λογιστής: Difference between revisions

From LSJ

ἥσθην πατέρα τὸν ἀμὸν εὐλογοῦντά σε → I was pleased to hear you praising my father

Source
mNo edit summary
m (Text replacement - "<b class="num">(\d+)\)" to "<b class="num">$1")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''λογιστής:''' οῦ ὁ<br /><b class="num">1)</b> [[знаток счета]], [[учитель арифметики]] Plat.;<br /><b class="num">2)</b> [[логист]], [[член логистерия]] (контрольного органа в Афинах в составе десяти λογισταί - по одному от каждой аттической филы, - который проверял финансовые отчеты должностных лиц) Dem.;<br /><b class="num">3)</b> [[ценитель]], [[критик]], [[судья]]: καταστῆναι [[δίκαιος]] λ. τινος Dem. суметь справедливо оценить что-л.
|elrutext='''λογιστής:''' οῦ ὁ<br /><b class="num">1</b> [[знаток счета]], [[учитель арифметики]] Plat.;<br /><b class="num">2</b> [[логист]], [[член логистерия]] (контрольного органа в Афинах в составе десяти λογισταί - по одному от каждой аттической филы, - который проверял финансовые отчеты должностных лиц) Dem.;<br /><b class="num">3</b> [[ценитель]], [[критик]], [[судья]]: καταστῆναι [[δίκαιος]] λ. τινος Dem. суметь справедливо оценить что-л.
}}
}}
{{ls
{{ls

Revision as of 14:45, 25 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λογιστής Medium diacritics: λογιστής Low diacritics: λογιστής Capitals: ΛΟΓΙΣΤΗΣ
Transliteration A: logistḗs Transliteration B: logistēs Transliteration C: logistis Beta Code: logisth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,
A calculator, teacher of arithmetic, Pl.Plt.260a, R.340d.
2 calculator, reasoner, λεπτὼ λογιστά = two subtle reasoners Ar.Av.318; δίκαιος λογιστὴς τῶν… ὑπηργμένων D.1.10.
II logistes, auditor, esp. at Athens, in plural, a board which audited the accounts of magistrates going out of office, Aeschin.3.15, D.18.117,229; also called εὔθυνοι acc. to Arist.Pol.1322b11, but distinguished from them, Id.Ath.48.3, IG12.91, 22.956; also at Delos, ib.11(2).203 A63 (iii B. C.); in Egypt, λογιστὴς Ὀξυρυγχίτου (sc. νομοῦ) POxy.84.2, etc.; λ. κώμης PKlein.Form.617 (v A. D.): metaph., λογισταὶ τῶν… χορῶν, of the audience, Eup.223.
2 = Lat. curator rei publicae, an imperial commissioner and inspector of accounts, IGRom.3.39 (Bithynia), etc.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
1 avec idée de nombre vérificateur des comptes;
2 sans idée de nombre qui calcule, raisonne, réfléchit ; juste appréciateur (de qch).
Étymologie: λογίζομαι.

German (Pape)

ὁ, der Rechner, Plat. Rep. I.340d. – In Athen eine Behörde aus zehn durchs Los gewählten Bürgern bestehend, welche den Obrigkeiten nach Verwaltung des Amts die Rechenschaft über ihre Amtsführung, bes. die Verwaltung der Gelder abnahm (vgl. εὐθῦναι), Vetera Lexica und Böckhs Staatshaush. I p. 204; Ar. Av. 318; Dem. 18.117 und sonst. – In der späteren Römerzeit sind λογισταί die curatores urbium, denen die Verwaltung der Justiz und der Finanzen oblag. – Übh. Beurteiler, δίκαιος λ. τῶν παρὰ τῶν θεῶν Dem. 1.10; Sp.

Russian (Dvoretsky)

λογιστής: οῦ ὁ
1 знаток счета, учитель арифметики Plat.;
2 логист, член логистерия (контрольного органа в Афинах в составе десяти λογισταί - по одному от каждой аттической филы, - который проверял финансовые отчеты должностных лиц) Dem.;
3 ценитель, критик, судья: καταστῆναι δίκαιος λ. τινος Dem. суметь справедливо оценить что-л.

Greek (Liddell-Scott)

λογιστής: -οῦ, ὁ, (λογίζομαι) ὁ ὑπολογίζων, διδάσκαλος ἀριθμητικῆς, Πλάτ. Πολιτικ. 260A. 2) ὁ ὑπολογίζων ἢ λογικῶς σκεπτόμενος, λεπτὼ λογιστὰ Ἀριστοφ. Ὄρν. 318, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 340D· δίκαιος λ. τῶν... ὑπηργμένων Δημ. 11, ἐν τέλ. ΙΙ. ἐν τῷ πληθ., οἱ ἐξετάζοντες τοὺς λογαριασμούς, ἐλεγκταί. 1) ἐν Ἀθήναις σωματεῖόν τι ἐκ δέκα ἀνδρῶν ἐκλεγομένων ὑπὸ τῆς βουλῆς διὰ κλήρου, εἰς οὓς οἱ ἄρχοντες κατὰ τὴν λῆξιν τῆς ἀρχῆς αὐτῶν ὑπέβαλλον τοὺς λογαριασμούς των, Δημ. 266. 9., 304. 6, Αἰσχίν. 56. 5. κἑξ.· φαίνεται δὲ ὅτι εἶναι οἱ αὐτοὶ καὶ οἱ εὔθυνοι ἐν Ἀριστ. Πολ. 6. 8, 16, Ἀθην. Πολιτ. 39. 8., 77. 1 (ἔκδ. Blass)· διακρίνονται ὅμως ἀπ’ αὐτῶν, ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 406, Böckh Ρ. Ε. 1. 254 κἑξ. (μετὰ τῆς σημειώσεως τοῦ μεταφράσαντος εἰς τὴν Ἀγγλικὴν τοῦ μεταφραστοῦ), καὶ ἐν τῷ Rhein. Mus. 1. σ. 58 κἑξ. - Ὁ μὴ ὑποβάλλων τοὺς λογαριασμούς του ἐντὸς τριάκοντα ἡμερῶν ἀπὸ τῆς λήξεως τῆς ἀρχῆς αὐτοῦ ὑπέκειτο εἰς ἀλογίου δίκην ἐνώπιον τῶν Λογιστῶν. - Ὁ Εὔπολις καλεῖ τὸ ἀκροατήριον ἐν τῷ θεάτρῳ λογιστὰς τῶν... χορῶν, ἐν «Πόλεσι» 30. 2) παρὰ Ρωμαίοις, λογισταὶ ἦτο τὸ ἑλληνικὸν ὄνομα τῶν Curatores urbium, οἵτινες εἶχον καθήκοντα δικαστικὰ καὶ οἰκονομικά, Marquardt ἐν Bergk’s Philol. Journ. (1843) σ. 937, 938· - ἐπὶ παροιμίας ἐννοίας ἀπαντᾷ ἐν Ἐπιγραφαῖς τῆς Ἀφροδισιάδος, Ρόδον, κλ., Συλλ. Ἐπιγρ. Ἐπιγρ. 2529, 2782, 2912, κ. ἀλλ.

Greek Monolingual

ο θηλ. λογίστρια (Α λογιστής) λογίζομαι
νεοελλ.
1. αυτός που καταγράφει συστηματικά και ταξινομεί τις οικονομικές συναλλαγές και τα οικονομικά και νομικά γεγονότα μιας οικονομικής μονάδας και απεικονίζει σε ειδικές καταστάσεις και με μια ορισμένη τεχνική μεθοδολογία τη συνοπτική οικονομική θέση της επιχείρησης, καθώς και τα αποτελέσματα της δραστηριότητάς της έτσι ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος της διαχείρισης και η λήψη οικονομικών αποφάσεων
2. ελεύθερος επαγγελματίας που αναλαμβάνει να τηρεί τα λογιστικά βιβλία
3. φρ. «ορκωτοί λογιστές» — τα μέλη ενός σώματος που έχουν το δικαίωμα να ασκούν έλεγχο σε μεγάλες επιχειρήσεις, είτε ύστερα από αίτηση τών ενδιαφερομένων είτε υποχρεωτικά από τον νόμο είτε μετά από κρατική επιταγή
αρχ.
1. αυτός που κάνει λογαριασμό
2. δάσκαλος αριθμητικής
3. αυτός που σκέφτεται λογικά, κριτήςδίκαιος λογιστὴς τῶν... ὑπηργμένων», Δημοσθ.)
4. στον πληθ. οἱ λογισταί α) σώμα δώδεκα ανδρών, που εκλέγονταν από τη βουλή με κλήρωση στην αρχαία Αθήνα και στο οποίο υπέβαλλαν οι άρχοντες τους λογαριασμούς τους προς έλεγχο μετά τη λήξη της θητείας τους στην εξουσία, αλλ. εὔθυνοι ή ἐξετασταί
β) επιμελητές στην αρχαία Ρώμη που είχαν δικαστικά και οικονομικά καθήκοντα
5. φρ. «λογισταὶ τῶν χορῶν»
μτφ. το ακροατήριο θεάτρου.

Greek Monotonic

λογιστής: -οῦ, ὁ (λογίζομαι
I. 1. αυτός που υπολογίζει, δάσκαλος της αριθμητικής, σε Πλάτ.
2. αυτός που υπολογίζει, που συλλογίζεται, που σκέφτεται λογικά, σε Αριστοφ., Δημ.
II. στον πληθ., ελεγκτές λογαριασμών στην Αθήνα, σωματείο από δέκα άνδρες εκλεγμένους με κλήρο από τη Βουλήν, στους οποίους οι άρχοντες μετά τη λήξη της θητείας τους υπέβαλαν τον απολογισμό τους, σε Δημ., κ.λπ.

Middle Liddell

λογιστής, οῦ, λογίζομαι
I. a calculator, teacher of arithmetic, Plat.
2. a calculator, reasoner, Ar., Dem.
II. in plural auditors, at Athens, ten members of the βουλή, to whom magistrates going out of office submitted their accounts, Dem., etc.

English (Woodhouse)

accountant

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)

Wikipedia FR

Les logistes sont des magistrats financiers de la démocratie athénienne. Au nombre de 10, ils sont désignés par tirage au sort parmi les membres de la Boulè. Ils ont plusieurs rôles dont celui de vérifier les comptes et la gestion des autres magistratures. Ce sont également eux qui transmettent les plaintes aux tribunaux compétents lors de la reddition des comptes ou euthynai.

Wikipedia IT

Il logista (in greco antico: λογιστής, loghistés, letteralmente "colui che fa i conti") nell'antica Atene era il magistrato incaricato di revisionare i conti pubblici e l'operato dell'amministrazione cittadina, procedimento chiamato Euthyna.

Aristotele chiama questi magistrati con diversi nomi: λογισταί (loghistái), εὔθυνοι (éuthynoi), ἐξετασταί (exetastái) e συνήγοροι (synégoroi). I logisti erano dieci e venivano estratti a sorte tra i membri della Boulé e dovevano esaminare l'operato degli altri magistrati uscenti dal punto di vista finanziario (Alogiou dike). Il processo di controllo durava trenta giorni; i logisti erano affiancati da altri magistrati, i sinegori, e si riunivano nella logisteria.

Nel caso di irregolarità nei conti pubblici i logisti potevano sporgere denuncia nei confronti degli altri magistrati, cosa che potevano fare anche i privati cittadini. Se un sicofante denunciava un magistrato, i conti venivano controllati più attentamente, e, nel caso in cui l'accusa si fosse mostrata infondata, per scagionare l'imputato si doveva ricorrere ad un tribunale di 501 giudici presieduto dai logisti o dai tesmoteti nel caso in cui gli imputati fossero generali dell'esercito.

Anche i magistrati legati ai demi, i demarchi, gli hieropoioi e i tamiai, dovevono rendere conto del loro operato finanziario alla scadenza del loro mandato.

Oltre che ad Atene, è attestata la presenza di logisti anche ad Eretria, ad Efeso, a Delo, a Teno, ad Issa e, con denominazioni diverse, ad Eritre, Smirne, Alicarnasso, Taso ed Agrigento.

Wikipedia RU

Логист (др.-греч. Λογισται) — один из главных ревизоров, контролировавших государственные расходы в Афинской республике. В V веке 30 логистов составляли контрольную палату и проверяли, в частности, суммы, вносимые эллинотамиями в сокровищницу Афины. В IV веке, согласно Аристотелю, логистов было 10. Они избирались сначала посредством хиротонии, потом — с помощью жребия из членов буле; в каждую пританию они должны были поверять отчет должностных лиц в израсходованных ими общественных деньгах (часть процесса эвтины).

Логисты обязаны были в течение 30 дней после окончания службы должностных лиц сделать публикацию о том, что всякий, кто имеет жалобу на этих лиц, должен представить её эвтинам. Если счетa оказывались верными, а жалоб не поступало, логисты утверждали отчет. В противном случае учреждался суд, в котором логисты председательствовали, а государственные синегоры являлись обвинителями со стороны государства; наконец, всё дело предоставлялось окончательному решению суда гелиастов.