自转; Dutch: rotatie; Finnish: pyöriminen; French: rotation; Galician: rotación; German: Rotation; Greek: περιστροφή; Ancient Greek: δίνευμα, δίνη, δίνημα, δίνησις, δῖνος, εἴλησις, ἐπιστροφή, περιαγωγή, περιδίνησις, περιστροφή, περιτροπή, περιφορά, περιχώρησις, στροφή, φορά; Hindi: घूर्णन; Indonesian: putaran, rotasi; Italian: rotazione; Japanese: 回転, 自転; Kazakh: айналу; Korean: 순환(循環); Latin: rotatio; Malay: putaran; Malayalam: തിരിയല്, ഭ്രമണം; Maori: tāwhirowhironga; Old English: ymbhwyrft, wendung; Ottoman Turkish: چرخ; Persian: چَرْخِش; Polish: obracanie; Portuguese: rotação; Russian: вращение; Spanish: rotación; Swedish: rotation; Tagalog: inog; Telugu: భ్రమణం; Thai: การหมุน; Turkish: devir, deveran, dönüş, rotasyon; Ukrainian: обертання, верті́ння