ἑξῆς
English (LSJ)
Ep. ἑξείης, Adv., Dor. ἑξαν (accent unknown), IG12(1).155.108 (Rhodes, ii B.C.), SIG1023.80 (Cos, iii/ii B.C.), al.:—
A one after another, in order, in a row, ἑξῆς εὐνάζοντο Od.4.449; ἑξῆς δ' ἑζόμενοι ib.580 (elsewh. Hom. uses the form ἑξείης, Il.6.241, Od.4.408); πάντας ἑ. . . κτείνοντες Th.7.29, cf. E.Fr.657.2; τὰ ἑ. v.l. in Arist. Cael.310b12. b Math., ἑ. ἀνάλογον in continued proportion, Euc. 8.1, al.; οἳ ἑ. ἀριθμοί successive numbers, Archim.Spir.Praef.; γραμμαὶ ἑ. κείμεναι placed in order, ib.11; τούτου ἑ. γινομένου if this be done continually, Id.Sph.Cyl.1.11. 2 ἑ. διεξελθεῖν, λέγειν, in a regular, consequential manner, Pl.Plt.257b, 286c; τοῦ ἑ. ἕνεκα περαίνεσθαι τὸν λόγον Id.Grg.454c; ὁ ἑ. λόγος the following argument, Id.Ti.20b; ἐν ἅπασι τούτοις ἑ. Longin.9.14, cf. 4.4. 3 Gramm., τὸ ἑ. grammatical sequence, opp. ὑπερβατόν, A.D.Pron.41.3,al.; καὶ τὰ ἑ., Lat. et cetera, PTeb. 319.34 (iii A. D.), etc. 4 of Time, thereafter, next, A.Fr.475, Ar.Ec.638; τὸν ἑ. χρόνον Pl.Plt.271b; ἡ ἑ. ἡμέρα Ev.Luc. 9.37; ἐν τῷ (v.l. τῇ) ἑ. next day, ib.7.11; εἰς τὸ ἑ. for the future, POxy.474.28 (ii A.D.), etc. b of Place, next, E.IA249, Arist. Mu.392a26. II c.gen., next to, τινός Ar.Ra.765; τὰ τούτων ἑ. Pl.R.390a; τούτων ἑ. next after .., D.18.102; of logical connexion, Pl.Phlb.42c: c. dat., next to, Λάχητι . . τὴν ἑ. θύραν Ephipp.16; τούτοις ἑ. next in order to, Pl.Cra.399d, al.; τὸ ἑ. τῇ γεωμετριᾳ what comes next to .., Id.R.528a; τὸ ἑ. ἔργον τοῖς Μαραθῶνι next after, Id.Mx.241a; ἑ. Ἀριστογείτονι beside A., Ar.Lys.633; παρὰ τὸ ἑ. τῷ νοερῷ ζῴῳ that which befits .., M.Ant.4.5; ἐπεχορήγησα αὐτῇ τὰ ἑ. made suitable provision for her, POxy.282.7 (i A.D.).
German (Pape)
[Seite 881] (ἔχω), = ἑξείης, der Reihe nach, in einer Reihe hinter oder neben einander, Od. 4, 449; nach Hom. auch von der Zeit, darauf, Aesch. frg. 271; διδοὺς πρόσρησιν ἑξῆς πᾶσιν Eur. I. A. 341; vgl. δειλοὶ ἑξῆς πάντες εἰσίν Philem. Stob. fl. 2, 27; διεξελθεῖν, λέγειν, Plat. Polit. 257 b 286 c; εἶναι, γίγνεσθαι, folgen, Legg. oft; ὁ ἑξῆς λόγος Tim. 20 b; τινί, ὅτι τούτοις ἑξῆς ἐστι, was sich zunächst daran reiht, Crat. 420 d (vgl. Ar. Lys. 633); τὸ ἑξῆς ἔργον τοῖς Μαραθῶνι Menex. 241 a; τὰ τούτων ἑξῆς Rep. III, 390 a; ἑξῆς τοῦ Πλούτωνος θρόνον λαμβάνειν, dem Pluto zunächst seinen Sitz einnehmen, Ar. Ran. 764; Eur. I. T. 627; Arist. mund. 3; Sp. ἑξῆς τούτου, demnächst, Pol. 4, 35; – τὸ ἑξῆς, die grammatische Aufeinanderfolge der Wörter, τὰ ἑξῆς = und so fort, Gramm.
French (Bailly abrégé)
adv.
à la suite :
1 avec idée de lieu à la suite, en se suivant ; avec un rég. à la suite de, τινός ou τινί ; d’une façon continue, sans exception;
2 en parl. du temps ensuite, après;
3 en parl. de conséquences par suite de, d’accord avec : κατὰ τὰ ἑξῆς τῷ νοερῷ ζῴῳ M.ANT comme il convient à un animal raisonnable.
Étymologie: ἔχω.
English (Autenrieth)
ἑξείης. (Od.)
English (Strong)
from ἔχω (in the sense of taking hold of, i.e. adjoining); successive: after, following, X morrow, next.
English (Thayer)
adverb (from ἔχω, future ἕξω; cf. έ᾿χομαι τίνος to cleave to, come next to, a thing), successively, in order, (from Homer down); ὁ, ἡ, τό ἑξῆς, the next following, the next in succession: so ἡ ἑξῆς ἡμέρα, ἐν τῇ ἑξῆς, namely, ἡμέρα, WH text Tr text L marginal reading ἐν τῷ ἑξῆς namely, χρόνῳ, soon afterward); τῇ ἑξῆς, namely, ἡμέρα, Acts 27:18.
Greek Monolingual
(AM ἑξῆς, Α επικ. τ. ἑξείης, δωρ. τ. ἑξᾱν)
1. με τη σειρά, στη συνέχεια («ἑξῆς εὐνάζοντο παρὰ ῥηγμῑνι θαλάσσης», Ομ. Οδ.)
2. (με άρθρο) ὁ, ἡ, τὸ ἑξῆς
ο επόμενος («έκανα την εξής σκέψη»)
3. φρ. «στο (εις το) εξής» — στο μέλλον
νεοελλ.
φρ. «ούτω καθ' εξής» — με όμοιο τρόπο στη συνέχεια
αρχ.
1. κοντά, αμέσως μετά («ὁ Θησέος παῑς ἑξῆς ἐναυλόχει», Ευρ.)
2. με λογική ακολουθία («τούτων τοίνυν ἑξῆς ἀγώμεθα», Πλάτ.)
3. (με άρθρο) (για χρόνο) κατόπιν, ο χρονικά επόμενος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το εξής, επίρρημα με τοπική ή χρονική σημασία, προέρχεται πιθ. από ένα ένσιγμου θέματος ουσιαστικό, στο οποίο απαντά το θ. του έχεσθαι «ακολουθώ». Οι τύποι εξής, εξάν θα μπορούσαν επίσης να είναι αντιστοίχως γενική και αιτιατική πτώση ενός αμάρτυρου ουσιαστικού εξă, γεν. εξάς, που θα εμφάνιζε κλίση παρόμοια προς το μίă, μιaς, μίăν. Σύμφωνα με άλλη άποψη, λιγότερο πιθανή, το εξής προέρχεται από επίθ. εξός (πρβλ. λοξός). Όλες αυτές οι ερμηνείες, ωστόσο, δεν εξηγούν τον ομηρ. παράλληλο τ. εξείης
υπετέθη ότι πρόκειται για τ. γενικής θηλυκού ενός επιθέτου εξε(ι)ος, παράγωγο πιθ. του έξις «κατοχή, κτήση» (πρβλ. τη γλώσσα του Ησυχίου «εξεία
τα εξής»). Από το εξείης αυτό, με συναίρεση, θα ήταν δυνατό να προέλθει το εξής, οπότε βεβαίως θα παρέμενε ανερμήνευτο το εξάν. Τέλος, τύποι με ίδια σημασία, όπως επ-εχές, επ-εχεί, ποτ-εχεί, εμφανίζουν θ. εχ- και επίθημα -ες (βλ. και έχω)].