δέλτος
Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge
English (LSJ)
(A): ἀγαθός, Phot.
δέλτος (B) (Cypr. δάλτος Inscr.Cypr.135.26 H.), ἡ, A writing-tablet, Batr.3 (pl.), Hdt.8.135, etc.; ἐν… δέλτου πτυχαῖς γράψας E.IA98; χαλκῆς… δύσνιπτον ἐκ δέλτου γραφήν S.Tr.683; δέλτον ἐγγεγραμμένην ξυνθήματα inscribed with... ib.157; δέλτον ἀναθεῖναι IG12(2).58b17 (Mytilene): esp. pl., E.IA116,798 (both lyr.); πινάκων ξεστῶν δέλτοι Ar.Th.778: metaph., ἣν ἐγγράφου σὺ μνήμοσιν δέλτοις φρενῶν on the tablets of the heart, A.Pr.789; θὲς (cj. for σὲ δ') ἐν φρενὸς δέλτοισι τοὺς ἐμοὺς λόγους S.Fr.597. II any writing: letter, Pl.Ep.312d; will, Luc.Tim.22, etc.; δέλτον χαλκῆν ἐκσφραγισθεῖσαν BGU265.21 (ii A.D.), cf. 780.15, 1032.3; Ὁμήρου δέλτον the books of Homer, IG9(1).880.10 (Corc.), cf. AP12.2 (Strato); αἱ δώδεκα δέλτοι = the Twelve Tables, D.H.2.27.
German (Pape)
[Seite 544] ἡ, 1) die Schreibtafel, von ihrer ältesten dreieckigen Gestalt; χαλκῆ Soph. Tr. 683; πινάκων ξεστῶν δέλτοι Ar. Th. 788; Her. 8, 135 u. sonst; übertr., μνήμονες δέλτοι φρενῶν, Gedenktafeln des Herzens, Aesch. Prom. 791. – 2) Schrift, Brief, Plat. Ep. II, 312 d; Testament, Luc. Tim. 22; Gedichte, Strat. 2 (XII, 2); Eryc. 18 (VII, 36).
Greek (Liddell-Scott)
δέλτος: ἡ, πινακίδιον πρὸς γραφήν, ἐκ τοῦ γράμματος Δ (ὅπερ) ἦν τὸ σχῆμα τῶν παλαιῶν πινακιδίων), Λατ. pugillares, Ἡρόδ. 8. 135, κτλ.· ἐν… δέλτου πτυχαῖς γράφειν Εὐρ. Ι. Α. 98· χαλκῆς… δύσνιπτον ἐκ δέλτου γραφὴν Σοφ. Τρ. 683· δέλτον ἐγγεγραμμένην ξυνθήματα, ἐπιγεγραμμένην μὲ…, αὐτόθι 157· δέλτον ἀναθεῖναι Συλλ. Ἐπιγρ. 2167d (προσθήκ.)· ἰδίως κατὰ πληθ., Σοφ. Τρ. 118, 798· ὡσαύτως, πινάκων δέλτοι Ἀριστοφ. Θεσμ. 778· μεταφ., ἣν ἐγγράφου σὺ μνήμοσιν δέλτοις φρενῶν, ἐπὶ τῶν πινακίδων τῆς καρδίας σου, Αἰσχύλ. Πρ. 789· θὲς ἐν φρενὸς δέλτοισι τοὺς ἐμοὺς λόγους Σοφ. Ἀποσπ. 535· πρβλ δελτογράφος. ΙΙ. πᾶν γράμμα ἢ ἔγγραφον, ἐπιστολή, Ἐπ. Πλάτ. 312D· διαθήκη, Λουκ. Τίμ. 22, κτλ.· Ὁμήρου δ., τὰ βιβλία (ποιήματα) τοῦ Ὁμήρου, Συλλ. Ἐπιγρ. 1907. 10.
French (Bailly abrégé)
ου (ἡ) :
1 tablette pour écrire ; au plur. ἐγγράφειν δέλτοις φρενῶν ESCHL inscrire sur les tablettes de son esprit;
2 testament.
Étymologie: DELG emprunt sémitique « tablette ».
English (Slater)
δέλτος (?)
1 writing? δέλτου? v.l. in Σ. Πα. 7B. 24.
Spanish (DGE)
-ου, ἡ
• Alolema(s): chipr. δάλτος IChS 217.26 (Idalion V a.C.)
• Morfología: [tb. ὁ PLips.64.44 (IV d.C.)]
1 tablilla gener. de madera, para escribir sobre cera, frec. en plu. c. valor sg. por alusión a las varias hojas de que solían constar εἵνεκ' ἀοιδῆς ἣν νέον ἐν δέλτοισιν ἐμοῖς ἐπὶ γούνασι ἔθηκα Batr.3, cf. Call.Fr.1.21, Longin.4.6, SEG 39.1180.63 (Éfeso I d.C.), para registrar la respuesta del orác., Hdt.8.135, δ. Διός prov., de una supuesta tablilla en la que estaban registrados los pecados de los hombres γράφουσα τἀμπλακήματα ἐν δέλτῳ Διός A.Fr.281a.21, cf. Luc.Merc.Cond.12, ἐν Διὸς δέλτου πτυχαῖς E.Fr.506.2, παλαιὰν δέλτον ἐγγεγραμμένην ξυνθήματ' S.Tr.157, ἐν δέλτου πτυχαῖς γράψας E.IA 98, πινάκων ξεστῶν δέλτοι, δέξασθε σμίλης ὁλκούς Ar.Th.778, ἐν δέλτου ξύλῳ γράψας Aen.Tact.31.14, δέλτον ἐξαψάμενος ἐς διδασκάλου φοιτᾷ Philostr.VS 557, ἐν ξυλίνοις δέλτοις ἐγχαράξαντι τοῦτο PLips.l.c., conteniendo disposiciones testamentarias IMaff.31.8.24 (Tera III a.C.), Luc.Tim.22
•fig. ἣν ἐγγράφου σὺ μνήμοσιν δέλτοις φρενῶν grábalo en las memoriosas tablillas de tu mente A.Pr.789, cf. S.Fr.597
•usada como carta, misiva, mensaje πρὸς ταῖς πρόσθεν δέλτοις en contra de la misiva anterior E.IA 116, ἵν' ἄν τι ἡ δ. ... πάθῃ, ὁ ἀναγνοὺς μὴ γνῷ Pl.Ep.312d, χρὴ δὲ τὰς παραγινομένας εὐθὺς ἀνοίγειν δέλτους Aen.Tact.31.33, conteniendo documentos públicos ὁ γραμματεὺς αὐτὸν (τὸν νόμον) ἀναγ[ραψ] άτω ... εἰς τὰς δέλτους οὗ οἱ [νόμοι ε] ἰσὶν ἀναγ[εγ] ραμ[μ] ένοι IG 12(7).515.132 (Amorgos II a.C.), ἕκαστον δῆμον ἐκ τῶν δέλτων καλέσαντες IStratonikeia 701.8 (Lagina II/III d.C.), en los archivos del oráculo de Delfos τὰς δέλτους ἐν αἷς ἦσαν οἱ χρησμοί Plu.Lys.26, cf. D.C.48.12.2, conteniendo cuentas e inventarios δ. κυπαρίσσινος ID 372A.116 (III a.C.), δ. τῷ λόγῳ IG 11(2).148.70 (III a.C.), ἐν δὲ δέλτοις ἀναγραφαὶ τῶν ἤδη δεδομένων χρημάτων Plu.Luc.37
•en época rom. frec. ref. a los libros de actas del senado romano que contenían senatus consulta, decretos y otros documentos oficiales IG 7.413.31, 58 (Oropo I a.C.), I.AI 14.221, 319
•en pap. δ. προφεσσίωνος trad. de lat. tabula proffessionis, tablilla de declaración, BGU 847.16 (II d.C.) en BL 5.13, POxy.1451.21, SB 9228.24 (ambos II d.C.), BGU 1032.1 (II d.C.) en BL 1.89, δ. μαρτυροποιήσεως ἐπὶ σφραγίδων SB 5217.18 (II d.C.), cf. POxy.1451.22 (II d.C.), BGU 1032.3 (II d.C.)
•de otros materiales δέλτους ἐλεφαντίνους καὶ διθύρους Luc.Ner.9.
2 tablilla, placa de bronce, gener. c. copias de documentos oficiales para ser expuestas en lugares públicos τὰ<ν> δάλτον τά<ν>δε τὰ Ϝέπιyα τάδε ἰναλαλισμένα<ν> ... κατέθιyαν ἰ<ν> τὰ<ν> θιὸν τὰν Ἀθάναν esta tablilla, inscrita con las presentes cláusulas, la depositaron en (el templo de) la diosa Atenea, IChS l.c., χαλκῆς ... δύσνιπτον ἐκ δέλτου γραφήν inscripción imborrable sobre broncínea tablilla S.Tr.683, cf. FD 4.37B.24 (II/I a.C.), BGU 780.15 (II d.C.) en BL 3.14, cf. PHamb.31.9 (II d.C.)
•esp. ref. a copias en bronce de documentos oficiales del senado romano custodiadas en el Capitolio IG 12(2).35.22, 58b.17 (ambas Mitilene I a.C.), IAphrodisias 1.8.92 (I a.C.), App.Syr.203, I.AI 12.416, IG 22.3299.7 (II d.C.).
3 libro, obra literaria μὴ ζήτει δέλτοισιν ἐμαῖς Πρίαμον παρὰ βωμοῖς AP 12.2 (Strat.), Ὁμήρου δέλτον, ἇς ἐνὶ πτυχαῖς ... ἐστὶ Λαρτίου γόνος IG 9(1).880.10 (Corcira, imper.), cf. IG 4.491.4 (Cleonas III/IV d.C.).
4 αἱ δώδεκα δέλτοι las Doce Tablas ley romana, D.H.2.27, Arr.Tact.33.5, D.C.Epit.7.18.5.
• Etimología: Prob. prést. de una lengua semít., cf. hebr. delet ‘puerta’ y ‘tablilla’, ugarítico y fenicio dlt.
Greek Monolingual
η (AM δέλτος)
1. μικρός πίνακας για γράψιμο
2. ιστορικό γραπτό μνημείο, διαθήκη, βιβλίο («οι δέλτοι της ιστορίας», «αἱ δώδεκα δέλτοι»)
αρχ.
1. μικρός πίνακας, δίπτυχος, τριγωνικού συνήθως σχήματος, αλειμμένος με κερί, στον οποίο έγραφαν
2. επιστολή, γράμμα
3. ζωγραφικός πίνακας
4. το σχολικό αβάκιο, η πλάκα
5. φρ. «ἱεραὶ δέλτοι» — πίνακες στους οποίους γράφονταν από τους Ρωμαίους αρχιερείς τα χρονικά του προηγούμενου έτους
β) φρ. «Ομήρου δέλτοι» — τα βιβλία, τα έπη του Ομήρου
γ) «μνήμοσιν... δέλτοις φρενῶν» — στο βιβλίο της καρδιάς, στην παντοτινή ανάμνηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Υποστηρίχθηκε ότι, αν ληφθεί ως πρωταρχική η σημ. «μικρός πίνακας», η λ. δέλτος συνδέεται αφενός μεν με τα δαιδάλλω, λατ. dolāre, αφετέρου δε με τις γερμ. λέξεις για τη «σκηνή» (πρβλ. αρχ. άνω γερμ. zelt, αγγλοσαξ. teld, αρχ. νορβ. tiald κ.ά.) και ανάγεται σε IE deltom. Αλλά η σημασιολογική απόκλιση δημιουργεί πρόβλημα στον συσχετισμό αυτό. Κατ' άλλους, πρόκειται για δάνεια λ. σημιτικής προελεύσεως
πρβλ. εβρ. delet «πόρτα, πινακίδα»].
Greek Monotonic
δέλτος: ἡ, πλάκα, πινακίδα που προορίζεται για γραφή, από το γράμμα Δ (παλιό σχήμα των πλακών), σε Ηρόδ., Τραγ.· μεταφ., δέλτοις φρενῶν, πάνω στα «φύλλα» της καρδιάς, σε Αισχύλ.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
δέλτος -ου, ἡ schrijftablet; overdr..; δέλτοι φρενῶν de schrijftabletten van de geest (d.w.z. het geheugen) Aeschl. PV 789; stemtablet. uitbr. brief; testament.
Russian (Dvoretsky)
δέλτος: ἡ
1) писчая (записная) доска (имевшая в далекой древности дельтовидную, т. е. треугольную форму) (χαλκῆ Soph., Plut.; δέλτου πτυχαί Eur.; γράφειν τὰ λεγόμενα ἐς τὴν δέλτον Her.): ἐγγράφειν τι μνήμοσιν δέλτοις φρενῶν Aesch. записать на памятливых дощечках ума, т. е. крепко запомнить что-л.;
2) письмо, послание Plat.;
3) завещание Luc.;
4) записки, сочинение, тж. стихи Anth.
Frisk Etymological English
Grammatical information: f. (like βύβλος; Schwyzer 2, 34 n. 4)
Meaning: writing tablet (Ion.-Att.).
Other forms: Cypr. δάλτος
Dialectal forms: Cypr. δάλτος
Derivatives: δελτίον (Hdt.), δελτάριον (Plb.). Denomin. δελτόομαι write on a tablet (A. Supp. 179). - On ἀδεαλτώhαιε s.s.v.
Origin: LW [a loanword which is (probably) not of Pre-Greek origin] Sem.
Etymology: Not to δαιδάλλω, Lat. dolāre (with reference to the Germanic word for tent, OHG zelt, OE teld, PGm. *telðá- n.; the different meaning is still to be explained). One refers to Hieronymus epist. 8, 1 dedolatis ex ligno codicillis; Cypr. δάλτος would be old(?) ablaut. Semitic origin is mostly accepted (Lewy Fremdw. 171, E. Masson, Emprunts sémit. 61-65). Cypr. confirms this. Hebr. delet gate, pl. columns of writing, also tablet (Lachish), Ugar. and Phoen. dlt. - δάλκιον πινάκιον, οἷον γραμματίδιον H. formed after πινάκιον? (Latte δάλτιον, which is better).
Middle Liddell
a writing-tablet, from the letter Δ (the old shape of tablets), Hdt., Trag.: metaph., δέλτοις φρενῶν on the tablets of the heart, Aesch.
Frisk Etymology German
δέλτος: {déltos}
Forms: kypr. δάλτος
Grammar: f. (zum unerklärten Genus Schwyzer-Debrunner 34 A. 4)
Meaning: Schreibtafel (ion. att.).
Derivative: Deminutiva δελτίον (Hdt. u. a.), δελτάριον (Plb., Plu.). Denominatives Verb δελτόομαι auf eine Tafel schreiben (A. Supp. 179). — Unsicher ἀδεαλτώhαιε (στάλαν) 3. sg. Aor. Opt. (elisch), wahrscheinlich ‘die Tafel (Schrift) von der Stele entfernen’ von *ἄδελτος ohne δέλτος; die Schreibung kann die offene elische Aussprache von ε auszudrücken versuchen (Sittig Gnomon 14, 484).
Etymology : Seit Fick (14, 456) gewöhnlich als Spaltholz, glatt zugehauenes Holzbrett zu δαιδάλλω, lat. dolāre usw. gezogen mit besonderem Hinweis auf das gleichgebildete germanische Wort für Zelt, ahd. zelt, ags. teld, awno. tiald, auch Vorhang, Decke, Teppich, urg. *telðá- n., idg. *deltó-m n.; der starke semantische Unterschied bleibt dabei noch zu erklären. Für Zusammenhang mit dolāre (über das mehrdeutige δαιδάλλω s. v.) spricht allerdings die von Schulze KZ 45, 235 (= Kl. Schr. 365f.) herangezogene Stelle aus Hieronymus epist. 8, 1 dedolatis ex ligno coaicillis; kypr. δάλτος wäre dann alter Ablaut. Bei einem Wort dieser technischen Bedeutung liegt indessen fremde Herkunft außerordentlich nahe; semitische Herkunft ist deshalb mehrfach angenommen worden (Lewy Fremdw. 171, Solmsen BphW. 1906, 757f., Grimme Glotta 14, 17). — δάλκιον· πινάκιον, οἷον γραμματίδιον H. scheint im Ausgang nach πινάκιον umgeformt bzw. verschrieben zu sein (Latte δάλτιον; besser δαλτίον).
Page 1,361-362