προοίμιον

From LSJ
Revision as of 14:39, 16 November 2024 by Spiros (talk | contribs) (CSV import)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Γυνὴ δ' ὅλως οὐ συμφέρον βουλεύεται → Nulla umquam spectat mulier, utile quod siet → Die Frau sinnt gänzlich nicht auf das, was nützlich ist

Menander, Monostichoi, 106
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προοίμιον Medium diacritics: προοίμιον Low diacritics: προοίμιον Capitals: ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ
Transliteration A: prooímion Transliteration B: prooimion Transliteration C: prooimion Beta Code: prooi/mion

English (LSJ)

τό, Trag. contr. φροίμιον (v. infr.): (οἶμος):—
A opening, introduction; in Music, prelude, overture, Pi.P.1.4; in Ep. poems, proëm, preamble, Id.N.2.3, Ar.Eq.1343; in speeches, exordium, Critias 43 tit., Arist. Rh.1414b19, Phld.Rh.1.56S., Stoic.2.96, etc.; προοιμίοις ἡδονῆς = with prefaces about pleasure, X.Mem.2.1.27.
2 metaph. of any prelude or beginning, φροίμιον χορεύσομαι A.Ag.31, cf. 829; φροιμίοις ib. 1216, cf. Th.7; λόγους… μηδέπω 'ν προοιμίοις = only just beginning, Id.Pr.741; εἴ τι τοῦδε φροιμίου ματᾷ = whether that dream-prophecy was wide of the mark at all, any part of this presage, Id.Eu. 142; ὁρῶ τάδε φροίμια… πόνων Id.Supp.830 (lyr.), cf. E.Hipp.568, X.Mem.4.2.3; ἐγχέων π. Pi.Fr.78; π. δείπνου Alex.110.3; π. ἔχθρας Plb.22.4.15; ἀρχῆς Id.25.3.8 (pl.); δάκρυά μοι τὰ π. τῆς τέχνης Luc. Somn.3; of premonitory symptoms of disease, Orib.Syn.8.2.
II hymn or short poem, such as those attributed to Homer, Ἀπόλλωνος Th.3.104, cf. Pl.Phd. 60d, R.531d; φροίμιον Ἀντιλόχου (fort. Ἀρχιλόχου) Call.Fr.223.

German (Pape)

[Seite 737] τό, Eingang, Anfang, bes. Vorspiel in der Musik (s. οἶμος), Pind. P. 7, 2, ἀγησιχόρων προοιμίων ἀμβολάς 1, 4; auch eine eigene Art kleiner lyrischer Gesänge, die vor einem größern Hymnus angestimmt wurden, τὸ εἰς τὸν Ἀπόλλω προοίμοιν, Plat. Phaed. 60 d; vgl. Thuc. 3, 104 u. Schaef. melet. p. 29. – Und Vorrede, Vorspiel einer Rede, Aesch. Prom. 743; οἰκτροῖς προοιμίοις, Eur. Herc. Fur. 1179, u. öfter; u. in Prosa, προοίμιον πρῶτον ὡς δεῖ τοῦ λόγου λέγεσθαι ἐν ἀρχῇ, Plat. Phaedr. 266 d, u. öfter; Folgde auch übertr., καταρχὴ καὶ προοίμιον ἔχθρας, Pol. 23, 2, 15; τὰ προοίμια τῆς ἀρχῆς, der Anfang der Regierung, 26, 5, 8; τῆς μανίας, Luc. abdic. 32. S. auch φροίμιον.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
1 préambule ou prélude d'un chant, particul. petit poème lyrique, hymne;
2 exorde ou début d'un discours ; fig. prélude, début.
Étymologie: πρό, οἶμος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προοίμιον -ου, τό, trag. en Att. ook φροίμιον [πρό, οἴμη] inleidend gezang, inleidend muziekstuk, voorspel:. ἁγησιχόρων ὁπόταν προοιμίων ἀμβολὰς τεύχῃς wanneer jij een begin maakt met het voorspel dat het koor leidt Pind. inleiding, prooemium (van redevoering):. τὸ μὲν οὖν προοίμιόν ἐστιν ἀρχὴ λόγου het prooemium is het begin van een redevoering Aristot. Rh. 1414b19. overdr. begin:. φροίμιον χορεύσομαι ik zal het begin ervan dansen Aeschl. Ag. 31; φροίμια... πόνων voorspel tot ellende Aeschl. Suppl. 830; δάκρυά μοι τὰ προοίμια τῆς τέχνης tranen waren de ouverture tot mijn vakmanschap Luc. 32.3. van een kort gedicht hymne:. τὸ εἰς τὸν Ἀπόλλω προοίμιον de hymne op Apollo Plat. Phaed. 60d.

Russian (Dvoretsky)

προοίμιον: атт. стяж. φροίμιον τό
1 вступление, введение: προοίμιον πρῶτον ὡς δεῖ τοῦ λόγου λέγεσθαι ἐν ἀρχῇ Plat. вступление (есть) первое, что следует сказать в начале речи;
2 вступительная песнь, прелюдия (ἀγησίχορα προοίμια Pind.);
3 хвалебная песнь, гимн (τὸ εἰς τὸν Ἀπόλλω π. Plat.);
4 начало (καταρχὴ καὶ π. ἔχθρας Polyb.; τῆς μανίας Luc.).

Greek (Liddell-Scott)

προοίμιον: τό, Ἀττ. συνῃρ. φροίμιον, Αἰσχύλ. καὶ Εὐρ.· (οἶμος): ― εἴσοδος ἢ προεισαγωγὴ εἰς τι· ἐν τῇ Μουσικῇ, προανάκρουσις, εἰσαγωγικὸν μέλος, Πινδ. Π. 1. 6. ἐν τοῖς Ἐπικ. ποιήμασι, πρόλογος, εἰσαγωγή, Λατ. exordium Πίνδ. Ν. 2. 3, Ἀριστοφ. Ἱππ. 1338· οὕτως ἐν τοῖς ῥητορικοῖς λόγοις, Ἀριστ. Ρητ. 3. 14, Cic. de Orat. 2. 80, Quintil. 4. 1· προοιμίοις τῆς ἡδονῆς, διὰ προοιμίων ἡδονικῶν, Ξεν. Ἀπομν. 2. 1, 27. 2) μεταφορ., ἐπὶ παντὸς προοιμίου ἢ ἀρχῆς, φροίμιον χορεύσομαι Αἰσχύλ. Ἀγ. 31, πρβλ. 829· φροιμίοις δυσφροιμίοις (κατὰ τὸν Ἕρμανν.) αὐτόθι 1216· οὓς γὰρ νῦν ἀκήκοας λόγους, εἶναι δόκει σοι μηδέπω’ν προοιμίοις, μόλις ἐν τῇ ἀρχῇ, ὁ αὐτ. ἐν Πρ. 741, πρβλ. Θήβ. 7· εἰ τι τοῦδε φρ. ματᾷ, «μάταιον γίνεται» (Σχολ.), ἡ δὲ λέξις προοίμιον ἀναφέρεται εἰς τὴν παρακολουθοῦσαν ᾠδὴν τοῦ χοροῦ, Ἰού, Ἰού, κτλ, ὁ αὐτ. ἐν Εὐμ. 142· ὁρῷ τάδε φροίμια… πόνων ὁ αὐτ. ἐν Ἱκέτ. 830, πρβλ. Εὐρ. Ἱππ. 568, Ξεν Ἀπομν. 4. 2, 3· πρ. ἐγχέων Πινδ. Ἀποσπ. 225· πρ. δείπνου Ἄλεξις ἐν «Κρατεύᾳ» 1. 3· πρ. ἔχθρας, τῆς ἀρχῆς Πολύβ. 23. 2, 15., 26. 5, 8· δάκρυά μοι τὰ πρ. τῆς τέχνης Λουκ. Ἐνύπν. 3, κτλ. ΙΙ. καθόλου, ὕμνος ἢ βραχὺ ποίημα οἷα τὰ εἰς τὸν Ὅμηρον ἀποδιδόμενα, Θουκ. 3. 104, Πλάτ. Φαίδων 60D, πρβλ. Πολ. 531D.

English (Slater)

προοίμιον (-ιον, -ίου, -ιον voc., -ίων.) prelude cf. προκώμιον. ἁγησιχόρων ὁπόταν προοιμίων ἀμβολὰς τεύχῃς ἐλελιζομένα (P. 1.4) κάλλιστον αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι προοίμιον Ἀλκμανιδᾶν εὐρυσθενεῖ γενεᾷ (P. 7.2) ὅθεν περ καὶ Ὁμηρίδαι ῥαπτῶν ἐπέων τὰ πόλλ' ἀοιδοὶ ἄρχονται, Διὸς ἐκ προοιμίου (N. 2.3) met., κλῦθ' Ἀλαλά, Πολέμου θύγατερ, ἐγχέων προοίμιον fr. 78. 2.

Greek Monotonic

προοίμιον: τό, Αττ. συνηρ. φροίμιον (οἶμος),
I. 1. είσοδος ή εισαγωγή σ' ένα πράγμα· στη μουσική, πρελούδιο, εισαγωγή, σε Πίνδ.· στα ποιήματα και τους ρητ. λόγους, προοίμιο, πρόλογος, είσοδος, εισαγωγή, Λατ. exordium, στον ίδ., Ξεν.
2. μεταφ., λέγεται για κάθε προοίμιο ή αρχή, φροίμιον χορεύσομαι, σε Αισχύλ.· μηδέπω 'ν προοιμίοις, μόνο στην αρχή ακριβώς, στο ίδ.· εἴ τι τοῦδε φροίμιον ματᾷ, εάν κάθε μέρος αυτού του προοιμίου ήταν άσκοπο, στον ίδ.
II. γενικά, ύμνος, σε Θουκ., Πλάτ.

Frisk Etymological English

See also: s. οἴμη.

Middle Liddell

προ-οίμιον, ου, τό, οἶμος
I. an opening or introduction to a thing; in Music, a prelude, overture, Pind.; in poems and speeches, a proem, preface, preamble, introduction, Lat. exordium, Pind., Xen.
2. metaph. of any prelude or beginning, φροίμιον χορεύσομαι Aesch.; μηδέπω 'ν προοιμίοις only just beginning, Aesch.; εἴ τι τοῦδε φρ. ματᾷ if any part of this presage be vain, Aesch.
II. generally, a hymn, Thuc., Plat.

Frisk Etymology German

προοίμιον: {prooímion}
See also: s. οἴμη.
Page 2,600

English (Woodhouse)

prelude, preliminary remarks

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)

Mantoulidis Etymological

Ἀπό τό πρό + οἶμος (=δρόμος) τοῦ εἶμι, ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.

Lexicon Thucydideum

hymnus (Homeri), hymn (by Homer), 3.104.4. 3.104.5.